ΜΟΥΣΙΚΗ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Η Μαρίζα Ρίζου έκανε ψυχοθεραπεία για να είναι ελεύθερη

«Είσαι εδώ; Να σε πάρω με βιντεοκλήση; Θέλω να σου πω», μου έγραψε ένα καλοκαιρινό βράδυ στο messenger η φίλη μου η Διονυσία. Τελικά την πήρα όντως με βιντεοκλήσης, γιατί ήθελα πολύ να μάθω τι ήταν τόσο σημαντικό που ήθελε να μου πει. Αυτό που είχε ανάγκη να μοιραστεί μαζί μου ήταν το πόσο ωραία είχε περάσει στην συναυλία της Μαρίζα Ρίζου στην Καλαμάτα. «Είχε τόση ενέργεια στη σκηνή και ήταν τόσο αστεία. Έχω ενθουσιαστεί σου λέω», αυτά ήταν τα ακριβή της λόγια. Όπως ήταν αναμενόμενο, δεν θα έχανα την ευκαιρία για μια κουβέντα με την τραγουδίστρια που τόσο είχε ενθουσιάσει την κολλητή μου φίλη.

Έτσι, ενόψει της συναυλίας της στο Θέατρο Βράχων, Μελίνα Μερκούρη, την Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου, έδωσα ραντεβού με την Μαρίζα Ρίζου στο Selina Hotel της Πλατείας Θεάτρου. Ήταν όντως τόσο κουλ, χαλαρή και αστεία όσο μου είχε περιγράψει η φίλη μου.

Η επιτυχημένη τραγουδίστρια μίλησε στην Popaganda για την επιτυχία, την τηλεόραση που μπήκε φέτος στη ζωή της, αλλά και για το όσα αισθάνεται όταν είναι πάνω στη σκηνή.

Μίλησέ μας λίγο για τη συναυλία στο Θέατρο Βράχων Μελίνα Μερκούρη. Είναι στο πλαίσιο των καλοκαιρινών συναυλιών που έκανες ή θα δούμε κάτι διαφορετικό τώρα; Θα είναι λίγο διαφορετικό. Θα έχουμε μαζί μας δύο έξτρα υπέροχους μουσικούς και ίσως παίξουμε για πρώτη φορά κάποια απ’ τα τραγούδια του καινούριου δίσκου. Στο θέατρο Βράχων έχω δει ανθρώπους που θαύμαζα και θαυμάζω πάρα πολύ και είναι μεγάλη τιμή το ότι παίζω εκεί. Περιμένω με μεγάλη χαρά την Κυριακή.

Το θέατρο Βράχων είναι ένας πολύ μεγάλος χώρος και εσύ έχεις τραγουδήσει και σε μεγάλους χώρους, αλλά και σε πιο μικρούς. Έχει διαφορά στο πώς προετοιμάζεσαι όταν θα βγεις σε μία μικρή σκηνή, με συγκεκριμένο ο αριθμό θεατών, με το πώς προετοιμάζεσαι όταν θα βγεις σ’ έναν τόσο μεγάλο συναυλιακό χώρο, που από κάτω θα σε ακούει χιλιάδες κόσμου; Για μένα η διαδικασία είναι ακριβώς η ίδια, παρόλα αυτά η διαχείριση του κάθε live είναι τελείως διαφορετική, συναισθηματικά και πρακτικά. Το πόσο θα μιλήσω, πότε και πώς θα χειριστώ την κάθε στιγμή. Σε έναν κλειστό χώρο η αλήθεια είναι ότι η ενέργεια των ανθρώπων είναι λίγο πιο ελεγχόμενη σε αντίθεση με τον ανοιχτό χώρο, αυτό όμως δε σημαίνει ότι τα κλειστά live είναι και καλύτερα. Έχω περάσει τέλεια κάποιες βραδιές που ήταν τελείως αουτσάιντερ και δύσκολα σε live που έλεγα «τώρα θα γίνει χαμός». Κατάλαβα τελικά ότι οι άνθρωποι φτιάχνουν τα live και όχι τα μέρη. 

