Η έκθεση Flying over the Abyss (H Υπερβαση της Άβυσσος) του ΝΕΟΝ θα διακινδυνεύσω να πω ότι είναι μια από τις πολύ μεγάλες εκθέσεις που έχουν πραγματοποιηθεί σε αυτή τη χώρα. Είναι χαρακτηριστικό το ότι όση ώρα καθόμουν στον υπαίθριο χώρο του, στα έγκατα του Ωδείου Αθηνών, μαζί με την επιμελήτρια, εμπνεύστριά της και καλλιτεχνική διευθύντρια του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης Μαρία Μαραγκού, κόσμος που έβγαινε για ένα τσιγάρο ή ένα καφέ σχολίαζε ότι αισθάνεται πως βρέθηκε στο εξωτερικό. Ανάμεσά τους και μια θρυλική φιγούρα: η Έπη Πρωτονοταρίου της γκαλερί Δεσμός.
Πραγματικά, ποιος θα περίμενε, όχι μόνο από τους μελετητές του Καζαντζάκη, αλλά κι από τους απλούς αναγνώστες του ή απλά τους νορμάλ φιλοτέχνους ότι ο Κρητικός συγγραφέας, οι σκέψεις του για τη γέννηση, τη ζωή, τον έρωτα, τον θάνατο, θα γίνονταν η έμπνευση, η μαγιά για μια κορυφαία έκθεση με έργα της Βοurgeois, της Αμπράμοβιτς, με animation και εγκαταστάσεις από αντικείμενα πεταμένα σε φαβέλες, και θα ενέπνεε μια ηχητική εγκατάσταση του Γασπαράτου και του Κουμεντάκη.
Η έκθεση που έχει καταλάβει το υπόγειο του Ωδείου Αθηνών ξεκίνησε από την Κρήτη και το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης «με το σκεπτικό να ενταχθεί σε ένα τοπικό πλαίσιο με διεθνή τρόπο ο μεγάλος Κρητικός συγγραφέας», εξηγεί η Μαραγκού, ο άνθρωπος που ήξερε ότι ο Δ. Δασκαλόπουλος λατρεύει τον Καζαντζάκη και του πρότεινε «να διαγράψουμε τον κύκλο της ζωής μέσα από την Ασκητική του από τη γέννηση μέχρι το θάνατο». Υπήρχε η πρώτη ύλη σε πλησμονή και ήταν καταιγιστική: είναιη συλλογή Δασκαλόπουλου. Με έργα της στήθηκε η πρώτη έκθεση της Αβύσσου στην Κρήτη, εν συνεχεία στη Θεσσαλονίκη και τέλος στο Ωδείο.
Αυτό που βλέπουμε στους υπόγειους χώρους του Ωδείου Αθηνών, οι οποίοι έχουν μετατραπεί με το εκτόπισμα των έργων σε μουσειακές αίθουσες εφάμιλλες μιας Tate Modern είναι ένας εντυπωσιακός διάλογος, που αποδεικνύει πόσο διεθνής είναι ο Καζαντζάκης.
Δεν πρόκειται για μια εικονογράφηση του «καζαντζακικού» σύμπαντος. «Αυτό που συντελείται είναι μια ανάδειξη των αισθημάτων και των ιδεών των οντολογικών ζητημάτων, κυρίως του θανάτου, τον οποίο τρέμουν όλοι και της πάλης που έχει ανάγκη ο άνθρωπος να κάνει για να σταθεί, να παλέψει, να επιβιώσει», λέει η Μαρία Μαραγκού.
Στην επιλογή των έργων από την τεράστια συλλογή του Δασκαλόπουλου,«πολύ μεγάλο ρόλο έπαιξε ο Δημήτρης Παλαιοκρασσάς, ο άνθρωπος που ασχολείται με τη συλλογή και είχε όλα τα κλειδιά της». Mαραγκού και Παλαιοκρασσάς περάσανε μαζί ένα καλοκαίρι κατά τη διάρκεια του οποίου συζητούσανε για την επιλογή των έργων: πώς, ποια και με ποιο τρόπο θα συμπεριληφθούν.
Οι επισκέπτες δεν βλέπουν τα ίδια έργα και στις τρεις εκθέσεις της καζαντζακικής Αβύσσου. Στην τρίτη στάση στο Ωδείο προστέθηκαν πολλά νέα και αφαιρέθηκαν άλλα, καθώς ο χώρος βοήθησε πολύ να αισθανθεί ο επισκέπτης στην πλήρη εκδίπλωσή της την πορεία προς τον θάνατο, να βιώσει την αίσθηση της καθόδου.
Υπάρχουν έργα πραγματικά συγκλονιστικά στην έκθεση, όπως τα εγκιβωτισμένα παπουτσάκια αληθινών θυμάτων εξαφάνισης από την κολομβιανή Δικατορία της Doris Salcedo, πέρα από το αυθεντικό χειρόγραφο του Καζαντζάκη, την γενεσιουργό αιτία της. Υπάρχουν έργα των Gilbert and George, του Μike Kelley, του Βλάση Κανιάρη, της Kiki Smith,Paul Thek, Matthew Barney.
Η Μαρία Μαραγκού αποκαλύπτει τις προσωπικές της αγάπες, τα έργα που την «τρελαίνουν», όπως λέει. Βρίσκονται τα περισσότερα μαζεμένα στην 5η ενότητα, την Επιστροφή στην Άβυσσο, δηλαδή τον θάνατο. Χαρακτηρίζει κορυφαίο το βίντεο της Κουβανής Ανα Μεντιέτα, η οποία πέθανε πολύ νέα πέφτοντας από τον 16ο όροφο (είχε κατηγορηθεί για φόνο ο σύντροφος και συνάδελφός της Καρλ Αντρέ) . Το έργο ενσωματώνει παγανιστικά στοιχεία της θρησκείας και της μαγείας της χώρας της μέσα σε έναν αβαθή τάφο-σκάμμα, τον οποίο γεμίζει με πυρίτιδα. «Το έργο της με συγκλονίζει. Σκεφτείτε, σκοτώθηκε 38 ετών».
Έργο της Μεντιέτα υπάρχει και στην πρώτη ενότητα της Γενέσεως. Στο βίντεο η εικαστικός εμφανίζεται να κηλιδώνει με αίμα τον τοίχο, γράφοντας “There is a devil inside me”. Δίπλα της στην αίθουσα του θανάτου βρίσκεται ο Ακριθάκης, τον οποίο επίσης αναφέρει ως αδυναμία της η Μαραγκού. «Φαίνεται η διαφορά της εθνικότητας, καθένας φέρει μια μνήμη στο DNA του την οποία διαχειρίζεται. Ο Ακριθάκης ενώ είναι διεθνής αναγνωρίζεται ότι είναι και Έλληνας».
Ξεχωρίζει επίσης τις 14 λιθογραφίες του Μάρτιν Κιπενμπέργκερ από το ναύαγιο της γαλλικής φραγάτας Medusa με τους 400 Γάλλους στρατιώτες στη Σενεγάλη, καθώς και στο έργο του Μark Wallinger Τhreshold of the Kingdom, μια βιντεοεγκατάσταση από τις αφίξεις του αεροδρομίου, που μοιάζει σα να συνομιλεί με τον θάνατο.
Στο δωμάτιο 1, με θέμα τη Γένεση και το Τραύμα η Μαρία Μαραγκού ξεχωρίζει τον τρίπτυχο καμβά του Στάθη Λογοθέτη, μέρος της πολυήμερης performance του στο Πόρτο Ράφτη,στην οποία ο Λογοθέτης έθαβε τμήματα ενός καμβά βαμμένου στο χρώμα της φωτιάς μέσα στη γη, τον οποίο εμβάπτισε στο νερό της θάλασσας προτού στεγνώσει στον αέρα, το έργο εμπεριέχει τα τέσσερα προσωκρατικά στοιχεία των ελλήνων φιλοσόφων.
«Aγαπώ πολύ και το έργο της Αμπράμοβιτς», σχολιάζει η Μαραγκού για την πεντακάναλη έγχρωμη βιντεοεγκατάσταση με ήχο και πέντε τηλεοπτικές οθόνες στην οποία η σέρβα ηγερία της performance καθαρίζει οστά. «Κάποτε την λάτρεψα. Για μένα είναι η τελευταία μεγάλη. Μέσα από την ανάγκη της να ξεπεράσει το φόβο του θανάτου περνά ώρες αγκαλιά με ένα σκελετό τον οποίο πλένει! Είναι ένα πολύ σπουδαίο, δεν μπορείς να μην το σέβεσαι και να μην σε συγκινεί. Εισέρχονται σε αυτό οι έννοιες της υπομονής, της αναπνοής, του Βουδισμού ».
Στη δεύτερη ενότητα (Υπέρβαση της Άβυσσος) η Μαραγκού αναφέρεται σε έναν καλλιτέχνη: τον Robert Gober και ειδικά στην παραποίηση που αποτολμά πάνω σε διαφήμιση νυφικού στους The New York Times, τοποθετώντας στο πρόσωπο της νύφης το δικό του «επιτίθεται στην ομοφοβική κοινωνία μέσα από αυτή τη θαραλλέα δήλωση. Θέλει κότσια αυτό που έκανε», υπογραμμίζει η Μαραγκού.
Και τις δυο φορές που επισκέφτηκα την έκθεση υπήρχε κοσμοσυρροή, ζωντάνια, με επισκέπτες όλων των ηλικιών. Σε τι οφείλεται αυτή τη μαζική απήχηση, αυτό το από στόμα σε στόμα «μην χάσεις την έκθεση στο Ωδείο»; «Το ότι έχει μια αλήθεια», είναι η εξήγηση της εμπνεύστριάς της. «Συνήθως υπάρχει η ανάγκη της προσέγγισης νέων ρευμάτων, η σύμπλευση της καλλιτεχνικής μόδας. Η τέχνη, όμως, όπως αποδεικνύει η έκθεση. Δεν είναι μόδα. Κι εδώ βγαίνει μια ειλικρίνεια, μια αλήθεια. Ο Καζαντζάκης άλλωστε δεν επιτρέπει πολλά πολλά. Βεβαίως, είχαμε και την πολυτέλεια της επιλογής ισχυρών έργων από μια κορυφαία συλλογή. Ζούμε μια κρίση ισχυρή, έχουμε όλοι φτωχοποιηθεί, η τέχνη και η μεγάλη παραγωγή μπορεί να φαντάζουν πολυτέλεια. Όμως, μια μεγάλη καλλιτεχνική παραγωγή μπορεί να υπερασπιστεί την ελπίδα απέναντι σε αυτή την καταστροφή. Παρόλο που η υπέρβαση είναι προσωπική για τον καθένα».