Ριζοσπαστικός, εμπνευστικός, πρωτοπόρος και πειραματικός: Ο John Cale, «νονός» της punk και μύθος των Velvet Underground, μετρά περισσότερα από 60 χρόνια ενεργής πορείας και συνεχίζει μέχρι σήμερα να μας εκπλήσσει με την αστείρευτη δημιουργικότητα και το πάθος για τελειότητα.
Την Τρίτη 13 Ιουνίου, μετά τις εντυπωσιακές εμφανίσεις του στο Ισπανικό Primavera Sound Festival και το Loaded στο Όσλο, έφτασε στην Αθήνα και το Ελ. Βενιζέλος με πνεύμα και ηθικό ιδιαίτερα υψηλό, όντας ανυπόμονος για τη μεγάλη βραδιά του στο Ωδείου Ηρώδου Αττικού, στις 19 Ιουνίου. O ίδιος, δεν σταματά να σχεδιάζει τις τελευταίες πινελιές για την ξεχωριστή συναυλία που ετοιμάζει.
Αναμένουμε μια καθηλωτική οπτικοακουστική εμπειρία, καθώς διαμορφώνονται ειδικά για το μνημείο καινοτόμες προβολές και πρωτότυπες ενορχηστρώσεις, σε παγκόσμια πρωτιά και αποκλειστικότητα. Μαζί του, στη σκηνή του Ηρωδείου, θα βρίσκεται η Athens Philharmonia Orchestra και φυσικά η μπάντα αυτού του μοναδικού καλλιτέχνη.
Λίγο πριν τον δούμε ζωντανά στο Ηρώδειο, συγκεντρώσαμε τους σημαντικούς σταθμούς της ζωής και της καριέρας του, ως μια αναδρομή σε μια πορεία που καλύπτει πάνω από έξι δεκαετίες ακατάπαυστης δημιουργικότητας
Στις 9 Μαρτίου γεννιέται ο John Davies Cale στο χωριό Garnant της Νότιας Ουαλίας. Η μητέρα του, Margaret Davies, δασκάλα δημοτικού, στα πρώτα χρόνια της ζωής του γιου της του μιλάει μόνο στα ουαλικά, με αποτέλεσμα την ένταση στη σχέση του μικρού με τον πατέρα του – ανθρακωρύχος στο επάγγελμα – Will Cale, τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 7, οπότε και άρχισε να μαθαίνει αγγλικά.
Στα 15 του, έχοντας ήδη ξεκινήσει κατά τύχη να παίζει βιόλα στη σχολική ορχήστρα, είδε στο τοπικό σινεμά την ταινία “Rock Around the Clock”. Ξαφνικά ανοίχτηκε ένας νέος, θαυμαστός κόσμος μπροστά στα μάτια ενός παιδιού που μέχρι τότε άκουγε Stravinsky. «Ήμουν σε σύγχυση. Ήθελα να καταπιαστώ με το avant-garde; Ή ήθελα να καταπιαστώ με το rock ‘n’ roll;», έχει πει.
Ενδεικτικές μιας πηγαίας, avant-garde αντιμετώπισης από τη μεριά του του τι σημαίνει να είναι κανείς μουσικός υπήρξαν ήταν τα πρώτα του κονσέρτα ως σπουδαστής στο Λονδίνο. Παίζοντας πιάνο ακόμη και με τους αγκώνες του, ξένισε πολλούς από τους δασκάλους του στο ξακουστό κολέγιο Goldsmiths. Ο Cale όμως είχε ήδη στο μυαλό του τις ΗΠΑ. Ξεκινώντας από τη Μασαχουσέτη ως υπότροφος του Leonard Bernstein, θα έφτανε στη Νέα Υόρκη το 1963, σε ηλικία 21 ετών. Ήταν πια στο στοιχείο του. Eκεί θα βουτούσε στα βαθιά του μινιμαλισμού και του drone αυτοσχεδιάζοντας ακατάπαυστα με τον Tony Conrad και τον La Monte Young, ενώ μαζί με τον John Cage θα έπαιζε live επί 18 ώρες και 40 λεπτά το “Vexations” του Erik Satie. Στη Νέα Υόρκη όμως θα γνώριζε και τον κατά μία μόλις εβδομάδα μεγαλύτερό του (και με σαφέστατα πιο έντονες ποπ ευαισθησίες) Lou Reed.
