Gold: Άλλη μια χρυσή ερμηνεία απ’ τον Matthew McConaughey

 

Gold (2,5/5)

Δραματική περιπέτεια υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα Πρωτότυπου Τραγουδιού, σε σκηνοθεσία του Stephen Gaghan και σενάριο των Patrick Massett και John Zinman, με τους Matthew McConaughey, Edgar Ramírez, Bryce Dallas Howard κ.ά., διάρκειας 120 λεπτών, σε διανομή της Feelgood Entertainment

Λίγο πριν ανακαλύψει αν υπάρχει κάτι πιο κάτω απ’ τον πάτο της διαλυμένης του ζωής, τελειωμένος χρυσοθήρας βλέπει όραμα που του αποκαλύπτει φλέβα χρυσού στην Ινδονησία. Πολύ σύντομα το όνειρό του γίνεται πραγματικότητα, κι ύστερα μετατρέπεται σε εφιάλτη όταν τα κοράκια της άπληστης ελεύθερης αγοράς πέφτουν για να του φάνε το συκώτι.

Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα στο σενάριό του, κι από πολύ καλύτερές του ταινίες στην προσέγγιση του υλικού, το Gold είναι αφ’ ενός η επιστροφή του Stephen Gaghan στη σκηνοθεσία μια δεκαετία μετά το Όσκαρ του για το σενάριο της Syriana, κι αφετέρου η επιστροφή του ηθικά αμφίσημου ήρωα στο επίκεντρο της χολιγουντιανής ηρωοπλασίας: μισή μεζούρα καταφερτζή κι από μισή ατσούμπαλου ονειροπόλου κι επιτήδειου απατεώνα, ο κεντρικός χαρακτήρας του Gold είναι φτιαγμένος απ’ αυτήν την πάστα του λαϊκού παιδιού με το όραμα, που ψάχνει τα κενά του νόμου και τις τρύπες της κοινωνίας, για να φυτέψει το σπόρο της μεγάλης του ιδέας, και να κάτσει ύστερα να κοιτάει το σύστημα να του ποτίζει το μίσχο της με χρήμα –το ίδιο χρήμα που το σύστημα έχει πάρει απ’ τους φουκαράδες που σαπίζουν γύρω του,  αλλά αφού τα κατάφερε αυτός χαλάλι του, μπορεί μεθαύριο να τα καταφέρει και ο δίπλα του. Εις βάρος, βέβαια, κάποιου άλλου.

Χορεύοντας στο τέμπο του The Wolf of Wall Street / Ο Λύκος της Γουόλ Στριτ με τον αβυσσαλέο ρυθμό και τη φρενήρη αφήγηση, και κλέβοντας απ’ το American Hustle /  Οδηγός Διαπλοκής σε γειωμένη λάμψη, με τον Robert Elswit του There Will Be Blood στη διεύθυνση φωτογραφίας να φροντίζει ώστε τα ματάκια μας να χορταίνουν πλούσιες, μεστές εικόνες απ’ τη ζούγκλα της Ινδονησίας, και με σκαμπρόζικη διάθεση να αλαφραίνει την αληθινή ιστορία του, το φιλμ του Gaghan πετάει τον Matthew McConaughey και τον Edgar Ramirez (του Hands of Stone) στα αχαρτογράφητα βάθη της ζούγκλας της Ινδονησίας, και τους βάζει να ψάχνουν για χρυσάφι και ανθρωπιά ανάμεσα στα άγρια θηρία. Αυτό από μόνο του είναι αρκετό να δώσει καύσιμο στο πρώτο μισό της ιστορίας του, με τις αντιξοότητες της φύσης και τα αναπάντεχα της μοίρας να δημιουργούν τον προβλεπόμενο κλαυσίγελο των εμποδίων που θα πρέπει να υπερπηδήσουν οι ήρωες για να ξεπεράσουν τον εαυτό τους κατ’ αρχήν, και το γραμμένο τους εν συνεχεία. Τα αληθινά προβλήματα προκύπτουν βέβαια όταν οι ήρωες στ’ αλήθεια πιάνουν την καλή, κι εμφανίζονται τα τσούρμα από καλοθελητές, που θέλουν από ένα κομμάτι απ’ την μπριζόλα –κατά προτίμηση το φιλέτο.

Η φορμουλαϊκή σεναριακή πορεία συνεχίζεται με την εκρηκτική άνοδο να δίνει τη θέση της σε μια ολέθρια πτώση από την κορυφή ενός κόσμου που ποτέ δεν είχε θέση για τους ήρωές μας, με τον μόνο περισπασμό απ’ την προβλέψιμη πλοκή, να τον παρέχει το δραματικό δίπολο που εξαντλείται στο bro-μάντσο ανάμεσα στον άξεστο ήρωα του McConaughey και τον βγαλμένο απ’ τα φωτογραφικά σαλόνια του National Geographic εξερευνητή του Ramirez. Παρ’ ότι όμως ο Gaghan δείχνει σχεδόν ερωτευμένος με τον δευτεραγωνιστή του, χαϊδεύοντας με την κάμερα το προσεγμένο μούσι και το σκαλισμένο μαλλί του ψημένου γεωλόγου που ενσαρκώνει ο Βενεζουελανός, ο McConaughey αναδεικνύεται για άλλη μια φορά ως ένας απ’ τους πιο μαγνητικούς ερμηνευτές της εποχής μας: παραδίδοντας μια εμφάνιση – οδοστρωτήρα, ανοιχτόκαρδη κι απλόχερη μεν στους συμπρωταγωνιστές του, αλλά αδιαπραγμάτευτα αυθεντική και εντελώς δική του, παρ’ ότι βασίζεται σε φουλ αβανταδόρικες και εντελώς αυθαίρετες (ως προς το αληθινό πρόσωπο που παραλλάσσει) φυσιογνωμικές προσθήκες (κάτι κιλά που πήρε, κάτι μαλλιά που έχασε, κάτι στραβομασέλες που κοτσάρισε), η ερμηνεία του McConaughey είναι το μόνο συστατικό που δίνει έναν τόνο απροσδόκητου και εκρηκτικού, σ’ αυτήν την χορταστική και ανεβαστική μεν, αλλά κατά τα άλλα παραδοσιακά χολιγουντιανή, παλαιάς κοπής, κατάτι απογοητευτική για την προϋπηρεσία του σκηνοθέτη της κινηματογραφική εμπειρία.


Rings (2/5)

Μεταφυσικό θρίλερ σε σκηνοθεσία του F. Javier Gutierez και σενάριο των David Loucka , Jacob Estes και Akiva Goldsman, με τους Matilda Lutz, Alex Roe, Johnny Galecki και Vincent D’Onofrio, διάρκειας 102 λεπτών, σε διανομή UIP

Πάνω που νόμιζες ότι είναι ασφαλές να ξεσκονίσεις τις παλιές σου βιντεοκασέτες, η Samara επιστρέφει, κομπλέ με τη γλιτσιασμένη μαλλούρα της, το φουσκωμένο δέρμα και τη σάπια, μουσκεμένη ρόμπα της, κι εκείνο το μάτι που όποιον δει τον μετατρέπει σε άγαλμα απ’ τον τρόμο.

Μια απ’ τις πιο τρομακτικές φιγούρες του κινηματογραφικού τρόμου διαχρονικά, αλλά κι η πιο επιδραστική στη σύγχρονη εικονογραφία της τρομάρας γενικά, μετά από τον δεκαετή λήθαργο στον οποίο την έριξε το δεύτερο επεισόδιο της χολιγουντιανής της εκδοχής (σκηνοθετημένο μάλιστα απ’ τον δημιουργό του ιαπωνικού πρωτότυπου, Hideo Nakata), η πολύπαθη Sadako, που στην αμερικανική της μεταφορά μεταφράστηκε Samara, είναι έτοιμη για τη νέα, ψηφιακή εποχή. Με ένα εισαγωγικό πεντάλεπτο που λίγη σχέση έχει με όλη την υπόλοιπη πλοκή, αλλά προδιαγράφει σχεδόν προφητικά όλη την υφολογική εκτροπή της ταινίας, το νέο κεφάλαιο στην saga της πιτσιρίκας (που πέθανε στον πάτο ενός πηγαδιού κι επιστρέφει να πάρει εκδίκηση ξεπηδώντας απ’ την οθόνη όποιου έχει την έμπνευση να παρακολουθήσει τη στοιχειωμένη της βιντεοκασέτα), μπορεί κατά βάση να επαναλαμβάνει τα κλασικά μοτίβα μιας ταινίας τρόμου στοχευόμενης σχεδόν αποκλειστικά σε εφηβικό κοινό έτοιμο να σαλτίσει στο παραμικρό τρίξιμο του DTS ηχοσυστήματος, επιχειρεί όμως τουλάχιστον μια ενδιαφέρουσα, αν και εν τέλει αποπροσανατολισμένη εμβάθυνση στην μυθολογία της σειράς. Τα άστοχα χοροπηδήματα της πλοκής, που προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα ατυχές υβρίδιο του εμβληματικού (αν και ξεδοντιασμένου απ’ τα τεχνοφοβικά του χαρακτηριστικά πια) J-Horror πρωτότυπου, με πιο φιλικά στην franchise-o-ποίηση σεναριακά ευφυολογήματα τύπου Final Destination / Βλέπω το Θάνατό σου, καταλήγουν σ’ ένα άβολο συμπίλημα υφολογικών επιρροών κι αντιγραφών, προς τιμήν του όμως ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης (υποψήφιος για βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου με το ντεμπούτο του Before the Fall πριν καμιά δεκαετία στο Φεστιβάλ Βερολίνου) καταφέρνει να χειριστεί έντιμα, και συνήθως αποτελεσματικά τον τόνο και την ατμόσφαιρα του φιλμ. Η ένταση κρατιέται σταθερά σε υψηλά επίπεδα παρά τα βαλτώματα της πλοκής, κι οι τρομάρες έρχονται στην ώρα τους παρά τις προβλέψιμες στροφές του σεναρίου, κι αυτό δεν είναι και μικρό πράγμα, όταν έχεις να κάνεις με τόσο μπετόν-αρμέ ερμηνευτές, όσο οι άγουροι πιτσιρικάδες με τους οποίους είναι φορτωμένος ο σκηνοθέτης, κι ένας εντελώς μουρτζούφλης Johnny Galecki στο ρόλο του εμπορικού μαγνήτη της ταινίας.


Anthropoid / Επιχείρηση Ανθρωποειδές (2/5)

Πολεμική περιπέτεια εποχής σε σκηνοθεσία του Sean Ellis και σενάριο του ιδίου και του Anthony Frewin (από την αληθινή ιστορία), με τους Cillian Murphy, Jamie Dornan, Brian Caspe κ.ά., διάρκειας 120 λεπτών, σε διανομή Spentzos Film

Καταμεσής το Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δυο αλεξιπτωτιστές προσγειώνονται στην γερμανοκρατούμενη Τσεχοσλοβακία μια σαφή όσο και αυτοκτονική αποστολή: να εκτελέσουν τον τρίτο τη τάξη αξιωματικό των Ναζί, τον αμείλικτο Reinhard Heydrich, γνωστό και ως Σφαγέα της Πράγας.

Από τον σκηνοθέτη που πριν μια δεκαετία και κάτι είχε αμφισβητήσει με επιτυχία όλες τις νόρμες της ρομαντικής δραμεντί, υπογράφοντας ένα ολότελα φρέσκο κι ανατρεπτικό φιλμάκι ενηλικίωσης με τον τίτλο Cashback (αφήνοντας αμανάτι μια σκηνή ανθολογίας που έχει έκτοτε αντιγραφεί και παραλλαχθεί άπειρες φορές σε διαφημιστικά, μουσικά βίντεο, και ταινίες αξιώσεων), έρχεται ένα πανηγύρι ανέμπνευστης συμβατικότητας, που καταφέρνει ακόμη και την συναρπαστική (και αφώτιστη κινηματογραφικά) αληθινή ιστορία του, να μετατρέψει σε αλληλουχία κλισεδιάρικων αφηγηματικών check-boxes. Έχοντας στα χέρια του υλικό εν δυνάμει εκρηκτικό για κατασκοπικό θρίλερ πλήρες κινηματογραφικής έντασης, κοινωνιολογικής εξερεύνησης και υπαρξιακής αναζήτησης, ο Sean Ellis υπεραπλουστεύει προς χάριν συντομίας (ή ίσως και λόγω ανίας) την πολυπλοκότητα μιας επιχείρησης που έχει γραφτεί στην Ιστορία χάρη στην συναστρία πατριωτικής αφοσίωσης και συνωμοτικής συντροφικότητας, καταφέρνοντας όχι απλώς να αποδυναμώσει την οργανικότητα του σασπένς, αλλά ουσιαστικά να την πυροβολήσει στα γόνατα, μένοντας έτσι να κάνει έντιμες, αλλά όχι πάντα αποτελεσματικές προσπάθειες να την αναπληρώσει, ποντάροντας τη μπάνκα στην ατμοσφαιρικότητα. Στο πλήρως αποπροσανατολισμένο δημιουργικά, και προβλέψιμο δομικά σύνολο που απομένει, ο Cilian Murphy καταφέρνει απ’ το ισχνό περίγραμμα που του παρέχει το σενάριο να σαρκώσει ένα σχεδόν πλήρη, βαθύ χαρακτήρα με παρελθόν και φαντάσματα να στοιχειώνουν το βλέμμα του, παράγοντας πρακτικά απ’ το τίποτα μια επιβλητική, δύσκολη ερμηνεία, που ξεπερνά και υπερβαίνει το μετριότατο σύνολο απ’ το οποίο περιβάλλεται.


Επίσης στις αίθουσες:

Kills on Wheels / Δολοφονικά Αμαξίδια
Δυο έφηβοι με κινητικές δυσκολίες ψάχνουν το λόγο να συνεχίσουν να ζουν και τον βρίσκουν όταν συναντούν έναν συνάδελφο δυσκινητικό με κονέ στην τοπική μαφία και παράπλευρη απασχόληση εκτελεστή. Μαύρη κωμωδία βραβευμένη με Χρυσό Αλέξανδρο και βραβείο ανδρικής ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, σε σκηνοθεσία και σενάριο Attila Till, με τους Szabolcs Thuróczy, Zoltán Fenyvesi και Ádám Fekete, διάρκειας 105 λεπτών, σε διανομή Filmcenter Τριανόν.

Warrior’s Gate
Πιτσιρικάς πωρωμένος με τα video games του εντοπίζει easter egg που τον μεταφέρει στην Κίνα κι εκπαιδεύεται για να μεταφέρει τις ικανότητές του στις πολεμικές τέχνες, απ’ τα ψηφιακά πίξελ στην χειροπιαστή πραγματικότητα. Εφηβική περιπέτεια φαντασίας, σε σκηνοθεσία Matthias Hoene και σενάριο Luc Besson και Robert Mark Kamen, με τους Mark Chao, Ni Ni, Dave Bautista κ.ά., διάρκειας 108 λεπτών, σε διανομή Odeon.

Last Call to No Where (Débarquement immédiat!) / Άμεση Αποβίβαση!
Συνοριοφύλακας και φυλακισμένος, από αμίλητοι εχθροί γίνονται φίλοι κολλητοί, όταν το αεροπλάνο που θα τους μετέφερε στην Καμπούλ για την απέλαση του υπόπτου, κάνει αναγκαστική προσγείωση στη Μάλτα. Κωμική περιπέτεια σε σκηνοθεσία και σενάριο Philippe de Chauveron, με τους Ary Abittan, Medi Sadoun και Cyril Lecomte, διάρκειας 90 λεπτών, σε διανομή Odeon.

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης