Παρά τη βροχή που έκανε την εμφάνισή της λίγο πριν τις 20.00, ο κόσμος δεν πτοήθηκε και κατηφόρισε στη λεωφόρο Συγγρού για τη sold out προβολή. Οι υπάλληλοι της Στέγης μας περίμεναν χαμογελαστοί και εξυπηρετικοί καθώς μεταφερθήκαμε στη Μικρή Σκηνή χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση. Μετά τους τυπικούς χαιρετισμούς και την ενημέρωση για το party που θα ακολουθούσε (ξέχασα να πω για το πάρτι στην εισαγωγή!), η ταινία ξεκίνησε.
Για τη «Λάμψη» δε χρειάζεται να πω πολλά νομίζω. Πρόκειται για το αριστούργημα του Stanley Kubrick που εξετάζει την κάθοδο ενός απομονωμένου μυαλού στην τρέλα. Είχα αρκετά χρόνια να δω την ταινία και θέλω να εξάρω την αξιοθαύμαστη ικανότητα του Kubrick να σε κρατάει σε αγωνία παρότι γνωρίζεις τι θα ακολουθήσει στην οθόνη, ενώ δεν παύει να εκπλήσει η πραγματικά σπουδαία ερμηνεία του Jack Nicholson.
Στο τεχνικό κομμάτι τώρα, μας παρουσιάστηκε η καινούρια κόπια της Λάμψης σε 4Κ ψηφιακή επεξεργασία στην αυθεντική έκδοση διάρκειας 144 λεπτών, καθώς για την προβολή της στην Ευρώπη ο Stanley Kubrick είχε περικόψει 25 λεπτά σε σχέση με την αμερικάνικη έκδοση. Οι κομμένες σκηνές περιλαμβάνουν τη μεγαλύτερη σε διάρκεια συνάντηση του Jack Torrance με τους υπεύθυνους του ξενοδοχείου, την επίσκεψη του Danny από μία γιατρό (με αναφορά σε τραυματισμό του Danny από τον Jack), επιπρόσθετες σκηνές του μάγειρα Halloran καθώς προσπαθεί να φτάσει στο ξενοδοχείο, κάποιους επιπλέον διαλόγους και μία σκηνή προς το τέλος της ταινίας στην οποία η Wendy ανακαλύπτει μια «ομάδα» σκελετών στον προθάλαμο του ξενοδοχείου. Η απόφαση του Kubrick να κόψει αυτές τις σκηνές, λήφθηκε λόγω των μέτριων αρχικών κριτικών και έπειτα από παράπονα της Warner Bros. για τη διάρκεια της ταινίας.
Ο ήχος στην αίθουσα ήταν εξαιρετικός, ενώ μόνο «παράπονο» είναι το ίσως μικρό μέγεθος της οθόνης ειδικά αν κάποιος κάθεται στις τελευταίες σειρές.
Μετά το τέλος της ταινίας περάσαμε την υπόγεια διάβαση της Συγγρού και υπό το απειλητικό βλέμμα των διδύμων μεταφερθήκαμε στο «δωμάτιο 237» (!) του ξενοδοχείου Athens Avenue Hotel για την προβολή πέντε ταινιών μικρού μήκους που γύρισαν πέντε νέοι Έλληνες σκηνοθέτες εμπνευσμένοι από τη «Λάμψη» και ειδικά για τη συγκεκριμένη βραδιά.
Η αρχή έγινε με το «Still Shining» της Ρηνιώς Δραγασάκη στο οποίο ξεκινάμε ασπρόμαυρα με ένα αυτοκίνητο να ανηφορίζει το δρόμο προς το δικό μας Overlook Hotel (το σανατόριο της Πάρνηθας αν δεν κάνω λάθος) με μουσική συνοδεία Λάμψης, και καταλήγουμε στην (έγχρωμη) εμβληματική γραφομηχανή ως φόρος τιμής στο «All work and no play makes Jack a dull boy».
Συνεχίζουμε με το «Φάντασμα» του Κωνσταντίνου Αντωνόπουλου, με μια καμαριέρα να αφηγείται στον άντρα της την τρομακτική συνάντηση με έναν «άνθρωπο-φάντασμα» που απλά προσπάθησε να κοιμηθεί στο ξενοδοχείο της επειδή δεν είχε που να πάει. Καταφέρνει να περνάει την αγχωτική ατμόσφαιρα που επικρατεί στο Overlook Hotel, ενώ η ρουτίνα της καμαριέρας με τον άντρα της θυμίζουν ιστορία του Raymond Carver.
Το «Bourbon on the Rocks» του Βασίλη Κεκάτου φέρνει τον Jack Torrance και τον μπάρμαν Lloyd στο 2017 προσπαθώντας να ξεδιαλύνουν το όνειρο από την πραγματικότητα. Μια ενδιαφέρουσα ιδέα, που χάνει όμως από την υπερβολική επεξήγηση που γίνεται μέσω του σεναρίου.
Μετά έχουμε το «Why Do We Run|Bambi Revisited» της Ζακλίν Λέντζου. Με αφορμή τη σκηνή του Danny να τρέχει να ξεφύγει από τον Jack στο χιόνι μας φέρνει στο μυαλό την ιστορία του Bambi με τελευταίο πλάνο το ματωμένο χιόνι και τελευταίες λέξεις το (από μνήμης και σε ελεύθερη απόδοση) «Why did we run? Because of Man».
Κλείνουμε με το «We All Shine On» του Νίκου Πάστρα, το οποίο έχει τη μορφή ενός βίντεο κλιπ με slow motion πλάνα που μεταφέρουν την αγωνία και τον τρόμο της Wendy (Shelley Duvall) στο τέλος της Λάμψης.
Μετά το τέλος των προβολών είχαμε dj set από τον Felizol, ενώ το πάρτι μεταφέρθηκε έξω με συνοδεία μπυρών που πρόσφερε η Fischer, συγχορηγός της βραδιάς. Έτσι τέλειωσε μια ωραία πρωτοβουλία του Flix και της Στέγης που ελπίζουμε να συνεχιστεί και στο μέλλον με περισσότερες ειδικές προβολές.