Ένας λυρικός ύμνος ενάντια στον ναζισμό, η αριστουργηματική όπερα σύγχρονου ρεπερτορίου Λευκό ρόδο (1986) του καταξιωμένου Γερμανού συνθέτη Ούντο Τσίμμερμαν, ένα από τα πιο συγκλονιστικά έργα των τελών του 20ού αιώνα, παρουσιάζεται σε πανελλήνια πρώτη από την Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Ο σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης ετοίμασε αποκλειστικά για τους αναγνώστες της Popaganda ένα ημερολόγιο προβών.
4 εβδομάδες πρόβα
- Ένα ολόλευκο κελί, ο Χανς και η Ζόφι. Υπάρχει και κάποιος ακόμα, ντυμένος στα μαύρα, με ημίψηλο καπέλο. Ίσως ο εκτελεστής.
- Δεν είναι κελί – δεν θέλω αυτή την τόσο συγκεκριμένη τοποθεσία, την τόση πιστή αναπαράσταση της ιστορίας. Θέλουμε ένα χώρο που είναι ταυτόχρονα ανοιχτός και κλειστός. Ο τρίτος άνθρωπος παραμένει. Ίσως είναι ένας ιερέας.
- Οφείλουμε να κατευθυνθούμε προς μια πλήρως αφαιρετική αισθητική – ένα αχανές γκρίζο πάτωμα που μεταμορφώνεται. Ο Χανς και η Ζόφι είναι μαζί ή μόνοι τους; Μιλάνε ο ένας στον άλλον ή όχι;
- Υπάρχει ένας λαμπτήρας που κρέμεται από το ταβάνι, που κινείται κάθε φορά που ακούγεται το «μοτίβο της ανάμνησης».
- Η Ζόφι μιλάει συνέχεια για τη φύση, για τα φύλλα, για τα δέντρα, για νερό. Ο Χανς μιλάει για το φεγγάρι. Άρα ο χώρος πρέπει να είναι ταυτόχρονα μέσα και έξω. Αλλά και ένας χώρος που μπορεί να αναδιπλωθεί η ανάμνηση των δυο χαρακτήρων.
Ο σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης
- Αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά τη μουσική, ακούει τον απόηχο των Παθών του Μπαχ. Το κείμενο επίσης είναι γεμάτο θρησκευτικές αναφορές. Η δωδέκατη σκηνή, η σκηνή της προσευχής, είναι κεντρική.
- Στη σκηνή της προσευχής πρέπει να εξαϋλωθούν τα σώματα, να υπάρχουν μόνο τα χέρια τους. Τα χέρια τους είναι το κέντρο. Στην κορύφωση της προσευχής, ο Θεός τους εγκαταλείπει, και η Ζοφί ξεσπάει σε ένα ουρλιαχτό.
- Ο χώρος πρέπει να μπορεί να αποτυπώσει την κάθε σκηνή του έργου ως όραμα – την ταυτόχρονη παρουσία της πραγματικότητας και της ποιητικής αναδιατύπωσή της, με δυσδιάκριτα όρια.
- Η μουσική είναι ένας συγκλονιστικός συνδυασμός σιωπής και κρότου, επανάληψης και εξέλιξης, στασιμότητας και μελωδίας – αυτές οι αντιθέσεις, αλλά και το ενδιάμεσο φάσμα, πρέπει να μεταφραστούν σε θεατρική γλώσσα.
- Η λύση είναι αυτή: όλα πρέπει να είναι διττά. Είναι μαζί, δεν είναι μαζί, είναι στη φυλακή, είναι στη φύση, φοβούνται, είναι άτρωτοι, το σκηνικό είναι συγκεκριμένο, αλλά και μεταβαλλόμενο.
- Το τρίτο πρόσωπο είναι ο θάνατος; Το απόλυτο κακό που χαιρέκακα τους παρατηρεί; Δεν είναι μονοδιάστατο αυτό; Γιατί να υπάρχει τέτοια σχηματοποίηση; Δεν είναι πιο ενδιαφέρον να υπάρχει ένας απλός άνθρωπος, ένας στρατιώτης ίσως, που μπλέχτηκε στον πόλεμο, που διέπραξε θηριωδίες, αλλά που δεν είναι κακός άνθρωπος. Είναι ένοχος επειδή δεν αρνήθηκε να συμμετέχει. Όπως λέει ο Χανς, «είστε όλοι ένοχοι».
Σημειώσεις του σκηνοθέτη από τις πρόβες.
- Υπάρχει και ένα τέταρτο πλάσμα, πλήρως θρησκευτικό, η απόλυτη, υπερβατική καλοσύνη, που θυσιάζεται στο όραμα του τέλους (σκηνή 14).
- Η κίνηση είναι παγιδευμένη σε μια βραδύτητα που αντιστέκεται στην εξέλιξη του χρόνου προς την εκτέλεση. Ο χρόνος είναι απολύτως εσωτερικός – τίποτα στο έργο δεν επιτρέπει την εισβολή μιας εξωτερικής πραγματικότητας.
- Το στυλιζάρισμα όμως είναι επίφοβο’ σε τελική ανάλυση, μιλούμε για πραγματικούς ανθρώπους. Πρέπει να φτάσουμε με τους συντελεστές σε μια φόρμα, η οποία να έχει εντυπωθεί σε τέτοιο βαθμό στα σώματά τους, που πλέον παύει να είναι φόρμα και φαντάζει σαν ανάμνηση μιας φόρμας. Οι συντελεστές πρέπει πλήρως να οικειοποιηθούν τους ρυθμούς, τις στάσεις, τις ακινησίες.
- Οι Weisse Rose μιλούσαν στον Γερμανικό λαό μέσω προκηρύξεων – θα ήταν λάθος να μην υπάρχει αυτό το στοιχείο. Και σκέφτηκα το βίντεο. Μια προβολή που κινείται στα όρια του αντιληπτού, μια επιφάνεια (χαρτί, ίσως;) από την οποία να ξεπροβάλλουν σε αραιά διαστήματα αποσπάσματα. Όχι τόσο για να τις διαβάσει το κοινό, όσο για να υπάρχουν σαν αποτύπωμα της ιστορίας.
- Στην πορεία προς το θάνατο, ο Χανς και η Ζόφι καταστρατηγούν την πραγματικότητα, και κατά μια έννοια την ιστορία. Το έργο καταγράφει ένα δράμα πρωτίστως ψυχικό και θρησκευτικό – είναι η απόσπαση του ανθρώπου από τον ιστορικό χρόνο πλησιάζοντας στον θάνατο. Υπάρχει συνεπώς η πλήρης εκφραστική ελευθερία του επικείμενου τέλους.
- Στα μέσα της παράστασης όλα αλλάζουν – η αφαιρετικότητα του χώρου δίνει τη θέση της σε μια ανάμνηση, σχεδόν παιδική, μιας βόλτας σε ένα δάσος. Αποκαλύπτεται σαν σκηνή θεάτρου, και έχει την υφή μιας παλιάς φωτογραφίας. Εκεί μπαίνουν οι χαρακτήρες στην ένατη σκηνή, όταν η Ζοφί τραγουδά με την ακολουθία ενός φλάουτου.
- Η παράσταση πρέπει να είναι μια μοναδική διαδρομή με στάσεις – από την αρχή μέχρι το τέλος, η κίνηση των συντελεστών πρέπει να είναι ακατάπαυστη, ακόμα και όταν δεν κινούνται. Από την αρχική παράλυση στην έξαρση, μετά στην ονειροπόληση, στην κατάβαση στην δειλία, στην έκρηξη του οράματος, και τέλος σε μια γαλήνη.
Χρήστος Κεχρής, Αντώνης Γκρίτσης και Αφροδίτη Πατουλίδου
- Κι αν πεθαίνουν στην 15η σκηνή και όχι μετά το τέλος της τελικής, 16ης; Αν στην 16η, είναι ήδη νεκροί, και πλέον βγαίνουν από τη φόρμα, και απλά είναι ξαπλωμένοι ο ένας απέναντι από τον άλλον; Και είναι χαλαρά τα σώματά τους, απελευθερωμένα.
- Παρά το ιστορικό και πολιτικό υπόβαθρο, το έργο είναι βαθιά ηθικό – δεν μιλάμε για την πάλη μεταξύ ιδεολογιών, αλλά για την πάλη μεταξύ του καλού και του κακού. Και παρότι ο Χανς και η Ζοφί οδηγούνται στο θάνατο, το καλό είναι αυτό που θριαμβεύει.
- Για τις πέντε πρώτες σκηνές ο Χανς είναι πλάτη στο κοινό – χρειάζομαι ένα μεγάλο καθρέφτη.
- Είναι περίεργο που ενώ μπορούμε να μιλήσουμε για τόσα πράγματα στη σύγχρονη τέχνη, η εμπειρία του υπερβατικού καλού, του κακού και της συγκίνησης της πίστης έχουν παραγκωνιστεί ως θεματολογία. Είναι δύσκολο να βρω την κατάλληλη γλώσσα για να μιλήσω για αυτά στην παράσταση.
- Ο τρίτος χαρακτήρας, ένας άσημος στρατιώτης, μεταμορφώνεται από επίδοξο φονιά σε άστεγο, σε πτώμα, σε μορφή θρησκευτικής μανίας, σε μετανοούντα. Έχει την δική του ιστορία που συνυπάρχει και εξελίσσεται ταυτόχρονα με την πορεία της Ζοφί και του Χανς.
- Κάθε φορά που ακούω το έργο στην πρόβα, σκέφτομαι πόσο υπέροχο είναι, πόσο ειλικρινές, βίαιο και τρυφερό είναι, πώς σε καθηλώνει και δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα. Και επίσης, σε κάθε πρόβα, θαυμάζω το ταλέντο, την πειθαρχία, την εργατικότητα και το δόσιμο της Αφροδίτης, του Χρήστου και του Αντώνη, που τόσο οργανικά μεταπήδησαν από τη σκηνοθετική οδηγία σε μια πραγματικά σωματική και ψυχική εμπειρία.
- Το παν είναι να βγει ειλικρινής συγκίνηση.
Θέμελης Γλυνάτσης, 19 Οκτωβρίου 2018.
Λευκό Ρόδο, του Ούντο Τσίμμερμαν. Μουσική διεύθυνση Νίκος Βασιλείου, Σκηνοθεσία Θέμελης Γλυνάτσης, Σκηνικά – Κοστούμια Αλεξία Θεοδωράκη, Φωτισμοί Στέλλα Κάλτσου, Βίντεο Μάριος Γαμπιεράκης / Χρυσούλα Κοροβέση, Χανς Σολ: Xρήστος Κεχρής, Ζοφί Σολ: Αφροδίτη Πατουλίδου, Ηθοποιός: Αντώνης Γκρίτσης, Συμμετέχει και η Ειρήνη-Αναστασία Βουγιούκα. Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, 3, 4, 8, 10, 11, 15, 17, 18 Νοεμβρίου.