Στα 30 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από τότε που έφτιαξε το πρώτο του γκρουπ (τους καλοραμμένους, πανκ προβοκάτορες Nation of Ulysses) μέχρι σήμερα που ηχογραφεί και περιοδεύει με το πέμπτο του (τους λίγο drum machine, λίγο spoken word, λίγο fuzz, λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου Escape-ism) ο Ian Svenonius έχει κυκλοφορήσει 25 δίσκους πάνω-κάτω (ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος με αυτούς τους παντοτινούς πάνκηδες στην ψυχή), έχει γράψει τρία βιβλία (The Psychic Soviet, Supernatural Strategies for Making a Rock ‘n’ Roll Group, Censorship Now! – μα τι τίτλοι!), έχει εμφανιστεί στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο, έχει κάνει εκπομπές στο ραδιόφωνο, έχει υπογράψει -άγνωστο πόσα ακριβώς- άρθρα στον underground Τύπο, έχει μπλέξει 1 φορά με το FBI (που τον επισκέφτηκε -γιατί άραγε;- όταν οι Nation of Ulysses κυκλοφόρησαν το 13-Point Program to Destroy America) κι έχει ανακηρυχθεί 1 φορά ως «Το πιο Αυθάδες Αγόρι στην Αμερική» (The Sassiest Boy in America, το 1990, από το teen περιοδικό Sassy που έκλεισε το μακρινό 1996).
Όλα αυτά, μεταξύ άλλων που πιθανότατα και ο ίδιος να έχει πια ξεχάσει, στο πλαίσιο της κατά δικής του ομολογίας προσπάθειάς του να σώσει το rock ’n’ roll. Διαρκώς αποτυγχάνει, όχι γιατί ο Svenonius δεν έχει όντως τα φόντα να το σώσει, ούτε γιατί το rock ’n’ roll, άσ’τα να πάνε, εξ ορισμού μάλλον δεν σώζεται ευτυχώς με τίποτα, αλλά γιατί φροντίζει ο ίδιος να δυναμιτίζει, χωρίς πολλά πολλά, το όλο μεγαλόπνοο εγχείρημα.
Το κορνιορτοποιεί, κάπως σαν να πέφτει πάνω σε τοίχο, παίρνοντας επί τούτου τη λάθος στροφή ακόμη και την πιο σωστή στιγμή, όπως, για παράδειγμα, όταν πλησίασε περισσότερο από ποτέ την τηρουμένων των αναλογιών crossover επιτυχία με τους αξεπέραστους καταστασιακούς γκαράζ ρέμπελους The Make-Up, με τους οποίους, θα μπορούσε με τις ευλογίες της αγίας νοσταλγίας να χτυπήσει σήμερα ένα ωραιότατο reunion και, περιοδεύοντας ανά τον κόσμο, να κάνει κάλλιο αργά παρά ποτέ ένα ξεγυρισμένο cashout.
Μόνο και μόνο για να βάλει μπρος τη μηχανή ξανά και ξανά και πάλι από την αρχή και να συνεχίσει να προσπαθεί, περισσότερο σαν τη Natasha Lyonne στη «Ρωσική Κούκλα» και λιγότερο σαν τον Bill Murray στη «Μέρα της Μαρμότας», να βγάλει άκρη με τη…φάση του. Και γενικά. Ακόμη κι αν «ποτέ μου δεν αντιμετώπισα το rock ’n’ roll ως κάτι εξ ορισμού επαναστατικό. Έτσι και τώρα, στην εποχή του Trump δεν αναζητώ στο rock ’n’ roll τη λύση στα προβλήματά μου».
Είπε κι άλλα τέτοια νόστιμα στην Popaganda. Θα πει ακόμη περισσότερα σε όποιον/α του μιλήσει όταν πια θα έχει κατέβει από τη σκηνή του Saristra Festival μετά τα μεσάνυχτα της Κυριακής 4 Αυγούστου. Μετά το τέλος της πιο κουλ συναυλίας του ατελείωτου ελληνικού καλοκαιριού.
Το rock ’n’ roll ήταν η ευκαιρία που μου παρουσιάστηκε όταν ήμουν μικρός για να δημιουργήσω κάτι δικό μου και να επικοινωνήσω με τον κόσμο. Από την αρχή όμως είχα την επίγνωση ότι είναι μια συνθήκη που μπορεί να διαλυθεί από τη μια μέρα στην άλλη. Ή ακόμη χειρότερα να μετατραπεί σε κάτι ανούσιο, κάτι που δεν θα έχει την παραμικρή επίδραση στον τρόπο που σκέφτεται ο κόσμος. Ειλικρινά νομίζω ότι είμαστε πολύ κοντά σε αυτό το σημείο. Τι σχέση έχουν με το rock ’n’ roll όλα αυτά τα μεγάλα φεστιβάλ; Να σου πω όμως κάτι; Δεν βάζω το χέρι μου στη φωτιά. Μπορεί τα πράγματα να είναι καλύτερα τώρα σε σχέση με την εποχή που ξεκίνησα εγώ. Μπορεί απλά να μην το αντιλαμβάνομαι.
