Διεκδικεί το δικαίωμά του μέσα στο θέατρο τη μια να τρώει σουβλάκι και την επομένη σούσι, με τον κίνδυνο να πάθει κι απ΄τα δυο δηλητηρίαση. Εχει ίνδαλμά του τον Μινωτή, παρότι υπερασπίζεται την επιλογή τού Ρουβά για ρόλο αρχαίας τραγωδίας. Δεν θεωρεί ότι είμαστε σωσμένοι για να καταστραφούμε κι εξισώνει την αποχή στις εκλογές με πρακτικές και λογικές της Χρυσής Αυγής. Ο Δημήτρης Λιγνάδης απάντησε χωρίς φόβο σε όλα τα ερωτήματα της Popaganda. Ακόμα και σε αυτά που θα χαρακτήριζε «ενοχλητικά».
Άξιζε το βραβείο Κουν ο Ρουβάς; Δεν πήρε το βραβείο αρχαίου δράματος για τη συνολική προσφορά του στο αρχαίο δράμα. Πήρε το βραβείο για το συγκεκριμένο ρόλο στη συγκεκριμένη παράσταση.
Αποφεύγετε να πάρετε θέση. Το άξιζε το βραβείο; Αν έλεγα ότι δεν το άξιζε το βραβείο θα ήταν σα να σου έλεγα ότι ήταν πολύ κακή η σκηνοθεσία μου και χειρίστη η επιλογή μου για τον ρόλο του Διονύσου. Εγώ ξέρω να πω ότι ο Ρουβάς ήταν ένας πραγματικός εργάτης, ξεπέρασε τον εαυτό του και τις προσδοκίες και εχθρών και φίλων. Το αν άξιζε από εκεί και πέρα είναι θέμα των επιτροπών που βραβεύουν.
Είστε ο θεατρικός Πυγμαλίωνάς του; Καθόλου. Έτυχε να κάνουμε μόνο μια παράσταση μαζί.
Έχει εκφράσει την επιθυμία να συνεχίσει με το θέατρο; Το θέλει πολύ.
Έχει τις δυνατότητες; Ξέρω ότι έχει μεγάλη θέληση, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά κι είναι διατεθειμένος να την κάνει. Ο Ρουβάς είναι ένας άνθρωπος που αυτά τα δυο χρόνια έχει διαβάσει το μισό Εμπειρίκο.
Θέλετε να πείτε ότι μετά τις «Βάκχες» άλλαξε εντός του ο ρυθμός του κόσμου; Σίγουρα κάτι άλλαξε. Δεν αρκεί όμως αυτό. Παρόλο που δεν υπάρχει συνταγή για να γίνει κάποιος ηθοποιός -πέρα από μερικούς σοβαρότατους παράγοντες- κι ο πρώτος είναι να κλωτσήσεις την εικόνα σου. Να ξεπεράσεις το Εγώ και το Υπερεγώ σου.
Ακολουθείτε πάντως τα βήματα της Ρούλας Πατεράκη, της πρώτης διδάξασας στην απενοχοποιημένη συνεργασία με τους πάντες (έκανε την αρχή σκηνοθετώντας την Βουγιουκλάκη). Δεν φοβάστε να συνεργαστείτε και με σταρ. Μπορεί ένας καλλιτέχνης να πατάει συγχρόνως σε δυο βάρκες; Θα μπορούσα να πάταγα και σε τέσσερις! Τι έχουμε πάθει επιτέλους; Κι αυτό συμβαίνει και στη σεξουαλική μας ζωή. Θέλουμε να κρατάμε για τον εαυτό μας τις ακρότητες, φαντασιωνόμαστε τα πάντα, αλλά μόλις τα δούμε σε άλλους αντιδρούμε. Αυτό το ζήτημα θέτει και το Κρίμα που είναι Πόρνη, που σκηνοθέτησα στο Εθνικό Θέατρο. Σιγά ρε παιδιά! Μπορεί τη μια μέρα να θέλω να φάω σουβλάκι και την άλλη να θέλω να φάω σούσι. Μπορεί να πάθω δηλητηρίαση και με τα δύο, αλλά κανείς δεν έχει το δικαίωμα να μου απαγορεύσει να δοκιμάσω και τα δυο. Στην τέχνη μπορεί ο καθένας να κάνει ό,τι θέλει. Το αν θα φάει κατόπιν λεμόνια ή λουλούδια είναι άλλο ζήτημα. Θέλω να πω, διακρίνω ακόμα και στο ερώτημά σας έναν υφέρποντα ρατσισμό. Ότι υπάρχει το πείραμα και το σιγουράκι, ο καλός και ο κακός, το τρομερό παιδί, το καλό παιδί και το πονεμένο. Κι από την άλλη, μπορεί κανείς να κάνει διαφήμιση για λουκάνικα και παράλληλα Επίδαυρο, και να μην πει κανένας τίποτα!
