Τη στιγμή που θα έβλεπα τον Abel Tesfaye (The Weeknd) live την ονειρευόμουν προ κόβιντ εποχής. Περίμενα την παγκόσμια περιοδεία για να τρέξω κάπου στην Ευρώπη, να μου φύγει ο καημός. Και μετά έσκασε ο κόβιντ. Και το όνειρο πήρε αναβολή.
Στην καραντίνα, η playlist με τα αγαπημένα μου τραγούδια έπαιζε σχεδόν καθημερινά. Πέρασαν τα χρόνια, ο καημός μεγάλωνε, είχα βάλει notifications στα stories του για να μη χάσω κάτι, μέχρι που ανακοίνωσε (επιτέλους) τον χειμώνα που μας πέρασε τις ημερομηνίες για Ευρώπη. Τρέλα, χαρά, πανικός, αλάρμ στο ημερολόγιο για να είμαι από πάνω από το laptop μόλις αρχίσει η προπώληση. Διάλεξα το Μιλάνο. Για πολλούς λόγους. Είναι κοντά, άρα όχι πολλή ώρα στο αεροπλάνο (δεν περνάω καλά, το θέλω το ηρεμιστικό μου), αλλά και εύκολο να μείνω μόνο δύο μέρες, έχει πιο φθηνά αεροπορικά αλλά και τα εισιτήρια της συναυλίας ήταν πιο οικονομικά, βόλευε η ημερομηνία σε σχέση με όλες τις άλλες συναυλίες που είχα να δω στην Αθήνα και μία μέρα πριν έπαιζαν και οι Måneskin που ήθελε να δει η αδερφή μου (ευτυχώς που βιώσαμε και αυτό και μας αποζημίωσε).
Παρ’ ότι έκλεισα τα εισιτήρια τη στιγμή που άνοιξε η προπώληση, η επιλογή ήταν μόνο αρένα γενική είσοδος. Κανένα golden circle ή vip ή early birds. Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, συνήθως εκείνη τη στιγμή επικρατεί ο πανικός και κλείνεις ό,τι βρίσκεις με τον φόβο ότι θα γίνει sold out και δεν θα βρεις τίποτα. Όπως και έκανα. Και ήμουν ήσυχη ότι η παραγωγή έχει επιλέξει τον χώρο έτσι ώστε όλοι να μπορούν να έχουν θέα στη σκηνή με τα κτίρια της Νέας Υόρκης στο βάθος αλλά και τα εντυπωσιακά σκηνικά επάνω στον μακρύ διάδρομο που φτάνει μακριά μέσα στο πλήθος, με το τεράστιο ρομπότ και το φεγγάρι. Και έτσι, ήσυχη και χαρούμενη, έφτασα στο Μιλάνο στις 25 Ιουλίου.
Μία μέρα πριν, ανακοινώθηκε ότι οι πόρτες θα άνοιγαν στις 2μιση το μεσημέρι ενώ για τα early birds, τα vip και τα golden circle (τα οποία δεν είχα επιλογή να κλείσω τότε) είχε άλλες οδηγίες και ώρες προσέλευσης. Καταφέραμε να φτάσουμε στις 3μιση, με τον ήλιο να βαράει αλύπητα παρά τους 28 βαθμούς, καταϊδρωμένες και από το άγχος ότι τελικά υπάρχουν διαφορετικά sections στο κοινό και από το τρέξιμο. Το πρώτο πράγμα που προσέξαμε πριν καν μπούμε στον χώρο ήταν μια ουρά χιλιομέτρων από πεταμένα πλαστικά μπουκάλια, σκουπίδια, κουβέρτες και sleeping bags περιμετρικά του τεράστιου ιπποδρόμου. Γιατί, ξέχασα να σας πω, τα δύο live στις 26 και 27 Ιουλίου δεν έγιναν σε στάδιο όπως σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις (που είναι και το λογικό για τόσο πολυπληθείς συναυλίες) αλλά σε έναν αχανή, μακρύ, επίπεδο ιππόδρομο. Τι σημαίνει αυτό; Ότι 80.000 άτομα δεν διοχετεύονται σε αμφιθεατρικές κερκίδες αλλά βρίσκονται όλα κάτω και φτάνουν ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΜΑΚΡΙΑ από το κεντρικό σημείο του σόου. Άρα, το μεγαλύτερο μέρος του κοινού δεν έχει οπτική επαφή με τον καλλιτέχνη.
