Μedia artist, ερευνητής και ειδικός στη δημιουργική χρήση της τεχνολογίας, ο Aθηναίος Μαρίνος Κουτσομιχάλης, ήδη στα 36 του έχει ζήσει και εργαστεί σε πολλές πόλεις του κόσμου. Στην ιστοσελίδα του αναφέρει ότι τον ενδιαφέρει ο μετα-ουμανισμός, ο ματεριαλισμός, το μοντέλο συν-εργασίας DIWO (Do It With Others) καθώς και η εξάλειψη του εγώ, ή ο μετά-εαυτός, μέσα από την τέχνη. Έχει παρουσιάσει τη δουλειά του διεθνώς σε ετερόκλιτους χώρους και θεσμούς-από μουσεία, ακαδημίες και μπιενάλε, έως εκκλησίες, underground χώρους και καταλήψεις. Έχει παρουσιάσει την έρευνά του σε διεθνή συνέδρια και, επίσης, έχει οργανώσει και παρουσιάσει μεγάλο αριθμό workshops γύρω από θέματα τεχνολογίας και τέχνης. Είναι ο ιδρυτής της Ubique Media, μιας εταιρείας που αναλαμβάνει την ανάπτυξη λογισμικού και υλισμικού σε media artists. Έχει διδακτορικό στην Ηλεκτρονική Μουσική και τα New Media καθώς και μάστερ στη Σύνθεση με ψηφιακά μέσα.
Στo πλαίσιο της documenta 14 στην Αθήνα και σε στενή συνεργασία μαζί της, ο Μαρίνος Κουτσομιχάλης ανέλαβε την επίβλεψη της αποκατάστασης του θρυλικού συνθεσάιζερ EMS Synthi 100, αλλά και τη σύνθεση πρωτότυπου έργου για το εν λόγω όργανο. Το συνθεσάιζερ ανήκει στο Κέντρο Σύγχρονης Μουσικής Έρευνας (ΚΣΥΜΕ) και βρισκόταν για δεκαετίες ανενεργό πριν η documenta προτείνει και αναλάβει οικονομικά την αποκατάστασή του. Το έργο του θα παρουσιαστεί ζωντανά σε συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, μαζί με άλλες αναθέσεις της documenta για το όργανο, αλλά και υλικό από τα αρχεία του ΚΣΥΜΕ και δύο συνεργαζόμενων Σουηδικών Ινστιτούτων.
Πώς γεννήθηκε η συνεργασία σου με τη documenta και η ανάθεση συνθέσεων με βάση το Synthi 100; Είχε κάτι το ενδιαφέρον για σένα και γιατί; Η αποκατάσταση του Synthi ήταν ένα όνειρο εδώ και περίπου 10 χρόνια, από τότε που το πρωτοείδα ξαπλωμένο στην αποθήκη του ΚΣΥΜΕ στον Χολαργό. Όλα αυτά τα χρόνια είχα πάντα το ενδεχόμενο μιας αποκατάστασης στο μυαλό μου – ενδεχόμενο το οποίο είχα συζητήσει κατά καιρούς με φίλους και συνεργάτες, όπως πχ ο Daniel Araya και ο Mats Lindström από το Σουηδικό EMS (πρόκειται για το Εθνικό Κέντρο Ηλεκτρακουστικής Μουσικής και Sound Art στην Στοκχόλμη και δεν έχει σχέση με την λονδρέζικη EMS που κατασκεύασε το όργανο) ή τον Leslie Craythorn από το πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, αλλά και με διάφορους τεχνικούς που μου είχε συστήσει η ίδια η EMS. Ήμουν ήδη, λοιπόν, πολύ καλά ενημερωμένος για το τί απαιτείται ώστε να ολοκληρωθεί ένα τέτοιο πρότζεκτ, και γνώριζα πολύ καλά ότι το ΚΣΥΜΕ δεν θα μπορούσε να αναλάβει κάτι τέτοιο, δίχως εξωτερική βοήθεια.
