«Η ζωή του δεν λέει τίποτα για το έργο του και το έργο του δεν λέει τίποτα για τη ζωή του». Σύμφωνα με τους βιογράφους του, η παραδοχή αυτής της παραδοξότητας ως αλήθεια, είναι το σημείο-κλειδί για όσους θέλουν να μελετήσουν την πορεία του μεγάλου Αυστριακού συνθέτη Άντον Μπρούκνερ.
Πράγματι, λίγοι θα μπορούσαν να πιστέψουν ότι πίσω από τα ογκώδη, περίτεχνα και υπαρξιακά συμφωνικά έργα του, βρισκόταν ένας μάλλον απλοϊκός άνθρωπος μεγαλωμένος στην επαρχία και αφοσιωμένος στον καθολικισμό. Η βαθιά του πίστη, άλλωστε, του απέδωσε το προσωνύμιο «ο συνθέτης του Θεού».
Η σοβαρή ενασχόληση του Μπρούκνερ με την σύνθεση άρχισε περίπου στην ηλικία των σαράντα. Προηγουμένως, είχε εργαστεί ως καθηγητής, ενώ είχε καταφέρει να αποκτήσει μεγάλη φήμη ως οργανίστας, δίνοντας αρκετά ρεσιτάλ σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Παρά την αναγνώριση, όμως, παρέμεινε ταπεινός και ανασφαλής. Έκανε την προσευχή του πριν την κάθε του εμφάνιση και μπορούσε να γίνει εμμονικός με ασήμαντες λεπτομέρειες προκειμένου να πετύχει την ιδανική ερμηνεία.
Η μεγαλύτερή του επιρροή ήταν αναμφίβολα ο Βάγκνερ, στον οποίο αφιέρωσε και την Τρίτη Συμφωνία του. Αυτός ο θαυμασμός, όμως, στη Βιέννη εκείνης της περιόδου έμελλε να του στοιχίσει. Ο συνθέτης βρέθηκε άθελά του ανάμεσα στη διαμάχη των θαυμαστών του Βάγκνερ και του Μπραμς. Εξ’ αρχής του αποδόθηκε ο χαρακτηρισμός του «βαγκνερικού», με αποτέλεσμα να θεωρηθεί εχθρός για όσους βρίσκονταν στο αντίπαλο “στρατόπεδο”. Φανατικός, μεταξύ αυτών, ο πανίσχυρος «αντί-βαγκνερικός» μουσικοκριτικός της εποχής, Έντουαρντ Χάνσλικ, που δεν παρέλειπε να τον κατακεραυνώνει σε κάθε ευκαιρία. Για την πρεμιέρα της Τρίτης του Συμφωνίας είχε γράψει: «Ένα φάντασμα της 9ης συμφωνίας του Μπετόβεν που αποκτά φιλικές σχέσεις με τις “Βαλκυρίες” του Βάγκνερ και καταλήγει ποδοπατημένο κάτω από τα πέλματά τους». Ενώ, σε στιγμές ειλικρίνειας, παραδεχόταν «Αν θέλω να καταστρέψω κάποιον, τον καταστρέφω».
Ο Μπρούκνερ, αμφιβάλλοντας ήδη για τις ικανότητές του, καταρρακωνόταν ακούγοντας τέτοιου είδους σχόλια. Οι αρνητικές κριτικές τον έκαναν να προβαίνει σε συχνές αναθεωρήσεις των έργων του, αφού συνήθως, οι πρώτες του εκδοχές παρουσίαζαν μεγάλη αντιστικτική και ρυθμική πολυπλοκότητα και κρίνονταν από μουσικούς και μαέστρους ως αδύνατες να παιχτούν. Οι μουσικολόγοι ονόμασαν την ύπαρξη των πολλαπλών – και συχνά αντικρουόμενων – εκδοχών των συμφωνικών του έργων, «πρόβλημα Μπρούκνερ». Μάλιστα, πολλές παρεμβάσεις σε μεταγενέστερες εκδόσεις των έργων έχουν γίνει από φίλους και συνεργάτες του συνθέτη, δημιουργώντας προβληματισμό σχετικά με το αν εξυπηρετούν το υπόλοιπο όραμα των έργων.
Κατά γενική ομολογία, ο Μπρούκνερ, ήταν ένας μάλλον ιδιόρρυθμος χαρακτήρας παρά τη συστολή και τη μετριοπάθειά του. Είχε κάνει πρόταση γάμου σε σχεδόν κάθε έφηβη κοπέλα που γνώριζε, ενώ οι μαθήτριες στο ωδείο που δίδασκε παραπονούνταν για την απρεπή του συμπεριφορά. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το περιεχόμενο των ημερολογίων του, στα οποία υπήρχαν ολόκληρες λίστες με ονόματα νεαρών γυναικών (οι περισσότερες ανήλικες) που έβρισκε ελκυστικές. Από τα ημερολόγιά του αποδεικνύεται, επίσης, η μανία που είχε να μετράει τα παράθυρα και τα τούβλα των κτιρίων, καθώς και τα μέτρα στις συνθέσεις του, ώστε να είναι ομοιόμορφα.
Η εύθραυστη ψυχική υγεία του Μπρούκνερ φαίνεται ότι κλονιζόταν συχνά και από την αδυναμία του να βρει σύζυγο. Μια μόνο φορά βρέθηκε κοντά στο γάμο, όταν παραλίγο να παντρευτεί μια καμαριέρα, αλλά ο αρραβώνας χάλασε όταν η γυναίκα αρνήθηκε να γίνει καθολική. Εκείνος, μέχρι το τέλος της ζωής του δεν έχασε την πίστη του, αφιερώνοντας μάλιστα την τελευταία συμφωνία του, την Ενάτη – που παρέμεινε ημιτελής – στον «καλό Θεό».
Τα ανέκδοτα για το βίο και την πολιτεία του συνθέτη δεν τελειώνουν εδώ, όμως. Φαίνεται ότι είχε πάντα εμμονή με τον θάνατο. Όταν πέθανε η μητέρα του, ζήτησε να βγάλουν φωτογραφία το άψυχο σώμα της και τη συγκεκριμένη φωτογραφία επέλεξε να την τοποθετήσει στην αίθουσα που δίδασκε. Όταν πέθανε ο ίδιος, άφησε εκτενείς οδηγίες σχετικά με την κηδεία και την ταφή του.
Παρά την εκτενή παραφιλολογία που συνόδευε την προσωπικότητά του, αλλά και την δριμεία κριτική που δέχθηκε κατά καιρούς από τους οπαδούς του Μπραμς, θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι ο Άντον Μπρούκνερ έζησε στην αφάνεια. Η αναγνώριση ήρθε με την περίφημη Έβδομη Συμφωνία του, την οποία επικύρωσε η Όγδοη, γνωστή και ως «Αποκαλυπτική». Μέχρι και ο περιβόητος επικριτής του, Έντουαρντ Χάνσλικ, παρόλο που δεν άντεξε να ακούσει ολόκληρο το έργο και αποχώρησε στο αργό μέρος, έγραψε ότι είχε «ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες». Αυτά ήταν τα πιο κολακευτικά του λόγια μέχρι τότε για τον συνθέτη.
Σε κάθε περίπτωση, η μουσική του Άντον Μπρούκνερ δεν μπορεί να βιωθεί σαν μια εφήμερη απόλαυση, μια ευχάριστη φυγή από την πραγματικότητα. Αντιθέτως, ο δημιουργός φτιάχνει εδώ μια νέα πραγματικότητα, ένα δικό του σύμπαν με τους δικούς του όρους, στο οποίο καλεί τους ακροατές να βυθιστούν και να βρουν την ομορφιά.