Πριν λίγες μέρες γύρισα από το Λονδίνο, πήγα ξανά στα μάρμαρά μας στο Βρετανικό Μουσείο, στο Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας στο Globe, τοποθετημένο από τον Σαίξπηρ στην Αρχαία Αθήνα, έφαγα φέτα στη υπαίθρια αγορά στον Τάμεση, στο γαστρονομικό αφιέρωμα για την Ελλάδα στις πρώτες ζεστές μέρες της πόλης, επισκέφτηκα δεκάδες φίλους που σπουδάζουν ή δουλεύουν εκεί, άκουσα όλες τις προφορές των ελληνικών μέσα στα εμπορικά καταστήματα. Και μετά είδα τη διαφήμιση για ένα νέο έργο ενός ελληνοβρεττανού συγγραφέα που διαδραματίζεται στη Σκιάθο, με μεικτό θίασο, Άγγλων, Αμερικάνων και Ελλήνων ηθοποιών. Μου κέντρισε το ενδιαφέρον αυτή η συστηματική επιθυμία επαφής, άλλοτε τόσο αποικιοκρατική, άλλοτε τόσο ισότιμη, άλλοτε με πραγματικό σεβασμό, άλλοτε τρυφερή…
Το Ηλιοβασίλεμα στη Βίλλα Θάλεια λοιπόν είναι ένα έργο γραμμένο απ’ τον πολυβραβευμένο Ελληνοβρετανό Alexi Kaye Campbell που το έγραψε επηρεασμένος αφενός από τη τωρινή κατάσταση στην Ελλάδα αλλά και από το δικό του προσωπικό ταξίδι ως παιδί από δυο πατρίδες.
Μιλήσαμε με τους δύο Έλληνες ηθοποιούς, τον Χρήστο Callow και την Γλυκερία Δήμου, της παράσταση που παίζεται, εδώ και λίγες μέρες στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας.
Πέστε μας λίγα λόγια για το έργο και το ρόλο σας μέσα σε αυτό.
Xρήστος: Το έργο αυτό καθορίζει κι εμένα ως Έλληνα με πατέρα Άγγλο. Είναι μια πολιτική αλληγορία που σχολιάζει τη σύγχρονη Ελλάδα χρησιμοποιώντας σα μέσο μια παλαιότερη κρίση, θέλοντας να μας δείξει ότι τα σημερινά συμβάντα είναι απλά επαναλήψεις, μιας και τώρα, όπως και τότε, το μέλλον μας καθορίζεται από άλλους. Το κείμενο αποφεύγει την εύκολη λύση του να κάνει τη φτώχεια θέαμα, και εστιάζει εύσχημα στην μεταμόρφωση ενός ζευγαριού Άγγλων που, υπό τη καθοδήγηση των Αμερικάνων φίλων τους, μετατρέπονται από τουρίστες σε αποικιοκράτες. Υποδύομαι τον Σταμάτη, έναν άνθρωπο που τον ωρίμασαν ο εμφύλιος κι η εξορία, έναν νησιώτη μορφωμένο και πολιτικοποιημένο, που λόγω των κακών συνθηκών αποφασίζει να πάρει τη μοναχοκόρη του, Μαρία, και να μεταναστεύσουν στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο. Είναι ο ιδιοκτήτης ενός σπιτιού στη Σκιάθο που, ως μια αλληγορία για την ίδια την Ελλάδα, αλλάζει χέρια κατά τη διάρκεια του έργου.
Γλυκερία: Η πρώτη πράξη του έργου λαμβάνει χώρα την ημέρα που έγινε η δικτατορία , και η δεύτερη το 1976. Εγώ παίζω την Μαρία , μια 17χρονη κοπέλα από τη Σκιάθο που ο πατέρας της αποφάσισε να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία. Όταν λοιπόν έρχεται το ζευγάρι των βρετανών στο νησί τους νοικιάζουμε το σπίτι μας. Το ταξίδι που κάνει ο χαρακτήρας της Μαρίας στο έργο είναι πολύ βαθύ και συγκινητικό. Αναγκάζεται να πάρει αποφάσεις που δεν θέλει για να ικανοποιήσει τον πατέρα της . Όλο το έργο μιλάει για αποφάσεις που καλούμαστε να πάρουμε και πως αυτές επηρεάζουν όχι μόνο εμάς αλλά και τους γύρω μας.
