Σήμερα, οι Guns N’ Roses είναι ο ορισμός του ανεπίκαιρου μύθου. Ακόμα κι αν (ή ίσως διότι) το προπέρσινο τους reunion με την αρχική σύνθεση, τιτλοφορημένο με το ειρωνικό ως προς τις διαθέσεις του ενός για τον άλλον “Not In This Lifetime” tour, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα συναυλιακά γεγονότα της δεκαετίας που διανύουμε. Με αφετηρία το Coachella 2016, η περιοδεία πέρασε μόνο από μεγάλα στάδια στη βόρεια Αμερική κι έκανε τον ιλιγγιώδη τζίρο των 230 εκατομμυρίων δολαρίων φορτώνοντας με αρκετά μηδενικά τους ατομικούς λογαριασμούς των, κάποτε οριακά white trash, μελών της μπάντας. Φυσικά, συνεχίστηκε και το επόμενο καλοκαίρι προσθέτοντας Λατινική Αμερική κι Ευρώπη στο καλεντάρι. Και συνεχίζεται ακόμα, καλύπτοντας κάθε πιθανή κι απίθανη κουκίδα του παγκόσμιου χάρτη – το Νοέμβριο έχουν κλεισμένα 9 σόου που θα τους ταξιδέψουν από τη Μανίλα και την Τζακάρτα ως το Μοντερέι και το Γιοχάνεσμπουργκ…
Σήμερα, λοιπόν, οι Guns N’ Roses είναι ότι δε φαντάζονταν ποτέ ότι θα γίνουν όταν ξεκινούσαν ως το άθροισμα των LA Guns και των Hollywood Rose στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Τότε που τα μέλη τους είχαν βρει καταφύγιο από διάφορες γωνιές της Αμερικής στο αναβράζον Λος Άντζελες της εποχής (που είχε πάρει την σκυτάλη της εναλλακτικής πρωτοπορίας από τη Νέα Υόρκη των late 70s-early 80s). Όταν λέω ότι δε φαντάζονταν ποτέ [ότι θα γίνουν] δεν εννοώ πάμπλουτοι, εννοώ τραυματικά uncool.
O Axl Rose είναι πια ένας κουρασμένος frontman που προσπαθεί μάταια να μιμηθεί το γρύλλισμα που χαρακτήρισε μια εποχή του ροκ εν ρολ, είτε τραγουδώντας καθιστός λόγω τραυματισμού (όπως στο Coachella το 2016) είτε φορώντας ένα αποκρουστικό handlebar μουστάκι φορτηγατζή, επιπλέοντας στα παραπανίσια κιλά του. Ο Slash εξακολουθεί να μη βλέπει μπροστά του κρυμμένος πίσω από τις πιο διάσημες μπούκλες των 80s – τελικά πείστηκε να παραμερίσει τον εγωισμό του και να θάψει το τσεκούρι του πολέμου με τον Axl , έτσι κι αλλιώς η δική του μετέπειτα πορεία, με την όχι και τόσο ηχηρή εξαίρεση των Velvet Revolver, είχε τόση ισορροπία όση π.χ. το άλμπουμ που κυκλοφόρησε το 2010 και στο οποίο συνεργάστηκε από τον Iggy Pop και τον Lemmy μέχρι… την Fergie των Black Eyed Peas και τον Kid Rock. Ο Duff McKagan έχει γεράσει καλύτερα, γυμνάζεται, είναι sober εδώ και δεκαετίες κι έχει δολοφονήσει τον χαρακτήρα του μάτσο μπασίστα παίρνοντας πτυχίο στα οικονομικά και ιδρύοντας μια εταιρεία που ειδικεύεται στο “wealth management” ανθρώπων του θεάματος – είναι πια περισσότερο χρήσιμος απ’ ότι ροκ εν ρολ. Ο έτερος κιθαρίστας Izzy Stradlin, αυτή η επιτομή του κουλ αουτσάιντερ, έχει μείνει μια υποσημείωση στα κιτάπια της ροκ εγκυκλοπαίδειας– δε συμμετέχει στο reunion tour (γιατί «η μπάντα δε θέλει να μοιραστεί σε ίσα κομμάτια τα λάφυρα», όπως εξήγησε βάζοντας στο σωστό κάδρο τη συζήτηση) και κυκλοφορεί απλά μερικούς blues δίσκους που δεν αφορούν σημαντικά περισσότερους από τους συγγενείς και τους φίλους του. Ο ντράμερ Steven Adler δεν τα κατάφερε ούτε καν μέχρι την απογείωση των GnR– τα (πιο σοβαρά από τιους υπόλοιπους) προβλήματά του με τα ναρκωτικά τον έφεραν εκτός συγκροτήματος ήδη από το 1989, πάνω που το γκρουπ εκτοξευόταν για την επόμενη τετραετία.
Σήμερα, άρα, οι Guns N’ Roses είναι η εικόνα που συνοδεύει στο ροκ εν ρολ λεξικό το λήμμα “hasbeens”. Ακριβοπληρωμένοι μεν, έκπτωτοι δε.
Σήμερα, το “Paradise City” είναι το κομμάτι που χρησιμοποιεί για μερικά δευτερόλεπτα του χαρακτηριστικού του riff ο DJ του γάμου για να πείσει ο γαμπρός τους φίλους του ότι το πρόγραμμα θα έχει και «ροκιές». Το “Sweet Child O’ Mine” παίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε θεματικά πάρτι εποχής και ξεσηκώνει τα πλήθη στο σημείο τομής της ειρωνείας με τη γραφικότητα. Το “Welcome to the Jungle” είναι στάνταρ επιλογή μουσικών επιμελητών τηες ελληνικής τηλεόρασης που θέλουν να ντύσουν δυναμικά σκηνές από επεισόδια σε κάποιο ντέρμπι της Σούπερλιγκας.
Σήμερα, οι δίσκοι των GnR είναι κάπου σκονισμένοι στη δισκοθήκη μας, τα t-shirts έχουν προοδεύσει αντιστρόφως ανάλογα με το σώμα μας, η συνθήκη που τους ακούγαμε είναι τόσο μακρινή όσο η σύντομη θητεία μας σε κάποια καλοκαιρινή κατασκήνωση ή η εποχή που το MTV ήταν ακόμα μουσικό κανάλι και η «δορυφορική» τηλεόραση ήταν το τελευταίο «παράθυρο στον κόσμο» πριν το ίντερνετ.
Το 1987, όμως, η χρονιά που οι Guns N’ Roses κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο LP τους Appetite For Destruction, δεν αντιπροσωπεύει το σήμερα. Είναι η χρονιά που πέντε τύποι, τυπικά προϊόντα της σκηνής του Sunset Strip, κυκλοφόρησαν έναν από τους πιο σημαντικούς δίσκους της δεκαετίας κι έγιναν αυτό που ήθελαν. Ακαριαία σταρ στην Πόλη των Αγγέλων, πολύ σύντομα η μεγαλύτερη ροκ μπάντα στον κόσμο.
Θα είναι νοσταλγική υπερβολή να αποκαλέσει κανείς το Appetite For Destruction «το πιο επικίνδυνο άλμπουμ» των 80s. Σε μια δεκαετία που είχε ήδη γεννήσει το hardcore, τους Black Flag, τοιυς Fugazi, τους Big Black, τις μπάντες της doc τριλογίας The Decline of Western Civilization – oι GnR ποτέ δεν επιτέθηκαν στο κατεστημένο με τέτοιον τρόπο, δεν ήταν αμφισβητίες. Ήταν όμως «το πιο αλήτικο άλμπουμ» των 80s. Ακριβώς γιατί τα μέλη της μπάντας ήθελαν να κατακτήσουν, και όχι να αλλάξουν, το σύστημα. Να φτάσουν από το γκαράζ και τους αποθηκευτικούς χώρους που κοιμούνταν και δοκίμαζαν ναρκωτικά μαζί, στις βίλες του Μπέβερλι Χιλς. Να γίνουν από αξιοσημείωτες μούρες του underground LA, οι σταρ που θα φεύγουν παρέα με τα σούπερ μόντελα από τα πάρτυ των δισκογραφικών εταιρειών.
Και τα κατάφεραν με αυτό το άλμπουμ που κυκλοφόρησε στις 21 Ιουλίου του 1987, ανήκοντας σε εκείνη την εκλεκτή κλειστή λίγκα της σύγχρονης μουσικής ιστορίας που δεν έγινε τίποτα λάθος. 12 tracks, χωρίς ούτε ένα filler, τοποθετημένα με σολομώντεια ροή, μερικά singles που σήμερα μοιάζουν αδύνατον να επαναληφθούν (και να φανταστείτε ότι οι πρώιμες βερσιόν των “You Could Be Mine”, “Don’t Cry” και “November Rain” απορρίφθηκαν και δεν τα κατάφεραν μέχρι το τελικό tracklist, περιμένοντας να έρθει η σειρά τους και να συμπεριληφθούν στο συγκλονιστικά αμετροεπές Use Your Illusion του 1991).