Τι είναι η τέχνη; Ένα παράπονο είναι. Αυτό μου είπε κάποτε ένας καλός μου φίλος. Νομίζω ότι πράγματι, ακριβώς αυτό είναι. Γι’ αυτό οι πλούσιοι συνήθως δεν μπορούν να δημιουργήσουν ενδιαφέρουσα τέχνη.
Ξέρεις αυτό που λένε ότι οι τέχνες λειτουργούν ως καθρέφτης της εποχής τους; Όσον αφορά την εποχή που ζούμε, ο καθρέφτης της δεν είναι καμία τέχνη. Είναι ο Trump. Αυτό το πιόνι των δισεκατομμυριούχων που τον έβαλαν στο Λευκό Οίκο γιατί θέλουν να καταστρέψουν κάθε έννοια έννομου κράτους, πρόνοιας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Ένας κλόουν είναι, τίποτα παραπάνω, σύμβολο της κάστας των σατανικών, ζάμπλουτων, ιμπεριαλιστών μισάνθρωπων.
Μισώ τους πλούσιους. Απεχθάνομαι τα προνόμια και κυρίως την έπαρσή τους. Γράψ’ το με κεφαλαία.
Κάποιοι τώρα εναποθέτουν τις ελπίδες του στον Bernie Sanders ή στην Alexandria Ocasio-Cortez. Ο κόσμος ξεχνάει εύκολα. Ξεχνάει, ας πούμε, ότι πάντα υπάρχει ένας τέτοιος «παίκτης». Όχι και τόσο παλιά, για παράδειγμα, σε αυτή τη θέση υπήρχε ο Ralph Nader. Φυσικά ο Bernie Sanders θα ήταν καλύτερος πρόεδρος από τον Trump. Αλλά δεν είναι άγιος. Κανένας πολιτικός δεν είναι άγιος.
Ποτέ μου δεν αντιμετώπισα το rock ’n’ roll ως κάτι εξ ορισμού επαναστατικό. Έτσι και τώρα, στην εποχή του Trump δεν αναζητώ στο rock ’n’ roll τη λύση στα προβλήματά μου.
Η δημιουργία ενός γκρουπ εκ των πραγμάτων γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στο context της ζωής σου τη συγκεκριμένη περίοδο. Όταν είσαι νέος και ζεις με τους κολλητούς σου στο ίδιο σπίτι και ακούτε μαζί την ίδια μουσική, θέλεις να ζήσεις το όνειρο του να είσαι μέλος σε μια μπάντα σαν τους Beatles. Όσο μεγαλώνεις, όμως, η πραγματικότητα αρχίζει να παίρνει κεφάλι.
Όλα μου τα projects, οι μπάντες, τα βιβλία, τα άρθρα, τα DJ sets, οι εμφανίσεις μου στην τηλεόραση, είναι κομμάτια του ίδιου παζλ. Είναι διαφορετικοί τρόποι για να εκφραστώ, για να στείλω τα μηνύματα που θέλω. Το αν θα βρεθεί πολλοί ή λίγοι παραλήπτες δεν έχει τόση σημασία.
Κάποτε μια μπάντα μπορούσε να αποτελέσει κομμάτι της ταυτότητάς σου, το μέσο για να αποκτήσεις έναν κοινό κώδικα με άλλους ανθρώπους. Αυτή η εποχή έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Όταν αρχίσω να νιώθω άβολα σε μια μπάντα, όταν αρχίσω να αμφιβάλλω για την επόμενη μέρα, όταν αρχίσει να φθίνει ο ενθουσιασμός μου, καταλαβαίνω ότι έχει έρθει η στιγμή να τα μαζέψω και να φύγω. Μια μπάντα δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από μία πλατφόρμα για να εκφραστείς. Αν δεν διασκεδάζεις, δεν αξίζει τον κόπο. Μπορείς πάντα να δοκιμάσεις μία νέα πλατφόρμα.
Οι Escape-ism είναι μία απόλυτα μίνιμαλ υπόθεση. Είναι όσο μίνιμαλ μπορεί να είναι κάτι και την ίδια στιγμή να παραμένει μια rock ’n’ roll παράσταση. Ίσως να πρόκειται για την τελευταία, αληθινή rock ’n’ roll παράσταση που είναι διαθέσιμη στο κοινό. Χρειάζεται, μάλιστα, τη συμμετοχή του κοινού για να λειτουργήσει. Οι θεατές πρέπει να προβάλλουν τις δικές τους φαντασιώσεις στους Escape-ism. Μίνιμαλ, λοιπόν, και βασισμένοι στην αλληλεπίδραση με τον κόσμο. Η ραχοκοκαλιά του ήχου είναι ένας σταθερός, επαναλαμβανόμενος ρυθμός, πάνω στον οποίο έχω την ελευθερία να χτίσω οτιδήποτε πιστεύω ότι οδηγήσει τον θεατή σε μία παραζάλη, για να μην πω παράνοια. Ίσως να μην έχει μεγάλη διαφορά από τη μουσική που ακούγεται σε τούρκικους γάμους.
Στόχος των Escape-ism είναι η κάθαρση, κάτι που έχει εξαφανιστεί από το rock ’n’ roll, όπως και ο πηγαίος, αυθόρμητος ήχος. Δεν πρόκειται για κάτι που προσπαθεί να μοιάσει με καμία στιγμή του ένδοξου παρελθόντος του rock ’n’ roll. Οι Escape-ism προσφέρουν μία καθαρτική εμπειρία με περιεχόμενο που μπορεί να αποκτήσει διαβολικές διαστάσεις. Είναι ωμή πειραματική μουσική, χωρίς όμως να είναι εσωστρεφής. Δεν θα δεις κανέναν σκυμμένο πάνω από τα πετάλια της κιθάρας του, να μην του καίγεται καρφί για όσα συμβαίνουν κάτω από τη σκηνή. Η πειραματική μουσική δυστυχώς έχει γίνει συνώνυμη των εσωστρεφών, ντροπαλών μουσικών. Εμείς ευτυχώς δεν είμαστε καθόλου ντροπαλοί.
Είναι πολύ δύσκολο να καταφέρεις να παίξεις κάτι μίνιμαλ και να το παίξεις καλά. Πολύ πιο δύσκολο από το να είσαι σε μια μπάντα με τρία, τέσσερα, πέντε μέλη. Ίσως, μάλιστα, το να παίζεις σε μία «κανονική» μπάντα να είναι δείγμα δειλίας. Τώρα μόλις το σκέφτηκα αυτό.
Τα τελευταία χρόνια περνάω πολύ καιρό περιοδεύοντας. Ως Escape-ism είναι εύκολο να ανταποκριθώ όταν με καλούν για να κάνω το καθήκον μου. Ενώ σε μια κανονική μπάντα είναι ολόκληρος μπελάς μέχρι να συντονιστούν τόσοι διαφορετικοί άνθρωποι, άσε που τα λειτουργικά έξοδα είναι μερικές φορές δυσβάσταχτα για τους διοργανωτές. Στο project Escape-ism ήμουν ολομόναχος στην αρχή. Τον τελευταίο καιρό είναι μαζί μου και η Alexandra Cabral. Ακόμη κι έτσι όμως είναι πιο εύκολο να πούμε ναι σε μία πρόταση. Είμαστε ευέλικτο σχήμα. Κάπως σαν τα σούπερ μάρκετ χωρίς πωλητές, όπου μπορείς να πληρώσεις μόνος σου τον λογαριασμό. Ναι, αυτό είμαστε οι Escape-ism: η rock ’n’ roll εκδοχή ενός σούπερ μάρκετ χωρίς ουρές.
Κατά κάποιο τρόπο είναι πολύ εύκολο να είσαι συνέχεια στο δρόμο. Παίρνεις γερές δόσεις ικανοποίησης, είναι εθιστικό. Είναι μία διαδικασία που μπορεί να σε πλανέψει και να πέσεις στην παγίδα μιας αέναης περιοδείας, όπου θα νομίζεις ότι κάνεις κάτι σημαντικό ενώ στην πραγματικότητα δεν δημιουργείς τίποτα καινούριο. Είναι λίγο επικίνδυνο. Γιατί στην τελική μία περιοδεία είναι μια πράξη επανάληψης που μπορεί να απομυζήσει τη ζωντάνια σου. λατρεύω να είμαι πάνω στη σκηνή, να γνωρίζω νέο κόσμο, νέα μέρη. Το πρόβλημα όμως είναι ότι αργά ή γρήγορα θα έρθει εκείνη η στιγμή που θα πάψεις να προκαλείς τον εαυτό σου να δοκιμάσει κάτι καινούριο και θα επαναλάβεις κάτι που έχεις ήδη κάνει. Δεν έχει σημασία αν είναι καλό ή κακό. Ακόμη και στον Άμλετ κανείς δεν θα ήθελε να παίζει κάθε βράδυ. Δεν αναφέρομαι τυχαία στο θέατρο. Μια ροκ συναυλία, άλλωστε, έχει θεατρικά στοιχεία.
