*Ωσάν να ενοχλείται πότε κανείς εις τον κόσμον δι’ όσους η χειρ του Θανάτου σημειώνει με την μαύρην σφραγίδαν της. (Ο Αυτόχειρ, Μιχαήλ Μητσάκης, 1895).
*Και ενώ εκατέβαινα δια της οδού Λυκαβήττου επανήρχοντο εις το πνεύμαν μου σκέψεις τα οποία πολλάκις έκαμα φια την απάθειαν της φύσεως ως προς τας αθλιότητας… ως προς τη συννεφιάν και την οδύνην που έχομεν εις την ψυχήν. (Ο Μαύρος Γάτος, Ιωάννης Κονδυλάκης, 1916).
*Θα την συνέλαβεν, αναμϕιβόλως, αρκουδόπουλον μικρόν, πλήρες αγριότητος και ρώμης, γεμάτον από τον ακάθεκτον χυμόν ζωής, μέσα εις των δασών τα μαύρα βάθη,νύκτα τινά, τρικυμιώδη. (Η Αρκούδα, Μιχαήλ Μητσάκης, 1883).
Τρεις ηθοποιοί και τρεις πεζογράφοι συναντιούνται κατά την προσπάθεια μέτρησης ενός συναισθήματος. Οι μεν πρώτοι ανήκουν σε μια γενιά σύγχρονη, οι δε δεύτεροι άφησαν πίσω κείμενά τους που περιγράφουν άλλες εποχές, πιο μακρινές. Ωστόσο, η θεματική που τους ενώνει σε μια σκηνή έχει αποδείξει πως ξεπερνά τα χρονικά σύνορα. Η Μυρτώ Πανάγου σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην παράσταση που θα παρουσιάζεται μέχρι την Κυριακή 22 Νοεμβρίου στο Tesla Basement του Bios της οδού Πειραιώς, περιγράφει την αγάπη της για την νεοελληνική λογοτεχνία, συγκρίνει ανθρώπινα προβλήματα του παρελθόντος με τρέχοντα και εξηγεί στην Popaganda αν τελικά υπάρχει αυτή η «μονάδα μέτρησης πόνου»…
Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με αυτά τα τρία πεζογραφήματα και πως αποφάσισες να τα ταιριάξεις σε ένα θεατρικό έργο; Η ελληνική λογοτεχνία προσφέρει μια πάντα πλούσια και ανεξερεύνητη δεξαμενή υλικού με ευχάριστα και προκλητικά ταξίδια. Κάπως έτσι λοιπόν εξερευνώντας κείμενα, έπεσα πάνω στα τρία που απαρτίζουν και την παράσταση μας. Στην αρχή δεν ήξερα τι ακριβώς με κέρδιζε στο καθένα αλλά για κάποιο λόγο ήθελα να τα δω να συνομιλούν μεταξύ τους. Στην πορεία φωτίστηκε η θεματική του πόνου. Παρατήρησα πως η έννοια του «πάσχοντος» – είτε σωματικά μιλώντας , είτε ψυχικά, είτε ακόμα και ως ένας παρατηρητής που στέκει ανήμπορος μπροστά στον ανάλγητο μηχανισμό της κοινωνίας που τον περικλείει – ήταν σταθερά παρούσα στα συγκεκριμένα κείμενα. Το υποκείμενο που πάσχει λοιπόν υπήρξε το κέντρο μας και ο πόνος η βάση μας. Ένα θέμα που αν μη τι άλλο μας πρόσφερε γενναιόδωρο υλικό προς εξερεύνηση.
Ένα συναίσθημα καταγεγραμμένο τη δεκαετία του 1880 είναι δυνατό να προσομοιάζει με αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως πόνο σήμερα; Αυτά τα κείμενα «μιλούν» μέχρι το σήμερα ακριβώς γιατί αναφέρονται σε κάτι πανανθρώπινο, κάτι που ξεπερνάει χρονικά όρια. Μπορεί δηλαδή ο Παύλος Δαμουλής του Ιωάννη Κονδυλάκη το 1900 να μοιάζει με έναν άνθρωπο που σήμερα που ζει στον Βοτανικό και από τα τόσα που τον καταπιέζουν, διαλύεται και πάσχει και η δική του η ψυχή αντίστοιχα. Μπορεί ένας άνθρωπος της κοινωνίας του 2015 όπου καταπατούνται όλα του τα βασικά δικαιώματα να αισθανθεί σαν το εξευτελισμένο ζώο της αρκούδας που συναντάμε στο ομώνυμο διήγημα του Μιχαήλ Μητσάκη. Στην εποχή που ζούμε ο πόνος υπάρχει παντού, άρα υπάρχει χώρος και γι’ αυτά τα διηγήματα.
Θεωρείς πως υφίσταται μια τέτοιου είδους μονάδα μέτρησης; Ο τίτλος πιο πολύ ειρωνικός και λογοπαίγνιο είναι , παρά ουσιαστικός. Μέσα από τον τρόπο που μπλέχτηκαν τα συγκεκριμένα διηγήματα, αποδεικνύουν ότι ο πόνος δεν συγκρίνεται, ούτε μετριέται. Στέκει απλά εκεί και σαρώνει τα πάντα. Οι πάσχοντες -είτε είναι ζώα , είτε άνθρωποι – ταυτίζονται και γίνονται τελικά ένα ενιαίο υποκείμενο πόνου.
Το δραματοποιημένο κείμενο προτείνει τελικά έναν τρόπο λύτρωσης; Η λύτρωση έρχεται πιστεύω μέσα από την ίδια την θεατρική δράση. Από το γεγονός πως ο πόνος επικοινωνείται, από το ότι προβληματίζεσαι παρακολουθώντας την, από το ότι σπάει λίγο ένα αίσθημα μοναξιάς που ο πόνος συχνά επιβάλλει. Προσπαθήσαμε άλλωστε στην παράσταση με παιχνιδιάρικους τόνους και κωμικές νότες ανά στιγμές να το επικοινωνήσουμε αυτό όχι μόνο βαρύγδουπα και «σοβαρά» αλλά και με χιούμορ, σαρκασμό και ίσως και την ειρωνεία που του αρμόζει.
Μια σύγχρονη κατάσταση που νιώθεις πως θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στην θεματική της παράστασης; Πόνος είναι να έχεις 100 βρεγμένους πρόσφυγες και μόνο 20 κουβέρτες να τους μοιράσεις. Είναι η μουσκεμένη μάνα απ’ τη Συρία που περπατά πέντε ώρες στη βροχή με ένα μωρό δέκα ημερών στην αγκαλιά της. Πόνος είναι τα ξεφούσκωτα σωσίβια που βρίσκονται ξεβρασμένα σε μια παραλία.