Ο Γερμανός Γιατρός *****
Αργεντινή, Γαλλία, Ισπανία, 2013, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Λουσία Πουέντσο
Πρωταγωνιστούν: Φλορένθια Μπάδο, Άλεξ Μπρέντεμιουλ, Ναταλία Ορέιρο
Διάρκεια: 93’
Μια αργεντίνικη οικογένεια τη δεκαετία του ’60 μετακομίζει στο οικογενειακό της ξενοδοχείο, με σκοπό να το επαναλειτουργήσει και να επωφεληθεί από αυτό. Μαζί της θα πάρει και έναν Γερμανό οδηγό, ο οποίος θέλει να επισκεφθεί το ίδιο μέρος. Με την άφιξή τους εκεί θα έρθουν πιο κοντά και ο Γερμανός, γιατρός στο επάγγελμα, θα προσφερθεί να βοηθήσει την έγκυο μητέρα στην ομαλοποίηση της εγκυμοσύνης της, όπως και τη μικρή κόρη της οικογένειας, Λίλιτ, στο να αναπτυχθεί σωματικά και να σταματήσει να ‘ναι τόσο μικροκαμωμένη. Αυτό που δε γνωρίζει, όμως, η οικογένεια, είναι πως ο καλοσυνάτος γιατρός δεν είναι άλλος από τον φυγά Γιόζεφ Μένγκελε. Όμορφα κινηματογραφημένο, με σοβαρή πολιτική άποψη, μα τελικά όχι τόσο «σεισμικό» όσο θα ήθελε.
Στη νέα της ταινία η Λουσία Πουέντσο επιχειρεί να κριτικάρει τη στάση που μεταπολεμικά κράτησε η Νότια Αμερική σε σχέση με τους ναζί. Να δείξει το πώς μερικές φορές η ανοχή προς τη μισανθρωπία μπορεί να μην επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, συνεχίζοντας να προστατεύει το φίδι στη νέα του φωλιά, χωρίς να το περιορίζει από τις ύπουλες κινήσεις του. Καταφέρνει με πολύ έξυπνο τρόπο να περάσει πλαγίως και την ίδια την τακτική προσηλυτισμού του ναζισμού, με την προβολή ενός γιατρού που υπόσχεται με στόμφο πως θα προστατέψει και θα καλυτερέψει την οικογένεια, χωρίς ποτέ να της αποκαλύπτει τι πραγματικά είναι αυτό που κάνει και κρύβοντας σημαντικό μέρος της αλήθειας. Εύστοχος, λοιπόν, ο υποσυνείδητος παραλληλισμός των τακτικών του Μένγκελε με τη γενικότερη στρατηγική των ποδηγετών της ιδεολογίας που εξυπηρετούσε και πολύ καλά εναρμονισμένος μέσα στην ταινία.
Στην ίδια της τη κινηματογραφία, τώρα, η Πουέντσο επιδεικνύει ένα ταλέντο αξιοπρόσεκτο στη σύλληψη και την απεικόνιση του χωροχρόνου. Η Αργεντινή δεν παρουσιάζεται ως μια θερμή, λατινοαμερικάνικη χώρα, μα ως μια ορεινή, βορειοευρωπαϊκή μεγαλειώδης έκταση. Ο ίδιος ο Μένγκελε ομολογεί πως «νιώθει σαν να ξαναβρίσκεται σπίτι του». πράγματι, οι πράσινες εκτάσεις, τα χιονισμένα βουνά και η λίμνη που περικυκλώνουν το ξενοδοχείο της οικογένειας ενέχουν το μεγαλείο της φύσης στην πιο άρτια απεικόνισή της, με ήλιο και με χιόνι είναι πραγματικά απολαυστικές.
Συνδυάζει τις εναλλαγές του ρυθμού με τέτοιο τρόπο ώστε να μην κουράσει, μα να δημιουργήσει την κατάλληλα αντιθετική έρπουσα ατμόσφαιρα, που θα μετατρέψει την ταινία από μια κοινότυπη βιογραφία (πρόκειται περί πραγματικού γεγονότος) σε ένα μυστηριώδες θρίλερ. Από τους ηθοποιούς που συμμετέχουν στην ταινία, το μόνο σίγουρο είναι πως η μικρή πρωταγωνίστρια, Φλορένθια Μπάδο είναι αυτή που ξεχωρίζει. Δεν είναι ότι οι ερμηνείες της Ναταλία Ορέιρο και του Άλεξ Μπρέντεμιουλ υστερούν, μα πραγματικά η κάθε εμφάνιση της Μπάδο στο φακό είναι αυτή που ανεβάζει σημαντικά το επίπεδο της ταινίας, με την εντυπωσιακή (δεδομένης και της ηλικίας της) ηθοποιία της.
Αυτό που λείπει όμως, από την ταινία της Πουέντσο, είναι αυτό το «κάτι» που θα την αφήσει μια και καλή στη μνήμη του κοινού, αυτή η μνημειώδης σκηνή ή η κλιμάκωση που θα μείνει στο νου, όσος καιρός και να περάσει. Δεν είναι βαρετή, μα ούτε και εξαιρετική, κινείται σε ένα ασφαλές ενδιάμεσο που, για να είμαι ειλικρινής, θα με κάνει (και εμένα και ενδεχομένως πολλούς άλλους) να τη λησμονήσω με την πάροδο δύο ή τριών εβδομάδων. Σαν μια καλή τηλεταινία που ναι μεν ικανοποιεί, μα ξεχνιέται δε.
Ισόπαλος αισθητικά και νοηματικά, μα τόσο επίμονος στο «απλά καλό», ο Γερμανός Γιατρός θα σας συνοδεύσει ευχάριστα σε μια κινηματογραφική έξοδο κάποιο ήρεμο βράδυ. Μα, όπως και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής της, θα φυγαδευθεί προς κάπου αλλού οριστικά όταν έρθουν οι κινηματογραφικές «μεγάλες δυνάμεις».