Έφυγε από την Ελλάδα πολύ μικρή, σχεδόν παιδί, να βουτήξει στο άγνωστο. Ξεκίνησε με όνειρα που στην πορεία άλλαξαν, και κατάφερε με το σπαθί της να σταθεί σε ένα δύσκολο χώρο με τεράστιο ανταγωνισμό: η Kid Moxie, κατά κόσμον Ελένη Χαρμπίλα, ζει και κάνει μουσική στο Λος Άντζελες. Την καμαρώνουμε και τη ζηλεύουμε (χωρίς φθόνο, ελπίζω) όλοι. Αυτόν τον καιρό βρίσκεται εδώ γράφοντας το soundtrack για τη νέα ταινία του Γιώργου Γεωργόπουλου που δεν έχει ακόμα τίτλο, αλλά και παίζοντας ένα ρόλο σ’αυτή. Αδράξαμε την ευκαιρία και μιλήσαμε για τα πάντα, σε μια συζήτηση που αποδείχτηκε συναρπαστική.
Ας ξεκινήσουμε από το πρότζεκτ που σε φέρνει στα μέρη μας. την ταινία. Έχουμε ήδη αρχίσει τα γυρίσματα. Έχει ένα πολύ ωραίο καστ. Παίζει ο Όμηρος Πουλάκης, ο Βαγγέλης Μουρίκης, η Ιωάννα Παππά, η Βίκυ Παπαδοπούλου, η Σίσσυ Τουμάση, η Κόρα Καρβούνη, και παίζω κι εγώ ένα ρόλο, και το βασικότερο απ’ όλα: γράφω το soundtrack. Για μένα ήταν κάτι πολύ «σκιαχτικό» να αναλάβω κάτι τέτοιο. Δεν το έχω ξανακάνει, έχω γράψει κομμάτια για σκηνές από δω κι από κει. Αλλά δεν είχα αναλάβει ποτέ όλο τον ήχο. Είναι τεράστιο κομμάτι της ατμόσφαιρας μιας ταινίας. Σου δείχνει πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη ένας σκηνοθέτης όταν σε αφήνει να καλύψεις αυτή την αίσθηση – γιατί αυτός καλύπτει την οπτική πλευρά, και καλεί κάποιον να καλύψει την ακουστική. Αλλά το ότι είχα σκιαχτεί μάλλον λειτουργεί παραγωγικά… Προσπαθώ να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ ώστε αφ’ ενός να ξεπεράσω το φόβο, κι αφ’ ετέρου να αποδείξω ότι μπορώ να το καταφέρω – τόσο σε μένα, όσο και σε αυτόν που με έχει εμπιστευτεί.
Σε τι στάδιο βρίσκεστε τώρα; Σε αυτή τη φάση έχω κάνει περίπου τη μισή δουλειά, γιατί στη συγκεκριμένη ταινία το soundtrack βοήθησε και στις πρόβες, για να μας βάλει στο mood, γιατί είναι πολύ μεγάλο κομμάτι της ταινίας. Πρόκειται για ένα συναισθηματικό sci–fi – γιατί δεν έχουμε budget για πυραύλους και ζόμπι! Η αλήθεια είναι πως έχω φύγει από τα 18 μου στο εξωτερικό, και δεν είχα ξαναδουλέψει στην Ελλάδα, ούτε έχω αναλάβει ξανά ολόκληρο το score ενός φιλμ, οπότε είναι πολλές πρωτιές μαζί και το χαίρομαι πολύ.
Είναι ενδιαφέρον πως έχεις ξεκινήσει τη μουσική ήδη από τις πρόβες. Γιατί ξέρεις ότι πολλές φορές το score γράφεται αφού η ταινία έχει ήδη ολοκληρωθεί. Η αλήθεια είναι πως δεν μου το ζήτησε κανείς. Εγώ άρχισα να γράφω τους τελευταίους μήνες που ήμουν στην Αμερική, γιατί είχα πολλή διάθεση, και φόβο για να δω αν μπορώ να το κουμαντάρω! Άρχισαν πολύ γρήγορα να μου βγαίνουν πράγματα, τα έστελνα στο σκηνοθέτη, και υπήρχε πολύ ωραία αντιμετώπιση, συμπνέαμε πολύ με το Γιώργο. Και ο ίδιος μου είπε: τα βάζω πλέον στις πρόβες. Κι αυτό βοηθούσε όλους να έχουν ένα πιο ενιαίο mood. Είναι όλο γυρισμένο στην Αθήνα, κι επειδή όλοι ζούμε εδώ – εγώ part–time, αλλά έχω γεννηθεί εδώ και την αγαπώ πολύ – κι αυτό που προσπάθησα είναι ένα τοπίο που είναι πολύ οικείο σε όλους μας να το κάνω να φαίνεται ανοίκειο. Αν πάμε, για παράδειγμα, μια βόλτα μέχρι τα Σπάτα, θα δούμε αυτό το συγκεκριμένο τοπίο που σαν Αθηναίοι το μάτι μας το έχει συνηθίσει. Πώς θα φαινόταν λοιπόν αυτό με μια μουσική, ας πούμε πιο διαστημική; Έτσι κάτι που το έχουμε συνηθίσει, φαίνεται καινούριο, σαν σεληνιακό τοπίο. Δεν ακούμε αυτά που έχουμε συνηθίσει από το ραδιόφωνο, το μπουζούκι π.χ., αλλά ακούμε κάτι που θα ταίριαζε περισσότερο σε βίντεο της NASA. Ελπίζουμε να έχουν ολοκληρωθεί τα γυρίσματα μέχρι τις 10 Οκτωβρίου.
Και μουσικά; Ετοιμάζω τα δικά μου live ως Kid Moxie στην Αθήνα για πρώτη φορά – δεν έχω παίξει καθόλου στην Ελλάδα γενικότερα. Θα ξεκινήσουμε από το Νοέμβριο που θα είμαστε έτοιμοι, με σκοπό να το πάμε και σε άλλες πόλεις της Ευρώπης από του χρόνου. Αλλά ως τότε θα ήθελα να έχω παίξει 2-3 στοχευμένα, ωραία σώου στην πόλη μου.
Θα παίξεις λοιπόν πρώτη φορά στην πόλη που μεγάλωσες! Και σκέψου ότι μόλις γύρισα από τον Άγιο Δομίνικο! Έπαιξα εκεί live με ένα άλλο project που έχω στήσει στην Αμερική και λέγεται Luxury, και παίζουμε μουσική πολύ πιο ανεβαστική, new disco. Μας καλούν σε διάφορα μέρη, σε κλαμπ, σε resort, σε φεστιβάλ όπως τώρα στον Άγιο Δομίνικο ή στο Μεξικό, που είναι πιο πολύ για χορό. Ενώ ως Kid Moxie είναι λίγο πιο dark κι ατμοσφαιρικό – δεν θα τους έβλεπα να χορεύουν, ας πούμε. Είναι ένα alter ego, λοιπόν… Αλλά το ότι παίζω για πρώτη φορά στη χώρα μου είναι πιο φοβιστικό από οτιδήποτε άλλο! Δεν έχω αποκρυπτογραφήσει εντελώς γιατί… Ίσως γιατί εδώ, στη φωλιά σου, αισθάνεσαι ότι μπορεί να σε κρίνουν πιο αυστηρά, ότι υπάρχουν άνθρωποι που σε ξέρουν από μικρή, οπότε θα σε δουν αλλιώς… Δεν ξέρω. Με φοβίζει, ας πούμε, που θάρθουν οι γονείς μου! Είναι ένα θεματάκι πολύ ελληνικό, ίσως, επειδή μας αφορά πολύ η οικογένεια, θέλουμε δεν θέλουμε… Και παρόλο που έχω προσπαθήσει να αποστασιοποιηθώ γεωγραφικά τουλάχιστον, συναισθηματικά δεν αποστασιοποιήθηκα ποτέ. Οπότε…