Στις εμφανίσεις σου έχεις και πολύ πρόζα. Είναι κάτι που σκέφτεσαι από πριν, ή σου βγαίνει ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί η βραδιά; Υπάρχει μια σκαλέτα που φτιάχνεται μέσα από τα live κάθε σεζόν, αλλά τις περισσότερες φορές λέω ό, τι μου κατέβει στο κεφάλι. Ό,τι νιώθω. Μπορεί να πω ό,τι έγινε εκείνη τη μέρα, ό,τι μου συνέβη. Αυτό κάποιοι λένε ότι είναι stand–up. Δεν ξέρω τι είναι. Προσωπικά, απλώς λέω ό,τι νιώθω και σκέφτομαι. Αυτό που δε θέλω είναι να παγιδευτώ από την προσδοκία κάποιου ότι θα έρθει στο live μου για να γελάσει. Μπορεί και να μη μιλήσω καθόλου. Αυτό που θέλω είναι να παραμείνω ελεύθερη και αυθόρμητη. 

Ήσουν πάντα έτσι τόσο άνετη στη σκηνή ή σου βγήκε αυτή η άνεση και η χαλαρότητα στο να εκφράσεις και με λόγια -εκτός από τραγούδια- τον εαυτό σου με τα χρόνια και την εμπειρία; Η σκηνή για μένα -για κάποιον λόγο που δεν κατανοώ πλήρως- είναι σπίτι. Γι’ αυτό και έβγαζα τα παπούτσια μου από πάρα πολύ νωρίς, γιατί στο σπίτι μου είμαι πάντα ξυπόλυτη. Δεν το καταλαβαίνω, το να φορέσω τακούνι και να χορεύω. Αφού δεν είμαι εγώ αυτό. Με δυσκολεύει, δεν περνάω καλά, δεν διασκεδάζω, και το βασικό μου μέλημα στο live είναι να διασκεδάζω. Άρα είμαι ξυπόλυτη, λέω ό,τι έχω στο μυαλό μου και χαίρομαι τη μουσική. Υπάρχουν φορές φυσικά που αποσυντονίζομαι, που με κυριεύουν αγωνίες και άγχος και η «δουλειά» μου είναι να επανέρχομαι στο μέσα μου και να συναντώ την ουσία και τη χαρά γι αυτό που κάνω. 

Έχω καταλάβει μέσα σ’ αυτά τα 10-11 χρόνια που είμαι στη μουσική, ότι είναι πολύ χρήσιμο να μην προδικάζεις καταστάσεις. Δηλαδή μπορεί να πας σ’ ένα μέρος που προμηνύεται ένα καταπληκτικό live και νιώθεις ότι θα είναι τέλεια και να μην εξυπηρετήσουν οι ενέργειες των ανθρώπων -των συγκεκριμένων ανθρώπων, τη συγκεκριμένη μέρα, στο συγκεκριμένο μέρος-, και μπορεί να πας σ’ ένα live, που ο χώρος δε σου φαίνεται πολύ κατάλληλος, που μπορεί να μη χωράει πολύ κόσμο και να μην μπορεί να γίνει αρκετό μπούγιο και να είναι όλα τόσο συγχρονισμένα και  εναρμονισμένα που να γίνει ένα φοβερά αξιομνημόνευτο Live.

Θυμάσαι ποια ήταν η στιγμή που είπες ότι «εγώ θα ζω πάνω στη σκηνή»; Ήμουν στη Β’ λυκείου και τραγουδούσα με δυο-τρεις φίλους από το σχολείο σε μια γιορτή του MUN που ήταν μια ομάδα παιδιών σ’ ένα τύπου συνέδριο εφήβων και συζητούσαν για διάφορα παγκόσμια, σημαντικά θέματα. Το κλίμα ήταν πολύ παράξενο, οι δύο ομάδες διαφωνούσαν με έντονο τρόπο και η ατμόσφαιρα ήταν βαριά. Εμείς ήμασταν το event του κλεισίματος. Ξεκινώντας να παίζουμε νιώθαμε πολύ άβολα. Μέσα σε λίγα λεπτά είδα να αλλάζει τελείως η ενέργεια του χώρου. Οι ίδιοι άνθρωποι που πριν λίγο τσακώνονταν μετά από λίγο χαμογελούσαν, άναβαν αναπτήρες και τραγουδούσαν. Ήταν συγκλονιστικό. Αυτή είναι η τεράστια δύναμη της μουσικής. Τότε είπα ότι εμένα μ’ ενδιαφέρει να το κάνω αυτό. Και αυτό είναι το θέμα μου ακόμα και τώρα. Πέρα από το να εκφράσω τον εαυτό μου, με νοιάζει πολύ ο άνθρωπος που θα έρθει και δεν θα είχε μια καλή μέρα, δε θα είχε μια καλή βδομάδα, δεν περνάει μια καλή περίοδο, να ξεχαστεί, να ελαφρύνει, να γελάσει, για δύο ώρες έστω, να νιώσει καλά και λιγότερο μόνος.

Τραγουδάω πρώτα για τον εαυτό μου, μετά για να περάσω καλά με τους ανθρώπους μου πάνω στη σκηνή και μετά για να συνδεθώ με όσους έρχονται στο live και να συνδεθούν κι εκείνοι μαζί μου.

Εσένα σου έχει συμβεί ποτέ αυτό;  To έχω πάθει με Live του Κωστή Μαραβέγια. Επίσης απ’ τις πιο ωραίες συναυλίες που έχω δει ήταν του Michael Bublé στη Μαδρίτη πριν κάποια χρόνια. Εντυπωσιάστηκα και πέρασα φοβερά με αυτόν τον τύπο.

Ο περισσότερος κόσμος σε έμαθε όταν έκανες τη διασκευή στο τραγούδι του Αττίκ. Αισθάνθηκες ποτέ ότι ίσως μπορεί να παγιδευτείς σε αυτό; Ή σου ήταν εύκολο να κλείσεις τα αυτά σε όλες τις προσδοκίες που ίσως δημιουργήθηκαν για σένα και να αρχίσεις να γράφεις δικά σου τραγούδια; Ξέρεις ποιο είναι το αστείο μ’ αυτό που μου λες τώρα; Ότι αυτό δεν το έχω ξανακούσει. Δηλαδή μπορεί να μου πει κάποιος «ο πολύς κόσμος σε έμαθε από τη διασκευή του Φοίβου Δεληβοριά», άλλος θα μου πει «ο πολύς κόσμος σε έμαθε από το Πετάω», «ο πολύς κόσμος σε έμαθε από το X-Factor φέτος». Δεν υπάρχει μεγαλύτερο κοπλιμέντο από το ότι κανείς δεν μπορεί να ορίσει με σιγουριά από πού με έμαθε ο «πολύς κόσμος». Κι αυτό είναι ωραίο, γιατί μάλλον έγινε το πράγμα όπως το ονειρευόμουν. Ποτέ δεν επιθύμησα να γίνω viral ή να είμαι της μόδας. Δεν ήθελα ενθουσιασμούς σε σχέση με τους ανθρώπους που τους αφορώ μουσικά.  Ήθελα αργή γνωριμία, αγάπη και αλληλοσεβασμό.

Όπως και νιώθω ότι έχει συμβεί. Και γι’ αυτό η σύνδεση με τον κάθε άνθρωπο που με τιμά και με ακολουθεί μουσικά, είναι για άλλους λόγους. Μ’ αρέσει αυτό. Οπότε θα σου απαντήσω ότι νιώθω το αντίθετο. Νιώθω ότι έχω επικοινωνήσει διαφορετικές μεταξύ τους πτυχές που αν τις ενώσεις σχηματίζουν την ψυχή μου. Είμαι  πολύ χαρούμενη που μπορώ ελεύθερα να επικοινωνώ όλα όσα είμαι.

Επειδή αναφέρθηκες τώρα στο X-Factor και αναπόφευκτα θα σε ρωτούσα. Ήταν κάτι αρκετά μεγάλο με την έννοια ότι πλέον μιλάμε για τηλεόραση, απευθύνεται σε όλα τα στρώματα του κόσμου, έχει πρόσβαση παντού. Ήταν κάτι που το ήθελες, το επιδίωξες ή το είδες στην αρχή ίσως λίγο σκεπτικά «που πάω εγώ να μπλέξω», σε φόβισε; Θα σου πω. Από τότε που είχε πάει ο Πάνος Μουζουράκης κι ο Κωστής Μαραβέγιας, ενώ πιο πριν το έβλεπα τρομερά αποδοκιμαστικά, συνειδητοποίησα ότι το ρεπερτόριο στο οποίο ανήκω είναι όμορφο και χρήσιμο να υφίσταται και τηλεοπτικά και να εκτίθεται σε ένα πιο ευρύ κοινό. Όσοι αντέχουν φυσικά, γιατί δεν είναι κάτι εύκολα διαχειρίσιμο. Οπότε ήθελα πάρα πολύ να το κάνω, ένιωθα ότι θα διασκεδάσω πολύ, όπως και έγινε. Επίσης, πέρασα δύο χρόνια δύσκολα του κορωνοϊού προσωπικά. Δεν ήμουν απ’ αυτούς που πέρασαν καλά. Με πέτυχε σε μία πολύ έντονη υπαρξιακή αναζήτηση αυτή η φάση και με διέλυσε. Σε μία περίοδο με κρίσεις πανικού λοιπόν, που δεν είχα ποτέ μέχρι τότε, ήθελα να προκαλέσω τον εαυτό μου και να βουτήξω με θάρρος σε κάτι που φοβόμουν. Το έκανα. Και κατάλαβα κάτι υπέροχο. Ότι δεν παθαίνω τίποτα. Υπάρχει πιο μεγάλο δώρο από αυτό; Ήταν υπέροχη εμπειρία παρά τις δυσκολίες.

Τώρα έχουν μπει στη ζωή μας τα social media, εσένα έχει μπει πια και η τηλεόραση. Αυτά όλα πλέον είναι και εργαλεία, ειδικά για τους καλλιτέχνες. Σου δίνουν ένα έως και πολλά βήματα προς τα έξω. Έχουν όμως και μια άλλου είδους έκθεση. Εσύ πώς τη διαχειρίζεσαι αυτήν την έκθεση; Το ότι κάποιος μπορεί να γράψει ίσως ένα δημοσίευμα, το οποίο μπορεί να μην έχει να κάνει καθόλου με τη δουλειά σου αλλά με την προσωπική σου ζωή, που μπορεί κάτω από ένα post στα social media να μπει ο καθένας και να πει την άποψη του. Είναι στιγμές που αυτό σε φοβίζει ή το απολαμβάνεις; Θεωρείς πως ξέρεις να το διαχειρίζεσαι; Να σου πω την αλήθεια νόμιζα ότι με το X-Factor θα γίνει κάτι πολύ διαφορετικό μετά, το οποίο θα μου είναι πολύ δυσάρεστο και δε θα μπορώ να το διαχειριστώ, αλλά η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα τα τελευταία αυτά 11 χρόνια αισθάνομαι ότι έχουν γίνει πολύ σταδιακά. Δηλαδή τελικά το X-Factor και η έκθεση που αυτό έφερε, ήταν απλώς ένα ακόμα σκαλοπατάκι, ένα ακόμα βήμα πιο πέρα από αυτό που ήταν η περσινή μου χρονιά. Είχαν αρχίσει ήδη οι άνθρωποι να αναγνωρίζουν το πρόσωπό μου. Χαίρομαι πάρα πολύ όμως που δεν το αναγνώριζαν μέχρι τότε και ήξεραν ίσως κάποια τραγούδια μου. Αυτή είναι νομίζω η σωστή ροή για έναν μουσικό. Επίσης μάλλον δίνω κάποιο σήμα -και χαίρομαι γι’ αυτό- που λέει ότι μπορείς να νιώσεις πολύ οικεία μαζί μου και το επιθυμώ φυσικά, αλλά δεν μπορείς να μου χτυπήσεις την πλάτη. 

Αυτό ήταν το όριο που ήθελα. Κι ο κόσμος που μου μιλάει, έχει πάντα τόσο σεβασμό και τόση ευγένεια που μου είναι πολύ ευχάριστο αυτό που συμβαίνει. Δεν έχει συμβεί κάτι παρεμβατικό. Δε μου έχει συμβεί κάτι δυσάρεστο. Επίσης για κάποιο λόγο που δεν καταλαβαίνω και ίσως να μην πηγαίνει καλά η καριέρα μου (γελάει), δεν έχω haters. Δηλαδή δεν έχω ανθρώπους να με βρίζουν στα social media. Ακόμα τουλάχιστον. Πάντως σε σχέση με τα όρια, δε νιώθω ότι κάποιος μπορεί να με παραβιάσει εύκολα. Μπορεί να είμαι ευγενής και μπορεί να φαίνομαι και γλυκιά, αλλά ξέρω πια ότι ακόμα και στις συνεντεύξεις  ο δημοσιογράφος που είναι απέναντί μου, ξέρει μέχρι πού μπορεί να ρωτήσει. 