Το έργο τοποθετείται στην δικτατορία και μετά στην μεταπολίτευση στην Ελλάδα. Τι γνώριζαν για αυτά τα θέματα τα μέλη του αγγλικού θιάσου; Υπήρχε σύγκλιση ή απόκλιση των απόψεων εξαιτίας της καταγωγής και της πολιτικής αγωγής μεταξύ σας;
Χρήστος: Είναι γεγονός ότι ο κάθε ηθοποιός εμπλουτίζει την ερμηνεία του με τα βιώματά του και τις γνώσεις του. Προφανώς το έργο μας επηρεάζει όλους διαφορετικά. Αλλιώς αγγίζει τους Άγγλους που ενημερώθηκαν για τα γεγονότα με αφορμή το κείμενο, και αλλιώς τους Έλληνες που αποτελεί κομμάτι της ιστορίας μας. Αλλιώς ενημερώνουνε τα Αγγλικά κι Αμερικάνικα μέσα και αλλιώς η βιωματική εμπειρία. Εμένα προσωπικά με συγκινεί γιατί βίωσα στην Αθήνα την συγκεκριμένη περίοδο, μιας και σε ηλικία 12 ετών άκουγα τις ερπίστριες των τανκς ν’ ανεβαίνουν τη Συγγρού κι έκλαιγα τότε με το φίλο μου το Σπύρο στην αγκαλιά της μάνας μου, Καίτης. Αντίστοιχα, στις 17 Νοέμβρη του 73, ήμουν μέσα στο Πολυτεχνείο, δεκαοκτώ χρονών, με τους συμμαθητές μου απ’ την Εμπορική Σχολή της Οδού Μητροπόλεως που πήγαμε να συμπαρασταθούμε στους φοιτητές.
Γλυκερία: Όλα τα μέλη του θιάσου είχαν κάνει την έρευνά τους πριν ξεκινήσουν οι παραστάσεις και ήξεραν σε γενικές γραμμές την ιστορία της Ελλάδας και τι ακριβώς είχε συμβεί εκείνη την εποχή. Νομίζω ότι όλοι έχουμε την ίδια άποψη για την δικτατορία, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και των άλλων χωρών όπως της Χιλή , που αναφέρεται αρκετά και στο έργο.
Το παρελθόν δεν είναι καθόλου μακρινό. Μπορεί εγώ να μην ζούσα αλλά οι γονείς μου ήταν εκεί. Πολλοί από τον θίασο ζούσαν εκείνη την εποχή άρα σίγουρα δεν είναι μακρινό. Δυστυχώς η φάση που περνάει τώρα η Ελλάδα είναι μια φάση πώλησης. Όλοι οι θεατές μας έχουν διαβάσει εφημερίδες και έχουν δει τηλεόραση, ξέρουν τι συμβαίνει στην Ελλάδα του σήμερα. Δεν μπορώ να γνωρίζω πως αισθάνονται αλλά θέλω να πιστεύω ότι αυτή η γνώση τους κάνει να σκέφτονται αποφάσεις που έχουν πάρει οι ίδιοι και πως αυτές επηρέασαν άλλους αλλά και πως ζουν οι άνθρωποι στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή. Το μόνο σίγουρο είναι ότι βγαίνοντας από το θέατρο όλοι θέλουν να επισκεφτούν την Ελλάδα.
