Η Malia είναι αναμφίβολα μία σπουδαία κυρία της μουσικής, με μία άκρως ενδιαφέρουσα και περιπετειώδη ζωή, και θα έχουμε την ευκαιρία να την απολαύσουμε σε λίγες μέρες στο Half Note Jazz Club.
Αυτό που χαρακτηρίζει την εκπληκτική φωνή και την πορεία της είναι ότι μπορεί να υπερβαίνει τα διακριτά όρια των διαφορετικών μουσικών στυλ, από τη jazz στη soul ως το blues στη neo-jazz, ενώ ταυτόχρονα περνάει τις πολύ δύσκολες καταστάσεις της ζωής της μέσα στην τέχνη της. Και αυτό το κάνει με δυναμικότητα, τρυφερότητα και αισθησιασμό.
Η Βρετανίδα τραγουδίστρια της τζαζ γεννήθηκε σε μια οικογένεια μεικτής αφρικανικής και αγγλικής καταγωγής στη μικρή ανατολικοαφρικανική χώρα του Μαλάουι, που συνορεύει με τη Μοζαμβίκη, την Τανζανία και τη Ζάμπια. Μεγαλώνοντας είχε περιορισμένη έκθεση στη μουσική, αφού η γειτονιά της μπορούσε να συντονιστεί μόνο σε δύο ραδιοφωνικούς σταθμούς (ο ένας στη μητρική της γλώσσα Chewa και ο άλλος στα αγγλικά) και η συλλογή δίσκων του πατέρα της αποτελούνταν κυρίως από άλμπουμ των Beatles. Αυτό άλλαξε όταν οι πολιτικές αναταραχές ανάγκασαν την οικογένειά της να εγκαταλείψει το Μαλάουι και να εγκατασταθεί στο Λονδίνο, όταν η Malia ήταν 14 ετών.
Στο Λονδίνο έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το πλούσιο μουσικό τοπίο που την περιέβαλλε, ανακαλύπτοντας τους χορευτικούς ήχους της new wave που κυριαρχούσαν τότε στην αγγλική μουσική σκηνή. Δεν άργησαν όμως να την τραβήξουν μεγάλες φωνές της τζαζ. Τα είδωλά της ήταν η Billie Holiday, η Sarah Vaughan και η Nina Simone και το στυλ τραγουδιού με το οποίο φλέρταρε ήταν αυτό των δεκαετιών του 60’ και του ‘70.
Η κοσμοθεωρία της άρχισε να αλλάζει όταν γνώρισε σημαντικούς μαύρους καλλιτέχνες. Κάπου εκεί κατάλαβε ότι αυτό που θέλει, είναι να κάνει καριέρα στη μουσική. Αφού τελείωσε το σχολείο, εργάστηκε ως σερβιτόρα ενώ παράλληλα οργάνωσε μία μπάντα για να τη συνοδεύει σε εμφανίσεις που έκανε σε μπαράκια και κλαμπ του Λονδίνου, τραγουδώντας μπαλάντες και jazz standards.
Η μεγάλη αλλαγή μέσα της όμως έγινε όταν επισκέφθηκε τη Νέα Υόρκη και άκουσε την περίφημη Γαλλίδα τραγουδίστρια, ηθοποιό και παρουσιάστρια Liane Foly, να ερμηνεύει ένα pop-jazz κομμάτι σε παραγωγή του σπουδαίου μουσικού André Manoukian.
Η Μάλια ενθουσιάστηκε και επικοινώνησε με τον Manoukian για να ζητήσει τη βοήθειά του για το πρώτο της άλμπουμ, που κυκλοφόρησε το 2002 και είχε τίτλο Yellow Daffodils.
Αν και με αγγλικό στίχο, γνώρισε μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία και τη Γερμανία, για να εξαπλωθεί μετά στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι επόμενες ηχογραφήσεις της τη βοήθησαν να αναγνωριστεί ανάμεσα στους φίλους της jazz στην Ευρώπη και σ’ όλο τον κόσμο ως μία μοναδική φωνή.
Το 2013, το άλμπουμ της Black Orchid, που ήταν αφιερωμένο στη μεγάλη αγάπη της, τη Nina Simone, της εξασφάλισε το βραβείο Echo Jazz ως “International Female Vocalist of the Year”.