Όταν, λοιπόν, η documenta ήρθε σε επαφή με το ΚΣΥΜΕ για την πιθανότητα της συμμετοχής μας στην documenta14, ενστικτωδώς πρότεινα ένα πρότζεκτ γύρω από το μοναδικό αυτό όργανο. Η documenta αποκρίθηκε με μεγάλο ενθουσιασμό και στήριξη τόσο σε οικονομικό όσο και σε διοργανωτικό επίπεδο. Ένα μεγαλύτερο πρότζεκτ δημιουργήθηκε σιγά σιγά γύρω από το Synthi100 σε συνεργασία με δύο πολύ σημαντικούς Σουηδικούς θεσμούς: το EMS, του οποίου είμαι επίσης μέλος και το οποίο έχω επισκεφτεί πολλές φορές για την ολοκλήρωση διαφόρων άλλων πρότζεκτ, και το Fylkingen, του οποίου είμαι επίσης μέλος και στο οποίο έχω κατά καιρούς παρουσιάσει τη δουλειά μου αλλά και οργανώσει εκδηλώσεις. (Αξίζει να σημειωθεί ότι το Fylkingen, ιδρυθέν το 1934, είναι από τους αρχαιότερους θεσμούς αφιερωμένους στην πειραματική/εξερευνητική τέχνη παγκοσμίως.) Σε συνεργασία, λοιπόν, με την documenta 14, το EMS, το Fylkingen αλλά και το ΚΣΥΜΕ, δημιουργήθηκε ένα πολύ ενδιαφέρον πρόγραμμα με αναθέσεις έργων για το Synthi100, παρουσίαση αρχειακών συνθέσεων αλλά και συζητήσεις.
Πέραν του θεσμικού σκέλους, η αποκατάσταση του Synthi 100 έχει τεράστιο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον για μένα. Το καλλιτεχνικό μου έργο σχετίζεται κυρίως με την εξερεύνηση του «υλικού» ως καλλιτεχνική συνθήκη, κάτι το οποίο, μεταξύ άλλων, μεταφράστηκε σε πρότζεκτ αφιέρωμα στην εξερεύνηση διάφορων θρυλικών αρθρωτών συνθεσάιζερ του παρελθόντος όπως του Buchla, Serge, Arp2500, VCS3 κ.α. Το Synthi 100 ήταν, έως τώρα, κάτι που έλειπε επιδεικτικά από αυτήν την λίστα, και μια καλλιτεχνική πρόκληση την οποία δεν έβλεπα την ώρα να δεχτώ!
Γιατί ήταν τόσο σημαντική η αποκατάσταση αυτού του συνθεσάιζερ; Τι το κάνει τόσο σπάνιο και μοναδικό; Θα χρειαζόμουν πολλές σελίδες για να το εξηγήσω επαρκώς. Θα αρκεστώ στο να θέσω επιγραμματικά κάποια ερωτήματα που εμένα προσωπικά με ενδιαφέρουν:
Το Synthi100 υπάρχει στην Ελλάδα από τα μέσα της δεκαετίας του ’70. Μέχρι τα μέσα περίπου της δεκαετίας του ’80 υπήρξε μια ολόκληρη γενιά συνθετών που είχε πρόσβαση στο όργανο. Είναι αξιοσημείωτο ότι δεν υπάρχει κανένα ολοκληρωμένο ελληνικό έργο για Synthi 100 στο αρχείο του ΚΣΥΜΕ, μόνο κάποιες ανώνυμες ταινίες με σκόρπιους ήχους. Απ’ ό,τι μου επιβεβαίωσαν κάποιοι εν ζωή συνθέτες, το χρησιμοποιήσαν ως πηγή μεμονωμένων ήχων, ως πρωτογενές συνθετικό υλικό. Ταυτόχρονα, δεκάδες καλλιτέχνες και φιλότεχνοι εκείνης της γενιάς γνώριζαν την ύπαρξη του οργάνου. Ποτέ όμως δεν έγινε επί της ουσίας κάποια σοβαρή συζήτηση, πόσο μάλλον πρόταση, γύρω από την αποκατάστασή του. Εν τέλει, πώς ακριβώς σχετίζεται η γενιά μου με εκείνη την γενιά; Τελικά πόσο συναφείς είναι οι αντιλήψεις μας, η μουσική μας αλλά και οι τρόποι με τους οποίους διαχειριζόμαστε τις εκάστοτε ευκαιρίες αλλά και το «ήδη υπάρχον»;
Το interface του Synthi100 είναι μακράν το πιο πολύπλοκο, δύσχρηστο και «εκκεντρικό» που έχω συναντήσει στην καριέρα μου σε τέτοιου είδους όργανα. Είναι βασισμένο σε δύο τεράστια matrix, τουλάχιστον πέντε διαφορετικών ειδών συνδέσεις, αλλά και ένα πολύπλοκο σύστημα καταγραφής που ο κατασκευαστής παραπλανητικά ονομάζει «sequencer». Πρόκειται για ένα πειραματικό μοντέλο το οποίο μάλλον αποτελεί μια ιστορική «παραξενιά». Αυτό από μόνο του αποτελεί μια συνθήκη με τεράστιο καλλιτεχνικό και ερευνητικό ενδιαφέρον.
Με αφορμή το όργανο δημιουργήθηκε ένα ιδιαιτέρως πολύπλοκο και πολυ-πολιτισμικό ρίζωμα. ¨Ενα αγγλικό συνθεσάιζερ αγορασμένο από Έλληνες τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Ένα ελληνικό σωματείο ξεχασμένο από επίσημους φορείς αλλά και σε πολλές περιπτώσεις από τα ίδια του τα μέλη. Ένας θρυλικός γερμανικός θεσμός, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε πολιτικό, οικονομικό και ιστορικό επίπεδο, που ανέλαβε να χρηματοδοτήσει το πρότζεκτ. Ένας Σουηδός και ένας Φινλανδός τεχνικός που ανέλαβαν την επισκευή του. Δύο ιστορικοί Σουηδικοί οργανισμοί που συμμετέχουν ενεργά στο πρότζεκτ στέλνοντας καλλιτέχνες και προσπαθώντας να χαρτογραφήσουν πιθανούς ιστορικούς δεσμούς με την Ελλάδα και το ΚΣΥΜΕ. Εγώ κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά, τόσο καλλιτεχνικά, όσο και με μια κάπως «πολιτική» ιδιότητα. Τελικά ποιός ακριβώς είναι ο ρόλος του όργανου και ποιος του καλλιτέχνη μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο;
Πόσο συγχρονισμένη είναι η Ελλάδα με τις διεθνείς εξελίξεις στο χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής; Όσον αφορά στις πειραματικές, εξερευνητικές ή ακαδημαϊκές πτυχές τις ηλεκτρονικής μουσικής, θεωρώ ότι είμαστε συγχρονισμένοι. Διαρκώς συναντώ Έλληνες καλλιτέχνες στο εξωτερικό, καθώς και Έλληνες φοιτητές ή καθηγητές σε συναφή αντικείμενα. Εντός της χώρας θεωρώ ότι το κοινό μπορεί να είναι σχετικά μικρό, είναι όμως ενημερωμένο, αδογμάτιστο και σε γενικές γραμμές υποστηρικτικό. Στην Αθήνα υπάρχουν πολύ σημαντικοί μουσικοί με τρομερό έργο. 5-6 χρόνια πριν η πόλη έσφυζε από ηλεκτρισμό – ήταν γεμάτη με μικρούς ανεξάρτητους χώρους, όπου μπορούσε κανείς συστηματικά να παρουσιάζει τη δουλειά του σε όλων των ειδών τα κοινά. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν έχω συναντήσει κάτι αντίστοιχο κάπου αλλού στον κόσμο. Δυστυχώς, οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις των τελευταίων ετών, η αδυναμία των εδώ καλλιτεχνών να υποστηρίξουν ο ένας τον άλλον, αλλά και η ξεκάθαρη άρνηση της ελληνικής Πολιτείας να στηρίξει τέτοιου καλλιτεχνικούς φορείς, οδήγησαν τους περισσότερους από αυτούς τους χώρους στο κλείσιμο. Πλέον η καλλιτεχνική ζωή της χώρας ρυθμίζεται ως επί το πλείστον από λίγους μεγάλους θεσμούς.
