Η τέχνη ως γνωστόν ενώνει τους ανθρώπους, κι ακόμη περισσότερο όταν πρόκειται γι’ αυτήν του σινεμά, την τέχνη που έχει τη συλλογικότητα ως προαπαιτούμενο. Ο Δημήτρης Νάκος και η Αμέρισσα Μπάστα, ένα ανδρόγυνο που έχει συνυφάνει τη σχέση του με τη σταθερή του παρουσία στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας επί επταετίας αδιαλείπτως, το ξέρουν καλά αυτό.
Από το 2009, οι δυο τους ανεβαίνουν στο μεγάλο ραντεβού των μικρομηκάδων εναλλάσσοντας στις ταινίες τους ρόλους σκηνοθέτη και υπεύθυνου παραγωγής, με αποτελέσματα πετυχημένα τόσο, ώστε μόλις πέρυσι, το Dardenne-ικό 4η Μαρτίου να βραβευτεί για την ερμηνεία της Ρομάνας Λόμπατς εδώ στη Δράμα, και να κλείσει τον κύκλο πολλαπλών διακρίσεων ένα χρόνο μετά, ξεχωρίζοντας ως Καλύτερη Ταινία στο Seanema Open Air Film Festival της Κεφαλονιάς.
Φυσικά, όλοι περιμένουν σε οποιαδήποτε απονομή βραβείου, βουρκωμένο στη σκηνή τον παραλήπτη να ευχαριστεί την σύντροφο ή τον σύντροφό του/της, για την αμέριστη υποστήριξη και την ατέλειωτη υπομονή. Τι γίνεται όμως όταν το άλλο σου μισό, είναι απέναντί σου όχι μόνο στη σκηνή, αλλά και στην κούρσα για τα βραβεία; Αυτή είναι η περίπτωση του Δημήτρη Νάκου και της Αμέρισσας Μπάστα φέτος, που ενώ το 2014 μοιράστηκαν ακόμη και το credit της σκηνοθεσίας στο Εβίβα, φέτος έχουν έρθει ως τη Δράμα με τα πράγματα να είναι κάπως διαφορετικά: για πρώτη φορά ανεβαίνουν με δυο ξεχωριστές ταινίες, διαγωνιζόμενοι κι οι δυο τους για το ίδιο μεγάλο βραβείο.
«Σε καμία περίπτωση δε λειτουργούμε ανταγωνιστικά» λένε στην Popaganda, που τους συνάντησε στο πεδίο της μάχης, και «δεν θα μπορούσε να συμβαίνει κάτι τέτοιο άλλωστε, αφού αισθανόμαστε ταινία μας ο ένας την ταινία του άλλου. Τις αγαπάμε, κι έχουνε κι οι δυο τους ένα κομμάτι μας» συμπληρώνουν, που είναι λογικό: Στο Χρήστος και Δήμητρα, την γλυκιά και τρισχαριτωμένη παραλλαγή του Ρωμαίος και Ιουλιέτα που σκηνοθετεί η Αμέρισσα Μπάστα, ο Νάκος υπογράφει την δ/νση παραγωγής, ενώ αντίστοιχα, στην Αλίκη στο Καφέ, το follow-up του Δημήτρη Νάκου στο 4 Μαρτίου, η Μπάστα είχε αναλάβει την οργάνωση παραγωγής.
Στην παρτίδα των βραβείων πάντως, ο Δημήτρης Νάκος μπαίνει με βαριά χαρτιά, και βασικό του άσσο τον Ίκαρο Μπαμπασάκη: «Νιώθω πολύ τυχερός για τη συνεργασία με τον Ίκαρο», λέει, αναφερόμενος στον συγγραφέα και γνωστό φιλμολάγνο με τον οποίο μοιράζεται το credit του σεναρίου. «Είναι σπάνια, και γι’ αυτό εξαιρετική όταν συμβαίνει, η συγκυρία όπου ένας σκηνοθέτης μπορεί να κινηθεί σε κοινή γραμμή με έναν συγγραφέα. Του είπα “Ίκαρε έχω αυτή την ιδέα, θέλεις να το γράψουμε μαζί;”. Μου είπε “μέσα”, κι έτσι έγινε το σενάριο», θυμάται, για την ταινία που εκτός απ’ το όνομα του βραβευμένου γραφιά στην αφίσα της, έχει κι αυτά των Λένα Παπαληγούρα, Μαρία Κεχαγιόγλου και Προμηθέα Αλειφερόπουλου να επιδείξει, ως δυνατή και επιβλητική πρωταγωνιστική τριπλέτα.
Η Αμέρισσα Μπάστα απ’ την άλλη, έχει κι αυτή το υπερατού της, και μάλιστα διπλό: ο Κωνσταντίνος Παληκαράς και η Ρενισσα Ζώγου, οι δυο ανήλικοι πρωταγωνιστές της που θέλουν όσο τίποτα να παρακολουθήσουν μαζί την θεατρικό θίασο που έχει καταφτάσει στο χωριό τους, όχι απλώς κλέβουν ανετότατα την παράσταση απ’ τους ενήλικους συμπρωταγωνιστές τους, αλλά έτσι που αφήνουν καρδιές να λιώνουν με τις εμφανίσεις τους, μπορούν με ευθύτητα να απειλήσουν και την πλειονότητα των επαγγελματιών συναδέλφων τους, στις υπόλοιπες ταινίες του διαγωνιστικού. «Δουλεύοντας με παιδιά μπορεί κανείς να δει εντελώς νέες πτυχές της ιδέας του, μέσα από τα παιδικά μάτια» σημειώνει η Αμέρισσα Μπάστα για την εμπειρία της από την τρίτη της συνεργασία με τον νεαρό της πρωταγωνιστή. «Κάθε ατάκα, κάθε πλάνο φιλτράρεται μέσα από την παιδική ματιά και αλλάζει, γίνεται πιο αυθεντικό και ειλικρινές, κι όσο για τον Κωνσταντίνο μας, είναι ένα ιδιαίτερα ταλαντούχο και ξεχωριστό παιδί, που έχει κλέψει τις καρδιές όλων μας».
Με 12 (!) μικρού μήκους ταινίες πια στην πλάτη του, ο Δημήτρης Νάκος έχει σίγουρα την εμπειρία με το μέρος του, εμπειρία που τον έχει κάνει να αναγνωρίζει και τις δυσκολίες που θα πρέπει να ξεπεράσει ώστε η 13η του δουλειά να είναι μεγάλου μήκους πια, κι όχι μικρού. «Δε θα πρωτοτυπήσω αν πω ότι δεν είναι εύκολο να κανείς κινηματογράφο στην Ελλάδα. Σίγουρα με γοητεύει η μικρή φόρμα, ωστόσο θα ήθελα, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, να περάσω και στη μεγάλου μήκους ταινία», παραδέχεται, όμως «ο κινηματογράφος είναι ακριβό σπορ», καταλήγει. «Ζούμε σε αυτό το παρόν και όχι σε κάποιο ιδεατό», συνεχίζει, «κι έχουν γίνει αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου με πολύ μικρά μπάτζετ, οπότε ας βλέπουμε τι καλύτερο μπορούμε να κάνουμε».
Η σύζυγός του, αντίθετα, παρά τις δυσκολίες, διατηρεί πιο ακμαίο τον δυναμισμό της. «Σε πείσμα των καιρών, η δημιουργικότητα και η ευρηματικότητά μας δεν εξαντλείται αλλά ενδυναμώνεται», σημειώνει η Αμέρισσα Μπάστα. «Οι μικρομηκάδες είναι περισσότεροι από ποτέ, η ετήσια παραγωγή πολλάπλασιάζεται, και πολλές ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους αποσπούν βραβεία και θετικά σχόλια σε διεθνή φεστιβάλ», λέει, καταλήγοντας πως «σε κάθε περίπτωση, παρακολουθώντας τις ταινίες που γίνονται τα τελευταία χρόνια, δε μπορούμε παρά να είμαστε αισιόδοξοι».