Φαίνεται από το έργο, σαν να είναι η Ελλάδα πάντα υπό πώληση. Και καθε αγοραστής πουλάει ακριβότερα το ίδιο φιλέτο. Πως νομίζετε ότι αισθάνονται οι θεατές σας και ο θίασος για αυτό; Εννοώ, έχουν μεσολαβήσει πολλά χρόνια, γιατί να μιλάει κάποιος αλληγορικά για ένα τόσο μακρινό παρελθόν;
Χρήστος: Χαίρομαι γιατί οι θεατές φεύγοντας απ’ τη παράσταση παίρνουν μαζί τους σημαντικά μηνύματα, δεν είναι δηλαδή απλώς ένα ευχάριστο θέαμα που ξεχνιέται την επομένη, άλλα συνδυάζοντας τόσο κωμικές όσο και τραγικές στιγμές, αγγίζει μια δύσκολη και για τους Άγγλους και για τους Έλληνες αλήθεια. Για τους πρώτους, είναι μια ευκαιρία για αυτοκριτική, ενώ για μας ένα κακό επαναλαμβανόμενο επεισόδιο. Έτσι οφείλει να είναι το θέατρο, ένας καθρέφτης της κοινωνίας που λέει μόνο αλήθειες. Είμαι ενθουσιασμένος απ’ τη σκηνοθεσία του Simon Godwin. Πήρε ένα εκπληκτικό έργο, και το προχώρησε ακόμα πιο πέρα. Έφτιαξε μια συγκατοίκηση καταπληκτικών Άγγλων κι Αμερικάνων ηθοποιών, που τους αγαπώ για τη συμπεριφορά τους, γιατί μ’ αγκάλιασαν και τους το χρωστώ.Είναι αλήθεια ότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από την εποχή στην οποία διαδραματίζεται το έργο. Όμως ένα καλό ιστορικό έργο μας αφορά ανεξαρτήτως εποχής.
Στο έργο υπάρχουν κάποιοι στερεότυποι τρόποι, που η Ελλάδα αναγνωρίζεται μέσα από την ποπ κουλτούρα της και τα τουριστικά της τρικ, όπως η φέτα, το ζεμπέκικο και η σπανακόπιτα. Μπορείτε να μας δώσετε, από την πολυετή σας παραμονή στην Αγγλία τα ανάλογα στερεότυπα για την χώρα αυτή ; Αλλά που βρίσκεται η αλήθεια για τις χώρες αυτές, πως τις έχετε εσείς εντάξει μέσα στη σκέψη σας;
Χρήστος: Εκτός από τα στερεότυπα στα οποία αναφέρεστε, στο έργο του ο Αλέξης μιλάει με πάθος και για το αρχαιοελληνικό θέατρο και μάλιστα τονίζει σ’ ένα μονόλογο ότι το θέατρο κι η δημοκρατία γεννήθηκαν στην Ελλάδα μαζί, σαν δίδυμα. Επίσης κατακρίνει, μέσω του χαρακτήρα της Charlotte, τους Άγγλους εκείνους που ευτελίζουν παραδοσιακά Ελληνικά τραγούδια με το να τα χορεύουν σαν καρικατούρα. Είμαι ο μόνος από το θίασο που δε κατοικώ εδώ, αλλά ταξίδεψα από την Αθήνα για τη συγκεκριμένη παράσταση. Αυτό που γνωρίζω από τα Αγγλικά ΜΜΕ είναι ότι αναφέρονται συχνά στους Αισχύλο, Ευριπίδη, Σοφοκλή κι Αριστοφάνη ως απλά ‘Ελληνικό θέατρο’ κι όχι ως αρχαίο-ελληνικό, σαν να έπαψε η χώρα μας να παράγει πολιτισμό τα τελευταία 2000 χρόνια, κι ότι γενικά εκτός από τα τουριστικά στερεότυπα, δεν έχουν εικόνα της σύγχρονης κουλτούρας μας. Όσο για τα στερεότυπα των ίδιων των Άγγλων, πολύ τσάι, πολύ αλκοόλ και λίγος ήλιος. Σε προσωπικό επίπεδο, η σκέψη μου με γυρίζει στα δύσκολα παιδικά χρόνια εξαιτίας του Άγγλου πατέρα μου ο οποίος πέντε χρόνων με εγκατέλειψε αδιαφορώντας για την ύπαρξή μου. Προφανώς όλοι οι Άγγλοι δεν είναι το ίδιο. Εξαιτίας του παρελθόντος μου όμως είμαι πιο συναισθηματικός μ’ αυτό που λέγεται οικογένεια, μία έννοια που στην Ελλάδα έχει μεγαλύτερη βαρύτητα.
