Αληθινό κρίμα που ο χτεσινός, απρόσμενος για την εποχή, καύσωνας εμπόδισε πολλούς να έρθουν στο Gagarin – ήταν και Κυριακή βράδυ, έπαιζε κι η Εθνική… Όμως όσο αφόρητη κι αν ήταν η ζέστη στην αίθουσα – και ήταν πραγματικά ΑΦΟΡΗΤΗ – η συναυλία μας αποζημίωσε και με το παραπάνω, δικαιώνοντας ή και υπερβαίνοντας το χαρακτηρισμό της «άχαστης» που έφερε ήδη από την αναγγελία της.
Μέσα στους χοντρούς πυρωμένους τοίχους της αίθουσας που όλο το καλοκαίρι μάζευαν ήλιο, εμφανίστηκαν πρώτοι οι BLML (aka Blackmail). Κι έδειξαν πως διανύουν περίοδο χρυσής ωριμότητας. Οι προσθήκες στον ήχο τους – πλήκτρα, τσέλο – ταίριαξαν απόλυτα, και δεν υπήρξε κανένα κομμάτι που να μην ακούστηκε από ενδιαφέρον έως συναρπαστικό, κι ομολογώ πως ανυπομονώ να αποκτήσω τον πρόσφατο δίσκο τους Panopticon. Κι αν ο ήχος θα ήταν καθαρότερος αν η κιθάρα του Γιώργου Καρανικόλα δεν ήταν στο μάξιμουμ της έντασης, ή αν εξέπεμπε λιγότερα πρίμα, νομίζω πως αγαπάμε τους μουσικούς παρά τις εμμονές τους – ή, πολύ συχνά, κι εξ αιτίας τους: δεν νομίζω πως ο Καρανικόλας κι ο Καλοφωλιάς ως Last Drive θα είχαν δημιουργήσει μια σκηνή εκεί που δεν υπήρχε τίποτα αν δεν ακολουθούσαν εμμονικά το μοναδικό δρόμο που τους φαινόταν δυνατός, κι αυτό τους ακολουθεί και στα άλλα τους πρότζεκτ. Άλλωστε, τόσο τη μουσική όσο και στις άλλες εκδηλώσεις της ζωής, μου φαίνεται πως είναι καλύτερα να αγαπάμε τους άλλους γι’ αυτό που είναι, παρά γι’ αυτό που ΔΕΝ είναι…
Όσο για τους Jon Spenser Blues Explosion, τι να πω… Δεν ήταν τίποτα λιγότερο από σαρωτικοί. Ακόμα κι όσοι από μας λατρεύουν τους δίσκους τους και κυνηγούν κάθε περιορισμένη κυκλοφορία, κάθε εναλλακτική live ηχογράφηση, νομίζω πως όλοι ομοφώνως θα παραδεχτούμε πως αυτό το γκρουπ έχει φτιαχτεί για να το χαίρεται κανείς επί σκηνής. Πόσες φορές μας συμβαίνει να περιμένουμε εναγωνίως την εμφάνιση ενός γκρουπ, κι αυτή τελικά να υπερβαίνει κάθε μας προσδοκία; Πόσες φορές αναπολούμε μια παλαιότερη συναυλία κάποιων ως άπιαστη, και να διαπιστώνουμε πως μάλλον είναι ακόμα καλύτεροι όταν τους ξαναβλέπουμε μετά από χρόνια; Πόσο συχνά μας συμβαίνει πια να βλέπουμε το αρχετυπικό σχήμα του τρίο να εκτελεί τα rock’n’roll και blues ιδιώματα με απόλυτο σεβασμό στις δομές τους, αλλά ταυτόχρονα και με απόλυτα προσωπικό ύφος, δαιμονικό ρυθμό, αστείρευτη ενέργεια και απίστευτη ένταση;
Από πόσες συναυλίες φεύγουμε πλέον έχοντας το αίσθημα πως το συγκρότημα τα έδωσε όλα στη σκηνή σαν να ήταν η τελευταία του φορά, και πως το κοινό χόρευε, ανταποκρινόταν και ακολουθούσε τους καλλιτέχνες σαν να μην υπάρχει αύριο; Ένα live έχει νόημα ακριβώς όταν δίνει την αίσθηση μιας εμπειρίας μοναδικής, αποκαλυπτικής και ανεπανάληπτης. Κι οι Jon Spencer Blues Explosion πέτυχαν ακριβώς αυτό. Με πλήρη συνείδηση της ιεροσυλίας που διαπράττω, στο μυαλό μου ήρθε – παρόλες τις κραυγαλέες διαφορές είδους, ύφους, στυλ και αποχής – η ανάμνηση μιας άλλης αξέχαστης αθηναϊκής συναυλίας πριν από πολλά-πολλά χρόνια: εκείνης των Wipers. Κι αν όταν, αφού το συγκρότημα μας αποχαιρέτησε μετά από σχεδόν δύο ώρες ασταμάτητου σφυροκοπήματος, βγήκαμε στην αποπνικτική χθεσινοβραδινή Λιοσίων με τα ρούχα μας κολλημένα πάνω ας από τον ιδρώτα, αιτία δεν ήταν μόνο η ζέστη. Αυτή, άλλωστε, την είχαμε ήδη ξεχάσει χάρις στην αρχέγονη δύναμη του rock’n’roll…
Δείτε όλο το φωτορεπορτάζ της Αθηνάς Παπαγιάννη