Ξανθά ατημέλητα σπαστά μαλλιά, μεγάλο -ελαφρώς αστείο- κενό στα μπροστινά δόντια, τζόκεϊ καπελάκια, εφηβικές βερμούδες, ριγέ μπλουζάκια, τζιν σαλοπέτες και μεγάλα γαλάζια μάτια με βλέμμα που ακροβατεί μεταξύ του αφελούς και του δαιμόνιου. Φαινομενικά, τίποτα στην I-don’t-care εικόνα του Mac Demarco δε μαρτυρά το πώς ακούγεται η μουσική του: soft rock κομμάτια ηχογραφημένα με τη lo-fi αισθητική που πολύ αγαπά το indie κοινό των τελευταίων ετών, με σαφείς αναφορές σε τραγουδοποιούς των 60s και των 70s όπως ο Neil Young και ο John Lennon – τα φωνητικά του DeΜarco και οι αρμονίες του υποκλίνονται στα σόλο χρόνια του «σκαθαριού». Ο ίδιος χαρακτηρίζει τη μουσική του ως “jizz jazz” και τα τελευταία χρόνια έχει καταφέρει να εξελιχθεί σε “Pitchfork darling” μπλέκοντας μία επιτηδευμένα «ανόητη» εικόνα με μία καθ’ όλα «σοβαρή» μουσική πρόταση.
Ο 27χρονος Καναδός μουσικός, που έχει ως έδρα πλέον το Λος Άντζελες, σχεδόν σε μπερδεύει για το αν όλο αυτό που προβάλλει είναι μία περσόνα ή πολύ απλά ο εαυτός του. Είναι τόσο ακομπλεξάριστος που πέρα από το πατροπαράδοτο crowd surfing στο οποίο θα επιδοθεί στα live του, δεν τον απασχολεί αν μέσα στο κοινό χάσει τα παπούτσια του. Για αντάλλαγμα μπορεί να ζητήσει ένα τσιγάρο, ενώ μπορεί να ανεβάσει κάποιον από το κοινό στην σκηνή και να τον αφήσει να παίξει με την κιθάρα του. Έχει φτάσει μέχρι και να δώσει τη διεύθυνση του σπιτιού του ώστε να μπορούν να τον επισκέπτονται οι fans του. Κάπως έτσι τον λάτρεψε και ο πιτσιρικάς Finn Wolfhard ή αλλιώς, ο Mike Wheeler από το Stranger Things, όπως τον γνωρίζουμε οι περισσότεροι, ο οποίος διασκεύασε το κομμάτι του DeΜarco “Cooking Up Something Good” σε βίντεο στο Youtube. Φυσικό κι επόμενο, ο DeMarco να τον ανεβάσει κι αυτόν στην σκηνή και να παίξουν live μαζί. O DeMarco εκτός από τη μουσική, τόλμησε και την… κινηματογραφική κριτική, ανεβάζοντας βίντεο με το review του για το Star Wars: The Force Awakens, δηλωμένος, έτσι κι αλλιώς, σκληροπυρηνικός φαν της Star Wars Saga.
Ποιά ήταν όμως η πορεία του Mac DeMarco για την κατάκτηση της indie κορυφής; Αφού τελείωσε τις σπουδές του το 2008 κι έγινε …φούρναρης (με έδρα τότε το Βανκούβερ), το 2009 κυκλοφόρησε με το σχήμα του Makeout Videotape την self released δουλειά Heat Wave βαδίζοντας σε garage/punk μονοπάτια. Αφού ακολούθησαν μία σχετικά επιτυχημένη πορεία, φτάνοντας στο αποκορύφωμά τους να ανοίγουν τους Japandroids, το 2012 ο Mac υπέγραψε σόλο στην, εντελώς hip εκείνη την εποχή νεοϋρκέζικη, Captured Tracks κυκλοφορώντας την ίδια χρονιά ένα μίνι LP με τίτλο Rock ‘n’ Roll Night Club. Το ντεμπούτο του κερδισε τις εντυπώσεις, ανανέωσε την εμπιστοσύνη του Mike Sniper από την δισκογραφική του και δεν άργησε να έρθει και η πρώτη ολοκληρωμένη του δουλειά την ίδια χρονιά με τίτλο 2.
Το breakthrough όμως έγινε με το επόμενο άλμπουμ του Salad Days. Ο δίσκος κυκλοφόρησε το 2014, πούλησε πάνω από 100.000 αντίτυπα μόνο στις ΗΠΑ, ενώ κέρδισε και την κριτική χτυπώντας 82/100 στο Metacritic, τη δεύτερη θέση στη λίστα με τα καλύτερα της χρονιά του ΝΜΕ (πίσω από την St. Vincent) κι ένα 8.5 από το Pitchfork που του χάρισε και μια “Best New Music” αναφορά επιβεβαιώνοντας πόσο τον αγαπά. Κάπως έτσι η φήμη του εκτοξεύτηκε, έφτασε να έχει 870.000 ακολούθους στο Instagram, την ίδια ώρα που το επίσημο fan club του τρέχει η μητέρα του(!). Τι λέγαμε πριν για το πώς ενισχύεται η εικόνα του λίγο «χύμα»/ακόμη έφηβου της διπλανής πόρτας…
Αφού με το Salad Days εδραιώθηκε η «περίπτωση Mac Demarco» στον indie μικρόκοσμο (που ίσως τελικά δεν είναι και τόσο μικρός), με τον απόηχο του δίσκου να είναι ακόμα αισθητός, το επόμενο δισκογραφικό βήμα του ήταν άλλο ένα mini LP με τίτλο Another One. Για να φτάσει το 2017 και να κυκλοφορήσει την τρίτη μεγάλης διάρκειας δουλειά του με τίτλο This Old Dog. Έχοντας πια μεγαλώσει, και θέλοντας να κολυμπήσει και σε πιο βαθιά ζητήματα, έκανε την επανένωση με τον πατέρα του, που πάσχει από καρκίνο, θεματικό άξονα του δίσκου. Ένας δίσκος που είναι πιο «καθαρός» στην παραγωγή του, αφήνοντας λίγο πίσω το lo-fi, μένοντας όμως πιστός στις ηλιόλουστες Lennon-ικές αρμονίες.
Ο Μac DeMarco, σε λίγο θα τριανταρίσει, καταπιάνεται πια με τον πόνο αλλά εξακολουθεί να είναι ο κωμικός αυτός αυθόρμητος τύπος, που μπορεί να μιλάει για ζητήματα που πονάνε, να τα ντύνει με ευχάριστες μελωδίες και συγχρόνως να εμφανίζεται γυμνός σε βίντεο και να να βάζει μπαγκέτες στον…πισινό του on stage. Να είναι αναμφίβολα ο εναλλακτικός σταρ των ημερών, αλλά και συγχρόνως κάποιος που μαζί με μικρές καθημερινές ιστορίες δε θα διστάσει να εκφράσει τον φόβο του μήπως μοιάσει στο αρνητικό πατρικό πρότυπο με στίχους όπως “Looks like I’m seeing more of my old man in me” (“My Old Man”).
Εμείς πάλι, βλέπουμε περισσότερο από τον εαυτό του σε αυτόν.