Ακόμα και μέσα στον χώρο, στο πρώτο κομμάτι πριν από τους ελέγχους εισιτηρίων και τσαντών, υπήρχαν άπειρα σκουπίδια και πεταμένα σκεπάσματα. Με λίγα λόγια, χιλιάδες fans διανυκτέρευσαν εκεί από την προηγούμενη μέρα για να μπορέσουν να φτάσουν κοντά στον Abel. Και αυτό φάνηκε μόλις μπήκαμε, αφού ήδη το πλήθος έφτανε μέχρι πολύ πίσω από τον μακρύ διάδρομο του stage. Αν κάτι ήταν σωστά στημένο στον χώρο, ήταν τα άπειρα περίπτερα με merchandise, ποτά, νερά, αναψυκτικά και φαγητά που υπήρχαν παντού περιμετρικά αλλά, αν εξαιρέσεις το νερό που το χρειαζόσουν διαρκώς μέσα στον ήλιο, δεν ήταν και τόσο απαραίτητα αφού και φαγητά επέτρεπαν να περάσεις μέσα και νερά και αναψυκτικά. Επιπλέον, υπήρχαν πλανόδιοι με ψυγειάκια που περνούσαν ανάμεσα στο πλήθος το οποίο λιαζόταν τέζα κάτω, σαν σκηνικό από παραλία της Αττικής ημέρα ακραίου καύσωνα.
Όταν διαπιστώσαμε τι συμβαίνει και πόσο δύσκολο είναι να προχωρήσουμε, η απογοήτευσή μας ξεκίνησε με βρισίδια στα ελληνικά, συνέχισε με λίγα κλάματα και κατέληξε σε οριζοντιοποίηση στο χορτάρι, πίσω από κάτι γερανούς με ηχεία και μια μικρή οθόνη που βρισκόταν αρκετά χαμηλά.
Κάπου στο βάθος φαινόταν το ρομπότ και τα σκηνικά της Νέας Υόρκης. Βρισίδια στα ελληνικά ακούσαμε πολλά ακόμα, αφού είχε γίνει κανονική απόβαση στο Μιλάνο από Έλληνες (πιο πολύ ακούγαμε ελληνικά παρά ιταλικά όσες μέρες ήμασταν εκεί). Πάνω από τα κεφάλια μας περνούσαν πολλά πόδια, αντιηλιακά, λεφτά που πήγαιναν από χέρι σε χέρι στους πλανόδιους πωλητές και νερά πίσω σε αυτούς που είχαν στείλει τα λεφτά. Από τις τσάντες των νεαρών παιδιών έβγαιναν σάντουιτς και πανίνι που είχαν φτιάξει οι μαμάδες και τα είχαν τυλίξει ευλαβικά με αλουμινόχαρτο, από πάνω χαρτί και από πάνω σελοφάν. Και η ώρα δεν περνούσε.
Όταν βγήκε στις 18:45 ο Mike Dean, ο παραγωγός του Weeknd για ένα DJ set αλλά και αργότερα, στις 19:30 που εμφανίστηκε ο Kaytranada, υπήρχαν πολλοί που έριχναν τον υπνάκο τους ή που αναρωτιόντουσαν με απλανές βλέμμα στο άπειρο, τι τους έχει βρει και αν θα καταφέρουν στις 21:00 που θα βγει το είδωλο να δουν έστω τη μπαντάνα που φοράει στο κεφάλι του στις συναυλίες. Κάπως έτσι ήμασταν κι εμείς, ένα με το γρασίδι. Κι εκεί που πλέον είχα αρχίσει να αποδέχομαι το γεγονός ότι μάλλον θα βλέπω μόνο υψωμένα χέρια με κινητά, δίπλα μας πέρασε ένα κοριτσάκι, γύρω στα 12, με τον αγχωμένο μπαμπά της, που είχε έρθει από την Ελλάδα και έκλαιγε μόλις κατάλαβε ότι θα έχει την ίδια τύχη. Και πολύ θέλησα να το πάρω αγκαλιά να το παρηγορήσω, αλλά εδώ δεν μπορούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι δεν πειράζει που πλήρωσα 100 ευρώ για να βλέπω το live σαν από προτζέκτορα σε open air cinema festival (βασικά χειρότερα, αφού η οθόνη ήταν ασπρόμαυρη, μικρή και αρκετά χαμηλά, κάτω από το ύψος πολλών μπροστινών κεφαλιών).
Είπα να το ρίξω στην τρελή και άρχισα να χαζεύω τα όμορφα ημίγυμνα αγόρια γύρω μου που είχαν σκάσει και είχαν πετάξει τις μπλούζες, μέχρι που ξαφνικά η μουσική δυνάμωσε πριν ακόμα νυχτώσει και από τις τσιρίδες καταλάβαμε ότι μάλλον ξεκινάει το σόου. Σηκωθήκαμε και η χαρά μας ήταν τόση που τουλάχιστον βλέπαμε το τεράστιο σκηνικό-φεγγάρι το οποίο κρεμόταν ψηλά, που αρχίσαμε να τραγουδάμε και να χορεύουμε. Δε βαριέσαι, εδώ που φτάσαμε τουλάχιστον ας το διασκεδάσουμε όσο μπορούμε βρε αδερφέ.