Επειδή εσύ τραγουδάς για τον κόσμο, δηλαδή για τους άλλους και φαντάζομαι σ’ ένα σημείο και για τον εαυτό σου. Τραγουδάω πρώτα για τον εαυτό μου, μετά για να περάσω καλά με τους ανθρώπους μου πάνω στη σκηνή και μετά για να συνδεθώ με όσους έρχονται στο live και να συνδεθούν κι εκείνοι μαζί μου.

Εσύ στο δικό σου χρόνο τη μουσική ακούς; Δηλαδή μεγαλώνοντας ή και τώρα ας πούμε, στο αυτοκίνητό σου, στα ακουστικά σου, τι θα παίζει; Στο αυτοκίνητο μάλλον δε θ’ ακούσω τίποτα, γιατί θα έρχομαι από κάποια πρόβα ή θα πηγαίνω σε κάποια πρόβα, οπότε όταν είμαι στο αμάξι θέλω να καθαρίσει το μυαλό μου. Όταν πηγαίνω για τρέξιμο, που μου αρέσει, ακούω playlist από τα 00s κατάλαβες, που έχει Justin Timberlake, Jennifer Lopez και τραγουδάω για πλάκα μες στο μυαλό μου “I won’t be fooled by the rocks that I got-I’m still, I’m still Mariza from Limini”. Λιμίνι είναι το χωριό μου στην Άρτα και γελάω μόνη μου. Και όταν είμαι στο σπίτι μου, η αλήθεια είναι ότι θα ακούσω 9 στις 10 φορές -εκτός αν μου τη βαρέσει ας πούμε και βάλω την «Κόκκινη γραμμή» της Θεοδωρίδου, θα βάλω jazz. 

Γίνεται πολύς λόγος τα τελευταία χρόνια, για τη θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία και όχι μόνο. Εσύ έχεις αισθανθεί ποτέ ότι αν δεν ήσουν γυναίκα και ήσουν άντρας, μπορεί τα πράγματα να ήταν πιο εύκολα στην καριέρα σου; Ή να μη χρειαζόταν να δίνεις τόσους αγώνες; Όχι. Δε θα σου πω ψέμματα. Δεν έχω αισθανθεί ποτέ ότι αν ήμουν άντρας θα πήγαινε διαφορετικά η καριέρα μου ή θα έρχονταν τα πράγματα πιο εύκολα. Εγώ έχω αισθανθεί καταπίεση με άλλον τρόπο. Οτι δε θα ‘πρεπε να δείχνω τόσο τον δυναμισμό μου ή ότι θα «πρεπε να είμαι πιο “γατούλα», ότι δε θα έπρεπε να βρίζω -που μ’ αρέσει πολύ να βρίζω-, ή ότι θα έπρεπε να δείχνω ότι έχω ανάγκη κάποιον -που δεν τον έχω- για να αισθανθεί χρήσιμος και να μην απειληθεί. Μικρή έλεγα στον μπαμπά μου που μου έλεγε πρέπει το ένα ή το άλλο «αν πρέπει κάτι, πρέπει να μην πρέπει τίποτα». Δε θέλω να πρέπει κάτι που μπαίνει μπροστά και πνίγει αργά και σταθερά το ποια είμαι στ αλήθεια.

Έχεις προσωπικά καταφύγια; Δηλαδή ένα μέρος που θα πας ή ένα βιβλίο που θα διαβάσεις, όταν «κλείνουν τα τείχη γύρω σου». Φαντάζομαι θα σου συμβαίνει και σένα αυτό. Ε, βέβαια μου συμβαίνει. Και κουράζομαι και θέλω να είμαι στο σπίτι μου, μόνη μου και έχω τις διαδικασίες μου. Όλοι έχουμε τις διαδικασίες μας. Εγώ συνήθως θα πάω για τρέξιμο, που με εκτονώνει και μετά θα κάτσω σπίτι, θα παραγγείλω κάτι που μου αρέσει να φάω και θα δω σειρά. Το άλλο μου καταφύγιο είναι το χωριό μου. Κι όταν λέω χωριό, εννοώ οι φίλοι μου, οι οποίοι είναι λίγοι και πολύ καλοί. Έχω την τύχη να είναι αγαπημένη και η οικογένεια μου, όμως όντως οι φίλοι είναι η οικογένεια που διαλέγουμε και είναι πολύτιμοι. Είναι ωραίο το χωριό μας να το φροντίζουμε, να το εκτιμάμε, να το ενδυναμώνουμε και να μην το θεωρούμε δεδομένο. Είναι το δίχτυ, έτσι νιώθω εγώ. 