Τι να περιμένουμε από τις δύο συναυλίες της documenta στο Μέγαρο, στις 19 και 20 Απριλίου; Το κοινό θα έχει την μοναδική ευκαιρία να απολαύσει το Synthi 100 ζωντανά σε πολύ διαφορετικά μεταξύ τους έργα. Οι αναθέσεις έγιναν με αυτήν την ιδέα κατά νου. Εγώ εστιάζω στο ίδιο το όργανο, προσπαθώντας να εκθέσω τις εκκεντρικότητες/ιδιαιτερότητες του σχεδιασμού του. Ο Πάνος Αλεξιάδης έχει δώσει πολύ ενδιαφέροντα δείγματα μιας πιο «concréte» προσέγγισης στο παρελθόν. Ο ήχος του Jonas Broberg είναι πιο «κλινικός». Η Lisa Stenberg με την σειρά της έχει ένα ιδιαίτερο δυναμισμό στο ήχο της. Ακούγοντας τις διαφορετικές αυτές προσεγγίσεις, το κοινό θα έχει την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με πολύ διαφορετικές πτυχές του οργάνου. Η παρουσία του τελευταίου στη σκηνή, αλλά και μια σειρά σημαντικότατων αρχειακών έργων είναι εγγύηση ενός «ηλεκτρισμένου» διήμερου.
Έχεις μελετήσει θεωρίες της λεγόμενης «διανεμημένης συνείδησης» σύμφωνα με τις οποίες ο νους προκύπτει από την διάδραση ενδογενούς εγκεφαλικής δραστηριότητας, σώματος, εξωγενών υλικών και πολιτιστικών πρακτικών. Μπορούν οι ήχοι να επηρεάσουν τις εγκεφαλικές μας λειτουργίες, και κατ’ επέκταση τις αποφάσεις μας σε ηθικό/ ανθρωπιστικό επίπεδο; Μπορεί η μουσική τελικά να βελτιώσει το ανθρώπινο είδος; Οι ήχοι μπορούν να επηρεάσουν τις εγκεφαλικές μας λειτουργίες. Μπορούν επίσης να συντονίσουν τα σώματά μας, να επηρεάσουν τη ψυχο-συναισθηματική μας δυναμική, το θυμικό, την αντίληψη που έχουμε για τον χώρο, το υλικό, τον εαυτό μας. Όλα αυτά όμως εξ ορισμού αφορούν πολύ συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, και ένα μάλλον πολύ συγκεκριμένο κοινό. Δεν είναι πολλοί οι άνθρωποι που είναι ανοιχτοί σε τέτοιες εμπειρίες και ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις δεν αρκεί αυτό για αλλάξουν δομές βαθιά εδραιωμένες από την οικογένεια, το στενό κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον και την εκπαίδευση. Δυστυχώς, τέτοιου είδους αλλαγές απαιτούν εκπαίδευση, καθοδήγηση και συστηματική δουλειά με τον εαυτό μας σε όλα τα πιθανά επίπεδα για χρόνια, αν όχι για δεκαετίες. Η τέχνη είναι σημαντικό κομμάτι μιας τέτοιας διαδικασίας φυσικά. Για κάποιες κατηγορίες ανθρώπων, όπως μάλλον εγώ, θα μπορούσε να είναι ακόμα και το ειδικό κέντρο βάρους.
