Meet Me In The Bathroom: Το πιο κουλ μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς μόλις προβλήθηκε στο Sundance

In many ways, they’ll miss the good old days: το “they” σε αυτή την περίπτωση είναι οι millennials μιας συγκεκριμένης συνομοταξίας που θα καταβροχθίσουν το ντοκιμαντέρ Meet Me In The Bathroom, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της δημοσιογράφου Λίζι Γκούντμαν για τη εκείνη τη σύντομη, μαγική στιγμή στην αυγή του 21ου αιώνα που μια τέλεια καταιγίδα συγκυρίας, έμπνευσης και δίψας για αλλαγή οδήγησε στην αναγέννηση του ροκ από συναρπαστικές indie μπάντες με ορμητήριο την Νέα Υόρκη. Η μεγαλύτερη και καλύτερη από αυτές ήταν, βεβαίως, οι Strokes, και το ντοκιμαντέρ κινείται στην τροχιά τους, μαζί με τους Yeah Yeah Yeahs, τους Interpol, τους TV On The Radio, τους LCD Soundsystem, τους Rapture και τους Moldy Peaches (γιατί όχι), των οποίων οι ιστορίες φτιάχνουν τη ραχοκοκαλιά της κινηματογραφικής εκδοχής του Meet Me In The Bathroom, από τους Γουίλ Λάβλεϊς και Ντίλαν Σάδερν, σκηνοθέτες του Shut Up and Play the Hits.

Η ταινία, που μόλις έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ του Sundance, αποτελεί ένα “χειροποίητο” snapshot μιας εποχής στον προθάλαμο της σύγχρονης τεχνολογίας, χρησιμοποιώντας μόνο αρχειακό υλικό και μαγνητοσκοπημένες ακουστικές συνεντεύξεις (εδώ κανένα talking head 45άρη ροκά δεν διακόπτει την αγνή νοσταλγία με την ύστερη γνώση του σε κρυστάλλινο HD – οι μόνοι σύμμαχοι της αλήθειας είναι πλάνα από mini DV που μαρτυρούν αδυσώπητα την ηλικία τους). Οι φανατικοί ακόλουθοι των Strokes θα αναγνωρίσουν την πλειοψηφία του υλικού από το διαθέσιμο δωρεάν στο YouTube ντοκιμαντέρ In Transit, αλλά δεν θα μπορέσουν να αντισταθούν σε άλλη μια μάταιη προσπάθεια εισχώρησης στο μυαλό του Τζούλιαν Καζαμπλάνκας, που πέρασε ίσως τη 2ετία 1999-2001 κυνηγώντας το ροκ σταρ όνειρο και τα επόμενα χρόνια προσπαθώντας να δραπετεύσει από αυτό. Φανερά και αιώνια αμήχανος με τη δόξα και με ανίδεους δημοσιογράφους που περιχαρείς τον ρωτούσαν για το status του ως πλούσιου γόνου, ομολογεί ότι “αν άκουγα για εμάς [από τον Τύπο], θα μας θεωρούσα μ*****ες.” Αλλά όλη η σκηνή στήθηκε στους ώμους των Strokes και του κεραυνοβόλου πρώτου άλμπουμ τους, “Is This It”, και όλοι οι συμμετέχοντες στο ντοκιμαντέρ φροντίζουν να το επαναλαμβάνουν. 

