Categories: FeaturedTV SHOWS

Mads Mikkelsen: Ο αιμοδιψής μπαλαρίνος

«Έγινα χορευτής πολύ αργά και ηθοποιός ακόμη αργότερα» έλεγε σε μια συνέντευξή του πριν δυο καλοκαίρια ο Δανός ηθοποιός που δεν μπορεί πια να κυκλοφορήσει στην Κοπεγχάγη χωρίς να πέφτουν πάνω του τσαμπιά από λυσσασμένα κοριτσόπουλα. Κι είναι λίγο δύσκολο να φανταστείς ότι ο τύπος που δάκρυζε αίμα πάνω απ’ τις μάρκες που έχανε απ’ τον James Bond πριν υποβάλει τον υπερπράκτορα σε ένα από τα πιο επώδυνα βασανιστήρια της καριέρας του, πριν μερικά χρόνια φορούσε κολάν και χοροπηδούσε σαν το κατσίκι μπροστά στα νυσταγμένα μάτια της Martha Graham. Όμως, αν μπορείς να πεις κάτι για την μικρή, μα τόσο μεγάλη καριέρα του Mads Mikkelsen, του μεγαλύτερου αστέρα που έχει βγάλει η (κινηματογραφική τουλάχιστον) Δανία, είναι πως πρόκειται για μια καριέρα ακροτήτων.

Γιος ενός συνδικαλιστή τραπεζοϋπαλλήλων και μιας φιλήσυχης νοσηλεύτριας, ο Mikkelsen πέρασε τα παιδικάτα του με μηδενικά καλλιτεχνικά ερεθίσματα και τέλειωσε το σχολείο έτοιμος να κατασπαράξει τον κόσμο, γεμάτος με την εκρηκτική ενεργεία που είχε κληρονομήσει έχοντας περάσει πρακτικά ολόκληρη την ανήλικη ζωή του κάνοντας ό,τι είδος γυμναστικής εμφανιζόταν μπροστά του. Του έλειπε όμως μια μικρή λεπτομέρεια: δεν είχε ιδέα τι ήθελε να κάνει μετά. Κι όπως γίνεται συνήθως με ανθρώπους που δεν έχουν ιδέα τι θέλουν να κάνουν μετά, o 18χρονος Mads (που προφέρεται Μες) άρχισε να δοκιμάζει. Μια αγγελία που έψαχνε άνεργους δημιουργικούς τύπους για μαθήματα χορού, τού άνοιξε το δρόμο για μια μικρή καριέρα επαγγελματία χορευτή, η οποία τον οδήγησε στη Νέα Υόρκη, για καλοκαιρινή μαθητεία υπό τη θρυλική Αμερικανίδα χορογράφο του περασμένου αιώνα.

«Πρέπει να ήταν 102 κι έλεγε ότι είναι 90, αλλά ήταν καταπληκτική γυναίκα», έλεγε για την Graham, ίσως τη μεγαλύτερη δασκάλα της πορείας του, η οποία «αποκοιμιόταν στα μισά του μαθήματος, ύστερα ξυπνούσε, ίσιωνε την πλάτη της και μας έδειχνε τις κινήσεις της. Μας έλεγε “αγόρια, πηδήξτε!” κι αρχίζαμε να χοροπηδάμε και κάποια στιγμή την κοιτούσαμε κι είχε αρχίσει να αποκοιμιέται πάλι». Σχεδόν μια δεκαετία χορού ήταν αρκετή για να καταλάβει ο Δανός ότι αυτό που στ’ αλήθεια τον γοήτευε δεν ήταν ούτε ο ρυθμός, ούτε η πλαστικότητα, ούτε η μυρωδιά της σκηνής, ούτε τίποτε απ’ όλα αυτά που μπορεί να σου αριθμήσει ένας χορευτής ως πεμπτουσία της τέχνης του. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν το πώς μέσα στην κίνηση, ή την έλλειψή της, μπορούσε να εντοπίσει και να αναδείξει το δράμα. Κι έτσι, στην ηλικία των 30, κατάλαβε τι έπρεπε να κάνει: να γραφτεί σε δραματική σχολή.

«Ήμουν πολύ γρήγορος και πολύ ταλαντούχος» έλεγε χωρίς ψεύτικες μετριοπάθειες όταν τον ρωτούσαν για την γρήγορη ανέλιξή του στο χορό και το ίδιο θα μπορούσε να πει και για την ταχύτατη ερμηνευτική του εξέλιξη. Το 1996 βρέθηκε στην οντισιόν ενός πιτσιρικά που είχε μόλις γυρίσει απ’ την Αμερική μετά την αποβολή απ’ την κινηματογραφική του σχολή επειδή είχε εκτοξεύσει το θρανίο του απ’ τη μια άκρη της αίθουσας στην άλλη, κι αυτή η γνωριμία του με τον Nicolas Winding Refn ήταν απολύτως καθοριστική. Ο Refn ήθελε να στήσει μια low-budget ταινία για την εγκληματικότητα στους δρόμους της γειτονιάς του Mikkelsen κι η απέχθειά του για τους ηθοποιούς και το στημένο τους παίξιμο, βρήκε το γιατρικό της στην ωμή ενέργεια που περνούσε στην κάμερα ο επιβλητικός Mads. Το Pusher, που έγινε cult φαινόμενο και σημείο καμπής στον underground κινηματογράφο της Δανίας, μετατράπηκε σε τριλογία κι έφτιαξε και των δυο τους την καριέρα.

Λάτρης της δύναμης της εικόνας και της ικανότητας του κάδρου να πει περισσότερες ιστορίες απ’ το σενάριο και τους ερμηνευτές του, ο Mikkelsen είχε μια αντανακλαστική αποστροφή στις μινιμαλιστικές αρχές του Δόγματος ’95, που ήταν το κινηματογραφικό ευαγγέλιο της Δανίας στα τέλη των ‘90s και την αρχή των ‘00s. Παρ’ όλα αυτά, ο ρόλος του στο Open Hearts / Ανοιχτές Καρδιές της Susanne Bier θα ήταν αυτός που θα έδινε στην καριέρα του την καθοριστική στροφή. Ο ψυχρός μινιμαλισμός του Mikkelsen δεν πέρασε απαρατήρητος απ’ την Barbara Brocolli, βασική παραγωγό και διαχειρίστρια της υπερ-φάμπρικας που ακούει στο όνομα James Bond, η οποία τον κάλεσε στις οντισιόν για το μεγάλο reboot του franchise το 2006. Αν και δεν είχε κατά νου να τον υποβάλει σε δοκιμαστικό είν’ η αλήθεια.

«Κάναμε ένα meeting πρώτα, μετά ένα casting κι ήμασταν όλοι έτοιμοι για να κάνουμε τη σκηνή του βασανισμού με τον Daniel Craig», θυμάται ο Mikkelsen για το πώς πήρε το ρόλο του Le Chiffre. «Και γινόταν ένας χαμός γύρω μας, κόσμος έμπαινε κι έβγαινε, και κάποια στιγμή κάποιος είπε “τέλεια που θα σ’ έχουμε μαζί μας”. Και στεκόμουν εκεί ακίνητος και μου λέει “μπορείς να πηγαίνεις, δεν θέλουμε να σε δούμε, την πήρες τη δουλειά”. Κι ο Daniel στεκόταν δίπλα μου και μου λέει πολύ χαμηλόφωνα “εντάξει, πες μου το μυστικό σου, γιατί εγώ έχω κάνει πέντε casting γι’ αυτό το πράγμα…”». Ποιο μυστικό; Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να τον κοιτάξεις. Κι όχι απαραίτητα όπως τον κοιτάζουν οι τρελαμένες Δανές που τον ψήφιζαν για αδιαφιλονίκητο sex symbol στην πατρίδα του επί σειρά ετών πριν τον ανακαλύψει το Hollywood.

Τα ατίθασα μαλλιά που χαϊδεύουν το φαρδύ του μέτωπο, ζεσταίνοντας κάπως αυτό το ψυχρό και συγχρόνως μονίμως εξεταστικό βλέμμα, τα τόσο έντονα ζυγωματικά που φαίνεται να θέλουν να δραπετεύσουν απ’ το υπόλοιπο κεφάλι, κι αυτά τα σκαλιστά χείλη που είναι σα παγωμένα ανάμεσα στο παραπονιάρικο σούφρωμα και το απειλητικό γρύλισμα πάνω απ’ το τετράγωνο, επιβλητικό πιγούνι, αυτή η αλλόκοτη, ετερόκλητη φάτσα του είναι το πρώτο πράγμα που μαγνητίζει το βλέμμα όταν τον έχεις απέναντί σου. Μια φάτσα που εγγυάται ότι έχει ένα κάρο ιστορίες να σου πει, ο Mikkelsen την συνδυάζει με το κληροδότημα της μικρής χορευτικής του καριέρας, το φινίρισμα του χαρίσματός του να μετατρέπει την παρουσία του στο πλατό σε μαύρη τρύπα που ρουφάει το ενδιαφέρον και την προσοχή σου.

Περίπου όπως ρουφάει ένα δροσερό Chianti κι έναν καλομαγειρεμένο ανθρώπινο εγκέφαλο ο Mikkelsen ως Hannibal, στο ακροκόρυφο μιας καριέρας που τον έχει δει από καμμένο dealer στα Pusher μέχρι αμίλητο κι αμείλικτο μονομάχο στο Valhalla Rising, από ιδεαλιστή ιππότη της Στρογγυλής Τραπέζης στο King Arthur / Ο Βασιλιάς Αρθούρος μέχρι ερωτευμένο γιατρό στο A Royal Affair / Ο Έρωτας της Βασίλισσας κι από αλύγιστο μαέστρο της υψηλής τέχνης του Igor Stravinsky στο Coco & Igor, μέχρι κυνηγημένο δασκαλάκο στο The Hunt / Το Κυνήγι, που τον έφτασε και στον Χρυσό Φοίνικα, το μεγαλύτερο βραβείο της ως ώρας καριέρας του. Μια καριέρα ακροτήτων.

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης