Δεν ξέρω σε ποιο σημείο οι HTRK απέκτησαν ένα καλτ στάτους αλλά ο λόγος είναι μάλλον απλός και μακάβριος. Ο θάνατος του τρίτου μέλους του γκρουπ, Sean Stewart (αυτοκτόνησε το 2010 στο Λονδίνο, ενώ είχαν μόλις ολοκληρώσει το δεύτερο δίσκο τους), έχει καθορίσει την αφήγηση που αφορά την μπάντα, με ένα αμφίδρομο τρόπο. Οι μεν, ο Nigel Yang και η Jonnine Standish δηλαδή, έχοντας ζήσει μια τόσο ισχυρή απώλεια, όσον αφορά, τουλάχιστον, τι αντιπροσωπεύει γι’αυτούς η συνέχιση της πορείας του γκρουπ και οι δε, εμείς ως ακροατές τους, που ακούμε τα τραγούδια τους κάτω απ’αυτό το πρίσμα (και μόνο). Οι HTRK βρίσκονται σε ένα δυσεύρετο τόπο, όπου τα τραγούδια τους ενώ «προχωρούν» παραμένουν, χωρίς αμφιβολία, απόρροια μιας σκέψης εγκλωβισμένης για πάντα στις έννοιες της έλλειψης και της απώλειας. Είτε μιλάμε για μια ζωή, για έναν έρωτα, για μια δουλειά κτλ.
Η εργασία γενικότερα, είναι το έτερο, μεγάλο θέμα που χαρακτηρίζει τα τραγούδια τους, ξεκινώντας απ’τον τρόπο που σηματοδοτούν τη σχέση τους με τη μουσική ιστορία (Hate Rock Trio σημαίνουν τα αρχικά HTRK και ήταν το όνομα που χρησιμοποιούσαν στις πρώτες τους μέρες), καθώς και τους τίτλους των δίσκων τους. Από το Work (Work, Work) του 2011 μέχρι σήμερα και το Psychic 9-5 Club, το θέμα της καθημερινής δουλειάς δεν προσεγγίζεται απ’το ντουέτο πολιτικά. Ή τουλάχιστον, όχι απαραίτητα. Πιο πολύ τους απασχολεί με μια αθώα περιέργεια· ως το κομμάτι που αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος μιας ανθρώπινης ζωής. Κι αν όλα αυτά σας ακούγονται επικίνδυνα new age, αυτό συμβαίνει γιατί έτσι είναι. Διαβάζοντας τις συνεντεύξεις που έχουν δώσει κατά καιρούς, συνειδητοποιείς ότι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να μιλήσουν για βιβλία «πνευματικής ανάτασης», για το «body scanning», έναν τρόπο να ξεφορτώνεσαι δηλαδή την αρνητική ενέργεια, καθώς και για τα πλεονεκτήματα που νιώθεις αν παραμείνεις νηστικός για 12 ώρες κτλ. Αλλά δίνοντας βάση σε αυτά, υπάρχει ο κίνδυνος να προσπεράσεις αυτό που έχει σημασία: το Psychic 9-5 Club είναι απ’τις σημαντικότερες μουσικές καταθέσεις του 2014 και η κορυφαία στιγμή της μπάντας.
Το ντουέτο έχοντας επιστρέψει στην Αυστραλία, στο Σύδνεϋ συγκεκριμένα, είναι η πρώτη φορά που γράφει μουσική χωρίς τον Stewart και είναι η πρώτη απόπειρά τους να αφήσουν λίγο φως να τρυπώσει στα τραγούδια τους. Όσες φορές όμως και να ακούσεις το δίσκο, δεν μπορείς να πεις ότι είναι αλήθεια. Ναι, υπάρχει ένα συγκινητικό γελάκι στο τέλος του ορχηστρικού «Feels Like Love», το οποίο ακούγεται πράγματι να βγαίνει αυθόρμητα απ’το στόμα της Standish, αλλά η γοητεία του ντουέτου βρίσκεται στη σκοτεινή αύρα που περικλείει περίτεχνα κάθε νότα και κάθε λέξη τους. Η βασική διαφορά του με το Work (Work, Work) έχει να κάνει με τη θέση των φωνητικών. Η Standish βρίσκεται πλέον μπροστά στη μίξη, την ακούς να τραγουδάει καθαρά κι αυτό είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Ενώ νομίζεις πως θέλει να ακουστεί σαν τη Nico, καταλήγει να θυμίζει περισσότερο Sade. Ευτυχώς. Κι αν ο συνδυασμός των ράθυμων ρυθμών με την αισθησιακή φωνή φέρνουν αναγκαστικά στο μυαλό τους Portishead, αυτό ισχύει μόνο περιγραφικά, σε πρώτη ανάγνωση. Οι HTRK δεν έχουν τον ηχητικό όγκο που έκανε τόσο αγαπητή την παρέα απ’το Μπρίστολ. Ακούγονται την ίδια στιγμή απόμακροι και άμεσοι, με μοναδική εξαίρεση ίσως το «Love is Distraction» που φανερώνει ηχητικές σχέσεις με τις πιο ήπιες στιγμές των Pan Sonic (όπως και στο υπέροχο «Give It Up» που ανοίγει το δίσκο).
Όσοι έχουν ακούσει το split EP Part Time Punks (2012) που είχαν κυκλοφορήσει μαζί με την/τους Tropic of Cancer, θα τα ξέρουν ήδη αυτά. Ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που το ντουέτο δοκίμαζε, έστω κι αν μιλάμε για ζωντανές ηχογραφήσεις, να κάνει ένα βήμα μπροστά. Στο Psychic 9-5 Club δεν έχουν αφήσει τις dark wave επιρροές που χαρακτήριζαν εκείνο το ΕΡ να φανούν. Καταφέρνουν να στήσουν μια πραγματικά γοητευτική ατμόσφαιρα, χρησιμοποιώντας σχεδόν αποκλειστικά χαμηλές συχνότητες και μιλώντας σχεδόν αποκλειστικά για την «επιθυμία».
Κλείνοντας, το Psychic 9-5 Club ακούγεται κάθε φορά και καλύτερο. Η νωχελική του διάθεση βοηθάει να εκτιμήσεις ακόμα περισσότερο μια μπάντα που τέσσερα χρόνια πριν, όχι μόνο δεν θεωρούσες σπουδαία, αλλά την ήξερες μόνο και μόνο εξαιτίας της εμπλοκής του αξέχαστου Rowland S. Howard (να ξανά ο θάνατος στο προσκήνιο) στην παραγωγή του ντεμπούτου τους, Marry Me Tonight, καθώς και απ’τη συμμετοχή της Standish και του Stewart στο πανέμορφο «(I Know) A Girl Called Jonny» που άνοιγε το συλλεκτικό LP, Pop Crimes του Howard. Εδώ στην τρίτη τους κυκλοφορία, αποδεικνύονται ικανοί να ακολουθήσουν τη δικιά τους πορεία, παρεκκλίνοντας, σιγά σιγά, απ’τη ζοφερή τροχιά που είχε πάρει η ζωή τους.