Πώς μπορεί να μιλήσει στο σήμερα ένα θεατρικό έργο που ακροβατεί ανάμεσα στον Ρεαλισμό και τον Εξπρεσιονισμό περασμένων αιώνων; Το διαχρονικό έργο Λεόντιος και Λένα του πολυσυζητημένου Γερμανού θεατρικού συγγραφέα Γκέοργκ Μπύχνερ είναι, σε πρώτο επίπεδο, μια κλασική ιστορία με τα βασικά συστατικά ενός ρομαντικού παραμυθιού. Η σκοτεινή υπαρξιακή ματιά του Μπύχνερ ωστόσο είναι αυτό που καθορίζει το κείμενο. Ο Μπύχνερ, φανατικός της αντίληψης πως ο άνθρωπος δεν είχε κανένα λόγο ή δύναμη απέναντι στην προδιαγεγραμμένη του μοίρα, τον έβλεπε ως τίποτα παραπάνω από μια μαριονέτα του πεπρωμένου κι αυτό αφηγείται με το «Λεόντιος και Λένα», το πιο δύστροπο και κρυπτικό κατά πολλούς έργο του.
Το Λεόντιος και Λένα είναι ένα έργο που σπάνια παίζεται στην Ελλάδα όμως ο σκηνοθέτης Γιώργος Κάτσης μαζί με έναν στενό πυρήνα συνεργατών του ανεβάζει αυτό τον καιρό την παράσταση στο Θέατρο Σφενδόνη. Ο ηθοποιός Πάνος Παπαδόπουλος που υποδύεται τον χαρακτήρα του Βαλέριο μιλά για την παράσταση, ενώ αποκαλύπτει πως μια από τις ποπ εμμονές του είναι τα comics.
Μια υποψηφιότητα για το βραβείο «Δημήτρης Χορν», επιτυχίες με το «Έξυπνο Πουλί» σε σκηνοθεσία Βαβαδάκη – Κατσή και με τον «Επιθεωρητή» σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου και ερμηνεία του Πεέρ Γκυντ στον ομώνυμο ρόλο στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη. Είναι πολλά για έναν νέο ηθοποιό στα 25 του χρόνια; Όλα αυτά έχουν μια ποικιλομορφία που εκεί θα ήθελα κυρίως να σταθώ. Το βρίσκω πολύ γοητευτικό να περνάει κανείς από τις μικρές και πιο οικογενειακές δουλειές, σε μεγαλύτερους χώρους και κλασικά έργα. Έχει τρομερό ενδιαφέρον η απόσταση που καλείται να διανύσει. Δύο από αυτές τις δουλειές όμως, ξεκίνησαν με πολύ μικρές προδιαγραφές και έδειχναν να μην έχουν κανένα ιδιαίτερο μέλλον. Αυτό για μένα είναι τρομερά παρήγορο. Η αποδοχή δηλαδή που κατάφεραν εν τέλει να έχουν. Είμαι περήφανος για τους ανθρώπους της γενιάς μου. Για την επιμονή και για τους τρόπους που βρίσκουν να επιμένουν και να δημιουργούν με φτωχά μέσα και υλικά, αλλά με τρομερό περιεχόμενο και φαντασία, μικρά – μεγάλα διαμάντια.
Στην παράσταση «Λεόντιος και Λένα» υποδύεστε τον Βαλέριο. Που βρίσκει αναφορά στο σήμερα ο ήρωας του Μπύχνερ; Ο Βαλέριο είναι ακριβώς το αντίθετο του Λεόντιου. Ένας μποέμ τύπος που αρνείται πεισματικά να δουλέψει και να κοπιάσει για οτιδήποτε. Είναι χαρακτηριστική η φράση του: «Όποιος σκοτώνεται στη δουλειά, θα διαπράττει εγκληματική πράξη». Αγαπά τη φύση και το κρασί και αναζητά την ησυχία. Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, για να βρω τη σύνδεση μαζί του, ανέτρεξα σε μεγάλους ροκ σταρ μιας άλλης εποχής, όπως τον Mick Jagger και τον Jim Morrison.
Το «Λεόντιος και Λένα» είναι μια ακόμα ομαδική δουλειά. Έχουν χώρο να σταθούν οι ομάδες νέων σε μια Αθήνα με πάνω από 1.000 παραστάσεις την σεζόν; Νιώθω πως αυτή την εποχή διανύουμε καλλιτεχνικά μία σύγχυση και μία διάσπαση. Αρχίζουμε να διαχωριζόμαστε σε μικρότερες ομάδες, προσπαθώντας να πάρουμε τα πράγματα στα χέρια μας και να κάνουμε πραγματικότητα τα μικρά μας όνειρα. Έχοντας δεδομένο πως δεν υπάρχουν λεφτά, πέφτουμε σε μια θάλασσα και κολυμπάμε μέχρι να φτάσουμε απέναντι. Εμείς υπήρξαμε τυχεροί, τότε με το «Έξυπνο Πουλί» αλλά και τώρα με το «Λεόντιος και Λένα», γιατί είχαμε μαζί μας τον Ευάγγελο Κώνστα, έναν άνθρωπο με αισθητική και ευγένεια που μας υποστήριξε με αγάπη, πίστεψε στη δουλειά μας και μας προσέφερε πολύ όμορφες συνθήκες για να εργαστούμε. Αυτό βέβαια είναι πολύ σπάνιο, συγκινητικό και πολύ φοβάμαι ότι αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα.
Έχεις pop εμμονές; Ποιές είναι αυτές; Λατρεύω τα comics. Έχω στα ράφια μου τεράστια συλλογή. Μεγάλωσα με τις ταινίες της Disney. Ως παιδί αδυνατώ να θυμηθώ μέρα που να μην έπαιζε κάποια από αυτές στο βίντεο. Μου άρεσε να παγώνω την οθόνη, και να σκιτσάρω με τις ώρες στο χαρτί αυτό που έβλεπα απέναντι. Διακρίνω στα cartoons μια γενναιοδωρία στο συναίσθημα. Έχουν κάτι ακραίο που με ενθουσιάζει. Τα κάνουν όλα στο…πολύ. Τίποτα δεν είναι συγκρατημένο. Ενθουσιάζονται, γελάνε, κλαίνε, και τρομάζουν με μια απίστευτη ειλικρίνεια. Μου αρέσει αυτό στο θέατρο. Αν και στη ζωή μου είμαι πολύ πιο εγκρατής, παίζοντας προσπαθώ να το απελευθερώνω.
Στις παραστάσεις που συμμετέχεις συνήθως σε βλέπουμε να δημιουργείς ιδιοσυγκρασιακούς χαρακτήρες. Είναι κάτι καθαρά δικό σου ή έχεις αναφορές σε προσωπικότητες που θαυμάζεις; Σκεφτόμουν πρόσφατα ότι κανείς πάει προς τα εκεί που του αρέσει. Μοιραία, οι αναφορές μας, η μουσική, οι παραστάσεις, οι ηθοποιοί, οι δάσκαλοι και οι προσωπικότητες που μας αρέσουν, είναι και αυτές πους εν τέλει μας διαμορφώνουν. Ως θεατής γοητεύομαι από τους καλλιτέχνες που έχουν υπογραφή. Αγαπώ την Glenn Close, τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Van Morrison, τους Fleetwood Mac, τον Tom Waits, τον Polanski, τον David Lynch. Καλλιτέχνες που υπερασπίζονται την μοναδικότητά τους χωρίς να προδίδουν το έργο τους. Ούτως η άλλως από εμάς βγαίνουν όλα. Από το δικό μας σώμα, τη δική μας φωνή, τις δικές μας εμπειρίες και τη δική μας φαντασία. Φτάνοντας στο σημείο να πει κανείς τα λόγια κάποιου άλλου και να τα εννοήσει (πράγμα πολύ δύσκολο), ήδη σημαίνει ότι δεν είναι πια ο εαυτός του. Προσωπικά μιλώντας, δικός μου στόχος κάθε φορά είναι να υποστηρίξω την ιστορία και να προσπαθήσω να φωτίσω το έργο μαζί με τους άλλους. Λιγότερο σκέφτομαι το να μην αναγνωρίσουν οι θεατές από τον προηγούμενο στον επόμενο ρόλο.