Γλυκερία: Τα στερεότυπα υπάρχουν γιατί βασίζονται σε μια πραγματικότητα. Όπως και να το κάνουμε θα μας ακουστεί τρελό εάν δεν αρέσει σε κάποιον Έλληνα η φέτα. Για τους Άγγλους νομίζω υπάρχουν αντίστοιχα. Πίνουν μπύρα σαν να ‘ναι νερό, πεθαίνουν για fish and chips και όταν έχει ήλιο βγαίνουν στα πάρκα με μαγιό και γίνονται κόκκινοι σαν αστακοί. Όλα αυτά είναι αλήθεια. Η πλειονότητα των Ελλήνων λατρεύει τη φέτα και την σπανακόπιτα και η πλειονότητα των Άγγλων πίνει σαν να μην υπάρχει αύριο. Μπορεί να είναι στερεότυπα αλλά είναι στοιχεία της κουλτούρας του κάθε πολιτισμού. Είμαι σίγουρη ότι υπάρχουν Έλληνες που δεν αντέχουν ούτε τη μυρωδιά της φέτας και Άγγλοι που δεν τους αρέσει η μπύρα.
Πως είναι να είσαι Έλληνας ηθοποιός στην Αγγλία; Πως βρεθήκατε εκεί; Πως μεθοδεύεις την καριέρα σου, τι ζητάνε από σένα; Πως ξεπερνιέται το ζήτημα της γλώσσας;
Χρήστος: Δύσκολο αλλά άμα έχεις να επιδείξεις ταλέντο, εφικτό. Είναι κράτος που δίνει ευκαιρίες, ξεπερνώντας τη καταγωγή και τις κομματικές ταυτότητες. Ο γιος μου που διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου με ενημέρωσε για την ακρόαση και τόσο ο συγγραφέας όσο κι ο σκηνοθέτης ήταν ενθουσιασμένοι απ’ την ερμηνεία μου. Είμαι τυχερός γιατί στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας βρήκα απεριόριστο επαγγελματισμό, ηθοποιούς δουλεμένους και σκηνοθέτες πρωτοποριακούς, καθώς και ενδυματολόγους, φωτιστές, μουσικούς, χορογράφους, ηχολήπτες, δασκάλους φωνητικής και τεχνικούς που ήταν όλοι μαζί στη πρόβα από τη πρώτη ανάγνωση του κειμένου μέχρι το στήσιμο, ασύλληπτα πράγματα για την εμπειρία μου 38 χρόνια στο Ελληνικό θέατρο. Προσπαθώ να είμαι αυτό που πρέπει κάθε βράδυ στη παράσταση, καταθέτοντας ψυχή και ενέργεια. Ήδη συζητώ για μια Ελληνο-Αμερικάνικη ταινία με θέμα το ρεμπέτικο, με την ιδιότητα βέβαια εδώ και του τραγουδιστή. Αυτό που ζητάνε είναι ξεκάθαρο, επαγγελματισμό και συνέπεια. Το ζήτημα της γλώσσας είναι λίγο πρόβλημα για αυτούς που δουλεύουν όλα τα χρόνια στην Ελλάδα. Μελετώ γιατί δε γνωρίζω άριστα την Αγγλική, η προφορά όμως τους καλύπτει.
Γλυκερία: Στην Αγγλία ήρθα πριν δυόμιση χρόνια για να σπουδάσω. Πήγα σε μια δραματική σχολή εδώ έχοντας ήδη ένα πτυχίο από την Ελλάδα. Η γλώσσα δεν ένιωσα ποτέ να είναι πρόβλημα γιατί από πολύ μικρή έκανα αγγλικά άρα ήξερα αρκετά καλά να μιλάω. Η εμπειρία της σχολής και της εκπαίδευσης εδώ ήταν εκπληκτική. Είχαμε καθημερινό πρόγραμμα 9-5 με πολλή δουλειά, όχι μόνο πάνω στο κείμενο αλλά και στο σώμα μας. Γυμναστική, χορός, stage combat. Πριν αποφοιτήσουμε μας έκαναν μαθήματα για συνεντεύξεις και οντισιόν, για το πως να παρουσιάζουμε τον εαυτό μας.
