Η Ιερά Οδός ήταν ανέκαθεν ο δρόμος όπου συγκεντρώνονταν τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής νύχτας και δημιουργούσαν σχήματα που έκαναν τους Αθηναίους να ανεβαίνουν πάνω στα τραπέζια μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.

Τις πολύ καλές εποχές της Αθηναϊκής νύχτας, τότε που τα μαγαζιά δούλευαν σχεδόν κάθε βράδυ, έβλεπες ουρές να δημιουργούνται από όσους ήθελαν να ακούσουν τους αγαπημένους τους καλλιτέχνες. Με την κρίση των τελευταίων χρόνων το σκηνικό άλλαξε κάπως. Τα 6 βράδια την εβδομάδα έγιναν 2 ή 3 στην καλύτερη των περιπτώσεων και οι ουρές μίκρυναν. Αυτό που έμεινε είναι οι συνεργασίες και τα σχήματα. 

Αν όμως τύχει και περάσεις Παρασκευή βράδυ από την Ιερά Οδό, θα δεις ότι υπάρχει ένα μαγαζί, έξω από το οποίο δημιουργούνται ακόμα ουρές κι ας μην τραγουδούν σε αυτό μεγαθήρια, αλλά μια νεαρή τραγουδίστρια που κατέβηκε μόλις πριν από λίγους μήνες από την Θεσσαλονίκη και η οποία «κρατά ένα ολόκληρο μαγαζί μόνη της».

Η Λένα Ζευγαρά ήρθε από τη Θεσσαλονίκη και έκανε τους Αθηναίους να στήνονται και πάλι στην ουρά. Με ένα πρώτο άκουσμα και μια πρώτη ματιά, μοιάζει να έχει την στόφα παλιών λαϊκών τραγουδιστριών, αν και είναι πολύ νωρίς ακόμα για να την συγκρίνουμε με ντίβες του παρελθόντος και θα ήταν άδικο και για την ίδια.

Φαίνεται όμως πως έχει έρθει με φόρα και δεν σκοπεύει να σταματήσει, κάτι που το αντιλαμβάνεσαι από τον τρόπο για τον οποίο μιλά για την επιτυχία. 

Συζητώντας στο καμαρίνι της λίγες στιγμές πριν βγει στην σκηνή και ενώ το ΤΟΚΥΟ, στο οποίο εμφανίζεται, είχε ήδη γεμίσει ασφυκτικά, καταλάβαινες ότι η επιτυχία που απολαμβάνει τους τελευταίους μήνες, μοιάζει και για εκείνη ως κάτι πρωτόγνωρο.

«Με ενθουσιάζει και με κάνει να ζω κάτι πρωτόγνωρο, το οποίο το ήθελα. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει καλλιτέχνης που θα του πεις, “Δεν κυνηγούσες το σουξέ; Δεν κυνηγούσες την επιτυχία;” και θα σου πει “Όχι”. Όλοι αυτό κυνηγούσαμε. Από την αρχή. Από την πρώτη στιγμή που τραγουδήσαμε επαγγελματικά και πήραμε το πρώτο μας μεροκάματο. Απλά, είναι κάτι που δεν μπορώ να πω ότι δεν το περίμενα. Το περίμενα γιατί παλεύω γι’ αυτό και κάνω τεράστιες θυσίες στη ζωή μου, απλά δεν περίμενα να συμβεί την συγκεκριμένη χρονική στιγμή και δεν περίμενα να γίνει τόσο ακαριαία, σε real time πραγματικά. Αυτό είναι που δεν περίμενα. Αν μου έλεγαν πριν τρεις μήνες, ότι τώρα θα με ξέρει όλη η Αθήνα, θα γελούσα. Θα έλεγα αποκλείεται. Το σουξέ το περίμενα γιατί πάλευα για αυτό, αλλά όχι το πότε θα γίνει και το σε τι βαθμό. Ευθύνη εννοείται ότι αισθάνομαι. Νομίζω πως οποιοσδήποτε καλλιτέχνης, ο οποίος κάνει ένα σουξέ αισθάνεται ευθύνη, γιατί το δύσκολο είναι να μείνεις». 

Τα ραδιόφωνα και οι τηλεοράσεις παίζουν συνεχώς τα τραγούδια της και ακόμα και οι πιο indie τύποι έχουν σιγοψυθιρίσει «Έλα, έλα, έλα».

Όλο αυτό, μπορεί σε εμάς τους απ’ έξω να μοιάζει ότι ήρθε εν μία νυκτί, τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου έτσι, αφού ξεκίνησε να τραγουδά όσο ακόμα ήταν φοιτήτρια Οικονομικών Σπουδών.

«Αν μου έλεγαν πριν τρεις μήνες, ότι τώρα θα με ξέρει όλη η Αθήνα, θα γελούσα. Θα έλεγα αποκλείεται.»

«Δεν έχω αντιληφθεί την επιτυχία με τέτοιο τρόπο ώστε να πω ξαφνικά, “Είμαι η Ζευγαρά και με αναγνωρίζουν” ή να καβαλήσω καλάμι, για να μαι ειλικρινής. Δεν έχω καταλάβει τι γίνεται. Είναι όμορφο συναίσθημα, γιατί παίρνεις πολύ αγάπη από κόσμο που δεν σε γνωρίζει, ούτε τον γνωρίζεις. Από την άλλη μου φέρνει και λίγο άγχος αυτό. Είναι λίγο ανάμεικτα τα συναισθήματα. Προσπαθώ να βλέπω την θετική πλευρά των πραγμάτων πάντα και να λαμβάνω σαν μήνυμα ότι, “Λένα ο κόσμος σε αγαπάει και εσύ δεν τους ξέρεις, αλλά αυτοί σε ξέρουν και θέλουν να εκφράσουν τον θαυμασμό τους”. Δεν νομίζω ότι έχω καταλάβει τι έχει γίνει και δεν θέλω να χάσω την αθωότητα που έχω». 

Το μαγαζί είχε γεμίσει ασφυκτικά από νωρίς, παρόλο που η Λένα Ζευγαρά λέει το πρώτο της τραγούδι κάπου γύρω στις δυο. Στους διαδρόμους δεσπόζουν φωτογραφίες της σε φυσικό μέγεθος και καταλαβαίνεις γρήγορα, ότι ο χώρος της ανήκει, ενώ ανάμεσα στους θαμώνες μπορούσες να εντοπίσεις 18χρονους φοιτητές, αλλά και παρέες 45ρηδων. 

Στο καμαρίνι η νεαρή τραγουδίστρια έμοιαζε να βρίσκεται στο φυσικό της περιβάλλον και παρόλο που σε λίγο θα έβγαινε να διασκεδάσει όσους είχαν έρθει να την ακούσουν, ήταν χαλαρή και πρόθυμη να απαντήσει σε όλα. Αν ήταν τραγουδίστρια στο εξωτερικό και έκανε τουρ, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι οι συναυλίες της είναι συνέχεια sold out, κάτι που δεν απέχει και πολύ από την αλήθεια.

Στη νυχτερινή Αθήνα του 2020, δύσκολα μπορεί να υπερηφανευτεί ένας καλλιτέχνης ότι δεν υπάρχουν άδεια τραπέζια εκεί που τραγουδά, ακόμα περισσότερο όταν τραγουδά κυριολεκτικά μόνος του. Η Λένα Ζευγαρά ανοίγει και κλείνει μόνη της το πρόγραμμα στο ΤΟΚΥΟ. «Η αγάπη που παίρνω και οι συνεχόμενες sold out εμφανίσεις, με γεμίζουν θάρρος και με ολοκληρώνουν, ώστε να συνεχίσω να βγάζω νέα πράγματα για να ικανοποιώ τον κόσμο. Είναι υπέροχο το συναίσθημα και δεν μπορώ να το περιγράψω». 

Η Θεσσαλονίκη έχει τροφοδοτήσει τα μπουζούκια της Αθήνας με μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματά τους και η νεαρή τραγουδίστρια από την Καρδίτσα δεν αποτελεί εξαίρεση, αφού έκανε τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα στην πρωτεύουσα του βορρά. Τα κοινά είναι όμως, όντως τόσα διαφορετικά όσο εμείς νομίζουμε; «Δεν έχω εντοπίσει τεράστιες διαφορές. Αν παρακολουθήσει κανείς το πρόγραμμα, θα δει ότι γίνεται αρένα γηπέδου. Παίρνω και εδώ πολύ ένταση. Ελάχιστες είναι οι διαφορές».

Όταν βγαίνει στην πίστα αντιλαμβάνεσαι άμεσα τι εννοεί. Ο κόσμος την υποδέχεται με φωνές και μόλις εκείνη πει τον πρώτο στίχο, τραγουδά μαζί της και όλο το μαγαζί, κάτι που αν έχεις πάει πάνω από μια φορές στην ζωή σου στα μπουζούκια, θα έχεις παρατηρήσεις ότι συμβαίνει μόνο με τις «μεγάλες κυρίες». Αυτό είναι ίσως που έχει κάνει και πολλούς να την συγκρίνουν με άλλες τραγουδίστριες, προσπαθώντας να βρουν ομοιότητες και διαφορές. Εκείνη πάντως δεν έχει γκουγκλάρει ποτέ τον εαυτό της, για να δει τι ακριβώς γράφεται.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

«Συγκρίσεις υπάρχουν πάντα. Ακόμα και μελομακάρονα να δοκιμάζεις, θα φας ένα και θα πεις, “Μου θύμισε το μελομακάρονο από εκείνο το ζαχαροπλαστείο”. Aλλά δεν έχω μπει ποτέ σε αυτό το τριπάκι, πρώτον γιατί δεν κάνει καλό στο μέσα μου και δεύτερον γιατί είμαι υπέρ της άποψης, ότι όλοι έχουμε να δώσουμε το δικό μας ύφος και την δική μας πινελιά στον καμβά της ελληνικής μουσικής. Ο καθένας νομίζω ότι έχει την ταυτότητά του. Τώρα την σύγκριση δεν μπορείς να την αποφύγεις πουθενά».