Έκανε μια δημιουργική αλλαγή με το άλμπουμ της Convergence του 2014, για το οποίο συνεργάστηκε με τον Boris Blank από το σουηδικό συγκρότημα της ηλεκτρονικής ποπ μουσικής, Yello.
To 2016, με το υπέροχο άλμπουμ της, Malawi Blues/Njira, για το οποίο συνεργάστηκε με τον κιμπορντίστα Alex Wilson, αναζήτησε τις καταβολές και τις ρίζες της στην Αφρική, ενώ στον τελευταίο της δίσκο, που κυκλοφόρησε το 2020 με τίτλο Garden of Eve, έκανε ένα αφιέρωμα στα blues που υπεραγαπά.
Οι δυσκολίες της ζωής και κάποιες περιπέτειες με την υγεία της μετέτρεψαν την πολυτάλαντη Malia σε μία ανήσυχη, πολυσχιδή καλλιτεχνική προσωπικότητα. Την ευκαιρία να δούμε ζωντανά την υπέροχη Malia, θα έχουμε από 23 έως 26 Φλεβάρη, στο Half Note Jazz Club.
Συνοδευόμενη από τον παλιό της συνεργάτη, πιανίστα, Alexandre Saada και τον μπασίστα Gerd Bauder, θα μας ταξιδέψει με τα υπέροχα original κομμάτια της, και φυσικά θα προσεγγίσει τους ήχους της Billie, της Nina αλλά και των blues, με τρόπους απρόσμενους και συναρπαστικούς.
Λίγο πριν την επίσκεψή της, μας αποκάλυψε τα 6 τραγούδια που σημάδεψαν τη ζωή της και τη διαμόρφωσαν ως ερμηνεύτρια.
«Όταν άκουσα τη Billie Holiday να τραγουδά το God bless the Child στο ραδιόφωνο, ένιωσα ότι κάτι εντελώς πρωτόγνωρο με κυρίευσε. Κάτι πάρα πολύ δυνατό που με τράβηξε στον δρόμο της αποκάλυψης. Ήταν σαν να αιωρούμαι στους γαλαξίες, μια έντονη αίσθηση αναζήτησης».
«Η καλύτερη ερμηνεία του Summertime για μένα είναι από την Ella Fitzgerald. Ένιωσα σαν να βρίσκομαι σε τρενάκι του Λούνα Παρκ. Με όλα τα πάνω, τα κάτω, τις στροφές, τις περιστροφές και τη χαρά. Υπέροχα ζαλισμένη σαν παιδάκι που κάνει ρόδα στον αέρα, σε μία παραλία. Η φωνή της με πήρε και με πέταξε μακριά. Με εξύψωσε».
«”Look at me….”. Το όργανο της φωνής της τόσο ελαστικό, τόσο μοναδικό, βαθύ και παιχνιδιάρικο. Μια συχνότητα αργού βρασμού με την οποία μπορώ να συντονιστώ».
«Ακούγοντας τη Nina Simone να τραγουδάει το Strange Fruit, η καρδιά μου έσκασε, το ίδιο και η ψυχή μου. Κάθε λέξη διαπέρασε το δέρμα μου, σαν να ένιωσα τον πόνο όλων εκείνων που υπέφεραν, βασανίστηκαν και έχασαν τη ζωή τους. Εκεί, στο υπνοδωμάτιό μου έπεσα στα γόνατα κάτω. Η ωμότητα, ο αγώνας, το βάθος, η ομορφιά, η δύναμη, η αλήθεια, όλα αυτά μέσα από ένα τραγούδι! Έτρεμα».
«Νιώθω ότι έχω ζήσει αυτούς τους στίχους και μπορώ να ταυτιστώ απόλυτα με αυτό το τραγούδι, με τη φωνή της Joni Mitchell, τα όργανα, τη ζωή».
«Αυτό το τραγούδι πάντα πετυχαίνει να βγάζει τα πιο ανθρώπινα στοιχεία μου. Να μου θυμίζει να σκέφτομαι, να είμαι προσεκτική με τον κόσμο και με τον τρόπο που επηρεάζω τους άλλους. Είναι ένα υπέροχο κομμάτι, αριστοτεχνικά γραμμένο και τραγουδισμένο. Η φωνή του Marvin Gaye δεν σταματά ποτέ να με εμπνέει, είναι τόσο τρυφερή, αγνή και ανήσυχη. Με κάνει να θέλω να γίνομαι καλύτερος άνθρωπος. Ένας καλλιτέχνης που εκτιμώ βαθιά».