Το να δουλεύω με Άγγλους ή μάλλον με ανθρώπους που έχουν σπουδάσει εδώ μου είναι πολύ άνετο γιατί χρησιμοποιούμε την ίδια ορολογία. Προσωπικά δεν θα μπορούσα να κρίνω ή να πω τίποτα για την εκπαίδευση που λαμβάνουν στις δραματικές σχολές στην Ελλάδα γιατί δεν έχω γνώση πάνω στο θέμα. Άρα δεν θα μπορούσα να συγκρίνω το πως δουλεύει ένας ηθοποιός με ελληνική εκπαίδευση σε σχέση με έναν ηθοποιό με αγγλική εκπαίδευση.
Που βλέπεις να υπερτερούν οι Άγγλοι συνάδελφοί σου και που οι Ελληνες (αν μπορεί να γενικευτεί η πολιτική της εκπαίδεσης);
Χρήστος: Οι Άγγλοι συνάδελφοι, πιστεύω ότι έχουν πιο ουσιαστική θεατρική εκπαίδευση, αποφεύγονται ίντριγκες, κι αν έχεις να αποδείξεις κάτι, ιδού η σκηνή ιδού και το πήδημα. Οι Έλληνες ηθοποιοί είναι ταλαντούχοι, αλλά δυστυχώς δεν αρκεί μόνο αυτό. Μια σοβαρή διαφορά, στην Ελλάδα του σήμερα ηθοποιός σημαίνει παίζω για τη ψυχή της μάνας μου, ενώ στην Αγγλία είναι επάγγελμα.
Γλυκερία: Το να είσαι ηθοποιός στο Λονδίνο είναι αρκετά δύσκολο. Δεν υπάρχουν άπειρες δουλειές αλλά ακόμα κι αν βρεις μπορεί να μην σε πληρώσουν. Το καλό είναι ότι υπάρχουν sites στα οποία μπορείς να εγγραφείς για να βλέπεις τα breakdowns που αναρτώνται (περιγραφή ρόλου κλπ) και να στέλνεις το βιογραφικό σου. Οι περισσότεροι φίλοι μου εδώ είναι ηθοποιοί και βρίσκουν δουλειές μέσω αυτού του site. Η μεγάλη διαφορά με την Ελλάδα είναι ότι εδώ δίνουν μεγάλη σημασία στους ατζέντηδες. Για να προχωρήσεις χρειάζεσαι έναν καλό ατζέντη που να σου κλείνει καλές οντισιόν. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως εάν δεν έχεις δεν δουλεύεις – σίγουρα όμως βοηθάει!
Τι κρατάτε από την εμπειρία αυτής της παράστασης;
Χρήστος: Αυτό που κρατάω απ’ την εμπειρία είναι η τιμή του να παίζω στο Εθνικό θέατρο της Αγγλίας έργο Ελληνοβρετανού συγγραφέα όπου μάλιστα για πρώτη φορά χρησιμοποιούνται συγχρόνως και οι δύο γλώσσες. Μιλώ με τη κόρη μου Ελληνικά, και με τους υπόλοιπους Αγγλικά. Επίσης είναι σημαντική εμπειρία να παίζεις με την υποψήφια για Όσκαρ Elizabeth McGovern, τον εξαίρετο Βρετανό ηθοποιό Ben Miles, και τους νέους, πλην πολυτάλαντους, Pippa Nixon και Sam Crane. Είναι επίσης χαρά να παίζω με την Ελληνίδα Γλυκερία Δήμου και την Ελληνοκύπρια Εύα Πολυκάρπου. Το να μιλάς για τη σύγχρονη Ελλάδα με το διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας Rufus Norris και να ανακαλύπτεις ότι έχει το ίδιο πάθος για τη χώρα μας είναι πραγματικά σπουδαίο.
Γλυκερία: Η δουλειά αυτή είναι η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά. Τελείωσα τη σχολή τον Ιούλιο και τέλη Οκτώβρη ήξερα ότι με πήραν για να παίξω την Μαρία. Ίσως ήταν μια από τις πιο χαρούμενες στιγμές της ζωής μου.