Τα στερεότυπα που ακολουθούν τα μπουζούκια είναι πολλά, τα στερεότυπα που ακολουθούν τις γυναίκες που δουλεύουν στα μπουζούκια όμως, είναι ακόμα περισσότερα. Εκείνοι που θεωρούν ότι τα νυχτερινά κέντρα ευθύνονται για ό, τι κακό συμβαίνει στην χώρα, απλά δεν θέλουν να ακούν για λαϊκές τραγουδίστριες, ενώ ακόμα και εκείνοι που είναι θαμώνες τους, πολλές φορές αδυνατούν να δουν πέρα από την βιτρίνα και να ξεχωρίσουν ότι πίσω από τα φώτα και τα στρας, βρίσκονται κανονικές γυναίκες.

«Είναι μια δουλειά όπως όλες και μπορώ να σου πω πως είναι και από τις δυσκολότερες.»

«Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πια στερεότυπα για την νυχτερινή διασκέδαση, γιατί έχει έχει πάει πια σε άλλο επίπεδο. Δεν νομίζω ότι κάποιος μπορεί να χαρακτηρίσει μια τραγουδίστρια ή έναν τραγουδιστή άσχημα. Είναι μια δουλειά όπως όλες και μπορώ να σου πω πως είναι και από τις δυσκολότερες. Το να λείπεις τις γιορτινές μέρες από το σπίτι σου και να κάνεις Πρωτοχρονιά σε ένα μαγαζί μακριά από τους δικούς σου, είναι πολύ δύσκολο. Το να μην κοιμάσαι τις φυσιολογικές ώρες που κοιμούνται οι άνθρωποι και να είσαι πάνω σε ένα stage, να ξεχνάς τα προβλήματά σου και να βγαίνεις με χαμόγελο γιατί αυτοί οι άνθρωποι έρχονται να σε ακούσουν, να διασκεδάσουν και να ξεχάσουν τα δικά τους προβλήματα. Την θεωρώ μια πολύ δύσκολη δουλειά και το θεωρώ αδικία να σε αντιμετωπίζουν αρνητικά», λέει χαρακτηριστικά η ίδια. 

Ψηλή, με γεωμετρικό καρέ και αυστηρά ρούχα, που πολλοί βιάστηκαν να χαρακτηρίσουν συντηρητικά, σου δίνει την εντύπωση ότι έχει στο ενεργητικό της δεκάδες δίσκους και μετρά πολλά χρόνια επιτυχιών. Στο καμαρίνι έβλεπες μια νέα κοπέλα με όνειρα και όρεξη, στην σκηνή βλέπεις μια σταρ, που δεν θυμίζει πολύ συναδέλφους της, που κάνουν και αυτές τώρα τα πρώτα τους βήματα.

«Σε γενικές γραμμές, είμαι έτσι σαν άνθρωπος και όχι μόνο στην δουλειά μου. Πάνω στην πίστα ήμουν πάντα η Λένα, είχα χιούμορ, έπαιζα με τον κόσμο, τσαλακωνόμουν. Ο κόσμος που με αγάπησε πριν την Αθήνα, γιατί έχω περάσει από αρκετές πόλεις της επαρχίας, αυτό αγάπησε σε μένα. Είτε φορούσα παντελόνι, είτε φορούσα φόρεμα. Αν η Λένα αισθανόταν άνετα με μια πολύ πολύ κοντή φούστα, θα φορούσε αυτό. Για μένα προσωπικά, δεν σημαίνει ότι ένα κλειστό φόρεμα, είναι συντηρητικό. Θεωρώ ότι είναι το ίδιο σέξυ, αν όχι περισσότερο. Κρύβεις και αφήνεις να φαντάζονται. Είμαι αυτή που είμαι κι αν αρέσω. Αν αλλάξω τον εαυτό μου, πιστεύω πως δεν θα αρέσω στον κόσμο. Αν αλλάξεις το μέσα σου ή το έξω σου, το νιώθει ο κόσμος. Νιώθει ότι δεν υποστηρίζεις αυτό που πας να τους δείξεις». Όσο για τους στόχους της, αυτοί περιλαμβάνουν ξεκούραση και στούντιο για να βγει ο πρώτος της προσωπικός δίσκος. 

Το αν η Λένα Ζευγαρά ήρθε για να μείνει, αυτό θα το δείξει μόνο ο χρόνος. Το σίγουρο όμως είναι, πως η περίπτωση της αποτέλει φαινόμενο, που είχαμε χρόνια να δούμε. Ακόμα πιο σίγουρο είναι, πως έχεις κι εσύ κάποια στιγμή σιγοτραγουδήσει την μεγάλη της επιτυχία κι ας μην το έχεις καταλάβει. 

Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

Γεννήθηκε στην Αλβανία, λίγο πριν την πτώση του κομμουνισμού. Ζει στην Αθήνα από το 1997, παράτησε με μεγάλη επιτυχία το τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών της Παντείου και από το 2017 ασχολείται με την δημοσιογραφία.

Share
Published by
Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι