Ο Γιώργος Κουμεντάκης αισθάνεται πως μόλις τελείωσε μια εποχή για αυτόν. Εχοντας ολοκληρώσει την νέα του όπερα, παραγγελία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, τη Φόνισσα που βασίζεται στο ομώνυμο αριστούργημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, αισθάνεται πως στο σώμα αυτής της πυρετικής όπερας εναπόθεσε κομμάτια από όσα έμαθε μέχρι σήμερα, από όσα δημιούργησε, κομμάτια της ζωής του.
Εχοντας συνθέσει – όχι μόνο μουσικά αλλά στη συνολική της σύλληψη- μια καταιγιστική όπερα, με τη μουσική να φτάνει στην αίθουσα από κάθε σπιθαμή της σκηνής και τη φύση να γυρίζει γύρω από την Φραγκογιαννού που σκοτώνει κοριτσάκια – αντί να τρέχει αυτή στη φύση για να διαφύγει από τους χωροφύλακες όπως γράφει ο Παπαδιαμάντης– ο Γιώργος Κουμεντάκης μπαίνει και επισήμως σε μια νέα εποχή. Με πλήθος αναθέσεων και συναυλιών στην Ελλάδα και το εξωτερικό να τον περιμένουν, κρατά την αποστασιοποιημένη ψυχραιμία του, θυμώνει με τα λάθη αυτών που μας οδήγησαν στην βαθιά κρίση που ζούμε. Και δεν διστάζει να πει ότι ναι, πρέπει να υπάρξει τιμωρία για όσους έφταιξαν. Για όσους μας οδήγησαν στην απώλεια των καλών στοιχείων των Ελλήνων, για όσους μας έσπρωξαν βίαια στην ανθρωποφαγία. Σχολιάζουμε κάποιο γεγονός της επικαιρότητας, μια είδηση που μόλις είχε προκύψει και ο Γιώργος Κουμεντάκης μου μιλάει για την ηδονή του αφανισμού: «Eίναι πολύ έντονο το στοιχείο της ανθρωποφαγίας γύρω μας, σήμερα. Με έχει απασχολήσει πάρα πολύ αυτό και μέσα από τη Φόνισσα. Βλέπεις μια γυναίκα που ζει ενταγμένη σε ένα πλαίσιο ανθρωποκεντρικό, σε ένα χωριό, φροντίζει την οικογένειά της. Και ξαφνικά, από μια δική της ανάγκη, γίνεται serial killer και αρχίζει να σκοτώνει κοριτσάκια. Μέσα στον Παπαδιαμάντη αντιλαμβάνεσαι όμως ότι ο φόνος εμπεριέχει μια ηδονή.
Εσύ τι πιστεύεις; Γιατί τόση ανθρωποφαγία; Η δική μου άποψη -μετά και από αυτά τα τρία χρόνια που ασχολούμαι με το θέμα της Φόνισσας– είναι ότι μάλλον τα πράγματα γίνονται εξαιτίας της έλλειψης της αγάπης. Στην εποχή της κρίσης που ζούμε, μας έχουν βομβαρδίσει με την ανάγκη για αλληλεγγύη. Εγώ δεν βλέπω καμία αλληλεγγύη. Βλέπω ανθρώπους φοβισμένους, ανθρώπους που προσπαθούν ο καθένας να διατηρήσει τα κεκτημένα του, να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, να μπορέσει να μην καταστραφεί ενώ βλέπει την καταστροφή να έρχεται κατά πάνω του. Ο φόβος κυριαρχεί. Και όλο αυτό γίνεται ένα τρομερό κομμάτι που ελκύει πράγματα που είναι απάνθρωπα. Για να επιβιώσεις πρέπει να φας τον άλλο που είναι δίπλα σου.
Ο φόβος καταργεί κάθε άλλο συναίσθημα. Ακριβώς. Ο φόβος δεν σου επιτρέπει να ζήσεις πραγματικά αλληλέγγυα. Η βασικότερη ανάγκη που είναι το φαγητό και η εργασία καταστρέφονται. Η ανισότητα μεγαλώνει και αυτό που λέμε μικροαστική ή μεσοαστική τάξη καταστρέφεται υπέρ των λίγων ισχυρών.
Χάνεται το κέντρο; Χάνουμε το κέντρο; Χάνεται το κέντρο του κόσμου. Χάνεται το κέντρο του πολίτη. Χάνεται ο βασικός πολίτης. Πολίτης σημαίνει πολιτισμός. Πώς είναι δυνατόν να διαμορφώνονται αυτή τη στιγμή συνθήκες που καταστρέφουν το κίνητρο του πολίτη να φερθεί αλληλέγγυα, να ανθήσει; Δεν βλέπω να κάνει κανείς το παραμικρό για να αποφευχθεί αυτό. Δεν κάνει κάτι για να αποφευχθεί η ανάπτυξη της έντασης, της ανθρωποφαγίας.
Αλλά και η ανάπτυξη των άκρων; Σαφώς. Γιατί μας φαίνεται περίεργη η άνοδος της Χρυσής Αυγής; Γιατί αναπτύσσεται ο φασισμός; Ακριβώς από αυτή την ανισομερή κατανομή της δικαιοσύνης. Την οποία κάποιοι με τον λαϊκισμό που τους δέρνει λένε «αφού δεν μπορεί να το κάνει το κράτος θα το κάνω εγώ για πάρτη σου». Η Φόνισσα το έκανε για πάρτη της αυτό.
Γράφοντας μια όπερα για τη Φόνισσα, είναι σαν να γράφεις μια όπερα για τον ακυρωμένο πολίτη; Η γυναίκα αυτή παίρνει στα χέρια της κάτι που δεν το δικαιούται. Δεν δικαιούται να σκοτώνει κοριτσάκια. Δεν δικαιούται να παίρνει στα χέρια της την τάξη των πραγμάτων η Φραγκογιαννού. Και είναι κάτι που δεν έχει ανάγκη η κοινωνία, δεν το θέλει. Κανείς δεν συμφωνεί με αυτό, ούτε από τη μεριά του Θεού ούτε από την πλευρά της Φύσης. Όλα είναι εναντίον της. Κι όμως αυτή συνεχίζει.
Γιατί συνεχίζει; Επειδή βλέπει τον εαυτό της ως εκφραστή των πάντων, αλλά με μια ψυχοπαθολογική υπόσταση. Είναι τόσο αλλοιωμένο το εσωτερικό της, το μυαλό της. Το μυαλό της ψηλώνει σε μια φάση ανθρωποφαγική, δεν ψηλώνει σε μια φάση πνευματική.
Ο τρόπος που χρησιμοποιεί το ρήμα «ψηλώνει το μυαλό» ο Παπαδιαμάντης πραγματικά με εντυπωσιάζει. Γιατί θέλει να ξεπερνάει τα όρια. Φτιάχνει έναν ρόλο υπερβατικό. Για αυτό την παρομοιάζουν με πρόσωπο από αρχαία τραγωδία. Φτάνει συνεχώς στην ύβρη. Αυτά είναι θέματα που μπορούν να σε απασχολήσουν σε σχέση με τη Φόνισσα.
Εσύ πως προσπάθησες να δεις τη Φραγκογιαννού; Προσπάθησα να τη δω στην πραγματική διάσταση μιας γυναίκας μέσα σε ένα περιβάλλον όπως είναι η Σκιάθος, και να δω πως η ψυχοπαθολογία της δημιουργεί ένα τέρας. Αυτό το τέρας θέλω να πλησιάσω. Η ίδια η μουσική, επειδή είναι ένα αφηρημένο πράγμα, δεν με βοηθάει να αναλύσω τον ψυχισμό της. Με βοηθάει όμως να φτιάξω το πλαίσιο, το ισοκράτημά μου, τη βάση μου, το ίσο μου. Πάνω σε αυτά ανθίζει μια πολύπλοκη ψυχολογική περιπέτεια. Αυτό προσπαθώ να κάνω με τη μουσική: Να αναπτυχθεί ο χώρος έτσι ώστε να ανθήσει από κάθε πλευρά. Θέλω ακόμη και το θρησκευτικό συναίσθημα να ανθήσει μέσα από το σκανάρισμα της ψυχής της Φόνισσας. Εκεί, το μόνο που μπορεί να μου κάνει η μουσική είναι να με στηρίξει. Είναι συνοδοιπόρος σε αυτό.
