Ιάσονας Καμπάνης: «Καθώς γινόμαστε παθητικοί αποδέκτες και αναμεταδότες, τι γίνεται με το αρχικό νόημα της πληροφορίας;»

Το «VIRAL: Έξυπνες λύσεις για τέχνη στο σπίτι» είναι ένα ζωγραφικό έργο εργαστηριακού χαρακτήρα και αποτελείται από εικόνες που αναπαράγουν εμφανώς τα «θραύσματα» από τα οποία προέκυψε. Πλήξη, ένστικτα, προσωπικές και συλλογικές αναμνήσεις, γέλιο, η σύγχρονη ταυτότητα της κατανάλωσης, αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τον καλλιτέχνη για την κατασκευή του έργου.

Επόμενο στάδιο ήταν η υλοποίηση της πληροφορίας σε ένα φυσικό αντικείμενο άρα και η πρόθεση να ευχαριστήσει την ουσιαστικότερη εμπειρία της ανθρώπινης επικοινωνίας, δηλαδή αυτής που συμβαίνει σε πραγματικό χώρο και χρόνο.

Ο Ιάσονας Καμπάνης συλλέγει «θραύσματα» μέσα από τυχαίες ή συγκυριακές πληροφορίες του διαδικτύου.

Έχει ως αφορμή τις viral πληροφορίες που μεταδίδονται κυρίως μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τις μεταλλάσσει σε εικαστικό αντικείμενο, «σε ένα γλωσσικό στοιχείο ενός παραδοσιακού συστήματος επικοινωνίας, που διερευνά την αιτιότητα και τον σκοπό της ίδιας αυτής της μετάλλαξης», όπως αναφέρει ο ίδιος.

Ο εικαστικός Παύλος Τσάκωνας θέτει ερωτήματα στον Ιάσονα Καμπάνη με αφορμή την έκθεσή του «VIRAL: Έξυπνες λύσεις για τέχνη στο σπίτι».

Ousmane Zongo vs Superboyz

Ποια ήταν τα ερεθίσματα εκείνα που σε έκαναν να ασχοληθείς με τα εικαστικά; Από μικρός είχα συνηθίσει να συνυπάρχω με τη ζωγραφική και θαύμαζα πολύ τα έργα των γονιών μου, ζωγράφοι και οι δύο. Λίγο πριν τελειώσω το σχολείο άρχισα να ασχολούμαι με τα κοσμήματα, τα έφτιαχνα και τα εμπορευόμουν στο δρόμο. Σπούδασα αργυροχοΐα, αλλά μετά το τέλος της σχολής, άρχισα να πειραματίζομαι με τη ζωγραφική. Τα πρώτα έργα που με έβαλαν συνειδητά σε διάθεση για τα εικαστικά, ήταν φυλετικής τέχνης, κυρίως της αφρικανικής, τα βυζαντινά, οι πίνακες του Caravaggio και του Hundertwasser.

Ποιους άλλους καλλιτέχνες θαυμάζεις και ποια είναι τα έργα που σε συγκινούν περισσότερο; Αφήνοντας έξω τους πολύ παλιούς, εκείνων των οποίων το έργο θαυμάζω απόλυτα και στο σύνολο του είναι ο Hockney, ο Peter Blake, ο Bacon και ο Michael Borremans. Το ίδιο συμβαίνει και με το έργο του Γιώργου Χατζημιχάλη, της Isa Genzken, της Lorna Simpson και του Richard Hamilton, από τους οποίους απέκτησα τον προβληματισμό για το εννοιολογικό πλαίσιο ενός εικαστικού έργου. Από εκεί και πέρα, είναι δύσκολο να ξεχωρίσω έργα. Υπάρχουν πολλά σημεία συνάντησης και συγκίνησης, όπως τα κολλάζ του Adrian Ghenie ή της Χρύσας Ρωμανού, η ζωγραφική του Phil Hale ή του Michael Armitage και του Daniel Richter. Μου αρέσει η σκέψη του Gerhard Richter και ο τρόπος που ο Lucian Freud περιγράφει τα σώματα και τα φυτά.  Με έχει επηρεάσει πολύ η δική σου ζωγραφική και του φίλου Κωνσταντίνου Λιανού, όπως και του Ηλία Παπαηλιάκη και του Κωνσταντίνου Λαδιανού. Θαυμάζω τα έργα του Ψυχοπαίδη και του Κυριάκου Κατζουράκη, ιδιαίτερα τα πρώτα, τα χρώματα του Παπαλουκά, τα συναρμολογήματα του Rauschenberg, τα πορτρέτα του Auerbach, τα αρχεία της Hanne Darboven. Επίσης, αν έκανα βίντεο ή εγκαταστάσεις, θα ήθελα να είναι σαν του Bruce Nauman ή της Pipilloti Rist ή της Louise Bourgeois. Ανέφερα πολλούς.

Hsu Yun in portrait.

Πώς έχει εξελιχθεί ο τρόπος με τον οποίο εργάζεσαι; Πώς θα περιέγραφες την πρακτική και τα μέσα σου; Όταν ξεκίνησα έφτιαχνα κυρίως έργα σε χαρτί, με μελάνια, ψυχεδελικά, με μια tribal αισθητική που με τον καιρό εξαφανίστηκε. Μετά έπιασα τα ακρυλικά και το πινέλο. Τα έργα έβγαιναν επιθετικά, και σε χρώμα και σε θέμα, φορτωμένα συναισθηματικά. Δεν καταλάβαινα πως να χειριστώ ούτε τη σύνθεση, ούτε την ιδέα. Προσπάθησα να διώξω τις αυτοαναφορικές τάσεις και να μελετήσω. Ασχολήθηκα πολύ με την ιστορία της τέχνης, των δημιουργών της και των τρόπων τους. Απέκτησα μια εμμονή με την τεχνική, έμαθα πολλά, και έπειτα μετακόμισα στην Αγγλία, όπου κυρίως λόγω έλλειψης χώρου, ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη φωτογραφική performance, δηλαδή τη φωτογραφία μέσα από επιτελεστικές δράσεις. Κύριο θέμα ήταν ο άνθρωπος και το σώμα του, ως δοχείο και ως αντικείμενο και η επίδραση που έχει η ψηφιακή κουλτούρα στην εικόνα του. Επεξεργαζόμουν τις φωτογραφίες ψηφιακά, σε βαθμό που ο τρόπος γινόταν ζωγραφικός. Κάπου εκεί λοιπόν συναντήθηκε το ένα με το άλλο, η ζωγραφική με τη φωτογραφία. Εδώ και δύο χρόνια, τα έργα που φτιάχνω αφορούν κατά πολύ το πως χρησιμοποιούμε την εικόνα στη καθημερινότητα, είτε ως εργαλείο είτε ως έννοια και με ποιο τρόπο ορίζουμε ότι πρέπει να αξιοποιηθεί.

Ποιες είναι οι αφορμές που σε παρακινούν να δημιουργήσεις τα έργα σου; Ποιές ανησυχίες και μηχανισμοί ενεργοποιούνται ώστε να ολοκληρώσεις μια συμπαγή ενότητα έργων και πώς γνωρίζεις πότε αυτό το σύνολο είναι έτοιμο να εκτεθεί σε κοινό; Πρώτα θέλω να ζωγραφίσω και μετά με απασχολεί το τί, το κίνητρο είναι η ζωγραφική. Το ερέθισμα μπορεί να είναι μια τυχαία εικόνα, μπορεί να προκύπτει από τη παρατήρηση μιας κατάστασης που με προβληματίζει, μπορεί να είναι μια ιστορία που μεταφέρει κάποιο συμβολισμό. Αφορμή μπορεί να είναι και η δυνατότητα μιας έκθεσης. Ειδικά σε ένα χώρο φιλόξενο, όπως συμβαίνει τώρα με το Victoria Square Project, που έχει σημαντική δράση και υπάρχει σύμπνοια με τους ανθρώπους του. Ούτως ή άλλως, για την επικοινωνία γίνονται όλα. Όσο για τις ανησυχίες, αποζητώ να έχω deadline. Είτε το θέσω εγώ στον εαυτό μου, είτε τεθεί από κάποιον άλλον, με βοηθάει πάρα πολύ στο να συγκροτηθεί και να ολοκληρωθεί μια ιδέα. Όταν μπορώ να κοιτάζω ένα έργο για ώρα, χωρίς να με ενοχλεί και χωρίς να το βαριέμαι, τότε το θεωρώ έτοιμο.

Boris Johnson in portrait.

Με ποιες ιδέες ή ποια ερωτήματα θα έρθει αντιμέτωπος ο θεατής στην έκθεση σου στο Victoria Square Project; Ιδέα δεν έχω, μόνο ερωτήσεις! Κατ’ αρχάς το έργο είναι ένα, αποτελούμενο από πολλά μικρά κομμάτια. Κάτι παρόμοιο είχα ξανακάνει πέρυσι με το 54. Το χαρακτηρίζω «εργαστηριακό», διότι δεν έχει αρχή, ούτε τέλος, θα μπορούσε να συνεχιστεί επ’ άπειρον. Παρ’ ότι είναι φαινομενικά αποσπασματικό, έχει δομή, αλλά στην ουσία είναι ένα πείραμα πάνω στον λόγο της ύπαρξης του. Αφορά την πληροφορία και ειδικότερα την εικόνα, τον τρόπο κυκλοφορίας της στο διαδίκτυο και στα κοινωνικά μέσα. H πληροφορία αυτή, εφόσον προκύπτει σχετικά τυχαία και σχετικά αυθαίρετα, έχει τη δυνατότητα να μας παραδώσει αυτό που πραγματικά μεταφέρει ή είναι απλώς μια σκυτάλη; Αναρωτιέμαι, το ενδιαφέρον ή η ευαισθησία μας κατά την άμεση κατανάλωσή της πληροφορίας, είναι γνήσια ή αποτέλεσμα εθισμού; Με αυτές τις απορίες, αποφάσισα να παρουσιάσω μια δική μου ροή πληροφοριών.

Θα έλεγα πως ο όρος “Viral” αναφέρεται παράλληλα μεταξύ άλλων και στην επικαιρότητα και πώς το αποτέλεσμα αυτού του παιχνιδιού που κάνεις με εικόνες και έννοιες μας φανερώνει μία πολυ-επίπεδη πραγματικότητα. Φαίνεται πώς μέσα από την προσωπική σου εικαστική γλώσσα και μέθοδο ανακαλύπτεις, αντιλαμβάνεσαι και αποκρυπτογραφείς αυτή την πραγματικότητα. Γιατί είναι για σένα σημαντική αυτή η διαδικασία; Ο όρος αναφέρεται στο πως μια πληροφορία μεταφέρεται μέσα σε ένα πληθυσμό, είτε από στόμα σε στόμα είτε μέσω του διαδικτύου, με τον ίδιο τρόπο που μεταφέρεται ένας ιός. Καθώς γινόμαστε παθητικοί αποδέκτες και αναμεταδότες, τι γίνεται με το αρχικό νόημα της; Ο ρυθμός απάντησης σε μια πληροφορία, είναι πλέον πιο γρήγορος από το ρυθμό επεξεργασίας της.  Μέσα στο έργο, αντιπαραβάλλονται αντιφατικές εικόνες, που περιγράφουν όπως λες μια πραγματικότητα, όπως αυτή είναι, μέσα και έξω από το διαδίκτυο. Δεν νομίζω πως καταφέρνω να αποκρυπτογραφήσω, κάνω όμως μια προσπάθεια να προτείνω, ζωγραφικά, μια παύση μεταξύ αυτών των δύο ρυθμών.

Το Victoria Square Project φιλοξενεί στο σαλόνι του τον εικαστικό Ιάσονα Καμπάνη 24 Σεπτεμβρίου 2020 – 5 Οκτωβρίου 2020, 16:00-20:00. Με αφορμή την έκθεση θα πραγματοποιηθούν από τον καλλιτέχνη δύο viral εργαστήρια με θέμα την ζωγραφική και την εικόνα στις 26 Σεπτεμβρίου και στις 3 Οκτωβρίου 2020. Δηλώστε συμμετοχή στο email info@victoriasquareproject.gr με τίτλο “Δήλωση συμμετοχής | VIRAL”. Οι θέσεις είναι περιορισμένες.
Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου