Μα, δεν μιλώ. / Μιλιέμαι από εμένα. / Συμβαίνω μες στον λόγο. / Η σάρκα μου λέει στον εαυτό της. / Το σώμα, την ανάσα του. / Η σκηνή είναι ο τόπος μου. / Είμαι όλη μια άσκηση θανάτου.
– Νάνα Παπαδάκη
Ο τίτλος της νέας ποιητικής συλλογής της ποιήτριας, ηθοποιού και σκηνοθέτιδας είναι «Αρχέγονη». Με αυτή τη λέξη χαρακτηρίζει και τη δύναμη που ένιωθε μέσα της την περίοδο της συγγραφής των ποιημάτων. Με αυτή τη λέξη χαρακτηρίζω τη δύναμη που νιώθω ότι έχει μέσα της, η Νάνα Παπαδάκη, σε κάθε έκφρασή της.
Αυτή είναι μια συζήτηση με αφορμή την ποίηση, το θέατρο, τη ζωή.
Γιατί επέλεξες τη λέξη «Αρχέγονη» ως τίτλο της νέα σου ποιητικής συλλογής;
Είναι ο πιο κοντινός τίτλος σε αυτό που ένιωθα να συμβαίνει μέσα μου κατά τη συγγραφή του βιβλίου. Είχα αφεθεί σε αυτή την «αρχέγονη» δύναμη, η οποία έγραφε, κατέστρεφε, διάλεγε, φώτιζε, καθοδηγούσε. Δεν θα μπορούσα να της δώσω άλλο όνομα πέρα απ’ αυτό. Ήταν σαν να ‘χει τις ρίζες της βαθιά μες στον χρόνο, μέσα στο σώμα μου και να ‘ξερε πολύ περισσότερα πράγματα για εμένα απ’ ό,τι εγώ.
Έχεις πει ότι το βιβλίο σου αποτελείται από θραύσματα. Τι είδους; Μνήμης, συναισθήματος, ιδεών, (θεατρικού) λόγου; Κάτι άλλο που μου διαφεύγει;
Το βιβλίο αποτελείται από θραύσματα ενός συνολικού βιώματος που αφορά στο να είναι κανείς ζωντανός. Είναι ό,τι απέμεινε από μια διαδικασία αυτογνωσίας, καταστροφής και δημιουργίας. Αυτή η γνώση, αν μπορώ να την ονομάσω έτσι, έφτασε σε εμένα θραυσματικά ή, ίσως, εγώ, για να μπορέσω να την εισπράξω, έπρεπε να σπάσω σε κομμάτια. Πρόκειται για θραύσματα χρόνου, ενόρασης, αναλαμπές, όνειρα, ρωγμές, μικρές ή μεγαλύτερες υπερβάσεις. Ζωή που εφορμούσε από μέσα μου με τη βεβαιότητα μιας παρουσίας εξίσου πραγματικής με τη δική μου.
Πώς η θεατρική σου υπόσταση συμβάλλει στη δημιουργία του ποιητικού σου έργου;
Στο θέατρο έχω αποκτήσει μεγάλες αντοχές, οι οποίες είναι απαραίτητες και στη γραφή. Μιλώ για τη σωματική, ψυχική και πνευματική αντοχή που πρέπει να έχει κανείς για να μπει στον χώρο του βιώματος και να τον διευρύνει. Τα πολλαπλά σκοτάδια του θεάτρου με οδήγησαν στο να επιζητώ, στην ενασχόλησή μου με την ποίηση, καθαρότητα, συγκρότηση, διαύγεια. Το χαρτί γίνεται σκηνή. Εκεί μπορώ να ασκήσω πλήρως την ευαισθησία και τη φαντασία μου. Να πάρω μια πτυχή, ενός ρόλου παραδείγματος χάριν, και να την αναπτύξω, να εμβαθύνω, να δοκιμάσω, να δοκιμαστώ. Σε αυτή τη συλλογή, την «Αρχέγονη», τα ερεθίσματα που πήρα, επί σκηνής, με οδήγησαν στον κόσμο της «Τρικυμίας» και κατόπιν στην «Συκόραξα» την οποία ακολούθησα και άφησα να με πάει εκεί που θέλει. Η ποίηση είναι ένας τρόπος να αγαπώ το θέατρο με τον τρόπο που θέλω εγώ. Να πηγαίνω μαζί του ως την υπέρβαση και να πιστεύω ότι αυτό είναι εφικτό.
Πώς η ποίηση είναι ο καθρέφτης του ποιητή; Πώς γίνεται ο καθρέφτης και του αναγνώστη;
Η ποίηση είναι ακτινογραφία της ανθρώπινης ψυχής. Στο χαρτί, όπως και στη σκηνή, φαίνονται τα πάντα: ποιος είσαι, τι θέλεις, τι κρύβεις, ποια είναι η ζωή που ζεις. Κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί. Όπως μπροστά σ’ έναν καθρέπτη. Στο ποίημα καθρεπτίζεται και ο αναγνώστης. Το καθρέπτισμα και των δύο, ποιητή και αναγνώστη, είναι στιγμιαίο. Στην περίπτωση του ποιητή πρόκειται για εκείνη ακριβώς τη στιγμή που του αποκαλύφθηκε η αφετηρία του ποιήματος, η οποία ύστερα χάθηκε για πάντα και ποτέ δεν θα μπορέσει να την προσεγγίσει ξανά με όλη της τη λάμψη και το αποκαλυπτικό εύρος, στην περίπτωση του αναγνώστη πρόκειται, επίσης, για μια στιγμή κατά την οποία συνδέθηκε τόσο απόλυτα με το ποίημα που ήταν σαν να γράφτηκε μόνο για εκείνον.
Με αφετηρία την «Αρχέγονη» μαζί με τον Γιώργο Ζορμπά, τον Βασίλη Τζαβάρα, την Κατερίνα Τζιγκοτζίδου και την Έλενα Πολυγένη φτιάξατε ένα ποιητικό φιλμ. Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα, πώς έγινε πράξη και πώς συνδέεται ή και συμπληρώνει το ποιητικό έργο;
Η δημιουργικότητα και η ανάγκη για συνύπαρξη και κοινούς στόχους δε σταματά ποτέ. Οι κοινές μας σπουδές σκηνοθεσίας κινηματογράφου, με τον Γιώργο Ζορμπά, με τον οποίο έχουμε συνεργαστεί σε πολλές θεατρικές παραστάσεις, όπως «Ίων» του Πλάτωνα, «Κάτω απ’ τον ίσκιο του βουνού» του Γιάννη Ρίτσου, «Νίκη, απόψε στο πάρτι» της Νίκης Τριανταφυλλίδη, «Τρωάδες» του Ευριπίδη, διηγήματα του Παπαδιαμάντη, παρουσιάσεις βιβλίων, μας οδήγησαν στην ανάγκη να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και, με αφορμή το υλικό της «Αρχέγονης», να ανακαλύψουμε έναν τόπο, όπου κινείται, ως ιδέα, η ηρωίδα μας και, κατόπιν, να απευθυνθούμε σε αγαπημένους συνεργάτες και δημιουργούς, όπως η Κατερίνα Τζιγκοτζίδου, ο Βασίλης Τζαβάρας και η Έλενα Πολυγένη, προκειμένου να αναλάβουν αντίστοιχα το μοντάζ, τη σύνθεση πρωτότυπης μουσικής και την απόδοση των ποιημάτων στα αγγλικά. Πρόκειται για την κινηματογραφική γείωση επιλεγμένων θραυσμάτων της ποιητικής «Αρχέγονης» σ’ ένα τοπίο που παραπέμπει σε μια άγονη, ρημαγμένη γη, σ’ ένα τέλος, σε μια πνευματική ερημιά. Ο Γιώργος Ζορμπάς υπογράφει την κινηματογράφηση και οι δυο μας συνυπογράφουμε τη σκηνοθεσία. Σκοπεύουμε να στείλουμε τη δουλειά μας σε φεστιβάλ στην Ελλάδα και το εξωτερικό και θα θέλαμε πολύ να ταξιδέψουμε και να γνωρίσουμε και άλλους δημιουργούς που βαδίζουν στα χνάρια της βιντεοποίησης, του πειραματικού κινηματογράφου και του ποιητικού σινεμά.
Δουλεύεις από τώρα για την επόμενη παράστασή σου, την «Τιμάνδρα» του Θοδωρή Καλλιφατίδη. Τι έχεις μάθει, μέχρι στιγμής, χάρη στο έργο και τις πρόβες σας για εσένα αλλά και για το θέμα της παράστασης;
Δουλεύουμε εδώ και πολύ καιρό για να μπορέσουμε να πραγματοποιήσουμε την παράσταση. Πρόκειται για την επόμενη παραγωγή της εταιρίας «Μαλντορόρ», της οποίας έχω αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση. Η παράστασή μας ανήκει στις φετινές θεατρικές επιχορηγήσεις του Υπουργείου Πολιτισμού, κάτι για το οποίο είμαι εξαιρετικά υπερήφανη, γιατί έχω εργαστεί και στηρίξει πολλές παραστάσεις ελληνικών έργων. Πιστεύω ότι το ελληνικό θεατρικό έργο αποτελεί θεμελιακό στοιχείο για τη συγκρότηση και επανεξέταση της προσωπικής και συλλογικής μας ταυτότητας. Αυτό που μαθαίνω, λοιπόν, για εμένα, είναι η δύναμη της επιμονής και της πίστης, η οποία, ανταμείφθηκε, ύστερα από πολλή εργασία και κόπο. Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης μάς εμπιστεύτηκε την «Τιμάνδρα» του και αυτό, εκτός από χαρά, γεννά και ένα μεγάλο αίσθημα ευθύνης. Πρόκειται για έναν σπουδαίο συγγραφέα που έχει λάβει σημαντικά διεθνή βραβεία και έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Η «Τιμάνδρα» του βασίζει τον καμβά της διήγησής της στην ομώνυμη εταίρα της αρχαιότητας, μητέρα της περίφημης Λαΐδας, μέσα απ’ τα μάτια της οποίας θα δούμε όχι μόνο την αρχαία Ελλάδα, αλλά και τη φιλοσοφία, τη γυναίκα, τον πόλεμο, τον έρωτα, την πολιτική, από τότε έως τις μέρες μας. Τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει η Χρύσα Καψούλη, με την οποία έχουμε ξανασυνεργαστεί θεατρικά. Επιζητώ τη γυναικεία ματιά, ειδικά όταν αυτή συνοδεύεται από πρωτοτυπία και βάθος. Το θέμα της παράστασης θα μπορέσω να το εκφράσω με ακρίβεια στην πορεία της δουλειάς μας. Λειτουργώ εμπειρικά.
«Η γλώσσα τρώει τον εαυτό της, αργά και ζωντανά./ Αυτός είναι ο ήχος της». Τόσο στην ποίηση σου όσο και στις ερμηνείες σου, οι λέξεις και το σώμα είναι παντοδύναμα. Πόσο έχουν ανάγκη το ένα το άλλο; Η σιωπή πού υπάρχει στην ποίηση, πού στο θέατρο και πού στη ζωή;
Το σώμα έχει τη δική του νόηση κι εμείς έχουμε ανάγκη τη σοφία του. Ζούμε σ’ ένα παρόν δίχως χρόνο. Έχοντας αφήσει στην άκρη την έννοια της «υπέρβασης», βουλιάζουμε μέσα σ’ ένα «τώρα» στερημένο από νόημα. Η μόδα του «εδώ και τώρα», «η ζωή είναι μικρή», «να είσαι ο εαυτός σου», νομίζω ότι είναι πολύ ξεπερασμένη, απ’ την ίδια τη ζωή. Το «εδώ και τώρα» χωρίς την έννοια της υπέρβασης είναι μια φυλακή, το να είσαι ο εαυτός σου, χωρίς να έχεις μπει στη διαδικασία να τον ανακαλύψεις, σημαίνει ότι αναπαράγεις αυτό που συμφέρει τους άλλους, το ότι «η ζωή είναι μικρή» εάν δεν ειπωθεί από χείλη «μεγάλου» ανθρώπου, εννοώ σε πνευματικό εκτόπισμα, είναι παιδικός σταθμός. Η δική μου γενιά έχει ανάγκη την πνευματικότητα. Έχει ανάγκη τις λέξεις, έχει ανάγκη να μιλήσει το σώμα της, το δικό της, όχι των άλλων. Θεωρώ ότι είναι πολλά τα παραδείγματα των ανθρώπων που εργάζονται προς αυτή την κατεύθυνση. Προσκρούουμε όμως, όπως είναι λογικό, πάνω στην προηγούμενη κατάσταση που θέλει να κρατά τα ηνία, ενώ όλοι βλέπουμε ότι πάμε προς τον γκρεμό. Μπορεί να περάσουμε από πάνω, μπορεί να γκρεμοτσακιστούμε, μπορεί να πέφτουμε αιωνίως μέσα σ’ ένα κενό προσμένοντας την πρόσκρουση. Ίσως αυτό το τελευταίο να είναι το πιο πιθανό. Παρόλα αυτά δεν μπορώ να μην ελπίζω ότι ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός. Όσον αφορά στη σιωπή, είναι άλλη η σιωπή στο θέατρο πριν μπουν οι θεατές, άλλη κατά τη διάρκεια της παράστασης, όπου και εκεί αλλάζει ποιότητες και άλλη στην άδεια αίθουσα μετά. Έχει πολλά ονόματα, όπως γράφω κάπου και στο βιβλίο. Και, φυσικά, είναι άλλη η σιωπή όταν βλέπουμε γύρω μας να γίνονται τόσα και δεν τολμάμε να πούμε μισή κουβέντα, την οποία, όμως, θα πρέπει να είμαστε ικανοί, να εφαρμόζουμε πρώτοι εμείς οι ίδιοι στη ζωή μας.
Ένα παιχνίδι: επέλεξε από μια λέξη για να χαρακτηρίσεις τις έννοιες «ποίηση», «θέατρο», «Τέχνη», «γλώσσα», «σώμα» και μια λέξη για εσένα.
Ποίηση – ουρανός, θέατρο – γη, τέχνη – χέρια, γλώσσα – εγκέφαλος, σώμα – σύμπαν, εγώ – ζώον (με την καλή την έννοια).