Release Athens, ημέρα 2η: Αντιανεμικό, τσεκ (και τελικά αχρείαστο). Γυαλιά ηλίου, τσεκ. Τζιν τόνικ, μπύρες και νερό, τσεκ. Φεστιβαλικό outfit, τσεκ. Ταχυπαλμία, ανυπομονησία, ενθουσιασμός και τόσα ακόμη συναισθήματα, τσεκ. Από νωρίς το απόγευμα, την περασμένη Τετάρτη, όλα ήταν έτοιμα για το εκρηκτικό line up της δεύτερης ημέρας του μεγαλύτερου φεστιβάλ της χώρας, με headliners τον αξεπέραστο του ελληνικού κοινού Nick Cave και τους The Bad Seeds. Μαζί του, οι ατμοσφαιρικοί post rockers, Mogwai, «η Νο1 μπάντα αυτή την στιγμή στον πλανήτη», Fontaines D.C. (δεν το λέμε μονάχα εμείς, αλλά τα NME Awards 2022) και τα «δικά μας» indie παιδιά, οι Sugar For The Pill και οι Royal Arch.
Παραδέχομαι πως όσα ακολουθούν σε αυτό το κείμενο, συνέβησαν σε μία καθόλου νηφάλια διάσταση, αλλά τι σημασία έχει, αφού περάσαμε τόσο καλά.
17:15, οι πόρτες έχουν ανοίξει και οι πρώτοι φεστιβαλιστές του venue τρέχουμε να πιάσουμε κάγκελο.
Στις 17:25, οι Royal Arch ορμάνε στη σκηνή, και παρά το άγχος που διαπερνούσε το σώμα και το βλέμμα τους στην αρχή, δίνουν στη συνέχεια τον καλύτερό τους εαυτό on stage, εντυπωσιάζοντάς μας με το δεμένο παίξιμό τους, την cool ενέργειά τους και το πολύ ενδιαφέρον songwriting τους. Λίγο μετά το set τους, πετυχαίνω τον τραγουδιστή ο οποίος μου δείχνει τη selfie που είχε βγάλει μερικά λεπτά πριν, με τον Grian Chatten, frontman των Ιρλανδών, Fontaines D.C. Γουρλώνω μάτια, του λέω ένα «με χάνετε» και επιστρέφω στο κάγκελό μου για τη συνέχεια.
Έχοντας περάσει πραγματικά καλά με τους Royal Arch, οι Sugar For The Pill έρχονται στη σκηνή για να μας ταξιδέψουν νοητά με τους shoegaze/dream pop ήχους τους. Ίσως να μου έλειψε η ενέργεια και η επαφή με τον κόσμο από την εμφάνισή τους, αλλά τα κομμάτια από το εξαιρετικό ντεμπούτο άλμπουμ τους “Wanderlust”, έκλεψαν τις εντυπώσεις, αφήνοντάς μας μόνο όμορφες αναμνήσεις και εφοδιάζοντάς μας με γλυκές μελωδίες για όσα επρόκειτο να ακολουθήσουν.
Η καρδιά μου πρέπει να ‘χει στουμπώσει στο λαιμό μου, ο οποίος κάπως έχει ξεραθεί και τα μάτια μου έχουν ήδη αρχίσει να βουρκώνουν – «ουφ». Όσα θα διαβάσετε (πέρα από μη νηφάλια), είναι γραμμένα από την καρδιά μιας μεγάλης fan, που κόλλησε με τα τρελά Ιρλανδάκια από την κυκλοφορία του πρώτου τους κιόλας single “Boys In The Better Land”, πίσω στο 2018.
Και τι έχει συμβεί από τότε βρε παιδιά, ε;
Ο λόγος φυσικά για τους Fontaines D.C., οι οποίοι καταβροχθίζουν τη σκηνή από τα πρώτα δευτερόλεπτα που βρίσκονται σε αυτή και μας χαιρετούν. Αν και δεν ήμασταν λίγοι εκείνοι που θα θέλαμε να τους απολαύσουμε τουλάχιστον μια ώρα αργότερα από την προγραμματισμένη (19:15), για να ‘χει πέσει το σκοτάδι που τόσο τους ταιριάζει, τίποτα δεν μας εμπόδισε από το να αφήσουμε τα κοκαλάκια και τα λαρύγγια μας μπροστά στη σκηνή.