Έχεις δηλώσει ότι στα άμεσα σχέδια σου είναι πρότζεκτ που αφορούν στην υπολογιστική/μηχανιστική «αισθητική» η οποία θα αντικαθιστά όσο το δυνατόν περισσότερο την ανθρώπινη επιλογή/έκφραση. Σε πρώτο άκουσμα, πρόκειται για μια απ-ανθρωπιστική προσέγγιση. Τι σε ενδιαφέρει σ’ αυτή την προσέγγιση; Ο Άνθρωπος είναι στην φύση του απ-ανθρώπινος και «προσθετικός». Αυτό που μας κάνει τα όντα που είμαστε δεν είναι άλλο παρά η αρχέγονη, σχεδόν ενστικτώδης, τάση μας να αφήνουμε εξωτερικά στοιχεία, υλικά και τεχνολογίες να μας επαναπροσδιορίζουν διαρκώς. Η γλώσσα, πχ, ένα από τα πιο «ανθρώπινα» χαρακτηριστικά μας είναι εξωγενές στοιχείο! Η γραφή το ίδιο. Κι όμως, επενδύσαμε σε αυτές τις τεχνολογίες, αφήνοντας τις να μας επαναπρογραμματίσουν ώστε να γίνουμε έλλογοι, κοινωνικοί, κ.ο.κ. Υπήρξαν εποχές που το να επενδύσει κανείς, για παράδειγμα, στα δομικά στοιχεία της γλώσσας, φτάνοντας έτσι στην ομοιοκαταληξία και τον έμμετρο λόγο, ή στη γεωμετρία, κωδικοποιώντας έτσι τον περιβάλλοντα – έως τότε άναρχο και αχανή – χώρο, ήταν πράξεις έξω από την τότε ανθρώπινη φύση. Η ανθρώπινη φύση δεν είναι κάτι παγωμένο στο χρόνο, αλλάζει, και όπως αλλάζει, αλλάζει τόσο το αντικείμενο όσο και ο σκοπός της τέχνης. Στη δεδομένη χρονική στιγμή, τόσο η επιστήμη όσο και η φιλοσοφία στρέφονται στο «υλικό», τα «δεδομένα», την «μηχανιστική λογική/μάθηση». Με την σειρά μου, τόσο ως καλλιτέχνης όσο και ως ερευνητής, θέλω να επιτρέψω αυτές τις «προσθέσεις» και να τις ερευνήσω σε βάθος. Δεν φοβάμαι καθόλου μην χάσω την ανθρώπινη φύση μου έτσι, διότι αυτή ακριβώς είναι η ανθρώπινη φύση μου.
Τι είναι το «σβήσιμο του εαυτού» για το οποίο κάνεις συχνά λόγο, και πώς επιτυγχάνεται μέσα από την καλλιτεχνική σου δραστηριότητα; Μέσα μας υπάρχουν δομές βαθιά εδραιωμένες μέσα του από την οικογένεια, την κοινωνία, την εκπαίδευση ακόμα και την ίδια την βιοχημεία των σωμάτων μας. Αυτά είναι συστατικά του εαυτού μας. Ένα μουσικό όργανο, το «υλικό» εν γένει, θα μπορούσε να είναι το μέσο δια του οποίο ο καλλιτέχνης εκφράζει ή εξωτερικεύει πτυχές αυτών των δομών. Αυτό είναι μια άλλη προσέγγιση. Η δική μου προσέγγιση εστιάζει στο ίδιο το υλικό το οποίο δεν χρησιμοποιώ, αλλά εξερευνώ. Προσπαθώ να το καταλάβω, προσπαθώ να χάσω τον εαυτό μου μέσα του, να επιτύχω κάποιου είδους εναργούς κενού εντός του οποίου θα πραγματώσει την όποια ουσία του και εντός του οποίου οι δομές που προανέφερα θα έχουν απωλέσει τη δυναμική τους. Φυσικά αυτό είναι αδύνατο να γίνει, μια τέτοια υπέρβαση είναι περισσότερο ιδεατή. Πάντοτε μένει κάτι από μένα – δεν μπορώ να με διαγράψω τελείως. Επίσης το «υλικό» δεν είναι παρά μια λέξη που χρησιμοποιώ για να αναφερθώ σε μια απείρως πιο πολύπλοκη πραγματικότητα όπου η πρόσβαση στο κάθε τι έρχεται μέσω άλλων υλικών, τεχνολογιών, ανθρώπων, θεσμών, πολιτικών, μεθοδολογιών, συστημάτων, κ.ο.κ. Όταν μιλάω για σβήσιμο του εαυτού αναφέρομαι επί της ουσίας σε μια προσέγγιση που αφορά τη συντονισμένη παράδοση σε ιδιαιτερότητες και σε επί μέρους χαρακτηριστικά τέτοιων πολύπλοκων δικτύων, στον βαθμό που είναι πρακτικά εφικτό κάθε φορά.
Εξαιρετικό παράδειγμα μιας τέτοιας διαδικασίας είναι τα διάφορα DIWO εργαστήρια που κατά καιρούς παρουσιάζω. Για παράδειγμα, το Σεπτέμβριο του 2016 πραγματοποίησα στο Vilnius της Λιθουανίας ένα τέτοιο εργαστήριο με τίτλο Neural (r)Evolution. Πρώτα μίλησα σύντομα για την ιδέα του «νευρωνικού δικτύου» και εξέθεσα στους συμμετέχοντες μερικές σχετικές τοπολογίες. Έπειτα, τους μίλησα σύντομα για διάφορα υλικά που είχα φέρει μαζί μου, κυρίως μικρο-ελεγκτές, ψηφιακούς αισθητήρες και διαφόρων ειδών τσιπ. Είχε ήδη ζητηθεί από τους συμμετέχοντες να φέρουν και οι ίδιοι υλικά που θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν στο πρότζεκτ. Έχοντας όλα αυτά τα υλικά παρέσυρα τους συμμετέχοντες σε ένα συλλογικό brainstorming ζητώντας τους ούτε λίγο ούτε πολύ να διαδράσουν επί τόπου μεταξύ τους αλλά και με τα υλικά, να δοκιμάσουν ιδέες και εν τέλει να παράξουν κάτι συλλογικά. Με άλλα λόγια, μιλάω για ένα πολύπλοκο δίκτυο υλικών, τεχνολογιών και ανθρώπων, όπου μέσω κοινωνικοποίησης, μάθησης, έρευνας, προγραμματισμού μικρο-ελεγκτών, ηλεκτρονικών κολλήσεων, κ.ο.κ. εν τέλει αφήνει κανείς πίσω το εαυτό του για χάρη ενός ευρύτερου υβριδικού όλου.
Το πρόγραμμα των δύο συναυλιών έχει ως εξής:
19 Απριλίου:
– 19:00 – 19:30: Παρουσίαση από την Frances Morgan
– 19:30 – 20:30: Παρουσίαση των αρχειακών ηχογραφήσεων των KSYME και EMS/Fylkingen
Σχολιάζουν οι Μαρίνος Κουτσομιχάλης, Paolo Thorsen-Nagel, Mats Lindström και Marie Gavois
– 21:00 – 21:30: Συναυλία του Μαρίνου Κουτσομιχάλη (ανάθεση της documenta14)
– 22:00 – 22:30: Συναυλία του Jonas Broberg (ανάθεση της documenta14)
20 Απριλίου:
– 19:00 – 19:30: Παρουσίαση από την Frances Morgan
– 19:30 – 20:30: Παρουσίαση των αρχειακών ηχογραφήσεων των KSYME και EMS/Fylkingen
Σχολιάζουν οι Μαρίνος Κουτσομιχάλης, Paolo Thorsen-Nagel, Mats Lindström και Marie Gavois
– 21:00 – 21:30: Συναυλία του Πάνου Αλεξιάδη (ανάθεση της documenta14)
– 22:00 – 22:30: Συναυλία της Lisa Stenberg (ανάθεση της documenta14)
Τα εισιτήρια ξεκινούν από 4 ευρώ και βρίσκονται σε προπώληση στην ιστοσελίδα του Μεγάρου.