Η Πάτρα έχει γνωρίσει σπουδαίες τζαζ συναυλίες στο παρελθόν, και το φετεινό Jazz+Πράξεις 2016 συνεχίζει τη λαμπρή παράδοση. Εκτός από την έγκριτη Τάνια Γιαννούλη, το τυχερό κοινό που θα βρεθεί εκεί θα έχει την ευκαιρία να χαρεί και δύο πολύ μεγάλα διεθνή ονόματα: τον σαξοφωνίστα Andy Sheppaerd και τον πιανίστα Joachim Kühn. H Popaganda γνώρισε τον σπουδαίο Joachim Kühn, έναν άνθρωπο που παραμένει νέος στην ψυχή και στο πνεύμα, και μίλησε μαζί του για τη λαμπρή του πορεία και τον ατέλειωτο, διαρκώς εξελισσόμενο δρόμο της μουσικής.

Ξεκινήσατε παίζοντας κλασικό πιάνο, και μάλιστα κάνατε πολύ καλές σπουδές σε αυτό. Τι πυροδότησε το ενδιαφέρον σας για τη τζαζ; Ο αδελφός μου, Rolf Kühn, είναι διάσημος κλαρινετίστας, και είναι δεκαπέντε χρόνια μεγαλύτερός μου. Ήδη λοιπόν από όταν εγώ ήμουν μωρό, εκείνος έπαιζε δίσκους τζαζ, Benny Goodman, Artie Shaw… Άρχισα μαθήματα πιάνου όταν ήμουν πέντε ετών, πρώτα ήταν η κλασική μουσική. Μπορούσα να διαβάσω νότες πριν να μπορώ να διαβάζω λέξεις! Έδωσα την πρώτη μου συναυλία όταν ήμουν έξι ετών! Και μέχρι σήμερα, παίζω κάθε μέρα. Το ήξερα από πολύ νωρίς ότι θα έπαιζα τζαζ, γιατί από πολύ νωρίς άκουγα δίσκους τζαζ, γιατί υπήρχαν στο σπίτι, κι αυτή η μουσική μου άρεσε πολύ περισσότερο από την κλασική. Αυτό βέβαια ήταν διαίσθηση, γιατί όταν είσαι οκτώ ή εννιά χρονών δεν σκέφτεσαι στ’αλήθεια, όμως η διαίσθηση υπήρχε. Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Μπορούσα να αυτοσχεδιάσω από την πρώτη στιγμή! Δεν χρειάστηκε να σκεφτώ να μάθω να αυτοσχεδιάζω, το έκανα αυτόματα. Στην αρχή βέβαια ξεκίνησα με boogie-woogie, με πράγματα στο στυλ του swing, και μετά άρχισα να παίζω τρομπέτα σε μια ορχήστρα dixieland. Δοκιμασα όλα τα στυλ, και μπορούσα να παίζω σύγχρονη τζαζ από πολύ νωρίς, από τα 13-14. Ο αδελφός μου με πήγε σε μια συναυλία του κουιντέτου του Chet Baker, με τον Bobby Timmons στο πιάνο. Πρέπει να ήταν γύρω στα 1954-55, ήμουν 10-11 χρονών. Τότε κατάλαβα πως θέλω να γίνω μουσικός της τζαζ και τίποτε άλλο. Ήθελα να παίζω τη μουσική που νιώθω, χωρίς συμβιβασμούς. Είμαι ακόμη το ίδιο ενθουσιασμένος, ποτέ  δεν έχασα τον ενθουσιασμό μου. Η τζαζ έγινε η ζωή μου.

Όταν δημιουργήσατε το πρώτο δικό σας τρίο, ήταν από τα πρώτα, αν δεν απατώμαι, free jazz σχήματα στη χώρα που τότε ονομαζόταν Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. Τι σας επηρέασε προς αυτή την κατεύθυνση, σε μια χώρα όπου δεν υπήρχαν και πολλά τέτοια ακούσματα; Όταν ξεκινάς να παίζεις, απλώς αντιγράφεις τους αγαπημένους σου πιανίστες. Για μένα ήταν ο Red Garland, ο Bobby Timmons, ο Mc Coy Tyner, ο Cecil Taylor… Όταν συνειδητοποιείς ότι μόνο αντιγράφεις, τότε έχει έρθει η ώρα να βρεις το δικό σου στυλ, το δικό σου τρόπο. Καθώς εξελισσόμουν, σκεφτόμουνα ότι δεν ήθελα να παίζω standards όλη μου τη ζωή σε ένα κλαμπ! Δεν ήταν αυτή ηπροθεσή μου ως τζαζ μουσικού, αλλά να παίζω οriginal συνθέσεις σε μια συνθήκη συναυλίας. Αυτός ήταν ο στόχος μου, είχα μεγάλες προσδοκίες για τα δεδομένα της Ανατολικής Γερμανίας! Όταν δημιούργησα το τρίο μου, στην αρχή ξεκινήσαμε με standards, αλλά περάσαμε σε οriginal συνθέσεις, κι αφού άκουσα τον Ornette Coleman να παίζει, μου έδωσε το κουράγιο να παίξω εκτός της αρμονίας, εκτός των ορίων. Ξέρετε, η Ανατολική Γερμανία δεν ήταν και πολύ ελεύθερη χώρα. Για μένα η ελευθερία ήταν πάντα κάτι που προσδοκούσα, ήταν ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή. Στην Ανατολική Γερμανία τα πράγματα ήταν πολύ περιορισμένα. Μπορούσαμε όμως να εκφραστούμε ελεύθερα τουλάχιστον στη μουσική. Μέσα στη free jazz ένιωσα ότι μπορούσα να βρω το δικό μου τρόπο να αυτοσχεδιάζω και να παίζω. Ήταν μια μακρά μουσική διαδικασία, δεν εμφανίστηκε εν μία νυκτί. Ήταν όμως και μια πολύ λογική διαδικασία, υπάρχουν ήδη ηχογραφήσεις από το ’65 όπου παίζουμε εντελώς  free. Όταν ο αδελφός μου ήρθε στην Ανατολική Γερμανία και άκουσε το τρίο μου, του άρεσε η μουσική. Γιατί δεν ήταν απλώς free jazz, είχαμε και πολύ περίπλοκες συνθέσεις. Βέβαια κάναμε πρόβες καθημερινά, ώστε να είμαστε έτοιμοι για το μεγάλο κόσμο, ας πούμε. Ήταν λοιπόν μια σταδιακή εξέλιξη, αλλά από τότε που άκουσα για πρώτη φορά τον Ornette Coleman ήξερα ότι αυτός είναι ο δρόμος, ένιωθα ότι έτσι μπορώ να εκφραστώ και να κάνω τη δική μου μουσική.

Αυτή τη φορά έρχεστε να παίξετε στο Φεστιβάλ της Πάτρας, μια πόλη της Ελλάδας με ενεργό ενδιαφέρον για τη τζαζ. Στις χώρες όπου έχετε ζήσει, πώς είναι τα πράγματα; Ξέρετε, υπάρχουν τζαζ φεστιβάλ σε πολλές μικρές πόλεις στην Ευρώπη. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, υπάρχουν 500 τζαζ φεστιβάλ κάθε χρόνο! Μικρά φεστιβάλ, μεσαία, ή και μεγάλα! Στην Πάτρα πώς είναι; Θα έχουμε κόσμο στη συναυλία;

Είναι ένα σημαντικό τζαζ φεστιβάλ, κι έχουν παίξει πολύ σημαντικοί τζαζ μουσικοί στην Πάτρα. Η ανάπτυξη της σκηνής έχει να κάνει και με τους νέους μουσικούς που ξεκινάνε. Εμείς οι μεγαλύτεροι έχουμε ένα μεγαλύτερο ηλικιακά κοινό που μας παρακολουθεί από παλιά. Αν όμως καταφέρει κανείς να κάνει τους νέους ανθρώπους να ενδιαφερθούν γι’ αυτή τη μουσική, θα κάνουν και τη μουσική νέα, ας πούμε. Το σκεφτόμουν πολύ τον τελευταίο καιρό. Ξέρω πάντως πως αν οι νεώτεροι έρθουν να μας δουν live, θα ενδιαφερθούν. Το πρόβλημα είναι να καταφέρεις να τους φέρεις για πρώτη φορά στη συναυλία. Όταν έχουν την εμπειρία του live, μετά αρχίζουν να αγοράζουν δίσκους και να ακούν τη μουσική και στο σπίτι. Ο κόσμος όμως δεν πολυαγοράζει δίσκους πια, κι αυτό είναι μια σημαντική διάσταση του ζητήματος. Με το ίντερνετ οι επιλογές που έχει κανείς σήμερα είναι άπειρες. Έτσι οι άνθρωποι δεν ξέρουν πια τι είναι καλό για να το ακούσουν, γιατί και στη τζαζ δεν είναι όλα καλά. Υπάρχει καλή και κακή τζαζ.

Ελπίζω λοιπόν ότι, όπως κι εσείς κάποτε ακούσατε τον Chet Baker να παίζει και αποφασίσατε να γίνετε μουσικός της τζαζ, θα υπάρξουν και στο κοινό που θα έρθει να σας ακούσει νέα παιδιά, που μετά την εμπειρία της συναυλίας σας θα θελήσουν κι αυτά να ακολουθήσουν τη μουσική αυτή. Αυτό φυσικά θα ήταν υπέροχο! Το ελπίζω. Γιατί νομίζω πως γεννήθηκα για να είμαι μουσικός, δεν θα μπορούσα να φανταστώ να κάνω κάτι άλλο από το να παίζω τη μουσική που μου αρέσει και να αυτοσχεδιάζω πάνω σ’ αυτή. Γιατί αν αυτοσχεδιάζεις, αυτό δεν μένει στη μουσική, κάποιες φορές περνάει και στη ζωή. Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη ελευθερία που μπορούμε να γνωρίσουμε. Στην Ανατολική Γερμανία δεν μπορούσες να πεις αυτό που σκεφτόσουν, αλλά τώρα αυτό ανήκει στο παρελθόν. Και πάντοτε σκεφτόμουν πως θα ήθελα να ζω σε ένα θερμό νησί, και να  ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο και να παίζω τη μουσική μου, και να προσπαθήσω να αγγίξω με αυτή όσο περισσότερους ανθρώπους μπορούσα. Αυτό λοιπόν έγινε η ζωή μου, και συνεχίζω ακόμα. Θα συνεχίσω να παίζω μέχρι να σωριαστώ. Δεν μπορώ να φανταστώ τίποτε άλλο. Θα συνεχίσω να προσπαθώ να παίξω καλύτερη μουσική μέχρι να πεθάνω. Ποτέ δεν σταματάω να δουλεύω. Και τώρα μόλις τελειώσουμε την κουβέντα μας, θα επιστρέψω στο πιάνο και θα μελετήσω. Υπάρχουν πολλά πράγματα να κάνεις στη μουσική, αυτή η ιστορία δεν τελειώνει ποτέ. Και για τους νέους, είναι ένας μεγάλος στόχος να ακολουθήσει κανείς. Υπάρχουν πολλοί νεαροί μουσικοί της τζαζ που δεν καταφέρνουν να βγάλουν το ψωμί τους με αυτή. Είναι σκληρή δουλειά, πρέπει να έχεις και τύχη. Εγώ στάθηκα πολύ τυχερός που έπαιξα με αυτούς που έπαιξα. Έπαιξα και με τον  Chet Baker σε κάποιες ηχογραφήσεις του, και του είπα την ιστορία μου με αυτόν! Έπαιξα με πολλούς από τους μεγάλους μουσικούς που τους άκουγα στους δίσκους τους. Τον Stan Getz, τον Ornette Coleman, τον Archie Shepp, τα ινδάλματα της νεότητάς μου! Νιώθω λοιπόν πως είχα μια καλή, γεμάτη νόημα ζωή.


Jazz+Πράξεις 2016: Πέμπτη 2 Ιουνίου, ώρα 21.00, Sakis Tsinoukas Trio, Tania Giannouli Ensemble. Παρασκευή 3 Ιουνίου, ώρα 21.30, Joachim Kühn Trio. Σάββατο 4 Ιουνίου, ώρα 21.30, Andy Sheppard-Rita Marcotulli. Περισσότερες πληροφορίες: facebook.com/JazzPraxeis
Γιώργος Βουδικλάρης

Share
Published by
Γιώργος Βουδικλάρης