Categories: ΣΙΝΕΜΑFeatured

Ιδανικό για Θερινό: «Κόναν ο Βάρβαρος»

Ιδανική ταινία για θερινό είναι εκείνη που όταν συμπράξει με την καλοκαιρινή ατμόσφαιρα και τον χώρο που τη βλέπεις τότε ανεβαίνει δυο σκάλες και το φιλμ αλλά και η εμπειρία της θέασης. Ιδανική ταινία για θερινό είναι αυτή που έχεις δει οχτακόσιες φορές και την ξέρεις απ’ έξω, αλλά θα την απολαύσεις για μια ακόμη φορά σε διαφορετικές – πιο φρέσκες- συνθήκες απ’ ότι συνήθως, ειδικά αν δεν την έχεις δει ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Βάσει αυτού του ειρμού, τότε δε θα μπορούσα να σκεφτώ κάποια άλλη για θερινό από το Κόναν ο Βάρβαρος του John Milius. Η ταινία που έχτισε ουσιαστικά την καριέρα του Arnold Schwarzenegger έχει μείνει για πολλά χρόνια στη σκιά αυτής της «επιτυχίας» και έχει λησμονηθεί για τα αρκετά σπουδαία πράγματα που διαθέτει.

Ο Milius -υπεύθυνος μεταξύ άλλων για το σενάριο του Αποκάλυψη Τώρα– είναι ένας από τους πιο ιδιαίτερους χαρακτήρες στο Χόλιγουντ. Μεγάλη πένα, ικανότατος σκηνοθέτης, μέλος της γενιάς που αναζωογόνησε τον αμερικανικό κινηματογράφο, με Coppola, George Lucas, Steven Spielberg, Martin Scorsese και λοιπούς. Η περσόνα του Walter Sobchak από το Μεγάλο Λεμπόφσκι είναι δημιουργημένη πάνω σε αυτόν τον παρολίγο βετεράνο του Βιετνάμ (έχασε τη στράτευση λόγω χρόνιου άσθματος, γεγονός που τον στιγμάτισε)-σέρφερ-ας τον πούμε πολιτικά αμφιλεγόμενο τύπο (ο ίδιος έχει αυτοκληθεί  «zen anarchist»), που με τις στρατηγικές γνώσεις του έχει στήσει μερικές αξέχαστες ταινίες και τώρα φαίνεται να βρίσκεται στη μαύρη λίστα του Χόλιγουντ.

Η πολύ συχνά παραγνωρισμένη φιλοσοφική χροιά της ταινίας καλύπτεται από πιο επιφανειακά στοιχεία, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν είναι εκεί και δεν προσφέρεται για ανάλυση. Ο Κόναν του δεν είναι μια απλή ταινία εκδίκησης, αλλά μια ανθρωποκεντρική ταινία που παίζει με τα όρια της δύναμης και της αναζήτησης αυτής, αλλά και την εν γένει γνώση του εαυτού. Σύμφωνοι, μπορεί κατά καιρούς να έχει στιγματιστεί για την ιδεολογία του τόσο ο Milius όσο και η ταινία, αλλά το ίδιο είχε γίνει και με τα κείμενα του δημιουργού του ήρωα, Robert E. Howard όταν τα έγραφε στο Τέξας της δεκαετίας του ’30. Είναι προϊόντα της εποχής τους.

Ο Milius άλλαξε αρκετά τον Κόναν από τα γνήσια κείμενα του Howard, μπολιάζοντάς τον με δικές του κοσμοθεωρίες, φιλοσοφία, τσιτάτα του Nietsche ή του Genghis Khan και αναφορές σε κλασικές ταινίες όπως το Kwaidan του Masaki Kobayashi. Με αυτόν τον τρόπο ξενέρωσε κάπως τους φαν του Howard, αλλά κατόρθωσε να χτίσει έναν πιο βρώμικο, λιγότερο φανταστικό κόσμο και πολύ περισσότερο ρεαλιστικό, θυμίζοντας κάποια χαμένη ιστορία ανάμεσα στην Ατλαντίδα και τους προϊστορικούς χρόνους, ή καλύτερα μια κινηματογραφική ρωμαϊκή αρένα, γεμάτη αίμα και άμμο. Για να πετύχει το όραμά του, χρειάστηκε τη συνδρομή δυο σπουδαίων συνεργατών: του Ron Cobb και του Basil Poledouris. Ο Cobb, γνωστός και από τα σκηνικά του στο Alien τρία χρόνια νωρίτερα, στον Κόναν κατάφερε να χτίσει έναν ρεαλιστικό κόσμο, με σκηνικά και art designs που καθορίζουν ξεκάθαρα τον τόνο του φιλμ και σε βυθίζουν πιο εύκολα σε αυτό. Γιατί, από το σχεδιασμό μέχρι την την πράξη είναι μεγάλο το κενό και μπορεί πολύ εύκολα το τελικό αποτέλεσμα να καταντήσει γελοίο. Ο Cobb φρόντισε να εξαφανίσει αυτό το κενό ολοκληρωτικά, δημιουργώντας άχρονους λίγο ιστορικούς-λίγο φανταστικούς απόλυτα απτούς τόπους, περίπου σαν την κρύπτη όπου ο Κόναν μετατρέπεται από κυνηγημένο σκλάβο σε πολεμιστή.

Και βέβαια, μια ξεχωριστή παράγραφος για τον Basil Poledouris, ή Βασίλη Πολυδούρη αν προτιμάτε. Ο Ελληνοαμερικανός συνθέτης, φίλος του Milius, είναι συνυπεύθυνος για τη διαχρονική απήχηση της ταινίας. Γιατί, τα εφέ έρχονται και παρέρχονται προϊόντος του χρόνου και της εξέλιξης, αλλά η μουσική είναι αυτή που μένει χαραγμένη. Και χαραγμένη έμεινε αρκετά βαθιά, ως ένα από τα καλύτερα soundtrack όλων των εποχών. Κατά τον υπογράφοντα, μάλλον το καλύτερο όλων των εποχών. Ένα κράμα Wagner, Miklos Rozsa και Prokofiev μεταξύ άλλων, δεν θέτει απλώς τον τόνο, αλλά είναι η ψυχή της ταινίας. Από την αρχή μέχρι το τέλος, η μουσική του Πολυδούρη φτιάχνει και ανεβάζει την ταινία σε δυσθεώρητα επίπεδα, γεμίζει τα κενά του διαλόγου και φτιάχνει ένα ξεχωριστό συναισθηματικό ψηφιδωτό για κάθε χαρακτήρα, περισσότερο απ’ όλους βέβαια για τον Κόναν.

Για όλα αυτά και περισσότερα, η ταινία αυτή δεν είναι ούτε μια απλή «ταινία Σβαρτσενέγκερ» και πολύ περισσότερο μια τυπική «Sword & Sorcery» ταινία που βλέπεις τη μια μέρα και ξεχνάς την επόμενη. Είναι μια σχεδόν οπερατική ματιά, πανέμορφα γυρισμένη σε φυσικά τοπία -επίσης πολύ σημαντικό- και μια από τις πιο παρεξηγημένες ανθρωποκεντρικές ταινίες των τελευταίων 30 ετών. Και ναι, παίζει ο Άρνι και ναι είναι μια χαρά στο ρόλο του Κόναν… Ταιριάζει λοιπόν ταμάμ με το κλίμα ενός θερινού κινηματογράφου, για να ακούγεται η μουσική όπως ακριβώς της πρέπει. Δυνατά κι ανοιχτά.

Κώστας Χανδρινός

Share
Published by
Κώστας Χανδρινός