Και είναι αλήθεια ότι το setlist μας αποζημίωσε (ή έστω μας έβαλε σε mood για πάρτυ για να το πω πιο σωστά) αφού ήταν όλα τα τραγούδια διαλεγμένα άψογα. Ακόμα και εκεί που βρισκόμασταν ο ήχος ήταν πολύ καλός, ήθελες δεν ήθελες ένιωθες τον παλμό και κανείς δεν σταμάτησε να τραγουδάει δυνατά μέχρι να ακουστεί το τελευταίο track, που δεν ήταν άλλο από το Moth to a flame. Ο ίδιος ο Abel είχε τεράστια κέφια (ό,τι περιγράφω το είδα από την οθόνη μην ξεχνάμε), κατέβηκε πολλές φορές στους fans του στο golden circle, τους αγκάλιασε, τους φίλησε, τους έδωσε το μικρόφωνο να τραγουδήσουν, πήρε τα κινητά τους που τραβούσαν βίντεο και τραγούδησε στην κάμερα, χαμογελούσε σε όλους τους τυχερούς που είχαν τα καλά τα εισιτήρια. Εμείς πάλι, σκουντούσαμε την μπροστινή που είχε ανέβει στους ώμους του αγοριού της γιατί μας έκοβε τη θέα από την ασπρόμαυρη οθόνη.
Οι χορεύτριες που τον περιέβαλαν με τα πέπλα τους κάτω από το φεγγάρι ήταν υπέροχες, οι προβολείς φώτιζαν τον ουρανό, στα μπαλκόνια των γύρω πολυκατοικιών ο κόσμος χόρευε με φακούς για να κάνει εφέ και τα δικά μας χέρια αναβόσβηναν στον ρυθμό αφού μπαίνοντας μας είχαν φορέσει κάτι πλαστικά βραχιολάκια που τα ενεργοποιούσε κάποιο σύστημα της παραγωγής και δούλευαν σαν φωτορυθμικά σε φάσεις. Και τι να πω για τη φωνή του; Αγγελική, έφτανε μέχρι τα ουράνια. Πραγματικά μας είχε συνεπάρει όλους.
Εν κατακλείδι, το σόου του Weeknd είναι όντως η πιο ακριβή παραγωγή που έχει γίνει φέτος. Και έχει σπάσει κάθε ρεκόρ σε προπώληση. Και είναι ένα σόου που αν μπορείς να το απολαύσεις σωστά οπτικοακουστικά, θα το θυμάσαι σαν ένα από τα πιο συγκλονιστικά πράγματα που έχεις δει ποτέ. Το επιβεβαίωσε και ο φίλος μου ο Denis D’ Or που βρέθηκε εκεί την επόμενη μέρα με golden circle εισιτήριο και μου έστειλε φωτογραφίες και βίντεο (να ‘ναι καλά, γιατί θα είχα μόνο φωτογραφίες από το κοινό για το άρθρο) αλλά και κάποιοι άλλοι φίλοι που κατάφεραν να χωθούν πιο μπροστά και να έχουν μια μακρινή μεν, αλλά καλύτερη οπτική επαφή από τους υπόλοιπους 50.000 ανθρώπους που έκαναν ζουμ στις οθόνες με τα κινητά τους.
Ποιο είναι λοιπόν το μάθημα από αυτό το live; Ότι πριν κλείσουμε εισιτήρια για μια τέτοια τεράστια συναυλία, τσεκάρουμε τον χώρο αν έχει κερκίδες ή όχι και αναλόγως ψάχνουμε golden circle ή όχι. Γενικά προτιμάμε τα στάδια που εκτός από κερκίδες έχουν και τρομερή ηχητική και νιώθεις τον τόπο να σείεται (όπως έγινε την προηγούμενη μέρα στους Maneskin).
Οφείλω να αναγνωρίσω και την οργάνωση της αστυνομίας εκτός του χώρου, που φρόντισε ώστε να φύγουν τα αυτοκίνητα αλλά και οι πεζοί ομαλά και γρήγορα και άφηναν τον κόσμο να μπει στο μετρό χωρίς εισιτήρια (είχαν ανοίξει τις μπάρες) για να μην υπάρξει καμία συμφόρηση. Μπορεί να μην ήταν αυτό το βράδυ ακριβώς όπως το ονειρευόμουν, αλλά ήταν ένα καλό μάθημα για επόμενες αντίστοιχες διοργανώσεις. Και ελπίζω αν κάποια στιγμή έρθει και στην Ελλάδα, να γίνει η συναυλία σε έναν χώρο σαν το ΟΑΚΑ. Abel, έχεις αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς. Φρόντισε…