Για σένα η μουσική είναι και ψυχοθεραπεία; Η μουσική είναι μία θεραπευτική διαδικασία, ναι, αλλά η κανονική θεραπευτική διαδικασία είναι αυτή που κάνουμε με τον ψυχοθεραπευτή μας στο γραφείο του. Δε θεωρώ όμως ότι πρέπει να το κάνει ο οποιοσδήποτε. Είναι ωραίο να το κάνει όποιος νιώθει την ανάγκη να καταλάβει τον εαυτό του και όποιος έχει και τη δύναμη να ανοίξει πόρτες. Σέβομαι πάρα πολύ τους ανθρώπους που λένε ότι «εγώ δεν έχω τη δύναμη να μπω σ’ αυτό». Δεν είναι ο εύκολος δρόμος, είναι ο δύσκολος. Και είναι εντάξει κάποιος  να πει «δεν αντέχω να το κάνω».

Η σκηνή για μένα -για κάποιον λόγο που δεν κατανοώ πλήρως- είναι σπίτι. Γι’ αυτό και έβγαζα τα παπούτσια μου από πάρα πολύ νωρίς, γιατί στο σπίτι μου είμαι πάντα ξυπόλυτη.

Εσύ βρήκες αυτή τη δύναμη; Έχεις μπει σ’ αυτήν την ψυχοθεραπευτική διαδικασία; Την κανονική, του γραφείου. Τα τελευταία 5 χρόνια.

Τι σε οδήγησε εκεί; Ήθελα να είμαι ελεύθερη. Κι όταν εννοώ ελεύθερη, εννοώ να συναντηθώ με αυτό που είμαι πραγματικά και να αποτινάξω οτιδήποτε δεν είναι δικό μου. Οτιδήποτε δεν είναι πραγματικά δικό μου. Και είναι ας πούμε της μαμάς μου. Είναι του μπαμπά μου. Είναι της κοινωνίας. Ήθελα να μπορώ να συνδέομαι με τον εαυτό μου όσο καλύτερα γίνεται και να του προσφέρω τη χαρά και την ηρεμία εγώ, η ενήλικη πλευρά μου όταν έρχονται ταραχές. Να μπορώ να με διαχειρίζομαι και να με επαναφέρω στο κέντρο μου. Άρα, να είμαι ελεύθερη. Να συνδέομαι με τους ανθρώπους σε βάθος, με εμπιστοσύνη και με επένδυση, ταυτόχρονα χωρίς προσδοκία.  

Θα γυρίσω πάλι λίγο στη συναυλία και στα καινούργια σου τραγούδια. Ποια ήταν η διαδικασία για να φτιαχτούν; Είναι πάντα η ίδια; Έχω βάλει τα τραγούδια με τη σειρά που γράφτηκαν και για μένα ήταν η πορεία μου τον τελευταίο χρόνο. Είναι όλα ημερολογιακά, δηλαδή δεν υπάρχει κάποιο τραγούδι που φτιάχτηκε με κάποιο σκοπό. Ακόμα και το μοναδικό τραγούδι που δεν έχω γράψει – ένα υπέροχο τραγούδι του Κώστα Λειβαδά, τον οποίο θαυμάζω πολύ- ταίριαζε απόλυτα στη ροή του δίσκου και της ζωής μου. Είναι πραγματικά όλο το process που πέρασα για να έρθω στο τώρα μου. 

Η Μαρίζα Ρίζου θα τραγουδήσει στο Θέατρο Βράχων, Μελίνα Μερκούρη στις 18/09. Εισιτήρια μπορείτε να βρείτε ΕΔΩ.
Η φωτογράφιση έγινε στο Selina Hotel, Θεάτρου 8, Αθήνα 105 52 | Instagram: therooftopathens & selina.greece
Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

Γεννήθηκε στην Αλβανία, λίγο πριν την πτώση του κομμουνισμού. Ζει στην Αθήνα από το 1997, παράτησε με μεγάλη επιτυχία το τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών της Παντείου και από το 2017 ασχολείται με την δημοσιογραφία.

Share
Published by
Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι