LogOut. Ένα όνομα που μάλλον δεν προϊδεάζει για τίποτα απολύτως. Ιντριγκάρει όμως. Τι μουσική κατεύθυνση να έχει αναλάβει ο καλλιτέχνης; Κι αν μπεις τελικά στη διαδικασία να εξeρευνήσεις την ταυτότητά του, θα καταλήξεις στην γλυκιά, ψυχεδελική ποπ που έχει παράξει στον τελευταίο του δίσκο, ΕΔΩ/ΕΚΕΙ (Οκτώβριος 2020 στην ολλανδική Tiny Room Records).
Εδώ, συναντάμε μια βασική διαφορά: ο δίσκος είναι ελληνοφωνος, ο πρώτος του μάλιστα τέτοιος από το 2011 που πρωτοσυναντήσαμε αυτό το αινιγματικό alias στο φολκ Paper Plane Fight Recorder (Inner Ear). Ενδιαφέρουσα κίνηση από έναν άνθρωπο που τα τελευταία χρόνια ζει στο εξωτερικό, ενώ όσο ήταν στα μέρη μας επέμενε στον αγγλικό στίχο. Άλλη σημαντική διαφορά σε σχέση με την πρώιμη καριέρα του; Οι κοφτερές, παιχνιδιάρικες κιθάρες έχουν φύγει για να δώσουν τη θέση τους σε ονειρικά synths. Οι κιθάρες γενικά; Έχουν μείνει, ευθυγραμμισμένες ομως πλέον με τον συνθετικό ήχο.
Ένα άκουσμα, λοιπόν, που θυμίζει τόσο απροκάλυπτα ελληνικό καλοκαίρι, κυκλοφόρησε «ύπουλα» (ως εκ τούτου) μέσα φθινοπώρου, και η Popaganda μίλησε με τον δημιουργό λίγο πριν αλλάξει ο χρόνος. Ίσως αυτοί οι χρονικοί διασκελισμοί να έχουν την αξία τους τελικά…
Προ δεκαετίας είχες «μπλέξει» και εσύ με την ολοζώντανη, καθ’ όλη τη διάρκεια των 00s, εναλλακτική σκηνή της Πάτρας, συμμετέχοντας στον πρώτο δίσκο των B-Sides. Πώς την έζησες αυτή τη φάση και τι αντίκτυπο είχε πάνω σου; Όντως κάποια αρχικά μουσικά μου βήματα έγιναν στην Πάτρα με το συγκρότημα The Place Within στο δεύτερο μισό των 00s. Κάναμε αρκετά live και ηχογραφήσεις εκείνα τα χρόνια, τις οποίες μάλιστα κυκλοφορήσαμε για πρώτη φορά ολοκληρωμένα πέρσι. Κι όντως ήταν μια εποχή με πολλή μουσική κίνηση στην πόλη, αρχικά με τους Raining Pleasure και μετά με μπάντες σαν τους Abbie Gale, τους Flakes και τους B-Sides. Θεωρώ την περίοδο σημαντική για την αρχική σχηματοποίηση των ιδεών του πρότζεκτ logout (που κι αυτό άλλωστε ξεκίνησε εκείνη την περίοδο).
Εδώ και κάποια χρόνια έχεις μετακομίσει στην Ολλανδία. Ταυτόχρονα, συνειδητοποιούμε ότι στον ήχο σου έδωσες βάση σε μια γλυκιά ψυχεδέλεια παρατώντας κάπως τις κιθάρες. Επηρέασε αυτή η αλλαγή περιβάλλοντος (ενδεχομένως και τρόπου ζωής) τη δημιουργία σου; Σε αυτό το δίσκο υπάρχουν αρκετές κιθάρες, αλλά τα συνθεσάιζερ έχουν κι αυτά σημαντικό ρόλο. Στον κάθε δίσκο η ενορχηστρωτική ιδέα αλλάζει όπως επιβάλλουν τα κομμάτια. Θεωρώ ακόμα την κιθάρα το βασικό μου όργανο και είναι το όργανο με το όποιο πρωτογράφονται τα περισσότερα κομμάτια. Απλά μετά παίρνουν το δρόμο τους προς διάφορες κατευθύνσεις. H folk τραγουδοποιία με βάση την κιθάρα είναι ακόμα μεγάλο μέρος των ακουσμάτων μου και ίσως να βγουν μελλοντικά κι άλμπουμ πιο κοντά σ αυτή τη βάση.
[Υπενθυμίζουμε, σε αυτή τη φάση, ότι ο νέος του δίσκος λέγεται ΕΔΩ/ΕΚΕΙ. Υποψιαζόμαστε ότι έχει να κάνει (και) με μια αντίθεση που συμβαίνει στην καθημερινότητα του καθενός μας, όταν μπορεί να κουβαλάμε χίλια δυο πράγματα στο κεφάλι μας κ ανά στιγμές να βρισκόμαστε νοητικά «εκτός τόπου» αντί να ταυτίζουμε τη σκέψη μας με το σωματικό «επί τόπου»]
Θα έπρεπε αυτό να μας απασχολεί περισσότερο; Είναι, με έναν τρόπο το μήνυμα του άλμπουμ ένα «ζήσε την στιγμή»; Πολύ ωραία ανάγνωση του τίτλου. Συνήθως ακούω σαν πρώτο συνειρμό του τίτλου τη σκέψη περί “ξενιτιάς” και της ύπαρξης ταυτόχρονα και εδώ και εκεί που ήταν κι ένα αρχικό κίνητρο για τον τίτλο. Αλλά, ναι, πιστεύω ότι η αποτυχία μας να είμαστε ολοκληρωτικά εκεί που είμαστε δεν είναι μόνο χαρακτηριστικό των «ξενιτεμένων». Όλοι μας συνεχώς αποφεύγουμε το εδώ, δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε μόνο τι μας λέει ο μπροστινός μας, πρέπει να τσεκάρουμε ανά λίγα λεπτά και τι συμβαίνει σε 1.000.000 «εκεί», εκεί που είναι οι φίλοι, εκεί που εκτυλίσσεται η σειρά. «Οπουδήποτε αλλού είναι καλύτερα από εδώ» που λέει και ο κτίρια τη νύχτα στον τελευταίο του δίσκο».
Ο φετινός δίσκος ήταν κι ο πρώτος ελληνόφωνός σου. Είναι μια δήλωση «νοσταλγίας» τώρα που είσαι κάτοικος εξωτερικού; Ήταν ένας δίσκος που ζυμωνόταν μέσα μου πάνω από 10 χρόνια. Τα περισσότερα κομμάτια γράφτηκαν στο πρώτο μισό της δεκαετίας. Κομμάτια σαν τον «Κώστα», τα «Παράθυρα» και το «Γκρι», ήταν πάντα κομβικά σημεία του live μου και θεωρούσα ότι χρωστάω να τα ηχογραφήσω.
Η συζήτηση θα οδηγηθεί με απόλυτη φυσικότητα σε ένα «φλέγον» θέμα του εγχώριου εναλλακτικού τραγουδιού της τελευταίας δκεαετίας. Ίσως το αγαπημένο μου κομμάτι του δίσκου, το «Γκρι», έχει έντονη τη χροιά του ζεϊμπέκικου. Την τελευταια δεκαετία (και βάλε) παρατηρούμε μια μικρή αναβίωση του ζεϊμπέκικου από εναλλακτικούς καλλιτέχνες σε μια πιο ψυχεδελική, πιανίστικη φόρμα – τάσγ που ενδεχομένως ξεκίνησε από το «Χωρίς Επίκληση» των Κόρε. Ύδρο. το 2009 και συνεχίστηκε από τον The Boy και την Nalyssa Green, μεταξύ άλλων.
Ποια είναι η γνώμη σου γι’ αυτό το ιδιότυπο «ζεϊμπέκικο» revival; Ναι, είχα κάνει και παλαιότερα προσπάθειες με το συγκεκριμένο ρυθμό, με το “An Inside Joke”, το “Song of the Selfless” και το περσινό “N91” από τον ομότιτλο δίσκο. Το «Γκρι» είναι ακόμα πιο ξεκάθαρα ζεϊμπέκικο, καθώς έχει και τα έξτρα μέτρα που συνήθως αποκόπτονται σε εναλλακτικές χρήσεις. Είναι ένας πολύ ωραίος ρυθμός που δίνει ενδιαφέρουσα ανισορροπία σε ένα κομμάτι και μου φαίνεται τρομερά ενδιαφέρον που υπάρχουν όλο και πιο πολλά παραδείγματα χρήσης του σε εναλλακτικά context»
Και το “Bayorsai”, πάντως, από τον περσινος σου δίσκος, είναι κομμάτι με ξεκάθαρα ανατολίτικες επιρροές, ίσως αντλεί κι από την εγχώρια ανατολίτικη παράδοση. Ποια είναι η σχέση του με τα λαϊκά, παραδοσιακά μουσικά ιδιώματα; Παίζουν κάποιο σημαντικό ρόλο στον ήχο σου; Νομίζω ότι η παραδοσιακή μουσική έχει πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία, αλλά υπάρχει και ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθούν επιτηδευμένα. Πρέπει να προκύπτουν υποσυνείδητα, οργανικά χωρίς να πολυσυνειδητοποιείς ότι τα χρησιμοποίησες, ή χωρίς να μπορεί το κομμάτι να σταθεί χωρίς αυτά. Αλλά ναι, πάντα χαίρομαι όταν κάποιο τραγούδι τα επιτάσσει, γιατί δίνουν πάντα ένα ενδιαφέρον χρώμα σε μια σύνθεση και πλέον τα θεωρώ κι αρκετά κεντρικό μέρος των αναζητήσεων του πρότζεκτ.