Εσάς ποια ταυτότητα, ποια ταμπέλα σας έχουν δώσει; Του καλού, του κακού παιδιού; Του καλού δεν θα το έλεγα, παρότι έχω γνωρίσει πραγματικά κακά παιδιά και, σας διαβεβαιώνω, δεν είμαι ένα από αυτά. Με μένα συμβαίνει το «Λιγνάδη, μας μπερδεύεις! Πάρε μια απόφαση». Κι όταν η μάζα μπερδεύεται αγανακτεί.
Εσείς αγανακτείτε με κάτι; Μου κάνει πάρα πολύ μεγάλη εντύπωση κι αγανακτώ που κάθεται τόσο πολύ στα αυγά του ο ελληνικός λαός. Αγανακτώ που εξαντλεί την επανάστασή του μουτζώνοντας την Βουλή –παρότι ακόμα κι αυτό το σταμάτησε. Αγανακτώ που δεν κάνει μία πραγματική επανάσταση κι ανακυκλώνει 30 χρόνια τους ίδιους και τους ίδιους. Αλλά κι αυτοί που είναι να τους διαδεχτούν μυρίζουν, γαμώτο, το ίδιο άρωμα.
Δε συμφωνείτε με την φίλη σας Έλενα Κούρκουλα που δήλωνε σε συνεντεύξεις της ότι τη χώρα την έσωσε ο Ευάγγελος Βενιζέλος; Δεν ξέρω τι έκανε ή τι δεν έκανε ο Βενιζέλος , αλλά δεν βλέπω καμία σωσμένη χώρα. Βλέπω μια χώρα που παραπαίει, μια χώρα που δεν ξέρει από πού προέρχεται, τι θέλει και, εάν το ζήτημά της είναι μόνο το αν πρόκειται να γίνει 20% αύξηση των συντάξεων. Βλέπω μια χώρα που σιγά σιγά θα σταματήσει να ξέρει να μιλά τη γλώσσα της. Ακόμα και στο θέατρο, βλέπω ένα κοινό σε πλήρη σύγχυση. Εδώ και χρόνια οι θεατές αφήνουν την ψυχή τους σπίτι τους. Είδα πέρσι μια παράσταση, το Από τι ζουν οι άνθρωποι, ένα παραμυθάκι του Τολστόι, σχεδόν χειροποίητα φτιαγμένο από την Όλια Λαζαρίδου και τον Νανούρη και πρέπει να σας πως ότι το έβλεπα με λυγμούς. Δεν ξέρω αν είναι σπουδαία παράσταση, αλλά εγώ ξανάκουσα στο θέατρο το αυτονόητο και χάρηκε η ψυχή μου. Γιατί το θέατρο δεν είναι μόνο αισθητική, είναι και αίσθημα και συναίσθημα. Το ξεχνάμε. Γι’ αυτό κι υπάρχει στις μέρες μας η λέξη «ενδιαφέρουσα» παράσταση. Εγώ δεν ξέρω φαγητό που είναι «ενδιαφέρον». Ξέρω ένα φαγητό ότι είναι ωραίο ή άγευστο, μ’ αρέσει δεν μ’ αρέσει, χόρτασα ή κάνω εμετό. Δεν έχω ακούσει «έφαγα έναν ενδιαφέροντα μουσακά».