Μετά από 14 χρόνια, ακόμα εδώ είναι η φωλιά σου; Ναι. Φωλιά θεωρώ εκεί που σου δόθηκαν τα φτερά για να πας οπουδήποτε αλλού. Εδώ είναι οι πρώτες μου εικόνες, οι άνθρωποι που αγαπώ… Εκεί είναι το σπίτι μου. Τα πράγματά μου, αλλά παραμένει πάντα μια Ιθάκη. Δεν ξέρω ποια είναι η Ιθάκη πια. ‘Έχω μπερδευτεί… Αλλά κι η γλώσσα! Αλλιώς χτυπάει το Σ’ αγαπώ στα ελληνικά, κι αλλιώς το I love you! Έχει άλλη βαρύτητα η γλώσσα που το άκουσες για πρώτη φορά. Ίσως γι αυτό και διστάζω να τραγουδήσω στα ελληνικά. Τώρα, στα live, μετά από παρότρυνση φίλων και της μάνας μου μαζί, θα πω για πρώτη φορά κι ένα αγαπημένο μου τραγούδι στα ελληνικά: το Μην τον Ρωτάς τον Ουρανό…
Πόσο νωρίς ανακάλυψες το ενδιαφέρον σου για την τέχνη; Όχι ότι το διάλεξα. Με πήγαινε η μητέρα μου να κάνω μπαλέτο και πιάνο από τριών χρονών. Οπότε άρχισα να ασχολούμαι χωρίς να καταλαβαίνω τι κάνω. Υπήρχε απλώς στη ζωή μου σαν καθημερινότητα. Και ναι, έχω κάνει και γαλλικά. Είμαι από αυτά τα κορίτσια! Πιάνο, μπαλέτο, γαλλικά! Ώσπου γύρω στα 13-14, ενώ νόμιζα πως θα γίνω πιανίστρια ή μπαλαρίνα, τα παράτησα και τα δύο, γιατί τα σιχάθηκα: ήταν ο ρέμπελος μέσα μου που ήθελε ξαφνικά να παίζει ντραμς, να βγαίνει πάρα πολύ και να πίνει, και να μην έχει στη ζωή του οποιαδήποτε κλασική φόρμα και πειθαρχία. Κι έτσι έγινε. Ο αδελφός μου είναι ντράμερ, οπότε έμαθα. Μετά έφυγα για εξωτερικό.
Αυτό πώς έγινε; Είχα δώσει πανελλήνιες, και πέρασα στις ιχθυοκαλλιέργειες στο Γύθειο! Δεν ήταν κάτι που θα επιθυμούσα να κάνω… Η αλήθεια είναι ότι ήθελα πάρα πολύ να φύγω. Είχαμε πάει ένα ταξίδι στη Νέα Υόρκη και πήγα με την οικογένειά μου στο Broadway και με άγγιξε με έναν τρόπο που δεν τον περίμενα. Δεν ήξερα πώς και τι, αλλά ήθελα να είμαι κομμάτι αυτού του πράγματος. Δεν με άφησαν τότε αρχικά να πάω στην Αμερική γιατί ήμουν πολύ μικρή, και πήγα στο Λονδίνο, όπου σπούδασα κινηματογράφο για τρία χρόνια, και μετά πήγα για μάστερ στο θέατρο στο Σαν Φρανσίσκο. Ήμουν πολύ ήρεμη σαν παιδί. Όταν ήθελα κάτι πάρα πολύ, οι γονείς μου ήταν πολύ υποστηρικτικοί, και με βοήθησαν, παρόλο που θα τους έλειπα τόσο μακριά. Δεν ήθελα να γίνω ηθοποιός, ήθελα απλώς να σπουδάσω το θέατρο καλύτερα. Δεν ήξερα ακόμη τι ήθελα να κάνω.