Είδωλα της σκηνής όπως η Kάρεν O, ο Πολ Μπανκς και ο Άλμπερτ Χάμοντ Τζούνιορ (ανέκαθεν ο πιο ομιλητικός από τους Strokes) μοιράζονται τις φιλοδοξίες και τα άγχη τους που πήγαζαν από την ανάγκη να εκφραστούν σε μια πόλη που πάντα είχε χώρο για κάθε “φυλή”, αλλά σε μια εποχή που η ροκ μουσική είχε καταλήξει συνώνυμη με τους εγκεκριμένους από το MTV Limp Bizkit και blink-182. Αυτή η ειλικρίνεια, uncool χαρακτηριστικό για τόσο cool επί σκηνής φιγούρες, σπρώχνει το ντοκιμαντέρ πέρα από τη συνήθη μυθολογία του sex & drugs & rock’n’roll. Όμως αυτές οι εξομολογήσεις, εν μέρει λόγω της απουσίας πραγματικής συνεργασίας από τους μουσικούς, συχνά δεν καταλήγουν πουθενά, με την ταινία να ανακόπτει απότομα το κάθε μικρό momentum που χτίζεται κάθε φορά που μιλάει ένας από τους πρωταγωνιστές της εποχής και να περνάει από το ένα συγκρότημα στο άλλο χωρίς κάποια διαφωτιστική ικανοποίηση. 

Εξαίρεση αποτελούν εικόνες όπως εκείνη του Μπανκς να περπατάει στο χιονισμένο από τις στάχτες των Δίδυμων Πύργων Μανχάταν ή η εκτεταμένη αναφορά στις δυσκολίες της Κάρεν Ο να συμφιλιωθεί με τη μεταχείρισή της από τον περίγυρο και τους φαν της ως μοναδική γυναίκα ροκ σταρ στη συγκεκριμένη σκηνή (η ταινία οδεύει προς τον επίλογό της με μια συναισθηματική ερμηνεία του “Maps”). Οι ραγδαίες ιστορικές και τεχνολογικές εξελίξεις που σημάδεψαν εκείνη την περίοδο, από τον αφελή πανικό του Y2K μέχρι την τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου και την έλευση του iPod και του Napster παρεμβάλλονται στις αφηγήσεις σαν σελιδοδείκτες, αφήνοντας το μεγαλύτερο σε ηλικία θεατή να αναλογιστεί τη συνενοχή του στο τέλος της παραδοσιακής μουσικής βιομηχανίας και το νεότερο μάλλον να διασκεδάσει με την αναμπουμπούλα για τα leaks των δίσκων. 

Όπως και στο βιβλίο, η “ζουμερή” στιγμή παραμένει το στρίγωγμα του Ράιαν Άνταμς, που ο Καζαμπλάνκας θεωρούσε υπεύθυνο για τη στροφή του Χάμοντ στην ηρωίνη, από τους 4 Strokes σε ένα μπαρ για να του ανακοινώσουν ότι θα τον σπάσουν στο ξύλο αν ξαναπλησιάσει το φίλο τους και να τον εξοστρακίσουν από τον κύκλο τους. (Ο Άνταμς δεν το ξεπέρασε ποτέ, αλλά η παρέμβαση των Strokes ήταν προφητική, αφού ο γλοιώδης τραγουδοποιός πρόσφατα ακυρώθηκε από το #MeToo.) Η ταινία κλείνει με τους πρώτους σπόρους του gentrification που έδιωξε τους περισσότερους καλλιτέχνες από το Μπρούκλιν και με την Νέα Υόρκη να γυρίζει σελίδα το 2005 όπως ακριβώς είχε κάνει και το 1999, κυρίαρχη για άλλη μια φορά στον κύκλο της ζωής.

****

Άλλα μουσικά παραλειπόμενα από το Sundance ως τώρα: 

– Μια θαυμάσια διασκευή της Mitski στο “Glide” από την ταινία του 2008 All About Lily Chou-Chou ακούγεται στους τίτλους τέλους του After Yang. Το soundtrack υπογράφει ο Ryuichi Sakamoto.

– To Summering, μια γλυκιά ιστορία ενηλικίωσης 4 κοριτσιών σε σκηνοθεσία Τζέιμς Πόνσολντ (The Spectacular Now), κλείνει με το “seven” της Taylor Swift.  


– Η Έστι Χάιμ από τις Haim συνυπογράφει το soundtrack του Cha Cha Real Smooth.

Μάρα Θεοδωροπούλου

Share
Published by
Μάρα Θεοδωροπούλου