Ο Grian μας ρίχνει ένα χαοτικό βλέμμα και δίνει τον ρυθμό. Τα αγόρια από το Δουβλίνο κάνουν την αρχή με το “In ár gCroíthe go deo”, από το συγκλονιστικό τρίτο άλμπουμ τους Skinty Fia, που όπως όλα δείχνουν, ανακηρύσσεται ως άλμπουμ της χρονιάς.
Τι να πω τώρα για όσα ακολούθησαν. Πέρα από τα ακατάπαυστα ουρλιαχτά, τα δάκρυα που άρχισαν αβίαστα να κυλούν στο πρόσωπό μου, τις καρδιές που τους σχημάτιζα με τα χέρια μου και τα cringe “Grian I love you” που ξεστόμιζα κάθε τόσο ξεκουφαίνοντας τους διπλανούς μου, το μονόωρο set τους είχε όλα όσα θα κάνουν μελλοντικά πολύ κόσμο να καταλάβει, γιατί αυτή η μέρα του Release άξιζε πρώτα απ’ όλα για τους Fontaines D.C. Όπως συνέβη με πολλά συγκροτήματα που κάποτε βρίσκονταν τρίτα και τέταρτα στη σειρά των line up (βλέπε Arctic Monkeys), γεμίζοντας στάδια ως headliners μερικά χρόνια αργότερα, κάτι τέτοιο φαίνεται πως θα συμβεί και με τα super-boys του post-punk. Θα μας θυμηθείτε.
Μπορεί η πλειονότητα του κόσμου που βρέθηκε στο live των Fontaines, να βίωσε αρκετά ήρεμα και με λίγο τραγούδισμα την εμπειρία αυτή, ωστόσο υπήρξαμε κι εμείς οι φανατικοί που δεν σταματήσαμε να τραγουδάμε και να νιώθουμε δυνατά.
Highlight της βραδιάς (πέρα από το δικό μου παραλήρημα), ήταν ένας κύριος που βρισκόταν δίπλα μου, αγκαλιά με τη σημαία της Ιρλανδίας.
Sha Sha Sha, Roman Holiday, I Don’t Belong, Televised Mind, Nabokov (το επικό), Too Real, Jackie Down the Line, Boys in the Better Land και ένα I Love You το οποίο μας τσάκισε για κλείσιμο, έγιναν τα κορυφαία κομμάτια του set τους, που όταν συνειδητοποιήσαμε ότι είχε φτάσει στο τέλος του, μια θλίψη μας την έφερε. Εις το επανιδείν, φανταστικά αγόρια.
Λουίζα Σολομών-Πάντα
Ώρα 20:30. Προσπαθώ να συνέλθω από το εκρηκτικό live των Fontaines DC. Δεν είναι εύκολο. Δύσκολη η επικοινωνία με τους γύρω. Το πλήθος έχει αρχίζει να πυκνώνει πλέον και μπροστά στα πλαϊνά κάγκελα. Αποφασίζω να ακούσω με την παρέα μου τους Mogwai χαλαρά, ξάπλα στο τσιμέντο, πίσω από τον ηχολήπτη, μαζί με πολλές άλλες παρέες. Οι Σκωτσέζοι αποδεικνύονται για ακόμη μία φορά σπουδαίοι, με τις επικές συνθέσεις τους να συντροφεύουν ονειρικά τα χρώματα του δειλινού.
Ίσως φταίει η ορμή των Fontaines DC που τα πήραν όλα και τα σήκωσαν προηγουμένως, ίσως ότι προετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη συναισθηματική φόρτιση που (ξέρουμε) ότι θα μας προκαλέσει ο Αυστραλός δανδής, έτσι η δική μου παρέα νιώθει λίγο σαν να έχει βρεθεί σε διαφορετική φεστιβαλική μέρα.
Κάπως δεν δένουν οι τρεις αυτές συνθήκες μέσα μας.
