Υπάρχει ζωή στον πλανήτη Prodigy;

Το The Day Is My Enemy, έκτο στούντιο άλμπουμ των Prodigy κυκλοφόρησε στις 31/3. Λίγο νωρίτερα είχαμε μάθει ότι θα επιστρέψουν για ένα ακόμα καλοκαίρι στη χώρα μας ως headliners της τρίτης ημέρας του φετινού σπαστού Rockwave το Σάββατο 4 Ιουλίου. Άλλωστε ποτέ κανείς δεν αμφέβαλλε ότι το τρίο από το Έσεξ εξακολουθεί να αποτελεί «λεφτά στην τράπεζα» για τους έλληνες διοργανωτές. Κυρίως λόγω της αξιοθαύμαστης επιβίωσης του ξέφρενου δυναμισμού τους από γενιά σε γενιά, έτσι κι αλλιώς πια οι συναυλίες των Prodigy ταιριάζουν πολύ περισσότερο σε συνθήκες αρένας έχοντας απομακρυνθεί από τα clubs ήδη από το The Fat Of The Land του 1997 κι έπειτα. Το συνυαυλιακό sold-out είναι σχεδόν σίγουρο, αλλά με τη νέα μουσική τι γίνεται; Κανείς, ούτε και οι ίδιοι μάλλον (αν διαβάσει κανείς ανάμεσα από τις γραμμές των συνεντεύξεών τους), δεν αρνείται ότι έχουν πάρει τη συνθετική κατιούσα μετά τα πρωτα τρία εκπληκτικά άλμπουμ. Ότι δυσκολεύονται την τρίτη χιλιετία να παραδώσουν κάτι αξιομνημόνευτο μουσικά κι επαναπαύονται στις δάφνες των πρώτων ημερων. 

Ο φετινός δίσκος, όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, προμοταρίστηκε ως «ο καλύτερός τους από την εποχή των 90s». Είναι όμως έτσι; Υπάρχει ακόμα ζωή στον πλανήτη Prodigy; Ζητήσαμε τη γνώμη τριών ανθρώπων που τους θυμούνται πολύ καλά από τις πρώτες breakbeat ημέρες κι έχουν παρακολουθήσει ολόκληρη την πορεία της μετάλλαξής τους…

Μεγάλες αναμνήσεις που καταλήγουν σε φθηνά déjà vu (του Χάρη Συμβουλίδη, αρχισυντάκτη του Avopolis και ραδιοφωνικού παραγωγού Στο Κόκκινο 105.5)

Σήματα ζωής, όντως ανιχνεύονται στον πλανήτη Prodigy. Είναι κατοικημένος. Σήματα όμως ασθενή. Μοιάζουν με αυτά που έβρισκαν τα μηχανήματα του μίστερ Σποκ στο παλιό Σταρ Τρεκ, όταν έπεφταν σε κάποιον άλλοτε κραταιό εξωγήινο πολιτισμό, ο οποίος είχε μπει σε φάση παρακμής (ανεπιστρεπτί).

Το νέο άλμπουμ των Prodigy με το εντυπωσιακό εξώφυλλο πασαλείβει τη σήμα κατατεθέν επιθετικότητά τους και τα γνωστά τους γκάζια πάνω από ουσιαστικά ανύπαρκτες ιδέες. Ό,τι έμοιαζε δηλαδή κάποτε με πανκ για την ανατέλλουσα ψηφιακή εποχή, έχει πια γίνει στυλ. Κι αποζητά να κερδίσει τη βιαστική πρώτη εντύπωση: να το προσέξει δηλαδή ο EDM πιτσιρικάς (που ίσως να αισθάνεται κι ένα δέος απέναντι στον θρύλο τους) και να αναβιώσει στον κουρασμένο 35άρη κάτι από όσα ένιωσε όταν ήταν κι εκείνος πιτσιρικάς και του έσκασε στο κεφάλι το Music For The Jilted Generation.

Προσωπικά, δεν θα στοιχημάτιζα στο νιάτο του σήμερα –ίσως το ακούσει μια, δύο φορές, μα πάντα θα προτιμά τον Skrillex. Στον «παλιό» θα έβαζα τα λεφτά μου, που τρέφει αισθήματα για τους Prodigy. Κι εγώ τρέφω. Ο Βύρωνας 1995 δεν έχει ξεθωριάσει στη μνήμη κι ένα από τα στάνταρ πράγματα τα οποία ακόμα κάνω πριν φύγω για το οποιαδήποτε ταξίδι, είναι να σιγουρευτώ ότι έχω πάρει μαζί το The Fat Of The Land.

Αλλά το The Day Is My Enemy πάει να συγκινήσει με φτηνά déjà vu. Του αρκεί να είναι ο φτωχός συγγενής εκείνων των μεγάλων αναμνήσεων. Εμένα όμως όχι.


Δεν μένει εδώ κανείςου Γιώργου Μιχαλόπουλου, music editor της Popaganda)

Μάλλον υπάρχει ζωή στο πλανήτη του Liam με τη μοναδική διαφορά ότι δεν ζει κανείς άλλος εκεί εκτός απ’ την μπάντα. Γιατί μπορεί το ομώνυμο κομμάτι και, πολύ σωστά, πρώτο single του δίσκου να είναι η καλύτερη στιγμή των Prodigy εδώ και πάρα πολλά χρόνια αλλά από κει και πέρα χρειάζεται μεγάλη αντοχή να ακούσεις ολόκληρο το άλμπουμ σε μια καθισιά ή τέλος πάντων εξαντλεί την υπομονή ακόμα και του πιο αφοσιωμένου ακροατή. Η υποτιθέμενη οργή που χαρακτηρίζει το The Day Is My Enemy ξοδεύεται μέσα σε 10 λεπτά αφού όχι μόνο δεν χρησιμεύει ως soundtrack επαναστατικής προδιάθεσης αλλά την υποτιμά με παιδαριώδη στιχάκια όπως αυτά που συναντάμε συνέχεια στο δίσκο (“That’s the rebel radio sound/The radio plays the sound in you rear/A calling to all/ The message is clear”, ένα απ’τα πιο χαρακτηριστικά). Η παντελής έλλειψη ιδεών του Liam αλλά και η μανία του να γεμίζει τα κομμάτια με όλων των ειδών τις επιρροές κατακεραυνώνουν όσους πίστεψαν πως η μπάντα επέστρεψε στη φόρμα που τους οδήγησε στο παρελθόν σε αριστουργηματικούς δίσκους που αν και κάηκαν απ’ την πολύ χρήση, δύσκολα θα βρισκόμασταν εδώ αν δεν είχαν κυκλοφορήσει. 


It is too loud and I am too old (του Παναγιώτη Μένεγου, συμπαρουσιαστή του Λατέρνατιβ στον Εν Λευκώ 87.7)

Δεν ξέρουμε ποιος σκέφτηκε τη φράση, αν και συνδέθηκε με την πολύ χαρακτηριστική φωνή του Earnest Earle Anderson (πατέρα του γνωστού σκηνοθέτη Paul Thomas Anderson και γνωστού απλά ως Earnie). Πιθανότατα ευρέως γνωστή την έκανε ο Ted Nugent που τη χρησιμοποίησε για να προωθήσει άλμπουμ του που είχαν τίτλους όπως Scream Dream. σίγουρα την έχετε δει σε μπλουζάκια, στικεράκια και λοιπά rock παραφερνάλια, ενώ μέχρι και οι Kiss ονόμασαν έτσι μια αρπαχτή συλλογή που κυκλοφόρησαν πριν λίγα χρόνια. “If it’s too loud, you’re too old”, λοιπόν – ένας διάσημος εφηβικός αφορισμός που παραμένει ζωντανός για να μας θυμίζει την ένταση ως κριτήριο, ζητούμενο και, ενίοτε, συστατικό της μουσικής ολοκλήρωσης. Ένας αφορισμός που, πραγματικά, τον έχουν πάρει πολύ στα σοβαρά οι Prodigy. Γιατί ειλικρινά, το πρώτο πράγμα που σου κάνει εντύπωση σε ένα ακόμα άλμπουμ τους, στο ολοκαίνουριο The Day Is My Enemy, είναι η εκκωφαντική ένταση που επικυρώνει -αν και το έχουμε καταλάβει χρόνια- την ολοκληρωτική παράδοσή τους στο rawk. Αν έπρεπε να χαρακτηρίσω κάπως τον δίσκο, να τον εντάξω κάπου, θα έλεγα ότι είναι κάποιου είδους metalcore. To metal για προφανείς λόγους volume και το core για να θυμίζει ότι στο μακρινό παρελθόν, είκοσι χρόνια πίσω, οι Prodigy τίναζαν την εφηβεία μας στον αέρα επιβάλλοντας το (ηλεκτρονικό) hardcore στις μάζες. Τώρα τα πράγματα είναι απλά. Εμείς που τους ακούσαμε σε πρώτο χρόνο είμαστε μεταξύ των δύο πρώτων -αντα, οι τρεις τους είναι από 44 έως 48 ετών, όμως η μουσική που κατεβάζει το μυαλό του Liam απευθύνεται σταθερά σε 18ρηδες το πολύ. Με ένα τέτοιο ναρκισσιστικό focus στον ηχητικό όλεθρο που μοιάζει σχεδόν κωμικό. Βάζεις να ακούσεις το άλμπουμ κι αισθάνεσαι ότι από το στεροφωνικό σου ζωντανεύει η πτώση της Σαϊγκόν – εφέ στην τσίτα, κιθάρες κομπρεσαρισμένες στα τέρματα, σειρήνες, καμπάνες, βομβαρδισμοί. Κι όμως αυτό το μυαλό στα mid 20s του είχε δείξει με την ανεπανάληπτη “Narcotic Suite” του Music For The Jilted Generation (αλλά και σε άλλες γωνίες των δίσκων τους) ότι θα μπορούσε να δώσει και κάτι διαφορετικό. Είναι αλήθεια, όπως πολύ εύστοχα γράφει λίγο πιο πάνω ο Χάρης, ότι οι Prodigy πια απευθύνονται στα (δύσμοιρα) παιδιά που μεγάλωσαν με Scrillex. Όμως δεν είναι κάπως παράδοξο, και λίγο απογοητευτικό, οι Prodigy να μην μπορούν με τίποτα πια να κυκλοφορήσουν μουσική που να μιλάει σε μας που μεγαλώσαμε μαζί τους;

POPAGANDA

Share
Published by
POPAGANDA