Ήθελα να αφήσω το σημάδι μου. Να μην περιμένω να μου δοθεί μια ευκαιρία, ήθελα να τη δημιουργήσω μόνη μου! Πώς γράφουμε σε ένα τοίχο «Η ΕΛΕΝΗ ΗΤΑΝ ΕΔΩ»; Ε, αυτό ήθελα να κάνω! Αν το δει κανείς, το είδε…
Εγώ έχω μια εικόνα του πώς ήταν το Σαν Φρανσίσκο το ’68 ( Haight-Ashbury, hippies, Grateful Dead και τα λοιπά), όπως και το ’78 (Residents, Tuxedomoon, gay culture, πρωτοπορία κλπ) αλλά δεν έχω ιδέα πώς ήταν όταν πήγες εσύ! Κοίτα,τα σημάδια από το ’68, αλλά και από το ’78, όταν μετακόμισα εγώ εκεί πριν δέκα χρόνια και, ήταν ακόμα πάρα πολύ απτά. Η Haight & Ashbury ακόμα έχει το κλίμα των χίπηδων. Είναι πιστοί στη ντόπια σκηνή και τους Grateful Dead– όπως είναι οι Έλληνες πιστοί στο heavy metal! Ένιωθα λοιπόν πως ένα κομμάτι ιστορίας υπάρχει ακόμα στην πόλη. Και φυσικά, ακόμα και τώρα, είναι ίσως η πιο δυνατή gay κοινότητα, ήδη από τα χρόνια του Harvey Milk. Υπάρχει αυτή η φοβερή αίσθηση ελευθερίας, που αγγίζει και τα όρια της ελευθεριότητας – αλλά πιστεύω πως ίσως χρειάζεται και να υπερβάλλεις προκειμένου να βρεις ισορροπία. Και το Σαν Φρανσίσκο υπερβάλλει σε πολλά πράγματα. Υπήρξε ένας νόμος, για παράδειγμα, ότι είναι ΟΚ να κυκλοφορείς γυμνός! Οπότε έβλεπες ολόγυμνους ανθρώπους να πηγαίνουν στην τράπεζα, να διαβάζουν εφημερίδα… Και σκεφτόσουν: είναι too much αυτό, δεν χρειάζεται να το δω. Αλλά το άλλοθι που του δίνω είναι ότι μερικές φορές ένα ελατήριο πριν ισορροπήσει, πρέπει πρώτα να το τεντώσεις πάρα πολύ για να ανοίξει λίγο! Ακόμα και τώρα ισχύει αυτό εκεί, που η πόλη έχει αλλάξει πολύ, έχει μπει το .com, έχει ακριβύνει πάρα πολύ κι έχει γίνει γιάπικο., Εγώ δεν μένω πια εκεί, πήγα στο Λος Άντζελες που το προτιμώ χίλιες φορές σαν πόλη.
Γιατί αυτό; Γιατί αισθάνομαι πως το Σαν Φρανσίσκο είναι ένα has–been. Το αγαπώ γιατί είναι πανέμορφο κι έζησα πέντε πολύ ωραία χρόνια εκεί, αλά σε ότι αφορά τα πνευματικά κινήματα, ό,τι ήταν να κάνει το έκανε. Και τώρα είναι λεφτά, λεφτά, λεφτά. Είναι όλα πολύ ακριβά, οι καλλιτέχνες έχουν διωχθεί λόγω του Silicon Valley, βλέπεις πλέον Google και Apple buses, και για να νοικιάσεις ένα δυάρι θες $3500! Ενώ το LA έχει μέρη όπου αισθάνεσαι ακόμη ότι ευνοεί τους καλλιτέχνες, και στις τιμές, και στις κοινότητες που χτίζονται. Είναι και κάτι ενεργειακό που έχει αυτή η πόλη, το οποίο δεν μπορώ να το εξηγήσω. Σου δημιουργεί μια ψευδαίσθηση – αλλά κι αυτό βοηθάει – ότι όλα είναι πιθανά. The American Dream! Κι εμένα αυτό με συμφέρει, μου αρέσει. Ενώ στην Ελλάδα υπάρχει μια σκληρή πραγματικότητα που σου λέει: Τι πας να κάνεις τώρα;
Πώς είναι η καθημερινότητά σου εκεί; Προσπαθώ να βάζω στον εαυτό μου πρόγραμμα, γιατί δεν έχω μια δουλειά 9 με 5. Γράφω πολλή μουσική συγκεκριμένες ώρες όταν έχω κάποιο project, μαγειρεύω πολύ και γυμνάζομαι. Βλέπω φίλους, κάνω εκδρομές στην έρημο, στις παραλίες, προσπαθώ να ταξιδεύω όσο γίνεται… Είναι μια ήρεμη πόλη όπου αισθάνεσαι σαν να είσαι διακοπές, αλλά ταυτόχρονα είναι τελείως business–minded. Όλα γίνονται για τη δουλειά, κι οι σχέσεις δεν είναι τόσο εύκολες. Όλοι βάζουν ως προτεραιότητα να γίνουν σταρ ή να βγάλουν λεφτά. Όταν δεν έχεις κάτι να τους προσφέρεις, δεν θα ασχοληθούν μαζί σου. Όλοι, από τη Μινεσότα, από την Ελλάδα, από την Κίνα, πάνε εκεί να γίνουν κάτι άλλο από αυτό που ήδη είναι – κι όλοι ψάχνουν τρόπους να το κάνουν. Γίνονται όμως πολύ ωραία πράγματα στο θέατρο και τον κινηματογράφο σε independent επίπεδο, και μουσικά είναι the place to be. Έχει ωραία fusion ακούσματα, μια πολύμορφη ταυτότητα που συνδυάζει world, hip hop και ηλεκτρονική. Και πιστεύουν αρκετά στο συλλογικό πνεύμα, πιστεύουν ότι μαζί πάμε πιο μακριά, κι έτσι φτιάχνονται αρκετές κολεκτίβες.