Ποια είναι τα βασικά εργαλεία που χρησιμοποίησες; Καταρχήν όλη την παράδοση της όπερας την οποία την ξεχνάμε. Επιπλέον, θέλησα να βρω τον χώρο τον ελληνικό μέσα στην ψυχοσύνθεσή της, γιατί δεν είναι τυχαίο ότι βρίσκεται εκεί όπου βρίσκεται η Φραγκογιαννού, δίπλα στη θάλασσα, σε ένα νησί κλειστό. Ζει μέσα στη φύση, μαζί με τη φύση, την χρησιμοποιεί συνεχώς, μαζεύει βότανα, κάνει γιατροσόφια, τρέχει στα βουνά, πηγάδια και νερό παντού γύρω της, λαγκάδια. Το γεγονός ότι κάποια στιγμή η ψυχολογία της ταυτίστηκε περισσότερο με το φυσικό περιβάλλον και λιγότερο με το ανθρώπινο, με βοήθησε να στραφώ ακόμα πιο έντονα σε αυτό που λέμε παραδοσιακά ελληνικά μουσικά στοιχεία.
Με ποιο τρόπο είδες αυτά τα στοιχεία; Και σε ρωτάω έχοντας ακούσει τον τρόπο με τον οποίο ενέταξες στην όπερα τα μοιρολόγια… Τα είδα από την ανάποδη, δηλαδή δεν πήρα ένα έτοιμο πράγμα. Πήρα κάτι που έρχεται από τη μνήμη μου, από το υποσυνείδητο, και το έφερα στην επιφάνεια, έτσι όπως κάνω τα τελευταία τουλάχιστον δέκα χρόνια. Πήγα με ό,τι έχω αφομοιώσει. Και αν το σκεφτείς, η ζωή μου τα τελευταία χρόνια είναι μέσα σε ένα μικρό χωριό όπου ζω στην Τήνο. Αρα, ό,τι έχω αφομοιώσει από την προσωπική μου ζωή προσπάθησα να το δω από πολλές πλευρές. Να το μεταφέρω και εκτός της προσωπικής μου αγωνίας. Να του δώσω ένα ανοιχτό ορίζοντα για να υπάρξει.
Η Φραγκογιαννού, η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη είναι μια ηρωίδα που νιώθεις ότι σου έβαλε τρικλοποδιές; Βεβαίως. Σε βάζει να τη συμπαθήσεις. Σε βάζει ακόμη και να σκεφθείς πως αυτό που έκανε ίσως και να ήταν για το καλό. Μέχρι που μερικές φορές σκεφτόμουν μήπως και αυτό είναι μια ανθρώπινη έκφραση, μήπως όντως χρειάζεται. Αλλά ταυτοχρόνως αντιλαμβανόμουν από την ίδια τη γραφή του Παπαδιαμάντη ότι μάλλον το αντίθετο ισχύει. Δεν σου κρύβω ότι για να βρω το τέρας μέχρι το τέλος -επειδή είναι πολυσύνθετη προσωπικότητα- της δίνω όλες αυτές τις αποχρώσεις και είναι από την αγγελικά πλασμένη ύπαρξη μέχρι απόλυτος διάολος. Βγαίνουν όλα τα δαιμόνια μέσα γιατί αλλιώς δεν θα υπήρχε όπερα.
Ε ναι, είναι ιδανική οπερατική ηρωίδα. Ναι, και αυτό το προσδίδει το σύνθετο, το πολυεπίδεδο στοιχείο της. Αυτό μου έδωσε ένα δεδομένο για το πως θα κινηθώ, διότι σε όλο αυτό που γίνεται μουσικά εσύ μπορεί να βλέπεις την απλότητα των ελάχιστων στοιχείων, του μινιμαλισμού εννοώ, ταυτοχρόνως όμως δεν μπορούσα αυτό το ελάχιστο να το αφήσω σε ένα επίπεδο. Οπότε χτίστηκε με ένα πολυσύνθετο τρόπο. Για να μην είναι όμως ένα πολύ εγκεφαλικό κατασκεύασμα όλο αυτό, προσπάθησα να μη την βλέπεις αλλά να την αισθάνεσαι αυτή την πολυσυνθετότητα. Το έχω απλοποιήσει τόσο πολύ προσπαθώντας να μην κουραστεί ο θεατής γιατί περνάς από όλες αυτές τις διακυμάνσεις: Από το πολύ πιανίσιμο στο πιο φόρτε, από το πολύπλοκο στο απλό.