Ξεκινά μια κουβέντα για το ποιος καλλιτέχνης θα μας ταίριαζε περισσότερο μετά τους γκαζωμένους Ιρλανδούς και πριν τον ακούραστο συχνό ηθικό αυτουργό των συναυλιακών μας ηδονών. Ο Πάντσος ψηφίζει Tori Amos, έχω λέω «φυσική και αναμενόμενη η επιλογή μου αλλά, ρε φίλε PJ Harvey ξανά και ξανά». Κάπου εκεί ξαπλώνουμε και χανόμαστε στο combo Mogwai-Magic Sunset. Φάγαμε και τηγανιτές πατάτες με κέτσαπ και όλα ήταν υπέροχα.
Νύχτωσε. Στο μπαρ κάνουν λάθος και μου δίνουν αντί για σκέτο αναψυκτικό, ένα ενισχυμένο με ουίσκι. Θυμάμαι το παλιό αστειάκι ραδιοφωνικών παραγωγών στα 80s: «Ο Νικολάκης ο Σπηλιάς (Nick Cave) και ο Τζόνι ο Περπατητής» και συνειδητοποιώ ότι είμαι εντελώς μπούμερ για να το αγνοήσω.
Φύγαμε από τα πίσω τσιμέντα και πήγαμε στα πλαϊνά μπροστά αριστερά.
Η τεράστια αναμονή από την ώρα που έφυγαν οι Mogwai έχει προκαλέσει σε εμάς τους 50άρηδες λίγο πιάσιμο στη μέση, λίγη ανυπομονησία να βγει ο Nick Cave και να μην πάει πάρα πολύ αργά γιατί πώς θα ξυπνήσουμε να δουλέψουμε αύριο (εκεί καταντήσαμε).
22:45. Όλα αυτά ξεχνιούνται με το που κάνει την εμφάνισή του στη σκηνή ο ιερέας της βραδιάς. Γιατί, χωρίς πλάκα, αυτό που κάνει ο Nick Cave σε κάθε συναυλία του είναι σαν ιεροτελεστία. Και μάλλον το έχει καταλάβει και ο ίδιος, αφού στη σκηνή μαζί του εκτός από την σπουδαία μπάντα του, τους Bad Seeds και τον λατρεμένο και εκρηκτικό Warren Ellis βρίσκεται στα φωνητικά ένα γκόσπελ τρίο. Διαφορετικές εκτελέσεις κομματιών, (το Mercy Seat μπορεί να μην έχει από την αρχή τις καταιγιστικές ριπές που γνωρίζουμε αλλά μας χτυπά σαν γροθιά), συνομιλίες με το κοινό, το χέρι του μπλεγμένο σφιχτά με τα χέρια των θεατών, σαν δύναμη τιτάνων που τίποτα δεν τη νικά.
Και η στιγμή που κάθεται στο πιάνο και την ώρα που ακούγονται οι πρώτες νότες του “O Children”, ξεπροβάλλει το τεράστιο πορτοκαλί φεγγάρι πίσω από τη γέφυρα. Και όλοι σκεφτόμαστε τα παιδιά του που έχασε, κοιταζόμαστε βουρκωμένοι, κουνάμε το κεφάλι, αγκαλιαζόμαστε, νιώθουμε σαν να αγκαλιάζουμε τον ίδιο. Δεν ξέρω αν το ένιωσε αλλά υπήρξε μια στιγμή που μας κοίταξε με το ίδιο βουρκωμένο βλέμμα. Μπορεί να έρχεται στη χώρα μας συχνά τα τελευταία 40 χρόνια, κάθε εμφάνισή του όμως είναι αξεπέραστη γι’ αυτό πάντα οι πιστοί του θα βρίσκονται εκεί, σε κάθε του συναυλία.
Μπορεί την Τετάρτη να μην έβρεξε, όπως είχε συμβεί στην τελευταία του εμφάνιση εδώ αλλά ειλικρινά, τα δάκρυα που βλέπω σε πολλά πρόσωπα στο κοινό, είναι πιο σαρωτικά και από την πιο δυνατή καταιγίδα.
Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά