Το φωτεινό ψηλοτάβανο εργαστήρι της Μαριάννας Γκιόκα

 Το φωτεινό ψηλοτάβανο εργαστήρι της Μαριάννας Γκιόκα, βρίσκεται μακριά από το κέντρο της Αθήνας, σε μια γειτονιά χαριτωμένη και ήσυχη. Το κτίριο στέγαζε παλιά μια βιοτεχνία καλτσοποιίας. Εδώ και μερικά χρόνια αποτελεί το μέρος όπου η νεαρή καλλιτέχνιδα δημιουργεί τους πίνακές της, συνεχίζοντας με συνέπεια το έργο που ξεκίνησε από τα πρώτα χρόνια των σπουδών της. 

Το παιδικό της όνειρο, να γίνει ζωγράφος, ξεκίνησε επίσημα να γίνεται πραγματικότητα με την εισαγωγή της στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Ένα από τα έτη σπουδών της επέλεξε να το πραγματοποιήσει, αντί για την Αθήνα και μέσω του προγράμματος ανταλλαγής φοιτητών Erasmus, στη Μαδρίτη. Εκεί εντόπισε μια βασική διαφορά στον τρόπο διδασκαλίας ανάμεσα στην Ελλάδα και το εξωτερικό: στην Ισπανία οι καθηγητές επέλεγαν να προσεγγίσουν ψυχαναλυτικά τον σπουδαστή, να εντοπίσουν πού ήθελε ο ίδιος να φτάσει, ενώ στην Ελλάδα οι περισσότεροι ήταν τυπικοί και διεκπεραιωτικοί. Η συγκεκριμένη διδακτική προσέγγιση επηρέασε καίρια την ίδια, και συνακόλουθα, ως ένα βαθμό διαμόρφωσε τη διοχέτευση των σκέψεων και συναισθημάτων της μέσα στους πίνακές της. 

«Θέλω να είμαι θετική απέναντι σε αυτά που ακούω και βλέπω», λέει η Μαριάννα Γκιόκα, σε αντίθεση με την καθ’ όλα απαισιόδοξη στάση των περισσότερων ανθρώπων απέναντι στο σημερινό πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Η επιθυμία της αυτή εκφράζεται με χαρακτηριστικό τρόπο στο έργο της. Συγκεκριμένα, αξιοποιεί πλήρως τις καλλιτεχνικές της εμμονές, που είναι οι άνθρωποι και οι ιστορίες τους, οι ήχοι και τα συναισθήματα, απομονώνοντας τα κομμάτια που η ίδια θέλει να εντάξει στα μινιμαλιστικά, αλλά ταυτόχρονα πολύπλοκα έργα της. 

Οι καμβάδες της έχουν κρεμώδη ανοιχτά χρώματα. Πάνω σ’ αυτές τις βάσεις που «παίζουν» με το φως, έχει ενσωματώσει σχήματα που από μακριά, ως όγκος, δίνουν την εντύπωση του νέφους, ενώ από κοντά αποκαλύπτουν κάθε προσεγμένη λεπτομέρεια που η ίδια έχει αποτυπώσει με τη χρήση σινικής μελάνης. 

«Δουλεύω ακούγοντας δυνατά metal μουσική», μας εξηγεί η Μαριάννα. Ζωγραφίζει φορώντας τα ακουστικά της, απόλυτα προσηλωμένη στο έργο της, λειτουργώντας αυθόρμητα απέναντι στο «γέμισμα» των έργων με αυθόρμητα τραβηγμένες γραμμές και κηλίδες.«Δε με ενδιαφέρει το χρώμα», λέει η ίδια, επιμένοντας στη χρήση μαύρης μελάνης πάνω στον καμβά, με την εξαίρεση της χρήσης του κόκκινου και της ώχρας, σε σποραδικά σημεία. Της αρέσουν οι καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν πολλά χρώματα, αλλά η ίδια επιμένει στην κλασική εναλλαγή του ασπρόμαυρου, το οποίο από μακριά προσθέτει ένταση σε κάθε πίνακα, όσο δίνει την εντύπωση του «φρέσκου» γκρι αποτυπώματος. 

Η τεχνοτροπία της, λάδι και σινική μελάνη σε καμβά, είναι διαχρονική. «Ζωγραφίζω με το ειδικό πινέλο για τη σινική μελάνη», μας λέει, δείχνοντας τον φορτωμένο με τα εργαλεία πάγκο εργασίας της. Η εμμονή της σε κάθε λεπτομέρεια δεν πηγάζει απλώς από μια τελειομανία. Αντίθετα, έχει πολύ συγκεκριμένο λόγο ύπαρξης.

 «Μέσα μου υπάρχει το άγριο στοιχείο και έξω εκφράζω το ήρεμο». Έτσι επέρχεται και το «συμφιλιωτικό» αποτέλεσμα αυτών των δυο τάσεων, όπως εκφράζεται ξεχωριστά πάνω σε κάθε έργο.

«Έχω το μυαλό μου στο feedback της κοινωνίας», εξηγεί η Μαριάννα, καθώς τονίζει: «με αγγίζουν όλα τα άλλα εκτός από εμένα». Με αυτόν τον τρόπο λειτουργεί μέχρι σήμερα ως καλλιτέχνιδα, αποτυπώνοντας τον παλμό των πραγμάτων, των μειρακίων της καθημερινότητας που η ίδια ξεχωρίζει από τον σωρό, στις «απασχολημένες» περιοχές των έργων της. 

Πάνω σε έναν καμβά 3μ. επί 4μ., ένας «ουρανός» με κατά τόπους συγκεντρωμένα «σημεία στίξης» λειτουργεί ως εικαστικό και απροσδιόριστα λεκτικό κάλεσμα στον θεατή. Το κάλεσμα αφορά στην κυριολεκτική σημασία της απόστασης του θεατή από το έργο. Ο ίδιος πρέπει να πλησιάσει για να παρατηρήσει τις λεπτομέρειες του πίνακα, που δεν υπακούουν σε pattern. Έτσι μπορεί ο θεατής να αντιληφθεί πλήρως την εικαστική μεταμόρφωση της «επιθετικότητας» σε γαλήνη, με αυτόν τον ανάδρομο τρόπο: από την κηλίδα και τη γραμμή, στο περίγραμμα και το νέφος. 

Παρότι η παραδοσιακή προσέγγιση των ελληνικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων αποφεύγει τη σύνδεση των σπουδών με την εργασία, η Μαριάννα κατάφερε να έχει απήχηση στο κοινό και να πουλάει έργα της ήδη από το δεύτερο έτος σπουδών της. Ήταν, όμως, η εξαίρεση στον κανόνα. 

«Βγαίνεις από τη σχολή και δεν ξέρεις πώς να πουλήσεις ένα έργο σου». Δε γνωρίζεις ποιες δυνατότητες έχεις για να εφαρμόσεις τις καλλιτεχνικές σου δημιουργίες σε τομείς από τους οποίους μπορείς να βιοποριστείς. Μετά τις σπουδές της, η Μαριάννα έστησε μαζί με τον σύζυγό της και επίσης γνωστό καλλιτέχνη, Αντώνη Ντόνεφ, το πρώτο – υπόγειο τότε – εργαστήρι τους.

Είναι κραυγαλέα η έλλειψη υποστήριξης, εκ μέρους των επίσημων ελληνικών φορέων, των νέων καλλιτεχνών που εκθέτουν στο εξωτερικό. Η Μαριάννα, όμως, πιστεύει πολύ στους νέους Έλληνες καλλιτέχνες, που έχουν βγει στην παγκόσμια αγορά με δική τους προσπάθεια και στέκονται ήδη πολύ καλά. 

«Θέλει πολλή δύναμη για να παραμείνεις στην Ελλάδα ως καλλιτέχνης και να την στηρίζεις», λέει η Μαριάννα. Πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή, δεδομένου ότι τα έργα της εκτίθενται ανά τον κόσμο, στις ΗΠΑ, στην Κίνα, την Ευρώπη και τις αραβικές χώρες. Για την ίδια, η οικονομική κρίση αποτέλεσε και «ευκαιρία για ξεκαθάρισμα και κινητοποίηση του κόσμου». Πολλές καινοτόμες ιδέες ανθρώπων έγιναν πραγματικότητα λόγω της κρίσης, ακριβώς επειδή προέκυψε άμεση ανάγκη βιοπορισμού. 