Ο Andy Warhol προσκαλεί τους Velvet Underground στο Factory. «Μπαίνοντας εκεί μέσα ήταν σαν να γινόσουν μέλος μιας Ακαδημίας, η ατμόσφαιρα ήταν αληθινά ξεχωριστή», λέει για αυτή την οριακή εμπειρία που βίωσε σε ηλικία 23 ετών. «Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι είναι όλη η δουλειά που γινόταν εκεί μέσα. Ο Andy δούλευε ακατάπαυστα. Το ίδιο κι εμείς. Όλο αυτό απέδωσε». Απέδωσε το 1967 έναν δίσκο που όμοιος του ούτε είχε προηγηθεί μέχρι τότε, ούτε έχει επαναληφθεί μέχρι σήμερα.
Τον Μάρτιο κυκλοφορεί το άλμπουμ “The Velvet Underground & Nico”, η αξεπέραστη στο διηνεκές Μπανάνα, ένα ντεμπούτο που «πούλησε μόνο 30.000 αντίτυπα όταν βγήκε, αλλά όποιος τον αγόρασε, έφτιαξε μπάντα», όπως έχει πει ο Brian Eno. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς κυκλοφορεί και το σόλο ντεμπούτο της Nico, στο οποίο συμμετέχουν οι Lou Reed, John Cale και Sterling Morrison.
Οι Velvet Underground κυκλοφορούν το “White Light / White Heat”, το δεύτερο από τα τέσσερα στούντιο άλμπουμ που κυκλοφόρησαν συνολικά. Για κάποιους το πιο δύσκολο και πρωτοποριακό τους. Για πολλούς το καλύτερό τους. Σε κάθε περίπτωση ήταν το τελευταίο με τον John Cale στις τάξεις του συγκροτήματος.
Ως εδώ και μη παρέκει. Το ρήγμα στις εξαρχής τεταμένες σχέσεις του με τον Lou Reed είναι πια αγεφύρωτο. Ο John Cale με συνοπτικές διαδικασίες απομακρύνεται από τους Velvet Underground.
Οι Stooges κυκλοφορούν το απίστευτα επιδραστικό, όπως θα αποδεικνυόταν σε πολύ σύντομο διάστημα, ομώνυμο ντεμπούτο τους με τον John Cale στην καρέκλα του παραγωγού. Την επόμενη πενταετία θα συνέδεε ως παραγωγός το όνομα του με μερικούς από τους δίσκους που δικαιωματικά πρέπει να έχουν μια θέση σε κάθε δισκοθήκη που σέβεται τον εαυτό της: το “Marble Index” της Nico, το ομώνυμο ντεμπούτο των “Modern Lovers”, το “Horses” της Patti Smith.
Ο John Cale κυκλοφορεί το σόλο ντεμπούτο του, ‘Vintage Violence’, που όλως παραδόξως είναι αρκετά “βατό”. «Ένας πανέμορφος δίσκος που υπό μία έννοια είναι συγκρίσιμο με το ‘Astral Weeks’ του Van Morrison: Τόσο έντονο ήταν το όραμα του δημιουργού του. Και σχεδόν τόση χάρη είχε και η εκτέλεση του». Τάδε έφη Greil Marcus.
Ο Cale κυκλοφορεί το τρίτο σόλο άλμπουμ του. Δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν ότι το Paris 1919 είναι και το καλύτερό του μέχρι σήμερα. Εξού και αποθεώθηκε ξανά όταν επανακυκλοφόρησε το 2006, με το Pitchfork να το βαθμολογεί με 9,5/10.
Στο άλμπουμ ‘Slow Dazzle’ ο John Cale καταθέτει και την πιο απόκοσμη διασκευή που έχει γίνει ποτέ στο “Heartbreak Hotel” του Elvis. Η αγνώριστη, δική του εκδοχή του τραγουδιού με τις κραυγές και τα synths σε στοιχειώνει σε βαθμό που ξεχνάς την αυθεντική.
Ναι μεν οι κριτικοί υποδέχονται ως επί το πλείστον με εγκωμιαστικά σχόλια το άλμπουμ ‘Music for a New Society’, εμπορικά όμως καταγράφεται ως αποτυχία, όπως άλλωστε έχει δηλώσει ο ίδιος ο John Cale. Σήμερα, τέσσερις και πλέον δεκαετίες μετά, κονταροχτυπιέται με το ‘Paris 1919’ για τον τίτλο της πιο σημαντικής σόλο δουλειάς του από τους ταγμένους fans.