Μια συνεχής ροή; Ο συναισθηματικός της κόσμος ρέει, ρέει η ζωή, ρέει η μουσική, ρέουν οι φωνές, ρέει ο λόγος, ρέει η ιστορία μας, η παράδοσή μας. Ρέει η φύση. Ρέουν όλα. Αν υπάρχει ένα εμπόδιο θα πρέπει να είναι για ένα συγκεκριμένο λόγο: Για να χάσεις λίγο την αίσθηση της ροής και να την ξαναβρείς λίγο πιο κάτω. Ρέει και στην αρχιτεκτονική του χώρου γιατί η μουσική απλώνεται παντού, πάνω κάτω αριστερά δεξιά πίσω, πιο πίσω. Ρέει στην ίδια τη Φόνισσα που βρίσκεται ακροβατικά παντού, γιατί είναι σαν να κινεί τα νήματα. ρέει μέσα από αυτήν. Ρέει γιατί πρέπει να έχει τη ροή μιας κίνησης αέναης που στο τέλος θα την πνίξει. Εμένα δεν με ενδιαφέρει να την βάλω να πνίγεται στη θάλασσα.
Βλέποντας την έκφραση του προσώπου σου στην πρώτη παρουσίαση αποσπασμάτων της Φόνισσας το καλοκαίρι στη Σκιάθο, ένιωσα πως με κάποιο τρόπο έχεις χτιστεί μέσα στο έργο, το έχεις ενσωματώσει και σε έχει ενσωματώσει. Σα να μπορούσα να ακούσω το έργο κοιτώντας σε. Με συγκινεί αυτό που λες. Αν όντως το έχω σωματοποιήσει, εκτός από το μουσικοποιήσει, είναι σημαντικό. Όταν ξεκίνησα πριν τρία χρόνια, άρχισα με τη δομή την κλασική: Έγινε το λιμπρέτο και οι συζητήσεις με τον λιμπρετίστα τον Γιάννη Σβώλο, και μετά σκηνή-σκηνή αρχίσαμε να τα κοιτάζουμε. Και η δουλειά με τον Γιάννη έγινε έτσι, αλλά και η δουλειά με τον σκηνογράφο Πέτρο Τουλούδη με τον οποίο δούλεψα πάρα πολύ σε ένα τέτοιο κομμάτι έκφρασης και μετά αφέθηκε ελεύθερος για να βγάλει το σκηνικό. Το ίδιο και με τον σκηνοθέτη Αλέξανδρο Ευκλείδη. Από εκεί και πέρα είμασταν ελεύθεροι άνθρωποι για να φέρει ο καθένας το κομμάτι του. Γιατί αν είσαι συνεχώς από πάνω, αν είσαι μια Φραγκογιαννού που ελέγχει, τα πάντα το τελικό αποτέλεσμα δεν φτάνει μακριά.
Γιατί εσύ δεν είσαι ανθρωποφάγος. Δεν μπορεί να υπάρχει ανθρωποφαγία στη δημιουργία. Είναι το κομμάτι που μας σώζει. Και στην Ελλάδα, μακάρι να είχαμε αισθανθεί ότι η δημιουργική μας ταύτιση με την κρίση πρέπει να γίνει ομαδική έκφραση. Δεν γίνεται αλλιώς. Μακάρι να το καταλάβουν αυτό υπουργοί, υφυπουργοί, αξιωματούχοι. Όταν βοηθάς τη δημιουργικότητα δεν την βοηθάς στον ένα και μοναδικό Βάγκνερ. Δεν υπάρχει αυτό το μοντέλο στον έναν, αλλά στους πολλούς. Παίρνεις όλες τις τάσεις. Το διαδίκτυο αλλάζει, η νέα γενιά αλλάζει, μια νέα ηθική τάξη υπάρχει. Αν πάρεις και τους βάλεις όλους σε ένα καλούπι χάθηκε το παιχνίδι.
Τι σηματοδοτεί η Φόνισσα στην πορεία σου μέχρι τώρα; Είναι το τέλος μιας εποχής για μένα. Εχω δοκιμάσει πολλά πράγματα και αυτό το έργο ήταν έτοιμο να δεχθεί όλα αυτά τα «πριν». Είναι ένα παζλ όλης της έρευνάς μου, όλης της ζωής μου. Είμαι έτοιμος μετά από αυτό το έργο, αν όλα πάνε καλά, να πάω αλλού. Γι αυτό λέω ότι είναι το τέλος μιας εποχής.
Και ενδεχομένως η αρχή μιας άλλης. Ναι. Είναι ένα έργο το οποίο μέσα στο τεράστιο χαοτικό σύστημα που εμπεριέχει λόγω της ψυχολογίας μας κυρίως, με έβαλε σε ένα μη χαοτικό δρόμο. Προσπάθησα όλα τα στοιχεία να κυριαρχούνται από μια αποστασιοποιημένη ψυχραιμία. Πολλές φορές έχω βρεθεί ο παρατηρητής, και θέλω η μουσική να λειτουργήσει έτσι. Θέλω ο ακροατής και εγώ και η μουσική να αποστασιοποιούνται από το δρώμενο για να μπορεί να το δει σε όλο του το μεγαλείο αργότερα Αυτά τα κομμάτια της υπνωτικής διαδικασίας υπάρχουν μέσα στην όπερα σε κάποια σημεία. Ελπίζω να είναι και σοφά επιλεγμένα για να δώσουν μετά τις εντάσεις.
Πως περιγράφεις τον πόνο; Αποστασιοποιημένα. Όπως όταν χάνεις έναν άνθρωπο, όσο δυνατός κι αν είναι ο πόνος τη στιγμή που τον χαιρετάς είναι μια στιγμή που δεν την κατανοείς.. Η φύση σε προστατεύει από αυτό, σε αποστασιοποιεί από το γεγονός.
Μα δεν υπάρχει η αίσθηση του ακρωτηριασμού όταν χάνεις έναν άνθρωπο σου; Αυτός υπάρχει, αλλά δεν ουρλιάζεις όπως όταν σου κόβουν το πόδι. Δεν είναι τυχαίο ότι έβαλα τα μοιρολόγια από αυτά τα πολυφωνικά στη Φόνισσα.Μου έδιναν την εντύπωση ότι αυτές οι γυναίκες μπορούν να κρατηθούν σε ένα υπερ-περιβάλλον, δηλαδή πάνω από τη γη. Να μην εμπεριέχουν τον πραγματικό πόνο, αλλά να είναι το μέσον για να φτάσεις σε αυτόν. Δεν πήρα μοιρολόγια από τη Μάνη που υπάρχει και η εξωστρέφεια της απόδοσης, το δράμα σε όλη του την έκταση. Πήρα αυτό που πιστεύω ότι θα περάσει από πολλά στρώματα μέχρι να κατασταλάξει ο πόνος. Υπάρχει ο εσωτερικός παλμός και η ένταση, αλλά δεν ουρλιάζεις πόσο υποφέρεις -ενώ υποφέρεις.
Δεν χάνεται η θεατρικότητα έτσι; Μα, δεν είναι μια ωραία θεατρικότητα αυτή; Εννοώ που δεν ουρλιάζεις, δεν φωνάζεις και το συναίσθημα το αφήνεις να κινείται ανθρώπινα από πίσω; Για παράδειγμα: Όταν βλέπω στη Βουλή δύο να μαλώνουν, να σφάζονται, δεν πείθομαι. Δεν με πείθουν ότι πραγματικά πάσχουν. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ουρλιάζουν. Δεν μου εξάπτουν καν την ηδονή να βλέπω την ξεφτίλα μπροστά μου.
Υπάρχει ηδονή στο να βλέπει κανείς την ξεφτίλα; Υπάρχει η απόλυτη παρακμή σε πολλά επίπεδα γύρω μας -και η τηλεόραση την έχει έντονα- και βλέπεις ότι ο εξευτελισμός ακόμα και της ίδιας της παρακμής σού δημιουργεί μια τάση να μείνεις εκεί, κολλημένος στην οθόνη μέχρι να δεις πού μπορεί να φτάσει η απόλυτη φθορά. Η ξεφτίλα του ανθρώπινου συναισθήματος. Πια δεν το έχω ούτε αυτό. Δεν μπορώ να το κάνω. Αυτό που κάνουν στη Βουλή όταν μαλώνουν ή στα τηλεοπτικά πάνελ δεν είναι θεατρικό στοιχείο είναι θεατρινισμός. Δεν πάμε πια με αυτό γιατί είναι πεπερασμένο. Μας έχει τελειώσει. Και πονάμε πραγματικά και ουσιαστικά γιατί ο άνθρωπος αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν έχει που την κεφαλήν κλίναι.
