«Όσο παράξενο κι αν φαίνεται, η καλύτερη συνθετική ιστορική εργασία για την Αθήνα της Ύστερης Αρχαιότητας και των βυζαντινών χρόνων παραμένει μέχρι σήμερα το έξοχο σύγγραμα του Gregorovius.[…] Ωστόσο, από την εποχή του Gregorovius (το βιβλίο έχει γραφτεί το 1889) μέχρι σήμερα η έρευνα για την Αθήνα της Ύστερης αρχαιότητας έχει κάνει τεράστιες προόδους, κυρίως χάρη στο μεγάλο ερευνητικό πρόγραμμα των ανασκαφών της Αρχαίας Αγοράς που διεξάγει η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών της Αθήνας».
Καθώς τα νέα δεδομένα έχουν αλλάξει ριζικά την οπτική μας, η απουσία μιας σύνοψης των εξελίξεων έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλές διαφορετικές αναγνώσεις, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολη την εποπτεία τους.
Το κενό αυτό επιδιώκει να καλύψει ο Marco Di Branco με το «Η πόλη των φιλοσόφων. Ιστορία της Αθήνας από τον Μάρκο Αυρήλιο στον Ιουστινιανό», ένα πραγματικά κομβικό κείμενο που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη γλώσσα μας από τις εκδόσεις Θύραθεν. Ο Di Branco, ειδικός στην επιγραφική της Ύστερης αρχαιότητας και της βυζαντινής εποχής, συγγραφέας πολλών βιβλίων και άρθρων σχετικών με το αντικείμενο και επισκέπτης καθηγητής στο Princeton (ανάμεσα σε άλλα), είναι ο πλέον αρμόδιος για να αναλάβει το τόσο σημαντικό και απαραίτητο έργο για «έναν πρώτο τόμο μιας νέας Μεσαιωνικής Ιστορίας των Αθηνών».
Το βιβλίο χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια: Ρητορική και Πολιτική στην Αθήνα μεταξύ του 2ου και 4ου αιώνα, Μύθος και Πραγματικότητα για την άμυνα της Αθήνας μεταξύ 3ου και 4ου αιώνα, Ο Αυτοκράτορας Ιουλιανός και η Αθηναϊκή Ουτοπία, Φιλοσοφία και Πολιτική στην Αθήνα από τον Πλούταρχο στον Δαμάσκιο, Εθνικοί και Χριστιανοί από τον Απόστολο Παύλο στον Ιουστινιανό. Το επίμετρο ασχολείται με την εικόνα της Αθήνας στη βυζαντινή εποχή.
Η Αθήνα της Ύστερης Αρχαιότητας έχει χάσει προ πολλού την πολιτική αίγλη της, παραμένει όμως σημαντική πολιτιστικά καθώς είναι η απόλυτη «πανεπιστημιούπολη» απ’ όπου οφείλει να περάσει όποιος θέλει να γίνει φιλόσοφος ή σοφιστής. Αυτό το θέμα αναλύεται διεξοδικά στο πρώτο κεφάλαιο μέσω των «Βίων» του Φιλόστρατου και του Ευνάπιου, του περίφημου «Παναθηναϊκού Λόγου» του Αίλιου Αριστείδη (όπου το 155μΧ εισάγεται η εικόνα της αιώνιας ανωτερότητας του αθηναϊκού πολιτισμού με την Αθήνα να ονομάζεται «Ακρόπολις της Ελλάδος» και «το της σοφίας πρυτανείον»). Σημαντική αναφορά γίνεται στη ζωή των φοιτητών και νέων της Αθήνας, οι οποίοι λειτουργούσαν και ως πολιτική δύναμη.
Στο δεύτερο κεφάλαιο τίθεται σε αμφισβήτηση η αλήθεια της κυρίαρχης άποψης για τις συνέπειες της «λεηλασίας» της Αθήνας από τους Έρουλους (267 μΧ) και τον Αλάριχο (395μΧ), με τον Di Branco να σημειώνει τα σοβαρά επιστημονικά σφάλματα και τις υπερβολές στη θεωρία της Alison Frantz, η οποία «εκπροσωπεί» τους Αμερικανούς ανασκαφείς της Αρχαίας Αγοράς. Ο Di Marco θεωρεί ότι οι καταστραφές δεν είχαν το μέγεθος που πιστεύουμε και άρα δεν είναι αυτά τα γεγονότα αυτά που οδήγησαν στην παρακμή της Αθήνας.
Το τρίτο – και μικρότερο σε έκταση – θέτει το ερώτημα της επίδρασης των φιλοσόφων της Αθήνας στον Ιουλιανό. Ο συγγραφέας προτείνει ότι λόγω του πολύ σύντομου χρονικού διαστήματος (των δύο μηνών) που έμεινε ο – μετέπειτα διάσημος – αυτοκράτορας στην Αθήνα, δεν είναι λογικό η ιντελιγκέντσια της πόλης να είχε τόσο σημαντική επίδραση στη ζωή του σε σχέση με την εικόνα που έχει δημιουργηθεί, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι αργότερα επέλεξα να κάνει την Αντιόχεια (κα όχι π.χ. την Αθήνα) το κέντρο των επιχειρήσεών του.
Το τεταρτο κεφάλαιο αναλύει την νεοπλατωνική σχολή της Αθήνας. Εδώ διευκρινίζεται ότι δεν υπήρξε (όπως πιστεύεται) η συνέχεια της Ακαδημίας του Πλάτωνα (είχε διακοπεί η λειτουργία της για μεγάλο χρονικό διάστημα) και εξετάζονται κυρίως ο Ισίδωρος και ο Πρόκλος.
Τέλος, το πέμπτο κεφάλαιο ασχολείται με τη σταδιακή μετάβαση της πόλης στον χριστιανισμό, με κυρίαρχα θέματα τη μετατροπή του Παρθενώνα σε εκκλησία (με τις γνωστές καταστροφές στο κτήριο) και το κλείσιμο της σχολής των Αθηνών από τον Ιουστινιανό τον 6ο αιώνα.
«Η πόλη των φιλοσόφων» σίγουρα απευθύνεται στο επιστημονικό κοινό. Όμως, ο πλούτος της πληροφορίας, τα σημαντικά ερωτήματα και η συνοπτική παρουσίαση των διαφόρων απόψεων βοηθούν τον μέσο αναγνώστη να αποκτήσει μια εποπτεία της εξέλιξης της πόλης της Αθήνας στο χρόνο και του σημείου που βρισκόμαστε σήμερα ως προς την κατανόηση των αρχαιολογικών ευρυμάτων. Εμβριθής και παθιασμένος με το αντικείμενο, ο Di Branco δημιουργεί εδώ ένα κείμενο αναφοράς που εμπλουτίζει τη γραμματεία και ανοίγει περαιτέρω τη συζήτηση για αυτή την σχετικά άγνωστη περίοδο για την Αθήνα.