Ενοχλούμαι όταν είμαι στη σκηνή και βλέπω τον κόσμο να με παρακολουθεί μέσα από την οθόνη του κινητού. Γρήγορα όμως ηρεμώ γιατί κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να αντιλαμβάνεται τα πράγματα όπως εγώ, να παίρνει στα σοβαρά τη «μαγεία της στιγμής» και άλλα τέτοια κλισέ. Τι να κάνω δηλαδή; Να αρχίσω να τους πετάω παγάκια; Έχω άλλα, πιο σημαντικά προβλήματα.
Μερικοί νομίζουν ότι επειδή πιστεύω στη δύναμη της gospel μουσικής, ότι είμαι ένας παλιομοδίτης που αρνείται τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Μαλακίες. Χρησιμοποιώ το internet. Έχω social media. Παράγω κι εγώ δωρεάν περιεχόμενο για τους corporate χαρτογιακάδες και τους tech γίγαντες. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι κλείνω τα μάτια μου απέναντι στο ότι, κόντρα σε αυτό που θέλουν κάποιοι να πιστεύουν, αν κατάφερε κάτι το internet είναι η εξάλειψη της διαφορετικότητας. Είναι σαν όλοι να προσπαθούμε να μοιάσουμε μεταξύ μας, να μας αρέσουν τα ίδια πράγματα, να έχουμε τις ίδιες επιθυμίες, κάθε μέρα που περνάει ολοένα και περισσότερο. Δεν ξέρω για σένα, εμένα όμως αυτό μου φαίνεται τραγικό.
Μου επιτρέπεις μία πρόβλεψη; Σε λίγα χρόνια θα είναι πολύ κουλ να μην έχεις smartphone.
Όταν αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο καταναλώνεται η ποπ κουλτούρα, θέλοντας και μη αλλάζει και ο τρόπος με τον οποίο παράγεται. Όταν δημιουργείς μουσική, όσο και να μην το παραδέχεσαι, έχεις κατά νου τον τρόπο με τον οποίο θα ακουστεί ή τον τρόπο με τον οποίο θα ήθελες να ακουστεί. Ίσως να είναι εγγενής συντηρητισμός, κάτι που έχει να κάνει με ένα αίσθημα ταυτότητας και αυτοπροσδιορισμού. Η δική μου ταυτότητα, για παράδειγμα, έχει πολύ να κάνει με τους δίσκους βινυλίου, είναι δύσκολο να εγκαταλείψω αυτό το κόνσεπτ, θέλω και προσπαθώ οι δίσκοι βινυλίου να διατηρήσουν τη σημαντικότητά τους. Φυσικά αποτυγχάνω παταγωδώς. Κάθε μέρα.
Κανονικά ζω στην Ουάσινγκτον DC. Αυτή είναι η πόλη μου. Όμως εδώ και ένα χρόνο ζω στο Λος Άντζελες. Το ακούς αυτό; (σ.σ. Εννοεί τις σειρήνες ενός περιπολικού). Κάτι συμβαίνει πάλι στο δρόμο. Πάντα κάτι συμβαίνει στους δρόμους τους Λος Άντζελες. Μου αρέσει αυτή η πόλη. Βρίσκεται ανάμεσα σε πολλά φαράγγια και έχω την αίσθηση έχει κάτι σαν προϊστορική ή έστω προβιομηχανική συνείδηση. Ο αστικός σχεδιασμός είναι εντελώς χαοτικός. Είναι λίγο σαν οι άνθρωποι των σπηλαίων να έφτιαξαν μια πόλη και τώρα δεν μπορούν να πάνε πουθενά χωρίς αυτοκίνητό.
Μερικές φορές αναρωτιέμαι αν η τωρινή μου κατάσταση ήταν κάτι που ευχόμουν να πετύχω όταν ήμουν ένας νέος punk rocker. Αν ευχόμουν, δηλαδή, όταν φτιάξαμε τους Nation of Ulysses, να παίζω μουσική μέχρι τα γεράματά μου, να δημιουργώ μια νέα μπάντα κάθε μερικά χρόνια, να δίνω συναυλίες σε όλο τον κόσμο. Δεν μπορώ να θυμηθώ. Νομίζω όμως ότι δεν είχα τίποτα τέτοιο κατά νου.
Είμαι υπερβολικά πρωτόγονος για να κάνω μεγαλόπνοα και μακροπρόθεσμα πλάνα. Είμαι σαν ένα άγριο ζώο που δεν το νοιάζει να κοιτάξει μακριά για να σχεδιάσει την πορεία του. Δηλαδή αν ήμουν ζώο, σίγουρα δεν θα ήμουν γεράκι. Ίσως να ήμουν μαρμότα.
Δεν παίρνω τίποτα δεδομένο στη ζωή μου. Όλα μπορούν να χαθούν σε μια στιγμή. Να εξατμιστούν.
Πενήντα ενός ετών εγώ; Αυτό είναι απλά μια βρώμικη φήμη…