Θα καταστραφεί η χώρα αν βγει ο ΣΥΡΙΖΑ; Θα ζήσουμε τη «νέα Μικρασιατική Καταστροφή»; Είναι αλήθεια ότι εγώ φοβάμαι για το μέλλον της χώρας μου. Δεν σκοπεύω να υποστηρίξω κανένα ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά τι θα πει «θα καταστραφούμε»; Ότι θα πεινάσουμε και θα ψάχνουμε στα σκουπίδια; Εμένα δεν θα με πείραζε να ψάχνουμε στα σκουπίδια –το ξέρω ότι θα χτυπηθώ για αυτό που λέω-, αρκεί, αν είμαστε ερωτευμένοι ή αν αυτό γινότανε για το καλό του κοινωνικού ή του εθνικού συνόλου.
Η προεκλογική κινδυνολογία δεν σας αγγίζει, με άλλα λόγια. Δεν τσιμπάω. Δε μπορεί πριν ένα μήνα να ήταν όλα ρόδινα και ξαφνικά να κινδυνεύουμε. Οι πολιτικοί είναι καταδικασμένοι μέσα μου προ πολλού.
Οπότε δεν θα τους ψηφίσετε; Φυσικά και θα ψηφίσω. Ένα δικαίωμα που οι παππούδες μας έχουν κατακτήσει με αίμα δεν έχω την πολυτέλεια να το απεμπολήσω. Το να μην πάω να ψηφίσω είναι ένα είδος Χρυσής Αυγής.
Πώς αισθανθήκατε που κληθήκατε για τη σκηνοθεσία του Κρίμα που είναι Πόρνη να επιστρέψετε στο Εθνικό Θέατρο, το καλλιτεχνικό σπίτι σας για αρκετό καιρό; Πώς να αισθάνθηκα; Το Εθνικό το ένιωθα πάντα να είναι το γενέθλιο τοπίο μου. Εκεί μέσα, στην κυριολεξία, μεγάλωσα προτού υποπτευτώ ότι θα ασχοληθώ κι εγώ μαζί του. Είχα και έχω ίνδαλμα τον Μινωτή.
Αυτό δεν φαίνεται. Κι όμως. Είχα μάθει τους μονολόγους του απέξω. Οφείλει όμως κανείς να έρχεται σε μια διαλεκτική σχέση με τα ινδάλματά του. Λέει ένας στίχος του Καρούζου «ο καλλιτέχνης απ΄τη στιγμή που γεννιέται είναι σε μόνιμη αντιδικία με το σύμπαν». Δεν κάθεται κανένας ήσυχος, αναθεωρεί. Παλεύει και πλακώνεται με τις αξίες του.
Από τη δραματική σχολή του Εθνικού, με την έλευση του Χατζάκη, εκπαραθυρωθήκατε εν μια νυκτί. Δε θα μπορούσε να γίνει κι αλλιώς. Όχι, γιατί δεν θα μπορούσα να συνεργάζομαι με το Εθνικό, αλλά γιατί δεν θα ήταν αγαστή η συνεργασία με συγκεκριμένα πρόσωπα, μια και έχουμε παλαιούς, αλλά ανοικτούς λογαριασμούς. Είχα άλλο concept για τη σχολή, αλλά αυτή θέλησε να μεταμορφωθεί σε κάτι άλλο.
Γιατί επιλέξατε το Κρίμα που είναι πόρνη του Φορντ για το σκηνοθετικό comeback σας; Θυμόμουν την εμβληματική παράσταση του Μιχαηλίδη και ήθελα να δω το έργο 30 χρόνια μετά. Να κάνω ένα deal μαζί του σήμερα που η βία έχει εισχωρήσει σπίτι μας και τη βλέπουμε παντού, από το bulling μέχρι τους αποκεφαλισμούς και τα Charlie Hebdo.
Η παράσταση του Ριχάρδου Γ’, στο Εθνικό, σε σκηνοθεσία Χουβαρδά με εσάς Ριχάρδο, πώς προέκυψε; Καταφέρατε να συμφιλιώσατε τον Χουβαρδά με τον Χατζάκη; Μακάρι να το κατόρθωσα! Συζητούσαμε με τον Χουβαρδά για τον Ριχάρδο και τον ρώτησα για να το προτείνω στο Εθνικό. «Δεν έχω πρόβλημα, αν δεν έχει πρόβλημα ο διευθυντής του», μου απάντησε.
Η πλεύση που έχει το Εθνικό σήμερα πώς σας φαίνεται; Να πω την αμαρτία μου, δε μπορώ να εκφέρω άποψη γιατί δεν έχω δει καμία παράστασή του, από τότε που ανέλαβε ο Χατζάκης, εκτός από μία, το «Δεκαήμερο». Είναι αλήθεια ότι όταν ανέλαβε ο Χατζάκης, είδα έναν ορυμαγδό επιθέσεων εναντίον του. Και σε άτομα που του επιτίθενται, ίσως επειδή νιώθω ομοιοπαθής, αισθάνομαι αλληλέγγυος.
Ως καλλιτεχνικός διευθυντής στο «Πάνθεον», δεν έχετε δώσει καθαρό καλλιτεχνικό στίγμα. Είναι πάρα πολύ δύσκολο ένας χώρος που είναι Χ να μετατραπεί σε Ψ. Άλλωστε, ποτέ δεν το ευαγγελίστηκα. Μακάρι να ερχόντουσαν στο «Πάνθεον» όλα τα ψαγμένα σχήματα από το εξωτερικό. Αλλά αυτό απαιτεί πολλά λεφτά, που δεν υπάρχουν, κι ένα βάθος χρόνου. Εμείς κληθήκαμε σε έξι μήνες να μετασχηματίσουμε όσο μπορούμε ένα χώρο.
Δεχτήκατε να αναλάβετε το «Πάνθεον» για λόγους οικονομικούς; Όχι. Ειμαι πιο διεστραμμένος για να είναι μόνο οικονομικοί οι λόγοι.
Οι «Άθλοι του Ηρακλή» σήμερα δεν είναι μια επιλογή πολυτελείας; Ήταν επιθυμία της πλευράς του «Πάνθεον» με το οποίο με έφερε σε επαφή ο Ρουβάς. Αλλά κι αυτός ήθελε να κάνει ένα παιδικό που να αφορά όλη την οικογένεια, γιατί έγινε πατέρας και βλέπει τα πράγματα αλλιώς. Δηλαδή, τι; Επειδή είναι ζόρικες οι μέρες έπρεπε αντί των «Άθλων» να ανεβάσουμε τους «Αθλίους» του Ουγκό;
Είπατε ότι δεν θα είχατε πρόβλημα να ψάχνετε στα σκουπίδια αρκεί να ήσασταν ερωτευμένος. Μιλάτε για τον έρωτα σαν να είναι το απόλυτο. Σε μια ιστορία του Αισώπου υπήρχε ένα λιοντάρι που κατέστρεφε τα χωριά. Εμφανίστηκε ένας νταής κυνηγός κι άρχισε να αναζητά τα χνάρια του. Πήγαινε από χωριό σε χωριό κι έλεγε «ίχνη λέοντος γυρεύω». Στο δέκατο χωριό του λένε «ξέρουμε που είναι το λιοντάρι». Και τι τους απαντά; «Εγώ ίχνη ψάχνω». Το ίδιο ισχύει με τον έρωτα. Λες «τον ψάχνω», αλλά εύχεσαι να μην τον βρεις κι εγώ είμαι ένας παλαιορομαντικός. Οι άνθρωποι που πιστεύουν στις πριγκιποπούλες δεν μπορούν να κάνουν deal με την πραγματικότητα, όταν η πριγκιποπούλα εμφανίζεται και ρεύεται.
Ο Δημήτρης Λιγνάδης σκηνοθετεί το Κρίμα που είμαι Πόρνη στο Εθνικό Θέατρο και είναι καλλιτεχνικός διευθυντής στο Πάνθεον.