Πώς μπορεί το «Γκιακ», το λογοτεχνικό γεγονός του 2015, να μεταφερθεί στο θέατρο;

Το «Γκιακ» του Δημοσθένη Παπαμάρκου είναι το βιβλίο που συζητήθηκε περισσότερο από κάθε άλλο, και δικαίως, από τις πρώτες ημέρες της κυκλοφορίας του. Έξι από τα εννέα διηγήματα του βιβλίου ζωντανεύουν στην, πλημμυρισμένη με ανθρώπινα κόκκαλα, σκηνή του Skrow και το σκληρό και ταυτοχρόνως βαθιά ποιητικό σύμπαν του περνάει από την αφήγηση στην αναπαράσταση. Η Λίνα Ρόκου συνομίλησε με τον σκηνοθέτη Θανάση Δόβρη και τον ηθοποιό Σωτήρη Τσακομίδη για το τολμηρό αυτό θεατρικό εγχείρημα.

Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση όταν διαβάσετε το «Γκιακ»; Θανάσης Δόρβης: Το διάβαζα στη γυναίκα μου τη Μαρία, και στην αρχή γελούσε, μετά έκλαιγε. Είναι ένα κείμενο που σε πυροδοτεί αμέσως να κάνεις κάτι με αυτό. Είναι εξομολογήσεις, ιστορίες που δύσκολα λέγονται αλλά όταν αυτό γίνεται, γίνεται. Τι θέλεις; Κάποιον να πει τις ιστορίες. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι η ιστορία και η αφήγησή της είναι το πρώτο υλικό του θεάτρου. Επιπλέον είναι τρομακτική η αμεσότητα σε σχέση και με τον συγκεκριμένο τόπο που ζούμε και με τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας. Είναι μεγάλο ατού αυτό, δεν ξέρω βέβαια πώς θα λειτουργήσει στο θέατρο.

Σωτήρης Τσακομίδης: : Όταν πρωτοδιάβασα το «Γκιακ» πιο πολύ από όλα τα διηγήματα με συγκίνησε το «Γυάλινο Μάτι». Θεωρώ ότι το βιβλίο είναι ένας ανοιχτός διάλογος με την μοίρα επειδή τα γεγονότα έχουν ήδη συντελεστεί και δεν υπάρχει δράση παρά μόνο μνήμη.

Θανάσης Δόβρης: Οι ήρωες του «Γκιακ» βρίσκονται στο μετά από εμάς.

Οι «ήρωες» του «Γκιακ» δεν έχουν παρούσα δράση γιατί ακόμη κουβαλούν μέσα τους εκείνη του παρελθόντος; Θανάσης: Βρίσκονται μετά από μια ακραία στιγμή της ζωής τους. Προσωπικά δεν έχω περάσει ακόμη κάτι το ακραίο, είτε θετικό είτε αρνητικό. Οι ήρωες του «Γκιακ» βρίσκονται στο μετά από εμάς.

Σωτήρης: Δεν μπορούν να αποδεχτούν τις ίδιες τους τις πράξεις γιατί δεν μπορείς να αποδεχτείς τον θάνατο. Ξαναγυρνούν όμως σε αυτές και προσπαθούν να τις αποδαιμονοποιήσουν και να τις ξορκίσουν μέσω της εξιστόρησης. Πιστεύω ότι τόσα μεγάλα γεγονότα δεν μπορούμε ποτέ να τα χωρέσουμε μέσα μας και γι’ αυτό όλοι οι ήρωες του βιβλίου μένουν αλύτρωτοι. Το «Γκιακ» είναι το βίωμα ενός αλύτρωτου πένθους. Από την άλλη ανοίγει έναν διάλογο με την παράδοση, επαναπροσδιορίζει τα όρια της και κατά κάποιο τρόπο την ειρωνεύεται.

Τι εννοείς; Στο «Γυάλινο Μάτι» ο χαρακτήρας που υποδύομαι μοιράζεται το κρεβάτι του με τον Θύμιο μέσα σε ένα μοναστήρι. Μέσω από μια απαγορευμένη ομοερωτική σχέση δίνεται ο ορισμός της αγάπης. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να χωρέσει σε καμιά παράδοση και σε καμιά ηθική νόρμα γιατί το ανθρώπινο ξεπερνάει το νόμιμο. Γι’ αυτό, έστω και αμυδρά, το «Γκιακ» σχετίζεται με την αρχαία τραγωδία.

Σωτήρης Τσακομίδης: Ο ήρωας που υποδύομαι έχει μια παιδικότητα. Μόνο σε έναν τέτοιο άνθρωπο θα μπορούσε να φανερωθεί ένας τέτοιος έρωτας.

Όμως οι άνθρωποι αυτοί, με το που επιστρέφουν, απορρίπτονται από την ίδια κοινωνία που τους έστειλε στη μάχη. Σωτήρης: Ζουν έναν δεύτερο πόλεμο. Ο μικρασιατικός πόλεμος είναι απλώς το σκηνικό, στο επίκεντρο του έργου του Παπαμάρκου είναι ο άνθρωπος και οι σχέσεις του. Όσο σκληρή όμως κι αν παρουσιάζεται η ανθρώπινη φύση άλλο τόσο φανερώνεται το πόσο ευάλωτος είναι ο άνθρωπος. Ο ήρωας που υποδύομαι έχει μια παιδικότητα. Μόνο σε έναν τέτοιο άνθρωπο θα μπορούσε να φανερωθεί ένας τέτοιος έρωτας. Δεν πιστεύω ότι είναι ομοφυλόφιλος, νομίζω ότι είναι λάθος χαρακτηρισμός γιατί δεν τον ενδιαφέρουν άλλοι άνδρες. Αγαπά συγκεκριμένα τον Θύμιο. Αυτό που ορίζει τον ήρωα, είναι πέρα από την σεξουαλική ταυτότητα, είναι κάτι ιερό. Ο Θύμιος στα μάτια του ερωτευμένου μοιάζει με θεότητα. Είναι προστάτης, δάσκαλος, οδηγός, πολεμιστής, φίλος, αδερφός, γονιός, έρωτας. Μετά έρχεται η προδοσία, μετά το πένθος και μετά η εξομολόγηση. Μέσω της εξομολόγησης οι ήρωες προσπαθούν να ανακουφιστούν από τα βάρη τους. Αλλά και το θέατρο αυτό δεν είναι; Ο συγγραφέας, μέσω, των ηθοποιών εξομολογείται και οι θεατές γίνονται οι δέκτες αυτής της εξομολόγησης. Όσοι ακούν είναι πρόσωπα ιερά, φαντάσου ότι εξομολογούμαστε σε ένα εικόνισμα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:

Θανάσης: Βέβαια άλλα είναι τα πρόσωπα που ακούν τις ιστορίες μέσα στο «Γκιακ» κι άλλο είναι το κοινό στο θέατρο. Δεν καταφέρνει πάντα μια παράσταση να καταστήσει ενεργό ένα ζωντανό κοινό την ώρα της αφήγησης. Έχω την εντύπωση ότι επειδή το θέατρο έχει μολυνθεί από το σινεμά και την τηλεόραση, και στον τρόπο που γίνεται και στον τρόπο που παρακολουθείται, δεν υπάρχει πάντα ένωση σκηνής και πλατείας αλλά είναι σαν να υπάρχουν δυο παράλληλοι μονόλογοι. Αυτό βέβαια το βλέπεις και στις ανθρώπινες σχέσεις, βλέπεις δυο ανθρώπους να συζητούν κι όμως ο ένας δεν ακούει τον άλλον. Δεν λέω ότι πρέπει να καταφεύγεις στο ακραίο για να προκαλέσεις αλλά πρέπει να υπάρχει μια αντίδραση, έστω κι εκείνη της ενόχλησης, έστω κι εκείνη που θα κάνει τον θεατή να σηκωθεί και να φύγει ή να πει «δεν μου αρέσει».

Ο Γρηγόρης Ποιμενίδης ζωντανεύει μέσω της αφήγησης το “Νόκερ”

Πότε πετυχαίνει μια παράσταση; Θανάσης: Όταν τελειώνει μια παράσταση και δεν αισθάνεται ο θεατής την υποχρέωση να πει αν ήταν καλή ή κακή, απλώς θέλει να πάει σπίτι του να την σκεφτεί και να την σκεφτεί ξανά την επόμενη μέρα. Τότε υπάρχει κάτι το ενδιαφέρον.

Εσύ Θανάση πέρα από το ότι σκηνοθετείς το «Γκιακ», παίζεις και στο «Οστέα Ξηρά Σφόδρα». Όλοι κάνουμε παράλληλα πράγματα. Φαντάσου ότι ήταν δύσκολο να συντονιστούμε για τις πρόβες γιατί όλοι προσπαθώντας να επιβιώσουμε οικονομικά ασχολούμαστε με διάφορα πράγματα ταυτοχρόνως. Αυτό πριν την κρίση, δεν συνέβαινε, τουλάχιστον όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό. Βέβαια το υλικό είναι εδώ, τώρα. Θέλω να πω ότι τα πράγματα αλλάζουν παγκοσμίως κι εδώ βρίσκεται ένας από τους πυρήνες της αλλαγής. Με ό,τι θετικό και ό,τι αρνητικό συνεπάγεται αυτό στις ζωές των ανθρώπων. Συνεπώς υπάρχει πολύ υλικό και αντίστοιχη ανάγκη για έκφραση. Δεν ζούμε στη Φινλανδία ή στην Ελβετία. Μπορεί να μην υπάρχουν χρήματα ή πολλές πρακτικές δυνατότητες αλλά σίγουρα υπάρχει αίμα.

Σωτήρης: Ρωτούν συχνά τι σημαίνει η παράσταση που ανεβάζετε για το σήμερα, εάν είναι σύγχρονη, εάν είναι διαχρονική ή όχι. Αυτό είναι ψευδοερώτημα για τα μεγάλα έργα. Πρέπει σώνει και καλά να μιλήσουμε για την κρίση, για τη δυσκολία των καιρών; Μπορεί να ένα έργο να αγκαλιάζει κι αυτό το θέμα κι άλλα. Πρέπει να ξεφύγουμε λίγο ότι όλα πρέπει να έχουν μια απευθείας σχέση με την κρίση και να δούμε τα πράγματα πιο ανοιχτά, περισσότερη ιστορία, περισσότερη φιλοσοφία. Δεν μπορώ να μιλήσω για την κρίση με οικονομικούς όρους και πιστεύω ότι είναι και λάθος να το κάνω γιατί δεν είναι μόνο οικονομική, απλώς διατυπώνεται με οικονομικούς όρους.

Η Εύη Σαουλίδου στη σκηνή του Skrow.

Θανάσης: Περνούν τα χρόνια κι όλο επαναλαμβάνουμε αυτή τη λέξη: κρίση, κρίση, κρίση. Αυτό με φοβίζει, δημιουργεί μια παράδοξη μόδα. Λέμε «και τώρα με την κρίση» και είναι λες και υποβαλλόμαστε σε μια ήττα. Ξαφνικά αποφασίσαμε όλοι ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός οικονομικά, δημιουργικά, ηθικά τελεί υπό κρίση; Ποιος το αποφασίζει; Ας πούμε ότι κάποιος μπορεί να πει ότι δεν βρίσκεται σε κρίση αλλά σε άνθηση. Επίσης η έννοια της κρίσης ταυτίζεται με περιορισμένα χρονικά διαστήματα, εμείς εδώ βρισκόμαστε στον έκτο χρόνο και δεν ξέρουμε πόσο ακόμη θα κρατήσει. Τι θα λέμε λοιπόν σε 20 χρόνια;

Σωτήρης: Άλλωστε λέγοντας κρίση είναι σαν να θέλουμε να το μειώσουμε. Οι κρίσεις έχουν ένα peak, βρίσκεσαι στην εντατική και μετά ή θεραπεύεσαι ή τελειώνεις. Αυτή η μονιμότητα είναι μια νέα, σκοτεινή πραγματικότητα. Αν την ονοματίζουμε κρίση θεωρούμε ότι είναι ένα πυροτέχνημα.

Θανάσης: Ακριβώς, νομίζουμε ότι θα περάσει αλλά δε θα γίνει έτσι. Προσπαθούμε να ηρεμήσουμε με την ελπίδα ότι θα περάσει κι αυτό. Αλλά είναι πολύ πιο σοβαρό, γιατί όλο αυτό είναι ακόμη στην αρχή του, στη δημιουργία του.

Ο Στέλιος Ιακωβίδης υποδύεται τον αδερφό που τηρεί τον νόμο του αίματος.

Χώρος: Skrow Theater, Διεύθυνση: Αρχελάου 5, Παγκράτι, Τηλέφωνο και ώρες κρατήσεων: 2107235842 (ώρες 11:00 π.μ. – 14:00 μ.μ. και 17:00 μ.μ. – 20:30 μ.μ.)
Παραστάσεις: Δευτέρα, 16 Μαΐου 2016 έως Τρίτη, 28 Ιουνίου 2016, Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Κάθε Kυριακή στις 22:30 και Δευτέρα, Τρίτη στις 21:15,
Διάρκεια: 70 λεπτά, Εισιτήριο: 12 € γενική είσοδος, 8 € φοιτητικό, 5 € ΑΜΕΑ & ανέργων
Σκηνοθεσία: Θανάσης Δόβρης, Δραματουργική επεξεργασία: Eλένη Τριανταφυλλοπούλου, Σκηνικά/Κοστούμια: Έυα Γουλάκου, Πρωτότυπη
Μουσική:
Νίκος Ντούνας, Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος, Βοηθοί σκηνοθέτη: Πάνος Κούγιας, Παντελής Φλατσούσης, Σκίτσα/Ζωγραφιές: Hλίας Δόβρης,Ερμηνεύουν: Στέλιος Ιακωβίδης, Γρηγόρης Ποιμενίδης, Eύη Σαουλίδου, Σωτήρης Τσακομίδης
Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου