Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

Στο Παρίσι Συστήνεται ως «Λαρυγγούς», για να τον Καταλαβαίνουν…

Κι όμως, ο Παναγιώτης Μελίδης, αυτός ο μαυροντυμένος νευρωτικός τύπος που λατρεύει τον Αχιλλέα Κυριακίδη γιατί λατρεύει τον Μπόρχες και μοιάζει με ήρωα του Γούντι Άλεν σε μόνιμο cocaine rush, είναι τρομερά ανασφαλής. Ή έτσι θέλει να δείχνει. Δύσκολο να πεις, κουβαλά έναν ισοπεδωτικό αυτοσαρκασμό που πάντα σε κάνει να αναρωτιέσαι πότε σοβαρολογεί και πότε τρολάρει…

Βρισκόμαστε στην κουπαστή της εσωτερικής σκάλας του Super Sonic, ενός μικρού λαϊβάδικου στη Βαστίλλη. Είναι Τρίτη βράδυ, αρχές Φλεβάρη κι ο Λάρυγγας είναι ο headliner ενός line-up ανερχομενων ονομάτων που παίζουν μπροστά σε περίπου 200-250 20somethings Παριζιάνους και φυσικά είναι δεν είναι ικανοποιημένος. «Δεν έπρεπε να είμαι τελευταίος, γιατί γι’ αυτούς εδώ έχουν έρθει όλοι οι φίλοι τους και θα φύγουν μόλις τελειώσουν και δε θα μείνει κανείς, και, και…», γκρινιάζει ενώ κανονίζει τα free ποτά μας (εκείνος δεν πίνει) και κουβαλά την τσαντα με τον λιγοστό εξοπλισμό του. Εκτός από το «μηχανάκια» του και το τύμπανο, τις μπαγκέτες και το Mac, μέσα στην τσάντα υπάρχει ο Μονόδρομος του Βάλτερ Μπένγιαμιν κι ένα ακόμα βιβλίο με τίτλο The Politics of Parametricis: Digital Technologies in Architecture. Και το κλασικό κόκκινο t-shirt των Minor Threat

Γκρινιάζει ότι δεν μπορεί να δουλέψει εύκολα στην Αθήνα. Γιατί «είναι πολύ ωραία, όλοι σε παίρνουν τηλέφωνο, σου λένε να πας να τους δεις, να βγείτε, να έρθουν από το σπίτι, κι αυτό είναι ωραίο αλλά καμιά φορά και δεσμευτικό γιατί δεν μπορείς να αρνηθείς σε κανέναν. Ενώ στο Μιλάνο, ήμουν άγνωστος μεταξύ αγνώστων, ο καιρός ηταν χειρότερος, δεν είχα κανένα περισπασμό και καθόμουν και δούλευα με τις ώρες. Εδώ, προσπαθώ να ολοκληρώσω ένα άλμπουμ κι όλο καθυστερώ, ο Λορέντσο Σέννι δε θα το πάθαινε ποτέ αυτό». Λορέντσο Σέννι είναι ο τρίτος άνθρωπος στην κουβέντα μας, κι ας μην είναι εκεί. Πρόκειται για έναν ιταλό μουσικό στο χώρο της electronica, σχεδόν συνομήλικό του, που πέρυσι υπέγραψε στην Warp Records και ο Λάρυγγας αναφέρεται αυτό το βράδυ συνεχώς σε εκείνον ως νέμεσίς του. Έτσι κι αλλιώς κάθε κουβέντα μαζί του μοιάζει με ένα μεγάλο νούμερο stand up comedy, εδώ ο Σέννι λειτουργεί ως ενσάρκωση του αυτομαστιγώματος που επιφυλάσσει ο Λάρυγγας στον εαυτό του. Ο Σέννι (υποτίθεται ότι) είναι όσα (υποτίθεται ότι) δεν είναι ο Λάρυγγας: πειθαρχημένος, εργατικός, παραγωγικός, χαρισματικά ταλαντούχος.

Είναι ένα χαρακτηριστικό μοτίβο του Λάρυγγα αυτό. Να επαναλαμβάνει πόσο μέτριος είναι. Ίσως γιατί ψαρεύει κομπλιμέντα, ίσως γιατί αυτός είναι αυτοψυχαναλυτικά ο κινητήριος μοχλός του. Όπως τον βλέπετε να λέει και στο παραπάνω βίντεο, δεν πιστεύει στην έμπνευση. Πιστεύει στην εξερεύνηση των δυνατοτήτων και στον αλλεπάλληλο αποκλεισμό ενδεχομένων κατά τη δημιουργική διαδικασία. Και στα live; (Παρεμπιμπτόντως, στο Super Sonic έσκισε, παράγοντας τα γνωστά λίτρα ιδρώτα και κερδίζοντας κατά κράτος την δυσπιστία όσων έμειναν να παρακολουθήσουν αυτόν τον περίεργο τύπο με το περιέργο όνομα από αυτήν την μάλλον περίεργη χώρα). «Εκεί υπάρχει μια σύμβαση, καλούμαι να ξεπεράσω τον εαυτό μου. Την έμφυτη συστολή κι εσωστρέφειά μου. Κι ακριβώς γιατί το προσπαθώ τόσο πολύ και είμαι αφοσιωμένος σε αυτό, προκύπτει μια performance που κανονικά θα μου ήταν πολύ ξένη». Όποια κι αν είναι η διαδικασία, τα live του Λάρυγγα καρφώνονται στη μνήμη όσων τα βλέπουν. Ειδικά στην «ελληνική σκηνή» που δεν έχουμε συνηθίσει τους frontmen να βγαίνουν από τον εαυτό τους. Ο Μελίδης το κάνει. Είτε λέγοντας άβολα σόκιν ανέκδοτα για τον Άιλερ (τον γιο του που ονόμασε έτσι προς τιμήν του θρυλικού τζαζίστα), είτε γιατί κοπανάει το μικρόφωνο στο μέτωπό του μέχρι να ματώσει, είτε γιατί μπορεί να επαναλάβει μια λέξη 188 φορές όπως έκανε στο Παρίσι μέχρι κυριολεκτικά να αδειάσουν τα πνευμόνια του.

Η τελειοποίηση της live περσόνας είναι έτσι κι αλλιώς μονόδρομος πια – ο Larry Gus έδωσε το 2016 περίπου 50 live, από τη Χιλή ως την Ισλανδία. Αυτός, το να μπεις δηλαδή στο κύκλωμα των φεστιβάλ είναι και ο ασφαλέστερος τρόπος για να ζήσεις  σε αυτό το καλλιτεχνικό μέγεθος. Αυτός είναι ο τρόπος για να σαπορτάρεις την οικογένειά σου. Ο άλλος, ίσως, θα ήταν να κάνει πιο «εύκολα» dance πράγματα μπας και προκύψει κάποιο hit για το dancefloor (δε θέλει, δεν συχνάζει σε clubs και δεν τα καταλαβαίνει, λέει). Ένας τρίτος να φτιάξει μουσική για διαφημιστικά ή brands, το κάνει σε ένα βαθμό. Κι ένας τέταρτος να δουλέψει με άλλους π.χ. ως παραγωγός. Έχω μερικές διεστραμμένες ιδέες για ελληνικά ονόματα που θα είχε ενδιαφέρον να τους σκηνοθετήσει τον ήχο, αλλά στον ίδιο η ιδέα να δουλεύει μαζί με άλλους, ακόμα κι αν αυτοί δανείζουν απλά τη φωνή τους σε δικά του κομμάτια, δεν είναι πολύ ευχάριστη. Αν τον παρατηρήσει κανείς μισή ώρα στο στούντιο, θα καταλάβει εύκολα γιατί.

Στο στούντιο όμως, σε σχέση με τις ζωντανές εμφανίσεις, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Εκεί όλα ξεκινάνε με ένα drum pattern που ηχογραφείται ζωντανά. Μετά, ο Larry Gus συνδέει τον υπολογιστή και το Abbleton με την κονσόλα. Κι αρχίζει το παχνίδι των πιθανοτήτων. 2 μέρες που ανεβοκατεβαίνουμε στην κουζίνα των Red Bull Music Studios για συνεχή τροφοδότηση καφεϊνης και κάνουμε αυστηρά διάλειμμα στις 3 το μεσημέρι για να φάει σαλάτα από το αγαπημένο του take away δύο τετράγωνα πιο κάτω. Προσθέτει στα ντραμς, 1-2 νότες στο μπάσο, 1-2 φράσεις στα keyboards, γράφει φωνητικά, τα λουπάρει, τα διαλύει και τα επανασυνθέτει, το patchwork ξεκινά και σπάνια ξέρει που θα τον βγάλει. Μπορεί να είναι ενα μεταλλαγμένο disco track, μια πολυρυθμική παραλλαγή που φωνάζει προς τη Μαμά Αφρική, κάποια weird electronics.

Στο στούντιο, ο Λάρυγγας παρατάσσει τα παιχνίδια του και τα εμπιστεύεται. «Διατάξτε, εκτελώ», τους λέει για να χρησιμοποιήσω την αγαπημένη του φράση που (του) ταιριάζει σε όλες τις περιπτώσεις…

Την Παρασκευή 10/3, 19.00-21.00 (με περιορισμένες θέσεις) ο Larry Gus μοιράζεται μυστικά, συμβουλές και τεχνικές μεθόδους γύρω από τη δημιουργία μουσικής σε ένα απογευματινό Studio Science στο φουαγέ του Μουσείου Μπενάκη (Πειραιώς 138 & Τζαφέρη) από το Red Bull Music Academy. Στη συνέχεια, 21.30, ακολουθεί live act ανοιχτό για το κοινό με ελεύθερη είσοδο.
Παναγιώτης Μένεγος

Share
Published by
Παναγιώτης Μένεγος