Ο Ριχάρδος ΙΙ και όχι ο δημοφιλής και πολυανεβασμένος Ριχάρδος ΙΙΙ, ήταν η φετινή επιλογή της Έλλης Παπακωνσταντίνου και της ομάδας ΟDC στο Βυρσοδεψείο, τον καταστατικό τους πια χώρο. Το κείμενο γράφτηκε το 1995-1996 αλλά αντλεί ιστορικά στοιχεία από την ιστορία του σφετεριστή βασιλιά Ριχάρδου του Δεύτερου που ανετράπη από το αξίωμα το 1399 ελλείψει διπλωματικών ικανοτήτων και άρα γενικευμένης αντιπάθειας προς το πρόσωπό του. Το έργο, σε μετάφραση Κ. Καρθαίου ανέβηκε μόνο μια φορά στην Ελλάδα το 1947 από το Εθνικό Θέατρο και τον Δημήτρη Χορν στον ομώνυμο ρόλο.
Η επιλογή ενός σαιξπηρικού κειμένου είναι πάντα ένα στοίχημα τόσο για την πυκνότητα και τις συνδηλώσεις των νοημάτων (φανερών και κρυμμένων), τον πλούτο και τις ψυχολογικές διαβαθμίσεις των χαρακτήρων όσο και για την επιτυχή ή μη αποτύπωση του σκηνοθετικού οράματος επί κλασικής βάσης σε μια εποχή που νοιώθουμε πως όλα έχουν ειπωθεί.
Η μήπως όχι; Η σύλληψη, διασκευή και σκηνοθεσία της Έλλης Παπακωνσταντίνου πατάει με σεβασμό πάνω στο σαιξπηρικό κείμενο και ταυτοχρόνως μεταφέρεται με ακροβολισμό στις βασικές έννοιες που έχει επιλέξει να θίγει σε όλες της τις παραστάσεις: αλαζονεία, απληστία, εξουσία, βία, βλακεία, διαφθορά, εκδίκηση, εγκλωβισμός, πτώση, διασυρμός, γελοιότητα, πόνος, απώλεια-θάνατος και κυρίως το άχρονο του χρόνου και το επιτακτικό εδώ και τώρα. Η παράσταση καταφέρνει να διατηρήσει όλα τα δομικά στοιχεία και την ποιητική του κειμένου ενώ συνδιαλέγεται με το σήμερα περνώντας μέσα από τη διαχρονία της προβληματικής της εξουσίας. Οι τρόποι που αυτό επιτυγχάνεται είναι πολλοί και ευφάνταστοι. Ο αξιοθαύμαστος θίασος που αποτελείται από μόνο τέσσερις ηθοποιούς υποδύεται τριάντα ρόλους με ευελιξία και αποτελεσματικότητα. Με χειρουργικές παρεμβάσεις στο κείμενο, σε πολλές των περιπτώσεων, οι ρόλοι αποδομούνται απεκδυόμενοι το σχήμα, τον λόγο αλλά και το φύλο τους για να λειτουργήσουν αυτοσαρκαζόμενοι ως παρατηρητές και κριτές του αλλά και ως αντανάκλαση του θεατή. Το εφεύρημα της σκηνοθέτιδας να αποτυπωθεί επί σκηνής ο ρόλος του βασιλιά και από τους τέσσερις ηθοποιούς είναι αυτό που μας πείθει περισσότερο για την ουσιαστική πρόθεσή της: να καταδειχθεί ότι η «αρρώστια» και το μικρόβιο της εξουσίας εδράζεται στους πάντες, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης και σε όλες τις εποχές. Με φιλοσοφική και στοχαστική διάθεση καταφέρνει επίσης να μας υπενθυμίσει ότι η σημερινή εποχή είναι new dark ages, ένας νέος Μεσαίωνας.
Όλες οι επιλογές των σκηνικών αντικειμένων και η μεταβλητή χρήση των σκηνικών και της εξέδρας, τα ευφυή κοστούμια, ο φωτισμός (κυρίως φυσικός), η προσεγμένη μουσική, το εικαστικό και ηχητικό περιβάλλον αποδίδουν εξονυχιστική μελέτη, φαντασία και αποτελεσματικότητα. Πέρα από το σαιξπηρικό κείμενο ή/και με έναυσμα αυτό η παράσταση συμπυκνώνει έναν λειτουργικό πλούτο αναφορών και εργαλείων αριστοτεχνικά ταιριασμένων έτσι ώστε να μπορούμε να μιλάμε για αισθητική, η οποία χαρακτηρίζει την ομάδα ODC σε όλες τις δουλειές της. Αισθητική δύσκολη, δηλαδή όχι πάντα ευχάριστη και γι’αυτό ουσιαστική για την παιδευτική λειτουργία του θεάτρου και το ξύπνημα του παθητικού θεατή-πολίτη. Η μεθοδολογία της παράστασης βρίθει αναφορών στη φιλοσοφία και τον Διαφωτισμό, στη θρησκεία, στον Μπρεχτ, το τσίρκο, το μπουρλέσκ, το country & western ακόμα και τη λαϊκή αγορά. Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά για κάθε ένα από αυτά τα στοιχεία και τις συγκεκριμένες επιλογές που έγιναν για να αποτυπωθούν, όμως το μαγικό με το θέατρο είναι ακριβώς αυτό: ακόμη κι αν είσαι ανυποψίαστος θεατής ή δεν καταλαβαίνεις ακριβώς το θεωρητικό υπόβαθρο των συμβολισμών, η ουσία της σκηνικής πράξης σε στοχεύει στο κέντρο και δεν κάνει ποτέ λάθος.
Last but not least: κάποια στιγμή στην αρχή, απαντώντας σε μια γενική ερώτηση προς το κοινό για το τι χρειάζεται και σε ποια διάθεση βρίσκεται, ζητήσαμε ένα παυσίπονο. Ήρθε τάχιστα με ένα μπουκαλάκι νερό. Το όλο επεισόδιο έγινε διακριτικά χωρίς να διαταραχθεί ο καταιγιστικός ρυθμός των δράσεων και εντάχθηκε ως μέρος της παράστασης. Ετοιμότητα, διαδραστικότητα και συνεπής σωματική και πνευματική εργασία είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα μέλη της ομάδας ODC.
Βυρσοδεψείο, Ορφέως 174, Βοτανικός, Τηλέφωνο κρατήσεων: 210 3453203
Η παράσταση συνεχίζεται έως τις 26 Ιουνίου.
Παραστάσεις: Σάββατο (21:15), Κυριακή (18:30 & 21:30), Δευτέρα (21:15).
Τιμή εισιτηρίου: 12 ευρώ (κανονικό) / 8 ευρώ (μειωμένο: φοιτητές, άνεργοι και άνω των 65 ετών)
Συντελεστές
Μετάφραση: Κ. Καρθαίος
Σύλληψη / Διασκευή / Σκηνοθεσία: Έλλη Παπακωνσταντίνου
Μουσική σύνθεση: Τηλέμαχος Μούσας
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Πάνος Σβολάκης, Ρωμανός Σιμωνετάτος
Σκηνικά / Κοστούμια: Τέλης Καρανάνος, Αλεξάνδρα Σιάφκου
Βοηθοί Σκηνικών / Κοστουμιών: Μελίνα Λούρου, Ανθή Μαλάκη, Βάσια Σταματελοπούλου
Κατασκευές: Σπύρος Δουκέρης, Kamel Boussahsah
Φωτισμοί: Adrian Frieling, Έλλη Παπακωνσταντίνου
Φωτογραφίες: Alex Kat
Προβολές: Παναγιώτης Λαμπής
Παραγωγή: ΟΔC
Παίζουν οι ηθοποιοί: Μελέτης Ηλίας, Βάλια Παπαχρήστου, Αγλαΐα Παππά, Adrian Frieling