Στη μουσική σου ακούω πολλά πράγματα σημερινά, αλλά και μια στέρεα μελωδικότητα. Ευχαριστώ! Πιστεύω ότι αν δεν υπάρχει μελωδία, όσο βιρτουόζος και να είσαι σε κάποιο όργανο, τότε δεν υπάρχει λόγος να φτιάξεις κάτι απλώς για να δείξεις τεχνική. Μπορεί να παίξεις κάτι πολύ απλό, και να είναι ό,τι πιο όμορφο αν υπάρχει μελωδία κι ατμόσφαιρα. Δεν πιστεύω πως είμαι ιδιαίτερα καλή σε κάποιο όργανο, ούτε πως έχω ταλέντο στο πιάνο ή στο μπάσο – ούτε ως τραγουδίστρια καν. Απλώς νομίζω πως όλα μαζί δένουν με ένα συγκεκριμένο τρόπο που θέλω να πιστεύω πως είναι δικός μου, και η μελωδία κι η ατμόσφαιρα είναι η πυξίδα.
Μου κάνει εντύπωση που πήγες στην Αμερική αρκετά μικρή, και δεν χάθηκες μέσα στις άπειρες δυνατότητες. Κοίτα, χάθηκα με διάφορους τρόπους. Με έναν τρόπο που ήθελα να χαθώ: χάθηκα σε μια θάλασσα ανθρώπων που δεν τους ήξερα, κι έτσι μπορούσα να ντύνομαι, να κάνω, να ονειρεύομαι ό,τι θέλω, χωρίς να δίνω λογαριασμό σε κανέναν. Ήξερα όμως πως δεν έχω τον άπειρο χρόνιο να πειραματίζομαι: αισθανόμουν την πίεση ότι έπρεπε να καταφέρω κάτι, ώστε πρακτικά να μπορώ να παραμείνω. Κι είχα και την τύχη να κλείσω κάποιες δουλειές ώστε να βγάλω χαρτιά, να βρω έναν ατζέντη – ως ηθοποιός τότε – για να μείνω στη χώρα. Βοηθάει όμως το να μην έχεις φόβο. Όταν πήγα στο LA – σήμερα δεν θα το έκανα ποτέ – πήγα και χτυπούσα πόρτες σε casting! Δεν το κάνεις αυτό, είναι αστείο, σε όποιον το πεις θα γελάσει… Αλλά ήμουν τόσο ανίδεη και τόσο πωρωμένη, που έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου. Τελικά, πετώντας μπάλες συνεχώς, κάποιος έπιασε μία και άρχισα δουλειά. Η μουσική ήρθε πιο μετά, όταν ένιωσα πως σαν ηθοποιός δεν ελέγχεις και πολύ το πεπρωμένο σου. Περνάς από διάφορα φίλτρα, casting director, σκηνοθέτη, παραγωγού, κι εγώ είμαι λίγο control freak: θέλω να τα φτιάχνω μόνη μου. Έτσι, γράφοντας τη δική μου μουσική, τραγουδώντας και παίζοντάς την, άρχισα να αισθάνομαι ότι έχω τα γκέμια. Ήθελα να ελέγχω την υστεροφημία μου! Ακούγεται ηλίθιο και ναρκισσιστικό, αλλά άμα το σκεφτείς… Ήθελα να αφήσω το σημάδι μου. Να μην περιμένω να μου δοθεί μια ευκαιρία, ήθελα να τη δημιουργήσω μόνη μου! Πώς γράφουμε σε ένα τοίχο «Η ΕΛΕΝΗ ΗΤΑΝ ΕΔΩ»; Ε, αυτό ήθελα να κάνω! Αν το δει κανείς, το είδε…