Οι GnR κατάφεραν να κάνουν τη διαφορά με την ουσιαστική διαφοροποίησή τους από την hair metal καρικατούρα της περιόδου. Συνθετικά και υφολογικά, ήταν σαφέστατα πιο pop από τους Metallica της εποχής, αλλά όχι τόσο ώστε να μοιάζουν με Bon Jovi ή Poison και να χάνουν την αιχμή τους (ή την οσμή από τις κακές LA παρέες τους – ο A&R της Geffen Records, Tom Zutaut, δήλωσε κάποτε «δεν τους σταματούσε τίποτα, σε τρεις εβδομάδες ηχογράφησαν όλο το άλμπουμ, απλά έπρεπε να σιγουρέψεις ή να εύχεσαι ότι μέχρι να το ολοκληρώσουν δε θα πάθαιναν overdose ή κάποιο θανατηφόρο ατύχημα»). Κι από την άλλη, βρήκαν και γέμισαν κενό χώρο στον σκληρό ήχο της εποχής μιας και οι Motley Crüe είχαν οριστικά αριβάρει με τα πανιά της glam κραιπάλης. Οι GnR είχαν κι αυτοί μια εγγενή glam διάσταση, η περσόνα/εικόνα του Axl φτάνει να το επιβεβαιώσει, αλλά την υπερέβαιναν με την punk αυθάδεια που ξεχειλίζει από το άλμπουμ, ειδικά στις λιγότερο προβεβλημένες στιγμές του.
Το Appetite for Destruction δε θα ήταν το ίδιο σήμερα. Τραγούδια με το ατόφιο sleaziness του “It’s So Easy” θα είχαν κατακρεουργηθεί στην κατακερματισμένη επιφάνεια των σόσιαλ μίντια, o ατημέλητος σεξισμός στίχων όπως “Ya get nothin’ for nothin’/ If that’s what yado/ Turn around bitch I got a use for you/ Besides you ain’t got nothin’ better to do/ And I’m bored” θα έβρισκε σε MeTo(ο)ίχο. Οι publicists θα προσπαθούσαν να χαμηλώσουν/ εξαφανίσουν τον τόνο των αναφορών στην ηρωίνη που είναι και η κεντρική ηρωίδα του δίσκου – είναι ο “Mr. Brownstone”, η ενοχλητική μαϊμού στην πλάτη τους στο ομώνυμο κομμάτι (φράση που δανείστηκαν από την νάρκο αργκό), είναι επίσης εκείνη που αναφέρονται στο φαινομενικά ευαισθητούλι “Think About You”. Κάποια στελέχη από κάποιο PR τμήμα θα έβαζαν τα πράγματα στη ζυγαριά και θα αποφάσιζαν ότι μάλλον δε θα ήταν καλό να συμπεριληφθούν στο “Rocket Queen” οι αναστεναγμοί μιας γκρούπι με την οποία ο Axl έκανε σεξ πριν την ηχογράφηση. Κάποια σκανδαλοθηρικά sites θα είχαν βρει την Michelle Young, στην οποία αναφέρεται ο Axl στο “My Michelle” τραγουδώντας στην πρώτη στροφή “Your daddy works in porno/ Now that mommy’s not around/ She used to love her heroin/ But now she’s underground/ So you stay out late at night/ And you do your dope for free/ Drivin’ your friends crazy/ With your life’s insanity” και τρέχα γύρευε μετά τι διαχείριση κρίσης θα χρειαζόταν κι εδώ.
Το Appetite for Destruction μοιάζει με το ιδανικό αποτύπωμα μιας εποχής και μιας πόλης που συνδύαζαν πολλά αντιφατικά μεταξύ τους στοιχεία (εμπεδωμένος Ριγκανισμός, λαμπερό Χόλυγουντ, δεκαετία των γιάπηδων και της εικόνας, AIDS, lifestyle «κανονικοποίηση» των σκληρών ναρκωτικών). Όταν το άστρο τους έδυσε πολλοί επικριτές έσπευσαν να τους χρεώσουν ότι ήταν οι σταρ σε μια περίοδο που ο συντηρητισμός έκανε επέλαση. Τους κατηγόρησαν ως επιφανειακούς, τους χρέωσαν ότι απευθύνονταν αποκλειστικά και μόνο σε λευκό ακροατήριο και ότι ήταν τυπικά δημιουργήματα της παντοδυναμίας του MTV.