«Η τέχνη δεν απευθύνεται στην ελίτ. Είναι ανοιχτή απέναντι στην κοινωνία». Ωστόσο, η κοινωνία κλείνεται απέναντι στην τέχνη. Βέβαια, από τη στιγμή που μια πολύ μεγάλη μερίδα της κοινωνίας δε διαθέτει τα στοιχειώδη οικονομικά μέσα επιβίωσης, ζώντας πολύ κάτω από το όριο της φτώχειας, το «άνοιγμα» της κοινωνίας στην τέχνη αποτελεί κάθε άλλο παρά προτεραιότητά της. Η Μαριάννα θα ήθελε η ανάγκη για τέχνη να ενυπάρχει και να εκφράζεται ενεργά από κάθε άνθρωπο. Διότι η τέχνη προσφέρει πολύτιμα πνευματικά δώρα, ένα εκ των οποίων είναι και η ηρεμία, η ψυχική γαλήνη, που επέρχεται μέσα από τη γνωριμία του θεατή με το έργο. Και, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται παντού έλλειψη ηρεμίας. 

«Στο εξωτερικό τα παιδιά πάνε στα μουσεία από τριών χρονών. Η παιδεία είναι τέτοια που διαδίδει ουσιωδώς τον πολιτισμό». Ως ανάγκη και όχι ως περιττή πολυτέλεια. Ένα παιδί που θα εξοικειωθεί με τα εικαστικά από μικρή ηλικία, μελλοντικά θα θελήσει από μόνο του να ιδρύσει την προσωπική του σχέση με την τέχνη, επωφελούμενο από τα δώρα της. 

Η Μαριάννα αγαπάει να μιλάει περισσότερο για τους νέους συναδέλφους της, παρά για τον εαυτό της. «Το ζήτημα είναι τι θα κάνει καθένας, για να γίνουν τα πράγματα καλύτερα». Η προσωπική συμβολή καθενός συναδέλφου της στην τέχνη, είτε της αρέσει το έργο του, είτε όχι, έχει τεράστια σημασία. «Εκτιμώ την προσπάθεια», μας λέει, «Δεν θέλω να ισοπεδώνω τις καταστάσεις». Μόνο ένας γνήσια θετικός άνθρωπος θα επέλεγε να διατηρεί στην καθημερινότητά του με απόλυτη συνέπεια μια τέτοια στάση. 

Τα παλαιότερα έργα της Μαριάννας, που λειτουργούσαν ως «παλμογράφος της πυκνοκατοικημένης πόλης», είναι μικρότερα σε μέγεθος σε σχέση με τα καινούργια. «Τα μεγάλα μεγέθη με απελευθερώνουν», λέει η Μαριάννα, για το νέο της βήμα σε σχέση με τις προηγούμενες δημιουργίες της. Πιστεύει πως είναι περιττή η «ταμπέλα» που βάζουν πολλοί καλλιτέχνες στις εκθέσεις τους. Δεν είναι υποχρέωση του καλλιτέχνη να δίνει το «στίγμα» της έκθεσής του. Εξάλλου, τα έργα «μιλάνε» από μόνα τους.

Δεν ασχολείται με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Την ενδιαφέρει να τα ανακαλύψει, αλλά δεν είναι σίγουρη ακόμα, αν της ταιριάζουν.  Σε είκοσι χρόνια από σήμερα, θα ήθελε όσοι έχουν πάρει τα έργα της να μπορούν να είναι ευτυχισμένοι, από κάθε δυνατή άποψη. 

Είναι άνθρωπος που δεν φοβάται. Στην ερώτηση «τι κάνεις», απαντάει πάντα: «Προχωράς». 

Στην παρούσα φάση, η Μαριάννα προχωράει με την ατομική της έκθεση στη Γκαλερί The Breeder, της οποίας τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν την Πέμπτη, 20 Νοεμβρίου. Το σύντομο live της progressive metal μπάντας Tardive Dyskinesia εισήγαγε τον επισκέπτη στο μουσικό περιβάλλον της καλλιτέχνιδας, μέσα στο οποίο εμπνέεται και δημιουργεί τα έργα της.

Η έκθεση θα διαρκέσει ως τις 24 Δεκεμβρίου // Ώρες λειτουργίας: Τρίτη – Σάββατο, 12:00 – 18:00 //  Ιάσονος 45, Μεταξουργείο

  

Ναταλί Σαϊτάκη

Share
Published by
Ναταλί Σαϊτάκη