Σκοτάδι. In Every Dream House a Heartache. Kαι με αυτόν τον στίχο, από το ομότιτλο τραγούδι των Roxy Music που ανοίγει τη δεύτερη σεζόν του Mindhunter στο Netflix, οι δημιουργοί συμπυκνώνουν τον πυρήνα των όσων θα δούμε.
Στην επόμενη σκηνή μια γυναίκα μπαίνει στο σπίτι της για να ανακαλύψει ότι ο άνδρας της αυνανίζεται προκαλώντας ασφυξία στον εαυτό του ενώ φοράει ένα κομπινεζόν. Είναι ο στραγγαλιστής του Κάνσας, εκείνη δε το ξέρει ακόμη, ούτε εμείς, αλλά το ανακαλύπτουμε σταδιακά.
Τι άλλο ανακαλύπτουμε στα επόμενα επεισόδια; Ο επτάχρονος γιος του Μπιλ Τεντς, που μαζί με τον Χόλντεν Φορντ παίρνει τις συνεντεύξεις των serial killers, εμπλέκεται στη δολοφονία ενός νηπίου. Οι ντεντέκτιβ αναρωτιούνται πώς ο βασικός τους ύποπτος για τη δολοφονία πάνω από 20 ανήλικων προέρχεται από δεμένη οικογένεια, χωρίς ιστορικό κακοποίησης.
Η Οικογένεια του Τσαρλς Μάνσον, αποτελούνταν από νέα παιδιά που το τελευταίο που περίμενε η αμερικάνικη κοινωνία από αυτά ήταν να προχωρήσουν σε άγριες δολοφονίες, ο Μάνσον στη συνέντευξη απευθύνεται στον Μπιλ λέγοντας «Τα δικά σας παιδιά έχουν μαχαίρια». Η Γουέντι φεύγει από το σπίτι της γκόμενάς της όταν την ακούει να λέει στον πρώην άνδρα της ότι η καινούρια φίλη της δεν είναι κάτι το σοβαρό. Είτε με εκρήξεις είτε με ρωγμές, όπως και να ‘χει το dream house του κάθε χαρακτήρα τελεί υπό κατάρρευση.
Τι βλέπουμε λοιπόν εδώ; Όχι κάτι καινούριο, όχι κάτι που δεν ξέρουμε. Σημασία έχει ο τρόπος. Ο Φίντσερ στα τρία πρώτα επεισόδια, ο Ντομινίκ και ο Φράνκλιν στα επόμενα σκηνοθετούν αλλά μοιάζει περισσότερο να καταγράφουν με ανησυχητικά ψυχραιμία τα τεκταινόμενα. Δεν υπάρχει καμία υπερβολή, ίχνος σπλατεριάς, τίποτα δεν περισσεύει. Δεν βλέπουμε τη βία, τους φόνους, τις αγριότητες. Τις βιώνουμε όμως μέσα από τις αφηγήσεις των άλλων και από τις αντιδράσεις όσων τις ακούν.
Στο δεύτερο επεισόδιο ο αδερφός ενός θύματος αφηγείται μέσα σε ένα αυτοκίνητο πώς δολοφονήθηκε η αδερφή του από τον στραγγαλιστή. Μόνο τον ακούμε, το πρόσωπό του είναι σε όλη τη διάρκεια θολό, αφηγείται πώς άκουσε την αδερφή του να βασανίζεται από τον δολοφόνο, ούτε ο ίδιος είδε τίποτα, κατάφερε να ξεφύγει και να τρέξει για βοήθεια. Σε αυτή τη σκηνή ο ίδιος , οι δύο αστυνομικοί που τον ακούν και οι θεατές, όλοι μαζί φανταζόμαστε το βασανιστήριο.
Όλοι μαζί πλάθουμε ο καθένας τη δική του εικόνα, τη δική του σκηνή φρίκης. Η αφήγηση βάζει το πρώτο λιθαράκι και μετά χτίζουμε τη δολοφονία ανάλογα με το προσωπικό μας βίωμα βίας. Άλλωστε In Every Dream House a Heartache, όλοι κάπως, κάτι ξέρουμε.
Η ιστορία της Ατλάντα βάζει το δικό της λιθαράκι στην αφήγηση, φέρνοντας στο προσκήνιο την αμφισβήτηση. Στην αρχή όταν οι δολοφονίες των ανήλικων αφροαμερικανών δεν ξεπερνούν το μέσο όρο των ετήσιων δολοφονιών υπάρχει αμφισβήτηση ότι είναι μια υπόθεση για το FBI, αργότερα όταν ο Φορντ σκιαγραφεί το προφίλ του δράστη ως αφροαμερικανού αμφισβητούνται τα κίνητρα του να εξιχνιάσει την υπόθεση, η αφροαμερικανική κοινότητα αμφισβητεί ότι ο δράστης μπορεί να είναι μέλος της, όταν ο δράστης συλλαμβάνεται ο ίδιος ο Φορντ αμφισβητεί αν τελικά είναι ο μοναδικός δράστης. Και πάλι η αφήγηση είναι η λέξη κλειδί. Δεν μπορεί να υπάρξει αφήγηση χωρίς αμφισβήτηση. Γιατί η κάθε ιστορία φέρει το βάρος του αφηγητή. Πόσο μπορούμε να δεχτούμε ότι πολλές αφηγήσεις συνθέτουν την αλήθεια του γεγονότος;
Το Mindhunter υπαινικτικά, λιτά και ατμοσφαιρικά ξεδιπλώνει την «τέχνη» του profiling. Μιας συνθήκης που πια κατά κόρον χρησιμοποιείται σε όλους μας, όχι για να διαλευκανθούν σκοτεινά εγκλήματα αλλά γιατί είμαστε όλοι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις πρέπει να ξέρουν σε ποιους να απευθυνθούν ώστε να μη χάσουν χρήμα σε άστοχη διαφήμιση. Όπως πόση πλάκα θα είχε αυτό σε μια σειρά; Ένας serial killer είναι πολύ πιο γοητευτικός από έναν μπαμπά που ψάχνει να βρει την πιο πρακτική πάνα για τον παιδί του. Αρκεί να μη σκοτώνει εμάς και να τον πιάνουν στο τέλος. Ή και όχι. Ώστε να έχουμε αφορμή για 3ο κύκλο. Για να ακούσουμε κι άλλες αφηγήσεις, για να φαντασιωθούμε όλοι μαζί.