Κι όμως, ειδικά για το τελευταίο, οι GnR δυσκολεύτηκαν πολύ να μπουν στη Μουσική Τηλεόραση. Το πρώτο single “Welcome to the Jungle”, αυτή η ωμή περιγραφή της πόλης – ζούγκλας από ένα παιδί που μεγάλωσε στην Ιντιάνα και το έλεγαν Billy Rose δεν μπορούσε να βρει airtime. Οι ιθύνοντες του MTV φοβούνταν ότι θα σόκαρε τα κανάλια που έκαναν τοπικές αναμεταδόσεις. Χρειάστηκε πολλή δουλειά από στελέχη της Geffen που πίστευαν στον δίσκο και, λίγο πριν η εταιρεία βγάλει την πρίζα του μπάτζετ προώθησης καθώς το άλμπουμ δεν μπορούσε να ξεπεράσει τις 250.000 πωλήσεις, το βίντεο κλιπ άρχιζε να παίζεται άγρια χαράματα. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία – μια ιστορία που μετράει σχεδόν 20 εκατομμύρια αντίτυπα στις ΗΠΑ (το πιο εμπορικά επιτυχημένο ντεμπούτο άλμπουμ όλων των εποχών), ενώ αν συνυπολογίσουμε και τον υπόλοιπο κόσμο το νούμερο βαδίζει πρόσω ολοταχώς για τα 30.
Μάλλον, τίποτα απ’ όλα αυτά δε θα είχε γίνει αν η δισκογραφική είχε αγοράσει την ιδέα του Axl στο εξώφυλλο να υπάρχει μια εικόνα από το ατύχημα του Challenger το 1986. Ή αν τελικά δεν είχε αποσυρθεί κακήν κακώς το περίφημο αρχικό πρώτο εξώφυλλο του δίσκου. Αυτό με το “Robot Rapist” artwork του Robert Williams, στο οποίο πάλι με όρους σημερινής πολιτικής ορθότητας, δεν ξέρεις τι να πρωτοσχολιάσεις…
Σε κάτι παραπάνω από μια νύχτα οι GnR έγιναν μπάντα σταδίων. Άρχισαν οι πρώτες προσθαφαιρέσεις μελών, αφού οι κακές συνήθειες χειροτέρευαν δεδομένων και των μεγαλύτερων επαγγελματικών υποχρεώσεων. Την ώρα που οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να καθαρίσουν (μέχρι να ξαναπέσουν), ο Axl παρέμενε παροιμιωδώς sober, αλλά γινόταν αφόρητος συμπαίκτης/συνεργάτης. Οι αργοπορίες του σε κάθε δραστηριότητα του γκρουπ, από τις ηχογραφήσεις μέχρι τις συναυλίες, έγιναν μυθικές – στο ΟΑΚΑ την άνοιξη του 1993 μερικές δεκάδες χιλιάδες έλληνες fans περίμεναν 2.5 ώρες τον Axl να τελειώσει το γκολφ του στη Γλυφάδα έχοντας πληρώσει 7.000 δραχμές εισιτήριο.
Τα ίδια και χειρότερα συνέβαιναν στις θηριώδεις περιοδείες τους σε όλον τον κόσμο. Το γκρουπ είχε χωριστεί στα δύο. Ο στρατηγός Axl προσεταιριζόταν κάθε νέο μέλος, οι λοχαγοί Slash και Duff έστεκαν απέναντι, το προναφερθέν τετραπλό (!) Use Your Illusion ήταν το αλαζονικό αποκορύφωμά τους και μετά άρχισε η πτώση. Το «καταναγκαστικό» άλμπουμ διασκευών The Spaghetti Incident το 1993 πέρασε και δεν ακούμπησε ως ο επιθανάτιος ρόγχος μιας διαλυμένης μπάντας, ενώ το επόμενο Chinese Democracy άργησε 15 χρόνια (!!) και είναι πια συνώνυμο του όρου «προτζεκτ-ναυάγιο» στην ορολογία της μουσικής βιομηχανίας.
Βέβαια, στο μεταξύ –σχεδόν ταυτόχρονα-, είχε επιτελεστεί η ουσιαστική ακύρωση όλων όσων πρέσβευαν οι GnR. Δε χρειάστηκαν παρά μόνο 42 λεπτά εσωστρεφούς αυθεντικής απαισιοδοξίας και παχιάς μελαγχολίας για να καταρρεύσει η μεγάλη φόρμα των 80s σαν χάρτινος πύργος. To Nevermind των Nirvana κυκλοφόρησε στις 24/9/1991, μόλις μία εβδομάδα μετά το Use Your Illusion, στέλνοντας αστραπιαία τους GnR στο παρελθόν. Ένα χρόνο αργότερα Cobain, Courtney και Axl πρωταγωνιστούν στον διάσημο καβγά στο παρασκήνιο των MTVAwards 1992…