Αναζητώντας ο Tony Wilson στη δισκοθήκη του τον κατάλληλο παραγωγό για τους Happy Mondays, σκέφτηκε ότι οι στίχοι του Shaun Ryder του θυμίζουν αυτούς που έγραφε κάποτε η Patti Smith. Η θεωρία του ήταν ότι ακόμη κι αν ο δίσκος πουλούσε ελάχιστα, στο μέλλον θα αναγνωριζόταν η αξία του αν είχε παραγωγό τον σπουδαίο John Cale. Και εγένετο “Squirrel and G-Man Twenty Four Hour Party People Plastic Face Carnt Smile (White Out)”.
Ο θάνατος του Andy Warhol σε εγχείρηση ρουτίνας λειτουργεί ως αφορμή για να μιλήσουν ξανά μετά από χρόνια ο John Cale με τον Lou Reed. Στην κηδεία ο εικαστικός Julian Schnabel ρίχνει στο τραπέζι την ιδέα της σύνθεσης και από τους δύο μαζί ενός άλμπουμ αφιερωμένου στη μνήμη του Warhol. Τρία χρόνια μετά θα κυκλοφορούσε το “Songs for Drella”, «ένας συγκινητικός φόρος τιμής» σύμφωνα με το Spin, που το συμπεριέλαβε στη λίστα με τα 20 καλύτερα άλμπουμ του 1990. Πρόσφατα επανακυκλοφόρησε στο πλαίσιο της Record Store Day.
Ένα χρόνο μετά το άλμπουμ “Words for the Dying” στο οποίο ο Cale απαγγέλει ποιήματα του Dylan Thomas σε παραγωγή του Brian Eno, οι δυο τους συνθέτουν μαζί τα τραγούδια του all time classic “Wrong Way Up”. Ειδικά το “Spinning away” παίζεται μέχρι και σήμερα από τα ανά τον κόσμο ραδιόφωνα, ενώ η ικανοποιητική διασκευή του από τον Sugar Ray συμπεριλήφθηκε το 2000 στο σάουντρακ του “The Beach” του Danny Boyle.
Συμμετέχει στο tribute album “I am your fan“, μια συλλογή με covers του Leonard Cohen. Ο ίδιος αποφασίζει να διασκευάσει το “Hallelujah“, το οποίο είχε γράψει ο Cohen το 1984 και μέχρι τότε παρέμενε ένα από τα πιο άγνωστα τραγούδια του. Η εκδοχή του John Cale όμως προκάλεσε σάλο και σε αυτή οφείλουμε τη σαρωτική επιτυχία αυτού του αριστουργηματικού τραγουδιού. Ήταν μάλιστα η δική του διασκευή αυτή που…διασκεύασε με τη σειρά του ο Jeff Buckley, ενώ στο πάνθεον της ποπ κουλτούρας έχει περάσει και η συμπερίληψή της μεγαλειώδους εκτέλεσης του Cale στο σάουντρακ του “Shrek”. Διόλου τυχαία ακούγεται τη στιγμή του χωρισμού…
Ένα χρόνο μετά το θάνατο του κιθαρίστα Sterling Morrison, τα εναπομείναντα τρία μέλη των Velvet Underground παίζουν για τελευταία φορά μαζί επί σκηνής, στην τελετή εισαγωγής τους στο Rock and Roll Hall of Fame. Την ίδια χρονιά ο John Cale κυκλοφορεί το “Walking on Locusts” το μοναδικό σόλο άλμπουμ του σε όλη τη δεκαετία του ’90.
Η διασκευή του στο “All My Friends” των LCD Soundsystem (στο b-side του επτάιντσου βινυλίου) είναι αυτό που λέμε “even better than the real thing”. Ο James Murphy μέχρι σήμερα δεν κρύβει τη λατρεία του στο πρόσωπο του Cale, δηλώνοντας στους New York Times: «Και μόνο όσα έκανε ως παραγωγός θα ήταν αρκετά για να κερδίσει μία θέση στην ιστορία. Και μόνο για όσα έκανε με τους Velvet Underground, θα ήταν αρκετά για να κερδίσει ένα εισιτήριο για τον παράδεισο του rock ‘n’ roll. Έχεις όμως και τους σόλο δίσκους του, έχεις και τη συνεργασία του με τον Brian Eno, έχεις και το “Songs for Drella”».