Ο κοινός θεματικός άξονας των δύο προηγηθέντων ερωτήσεων είναι ασφαλώς η Nalyssa Green, με την οποία ξεκινήσατε να συνεργάζεστε πέρυσι με τόσο καλή χημεία που μετουσιώθηκε σε τρεις συμμετοχές της στο φετινό σου δίσκο. Κι εκείνη, όπως κι εσύ, κυκλοφόρησε τον πρώτο της ελληνόφωνο δίσκο σχετικά πρόσφατα – το προ διετίας Μπλουμ. Όλη αυτή η «ύποπτη» σημειολογία θα οδηγήσει σε κάποια εξ΄ολοκλήρου από κοινού δουλειά πέραν των guest εμφανίσεων; Ναι το ΕΔΩ/ΕΚΕΙ είχε ξεκινήσει αρχικά σαν συνεργατικό EP που θα είχε το «Αιγάλεω», τον «Κώστα», το «Γκρι» και τα «Παράθυρα», αλλά η αρχική ηχογράφηση που είχαμε κάνει το 2015 στα κομμάτια αυτά δεν ήταν αρκετά καλή και τελικά κυκλοφόρησαν αλλιώς. Ελπίζω κάποια στιγμή να γίνει και κάποια πιο ολοκληρωμένη συνεργασία, για να δούμε.
Τι βρίσκεται στην playlist σου –ή, αν δε γίνομαι πολύ αδιάκριτος, στο μυαλό σου- αυτήν τη στιγμή; Στην playlist o νέος δίσκος του κτίρια τη νύχτα, της Nalyssa Green, των Echo Tides, του Boy, της Δεσποινίς Τρίχρωμης, της Sophie Lies και των Bright Eyes. Στο μυαλό μου βρίσκεται το πώς θα καταφέρνω να κάνω live, σαν κι αυτό της 29ης Δεκεμβρίου με τη Nalyssa Green και τη Δεσποινίς Τρίχρωμης, παρά τις περίεργες τρέχουσες συνθήκες.
Βασικές επιρροές σου (όχι απαραίτητα μουσικές); Υπάρχει κάποιος κινηματογραφικός σκηνοθέτης για τον οποίο θα έγραφες μουσική; Ή μια ήδη υπάρχουσα ταινία της οποίας το score θα επανασυνέθετες; Σαν βασικές επιρροές θα έβαζα μουσικά τους Radiohead, στιχουργικά τον Conor Oberst και πολλούς εγχώριους μουσικούς που φέρνουν τέτοιες φιλοδοξίες στα μέτρα μας και στη γειτονιά μας. Δεν έχει τύχει δυστυχώς να γράψω για κάποια ταινία αλλά σίγουρα θα με ενδιέφερε.
Τι σημασία έχει για σένα η έννοια της «αποσύνδεσης» (log out); Πως προέκυψε το καλλιτεχνικό σου όνομα και που εφαρμόζει κι εφαρμόζεται; Ισχύει ότι έχει διάφορα επίπεδα. Το πρώτο συνειρμικά είναι το ιντερνετικό, όπου, πίσω στο 2006 όταν ξεκίνησα, θεώρησα ότι υπήρχε μια κάποια ποιητικότητα στην αποσύνδεση, σαν μια μικρή απορριπτική «επαναστατική» πράξη χωρίς καμία σημασία. Υπάρχει μετά το κοινωνικό επίπεδο: χτίζουμε ένα προσωπικό προφίλ και πρέπει να είμαστε συνεχώς αυτό το πολύ συγκεκριμένο άτομο. Το να ξεφεύγουμε από το αυστηρά προσωπικό και να σκεφτόμαστε πανανθρώπινα και συμπαντικά είναι η βάση πολλών φιλοσοφιών και γενικά ίσως να ναι μια καλή πρακτική που και που. Το τρίτο είναι το καλλιτεχνικό, που συνδέεται και με τα άλλα δύο: Αφού στους υπόλοιπους τομείς δεν είναι αποδεκτό να αλλάζει κανείς ταυτότητες όλη την ώρα, τουλάχιστον στην τέχνη όπου οριακά επιτρέπεται, ίσως μπορεί κανείς να το κάνει. Και για μένα το όνομα χρησιμεύει σα συνεχής υπενθύμιση να ανακατεύω την τράπουλα σε τακτά χρονικά διαστήματα και να πηγαίνω γυρεύοντας προς νέες κατευθύνσεις.