Και έτσι τροφοδοτείται ξανά και η ανθρωποφαγία που λέγαμε στην αρχή. Αισθάνομαι ότι όλο αυτό το παιχνίδι που έχει παιχθεί μπορεί να είναι εις βάρος των καλών χαρακτηριστικών που έχει η φυλή μας. Και έχει πολλά. Πάρα πολλοί έμειναν στο ότι η κρίση χρειαζόταν για να φύγουν τα κακά στοιχεία μας. Και βάζω ένα μεγάλο ερωτηματικό μήπως μαζί με αυτά έφυγαν και τα καλά στοιχεία του Ελληνα; Μήπως αυτό τελικά θα το πληρώσουμε πάρα πολύ ακριβά τα επόμενα 20, 30 χρόνια; Μήπως δεν θα ανατείλει ποτέ ένας ήλιος; Και επειδή έχω ένα μεγάλο ερωτηματικό δεν με πείθουν όλα αυτά τα αυστηρά μέτρα λιτότητας. Δεν με πείθουν. Πάω στην Τήνο, στην Κρήτη, στην Αθήνα δεν βλέπω κανέναν να έχει ησυχάσει μέσα του. Ενώ την έχουν αποδεχθεί την κατάσταση. Ολοι πάνε και πληρώνουν πια. Αν δεν έχουν προσπαθούν να τα βρουν τα χρήματα. Το ζητούμενο είναι να είμαστε εντάξει με αυτό που το κράτος μας λέει ότι είναι ο μόνος τρόπος. Αλλά αυτός ο τρόπος μας έχει φέρει μια τέτοια καταστροφή από την οποία δεν θα συνέλθουμε ποτέ. Αρα είναι λάθος. Θα βιώσουμε ένα λάθος, έναν φρικτό αυτοσχεδιασμό που έγινε στην πλάτη μας, μια αδυναμία αυτών των ανθρώπων να βάλουν ικανά πρόσωπα να ανταπεξέλθουν. Και όταν λέω να ανταπεξέλθουν εννοώ να βάλουν τον ανθρώπινο παράγοντα πάνω από αυτόν των αριθμών.
Αναφέρεσαι στην κυριαρχία των τεχνοκρατών; Ολο αυτό το τεχνοκρατικό κομμάτι το μίσησα. Πραγματικά το μισώ. Βλέπω ανθρώπους που τους έχω προσωποποιήσει και στο πολιτικό και στο οικονομικό επίπεδο και τους έχω μισήσει. Και δεν είναι καθόλου ωραίο συναίσθημα Δεν θέλω να μισώ κανέναν. Αλλα ναι, πρέπει να υπάρξει μια τιμωρία. Το πιστεύω αυτό. Πώς αλλιώς;
Να απονεμηθεί δικαιοσύνη; Η τιμωρία δεν είναι μόνο η δικαιοσύνη. Πιστεύω πιο πολύ στην εσωτερική τιμωρία των πραγμάτων. Αυτοί οι άνθρωποι θα πρέπει να οδηγηθούν σε μεγάλη απομόνωση και να δουν το κακό που έκαναν. Η Φραγκογιαννού πάει να εξομολογηθεί, να βρει τη σωτηρία και χάνεται, πνίγεται. Δεν ξέρω αν στην πραγματική ζωή είναι τα πράγματα τόσο δίκαια. Υπάρχει μια σκηνή στη Φραγκογιαννού που έχω βάλει τα παιδιά να την καταριούνται .
Γιατί; Εχω ταυτιστεί πολύ με αυτό το κομμάτι. Της λένε «να πας στα όρη στα βουνά να εξαφανιστείς. Να γίνεις φαγητό για τα άγρια ζώα. Να σε κατασπαράξουν». Το λένε τα παιδιά που έχει δολοφονήσει εν ψυχρώ και έρχονται από έναν άλλο κόσμο. Είναι μέσα στους εφιάλτες της. Επιλέγω αυτή τη δραματοποίηση: Να την καταραστούν. Είναι καλό να καταραστούμε ένα-δυο πραγματάκια. Να ρίξουμε μερικές κατάρες. Εχω ζήσει στην Κρήτη σε ένα περιβάλλον όπου ο κόσμος καταριόταν, υπήρχαν κατάρες τις άκουγες παντού. Το έχω ζήσει και το ζω και τώρα. Ε. ας μην είμαστε πάντα τόσο πολιτισμένοι, ας ρίξουμε και μερικές κατάρες.
Οι κατάρες είναι ζωντανές γράφει ο Χειμωνάς για την Ηλέκτρα… Το πιστεύω, οι κατάρες είναι ζωντανές. Δεν θέλω να είμαι ο φορέας τους, αλλά με προκαλούν με την έννοια της δικαιοσύνης.
Info:
Γιώργος Κουμεντάκης
Η φόνισσα
Μουσική διεύθυνση: Βασίλης Χριστόπουλος
Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Ευκλείδης
ΠΡΕΜΙΕΡΑ 19 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2014
19, 21, 23, 26 Νοεμβρίου 2014
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών – Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη
Nέα παραγωγή – Παραγγελία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Ώρα έναρξης: 20.00