Ο πάλαι ποτέ συνιδρυτής των Velvet Underground δεν ξέχασε ποτέ τις ρίζες του. Γι’ αυτό και σε ηλικία 67 ετών εκπροσώπησε την Ουαλία, στη Μπιενάλε της Βενετίας με μία οπτικοακουστική εγκατάσταση επικεντρωμένη στη σχέση του με τη γλώσσα της γενέτειράς του.
Για την προσφορά του στη μουσική και τις τέχνες, ο John Cale χρίζεται αξιωματικός του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Σε ηλικία 70 ετών κυκλοφορεί το άλμπουμ “Shifty Adventures in Nookie Wood”, λαμβάνοντας ως επί το πλείστον θετικές κριτικές και κερδίζοντας τις εντυπώσεις με τη συνεργασία του με τον Danger Mouse στο τραγούδι “I wanna talk 2 U”.
«Δυο παιδιά συναντιούνται τυχαία και 47 χρόνια μετά συνεχίζουμε να μαλώνουμε και να αγαπιόμαστε με τον ίδιο τρόπο. Η απώλεια είναι ακατανόητη. Το κενό δεν γεμίζει ψηφιακά ή εικονικά. Σε αντίθεση με τόσες πολλές ανάλογες ιστορίες, έχουμε αιχμαλωτίσει την καλύτερη πλευρά της μανίας μας σε δίσκους βινυλίου για να πάρει μια ιδέα ο κόσμος. Τα γέλια που ρίξαμε μόλις πριν από λίγες εβδομάδες θα μου θυμίζουν για πάντα την καλοσύνη ανάμεσά μας»: Ο John Cale αποχαιρετά τον Lou Reed που “φεύγει” στις 27 Οκτωβρίου.
Στην ιστορία έχει περάσει ως μία από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία των βραβείων Grammy όταν ο John Cale, συνοδευόμενος μεταξύ άλλων και από τη Moe Tucker, παίζει ζωντανά δύο αριστουργήματα των Velvet Underground: “Sunday Morning” και “I’m Waiting for the Man” και τα λόγια δεν είναι αρκετά.
Το πολυαναμενόμενο, εξαιρετικό ντοκιμαντέρ “The Velvet Underground” του Todd Haynes είναι γεγονός. «Ο πιο κομψός μπουρλοτιέρης των ουτοπικών 60s που μπορώ να σκεφτώ»: Έτσι χαρακτήρισε τον John Cale ο σκηνοθέτης στους New York Times. Ο ίδιος ο Cale από την άλλη λέει ότι δεν τον ενδιαφέρει να ασχολείται και πολύ με τις δάφνες του παρελθόντος. Έχει πολλή δουλειά να κάνει. «Νομίζω το έχω πάρει από τη μητέρα μου» λέει. «Δεν πρέπει να κάθεσαι στ’ αυγά σου. Πρέπει να κάνεις ό,τι δεν έχεις κάνει ακόμη».
Από την άνοδο του ακροδεξιού εξτρεμισμού μέχρι τα ανθρώπινα δικαιώματα και από την κλιματική αλλαγή μέχρι την πανδημία, ο John Cale αντλεί έμπνευση, γράφει στίχους και μουσική και κυκλοφορεί το “Mercy”, το πρώτο ολοκληρωμένο άλμπουμ του εδώ και μια δεκαετία, έχοντας στο πλευρό του τους Animal Collective, τη Sylvan Esso, και τον Actress μεταξύ άλλων. Ένα άλμπουμ που αποθεώθηκε από σύσσωμη την παγκόσμια μουσικοκριτική.
Ο John Cale μαζί με τη μπάντα του, έρχεται ζωντανά στο Ηρώδειο στις 19 Ιουνίου. Πρόκειται για κάτι παραπάνω από μία ιστορική αθηναϊκή συναυλία. Είναι ο ορισμός της once in a lifetime εμπειρίας. Από τους Velvet Underground έως το αριστουργηματικό Mercy, μία οπτικοακουστική εμπειρία ζωής στη σκιά της Ακρόπολης, σε παγκόσμια αποκλειστικότητα, με τη συμμετοχή της Athens Philharmonia Orchestra και καθηλωτικές προβολές.