Κορυφαίος στα Β’ βιολιά της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, δραστήριος σολίστ και λάτρης της μουσικής δωματίου, ο Ανδρέας Παπανικολάου θεωρείται ένας από τους «θησαυρούς» της εγχώριας μουσικής ζωής. Στις 8 Νοεμβρίου συμπράττει με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στο απαιτητικό Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα του Μπέντζαμιν Μπρίττεν.
Με αφορμή τη συναυλία, μιλά μεταξύ άλλων για τα μουσικά έργα που τον καθόρισαν, το άγχος του ερμηνευτή, αλλά και για όσα στρέφουν τους νέους Έλληνες μουσικούς στο εξωτερικό.
Ο Λέοναρντ Μπερνστάιν έλεγε για τον Μπρίττεν ότι ήταν ένας άνθρωπος εναντίον ολόκληρου του κόσμου. Από την άλλη, ο ίδιος ο Μπρίττεν έλεγε ότι η αποστολή ενός συνθέτη είναι να ευχαριστεί το σύγχρονο κοινό του με τον πιο σοβαρό τρόπο. Εσείς διακρίνετε μια πιο «σκοτεινή» πλευρά στη μουσική του Άγγλου συνθέτη;
Φαντάζομαι πως το σχόλιο αυτό του Μπερνστάιν αναφέρεται σε μία πτυχή της ιδιαίτερης προσωπικότητας του Άγγλου συνθέτη που τον οδηγούσε συχνά στην αποξένωση και αποστασιοποίησή του. Ο Μπρίττεν ήταν ειρηνιστής και βαθιά ευαισθητοποιημένος σε κοινωνικές και ηθικές αξίες. Συχνά τα έργα του εξερευνούν σκοτεινές και άγριες πτυχές της ανθρώπινης ψυχής. Μέσα απ’ αυτά πρόβαλλε σκληρά συναισθηματικά και υπαρξιακά ζητήματα, όπως αυτό της τραγωδίας ενός πολέμου, της κοινωνικής απομόνωσης και της ανθρώπινης εσωτερικής πάλης, αναζητώντας τον προβληματισμό του κοινού (War Requiem, Peter Grimes, The turn of the Screw κά.). Ίσως με αυτόν τον τρόπο να εκτελούσε την αποστολή του, όπως ο ίδιος έλεγε, “να ευχαριστεί το σύγχρονο κοινό του με τον πιο σοβαρό τρόπο”.
Έντονα επηρεασμένος από την φρίκη του πολέμου διακρίνουμε και στο κοντσέρτο για βιολί την σκοτεινή απόχρωση της μουσικής του καθώς πλημμυρίζεται από βαθιά συναισθήματα όπως η τρομακτική ένταση, η ανασφάλεια, η οργή, το δράμα και η θλίψη, η απόγνωση…
Το τρίτο μέρος του Κοντσέρτου, έχει επιρροές από την μπαρόκ μουσική από την οποία έχει γενικά επηρεαστεί ο συνθέτης. Πώς θα περιγράφατε εσείς το μουσικό ιδίωμα του Μπρίττεν;
Ο Μπρίττεν αγαπούσε ιδιαίτερα την μπαρόκ μουσική και επηρεάστηκε έντονα από τον συμπατριώτη του συνθέτη Χένρι Πέρσελ όπως και από τον Γ. Σ. Μπαχ, κάτι που διακρίνουμε περισσότερο στα νεανικά του έργα. Επιρροές δέχτηκε και από την αγγλική χορωδιακή μουσική της Αναγέννησης και Μπαρόκ εποχής. Δεν είναι τυχαίο πως ένα αρκετά μεγάλο μέρος της εργογραφίας του είναι χορωδιακή μουσική και όπερες.
Στην πορεία δέχτηκε επιρροές από διάφορους συνθέτες όπως οι Κόπλαντ, Μουσόργκσκι, Στραβίνσκι και Μάλερ μεταξύ άλλων για να στραφεί σε ένα πιο νεοκλασικό- μοντέρνο ύφος. Το μουσικό του ιδίωμα χαρακτηρίζεται από την ισορροπία μεταξύ της μοντερνιστικής γλώσσας και της παράδοσης δημιουργώντας ένα προσωπικό ύφος που διακρίνεται από βάθος και ευαισθησία.
Υπήρξε κάποιο έργο που λειτούργησε καθοριστικά για την πορεία σας ως μουσικός;
Οι τέσσερις εποχές του Βιβάλντι, ο Μεσσίας του Χέντελ, η ημιτελής συμφωνία του Σούμπερτ όπως και συμφωνίες του Μπετόβεν, ειδικά η Ηρωική, ήταν κάποια από τα πρώτα μουσικά ακούσματα από την πολύ παιδική μου ηλικία που συντέλεσαν καθοριστικά για την πορεία μου ως μουσικός. Η επίδραση που είχε αυτή η μουσική σε μένα ήταν μαγική. Θυμάμαι να με καθηλώνει με τις ώρες, με τα ακουστικά στα αυτιά, ακούγοντας ξανά και ξανά τους δίσκους βινυλίου που είχαμε στο σπίτι. Όσο περισσότερο άκουγα, ταξίδευα, ανακάλυπτα την ανυπέρβλητη ομορφιά και βυθιζόμουν ολοένα και βαθύτερα στον απίθανο κόσμο της. Η πορεία είχε ήδη χαραχτεί.
Όταν αναλαμβάνετε τον ρόλο του σολίστα νιώθετε το λεγόμενο stage fright κι αν ναι, πώς το ξεπερνάτε;
Το άγχος της σκηνής είναι κάτι που λίγο ή πολύ βιώνουμε όλοι οι μουσικοί όπως και άλλοι άνθρωποι που εκτίθενται σε κοινό. Είναι ένα, όχι απαραίτητα ευχάριστο.. αλλά απολύτως φυσιολογικό συναίσθημα το οποίο καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σε κάθε εμφάνιση. Η πολύ καλή προετοιμασία είναι ίσως το πιο χρήσιμο εργαλείο ώστε να τονωθεί η ψυχολογία και η αίσθηση της ασφάλειας. Θεωρώ δεδομένο πως θα υπάρχει άγχος στη σκηνή. Ο στόχος μου δεν είναι η καταπολέμησή του αλλά η αποδοχή και η βέλτιστη διαχείρισή του.
Έχετε σπουδάσει στον Καναδά. Πιστεύετε ότι οι σπουδές στο εξωτερικό είναι μονόδρομος για τους νέους που επιθυμούν να ασχοληθούν επαγγελματικά με τη μουσική ακόμα και σήμερα;
Μονόδρομος δεν είναι, όμως η χώρα μας, παρά την σημαντική πρόοδο που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια, παραμένει ακόμη ανεπαρκής για να παρέχει συνολικά ένα υψηλό επίπεδο στις μουσικές σπουδές, σε σχέση πάντα με ορισμένες ανεπτυγμένες χώρες. Η Ελλάδα διαθέτει παρά ελάχιστα πανεπιστήμια που προσφέρουν τίτλους σπουδών εφάμιλλους άλλων χωρών, κάτι που βρίσκω εξαιρετικά δυσάρεστο διότι υπάρχει πολύ αξιόλογο μουσικό δυναμικό για να τα πλαισιώσει. Το πρόβλημα υπόκειται στο γενικότερο πλαίσιο υποτίμησης των τεχνών σε συνδυασμό με τη δυσλειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος. Το ελλιπές πλαίσιο, οι ανεπάρκεια προσωπικού, η έλλειψη υποδομών και ποιότητας αυτών καθώς και η απουσία ύπαρξης ευκαιριών είναι κάποια σοβαρά αγκάθια που σπρώχνουν τους νέους εκτός συνόρων.
Ως καθηγητής, τι είναι αυτό που σας ενδιαφέρει περισσότερο να μεταδώσετε στους μαθητές σας;
Η μουσική έχει πολλαπλά οφέλη και ευεργετικές επιδράσεις στον άνθρωπο, αγγίζοντάς τον τόσο σε πνευματικό όσο και σε σωματικό επίπεδο. Ο άνθρωπος καλλιεργείται ιδιαίτερα μέσω των τεχνών και πιστεύω πως αυτές θα έπρεπε να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του. Ως καθηγητής έχω δύο κύριους στόχους. Αρχικά, αναζητώ να μεταφέρω στους μαθητές μου τα δικά μου συναισθήματα για την μουσική και να τους περάσω το πάθος, τον σεβασμό, την εκτίμηση και την αγάπη μου για αυτήν. Περαιτέρω, με ενδιαφέρει πολύ η ανάπτυξη της αισθητικής και αντίληψης καθώς και η εξερεύνηση και ανάδειξη της προσωπικής μουσικής ταυτότητας του καθενός.