Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

Ο Φοίβος Δεληβοριάς Διηγείται τις Ιστορίες Πίσω από τα Τραγούδια της «Καλλιθέας»

01.ΕΡΗΜΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΘΕΑ

Στις 8 Μαϊου του 2013 , ξύπνησα ταραγμένος από ένα ακόμη όνειρο που εκτυλισσόταν στο πατρικό μου. Έβλεπα ένα δωμάτιο (που κανονικά δεν υπάρχει) γεμάτο βιβλία ή δίσκους που δεν κυκλοφόρησαν ποτέ, ανέκδοτες ηχογραφήσεις των Beatles, ακυκλοφόρητα βιβλία του Βακαλόπουλου. Είχα να πάω να το δω καιρό και, μόλις ξύπνησα, πήρα το αμάξι κι έκανα μια βόλτα. Είναι ένα παλιό δίπατο του ’30 στην Καλλιθέα. Η γιαγιά μου μένει ακόμα στο ισόγειο. Το πάνω λειτουργεί ως αποθήκη ή ως μουσείο προσωπικής χρήσεως, όπως το δεις.
Πάρκαρα και έκανα μια μικρή βόλτα στο οικοδομικό τετράγωνο.Στο κουρείο που κουρευόμουν υπήρχε ένα χαρτάκι «ευχαριστούμε για τη στήριξή σας, η κρίση μας έκλεισε, Νίκος».Στα Goody’s κάτι 16χρονα θύμιζαν ένα συγκεκριμένο είδος συμμαθητή μου, μόνο που ένα απ’αυτά είχε ένα τατού με το σήμα του 3ου κόμματος. Στα σπίτια δεν φαινόταν ψυχή, άκουγες όμως περπατώντας θορύβους ειδοποίησης κάποιας ηλεκτρονικής επικοινωνίας.
Όλα έδειχναν να έχουν εγκαταλειφθεί στην τύχη τους, να’χουν αλλάξει θέση, να το’χουν μετανιώσει που υπήρξαν. Χαριστική βολή –για λόγους που ίσως να έχουν, ίσως να μην έχουν σημασία- τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων που έδειχναν τον Γκάλη γερασμένο να κλαίει σε μια τιμητική γι’αυτόν εκδήλωση στο Αλεξάνδρειο.
Μπήκα στο εφηβικό μου δωμάτιο κι άνοιξα την παλιά σαράβαλη κιθάρα μου. Έγραψα σχεδόν απνευστί το «Ερημιά στην Καλλιθέα». Θα ορκιζόμουν πως άκουγα ήχους πουλιών την ώρα που έγραφα. Τα έβαλα και στους στίχους. Η γιαγιά μου παλιά είχε άπειρα κλουβιά με ωδικά πτηνά. Τώρα όμως δεν έχει πια. Και –πράγματι- μόλις τέλειωσα με το τραγούδι, τα πουλιά δεν ακουγόντουσαν πια.
Ήξερα ότι μπαίνω σε μια μικρή περιπέτεια. Αυτό είναι το τραγούδι με το οποίο ξεκίνησε.

02.Ο ΜΠΑΣΤΑΡΔΟΣ ΓΙΟΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θυμάμαι μέσα σε πολύ θερμό φως το οικογενειακό κρεβάτωμα τα Σάββατα για να δούμε το «ελληνικό» που έπαιζε η ΕΡΤ-2. Όσο το βλέπαμε, οι γονείς –ή η γιαγιά, όταν έλειπαν- έλεγαν τα ονόματα των ηθοποιών-που έμοιαζαν τόσο με τους θείους ή τους παππούδες μου-, των συγγραφέων, των μουσικών, σα να επρόκειτο για Αγίους κάποιας αίρεσης της διπλανής πόρτας. Σιγοψιθύριζαν τραγούδια, έλεγαν ατάκες λίγο πριν εκείνες ακουστούν, θυμούνταν ένα περιστατικό της εποχής –από το «σιδέρωμα» της Σπυριδούλας μέχρι το κλίμα στις διαδηλώσεις του ‘65-.
Κι ύστερα η συζήτηση ξέφευγε. Πήγαινε σε πιο αθέατες περιοχές. Στο υπογειάκι του Κουν, στον πόλεμο των επιθεωρήσων Μάνου-Μίκη στην Αλεξάνδρας το ’62, στην Μάντρα του Αττίκ, στον Σαββόπουλο στο «Κύτταρο», στο «Και συ χτενίζεσαι» του Ελεύθερου Θεάτρου.
Καθώς έγραφα τα τραγούδια του Καλλιθέα σχεδίαζα κι ένα τραγούδι που θα λεγόταν «Τηλεμάχεια». Ο ήρωας, ένα παιδί της γενιάς μου, θα ζούσε σε μια χώρα που την λυμαίνονται μνηστήρες, που του λένε καθημερινά πως ο πατέρας του είναι νεκρός. Κι αυτός, άφραγκος και μελαγχολικός, ενώ δεν έχει λόγους να μην το πιστέψει, κάτι άλλο αισθάνεται.
Το τραγούδι έβγαινε αφόρητα σοβαροφανές, μέχρι που το συνέδεσα με τις διηγήσεις των γονιών μου στο «κρεβάτι του Σαββάτου». Εκεί κάτι συνέβη, το τραγούδι απέκτησε περιέργως κέφι. Τι αστείο, το πιο ρυθμικό και κεφάτο τραγούδι ίσως του δίσκου να λέει στο ρεφρέν «Πατέρα, είσαι νεκρός»!

03.Ο ΞΕΝΟΣ

Ήταν μέρες σ’αυτές τις νέες μου επισκέψεις στην «Καλλιθέα» που απορούσα πραγματικά: θυμάμαι ως όμορφη αυτήν την περιοχή επειδή ήμουν παιδί ή υπήρξε πράγματι ωραία κάποτε;
Το ερώτημα επίσης «ο φασίστας ήταν ανέκαθεν φασίστας ή ο καθένας μας μπορεί να γίνει από φιλήσυχος μικροαστός κατά φαντασίαν Dirty Harry;» με απασχόλησε επίσης.
Μια μέρα άκουσα από παλιό μου βινύλιο τον «Γυρισμό του Ξενιτεμένου» του Σεφέρη στη μελοποίηση του Μαρκόπουλου με τον Χαλκιά και την Κιουρτσόγλου.
Και ξεκίνησα να γράφω τον «Ξένο». Όταν το πρωτοτραγούδησα, ένα μεγάλο κομμάτι σοβά έπεσε απ’το ταβάνι ακριβώς δίπλα μου. Ζήτησα συγνώμη απ’το παλιό σπίτι, κρυφά όμως συνέχισα τις ίδιες σκέψεις.

04.ΚΟΥΝΕΛΑΚΙ

Μια μέρα που ξεκινούσα απ’το τωρινό μου σπίτι για γράψιμο στο σπίτι που γεννήθηκα, έτσι όπως έβγαινα με τ’αυτοκίνητο είδα από την άλλη πλευρά την κόρη μου να πηγαίνει με τη μαμά της στην παιδική χαρά. Λέω μέσα μου «αυτή πηγαίνει μπροστά κι εγώ πάω πίσω».
Τι τέλεια που σε κάνει να αισθανθείς η σκέψη πως ένα παιδί ό,τι και να συμβαίνει έξω στον κόσμο, θέλει και διεκδικεί ακατανίκητα (με τρέλα, με καφρίλα και με ποίηση) αυτό που ώρες-ώρες ξεχνάς πως διεκδίκησες κι εσύ.
Δεν μπορώ να σκεφτώ το μέλλον με εντελώς μαύρα χρώματα, ξέροντας πως αυτό δεν θα σταματήσει ποτέ.

05.KNIGHT RIDERS

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Έχω ένα φίλο που του χρωστάω τόσα που για να ξεχρεώσω στ’αλήθεια θα πρέπει να του αφιερώσω τουλάχιστον έναν ολόκληρο δίσκο κάποτε. Ονομάζεται Γιώργος Κανάκης και είναι σκηνοθέτης. Μόνο εγώ ξέρω τι ταινίες θα μπορούσε να είχε γυρίσει αν ζούσε σε μια χώρα φιλικότερη για ανθρώπους σαν κι αυτόν.
Και το ξέρω γιατί από τα 6 μας που κάνουμε παρέα, μου έχει διηγηθεί τόσες πολλές από αυτές με τέτοια επιμονή στη λεπτομέρεια που αισθάνομαι ότι τις έχω δει στ’αλήθεια. Μέσα απ’τον Γιώργο ανακάλυψα τον Στίβεν Κινγκ, αλλά και τον Χέρμαν Μέλβιλ. Τον David Byrne και τους Housemartins. Τον Jack Kirby και τον Μπρετ Ήστον Έλις.
Οι ολονυκτίες μας στο «ποτάμι», τον τσιμεντωμένο Ιλισσό της Καλλιθέας, με συζητήσεις που δεν σκόπευαν να τελειώσουν. «We go down to the river» μου έλεγε στο τηλέφωνο κι ερχόταν να με πάρει. Ποιο ποτάμι τα παίρνει όλ’αυτά; Γιατί δεν έρχεται ποτέ ο χρόνος που όλα αυτά θα τα ξαναζήσουμε εξαρχής;  Αφού το θέλουμε.
Όπως θελήσαμε όλοι το αμάξι με την ανθρώπινη φωνή, τον φιλικό δαίμονα του heavy metal, τον R2D2 για πολύτιμο βοηθό.
Η ζωή -είτε σου χαρίζεται ως φούσκα είτε σου τα παίρνει όλα ως κατευθυνόμενη κρίση- δεν καταλαβαίνει απ’αυτά. Εμείς όμως μια μέρα θα το βρούμε το ομιλητικό αμάξι: και θα πετάξουμε παρέα πάνω απ’τα οδοφράγματα.

06.ΤΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ

Υπήρχε ένα περίπτερο στη Δαβάκη με δυο γύψινα άλογα στα οποία ανέβαινες, έβαζες δεκάρικο και κουνιόσουν υπό τους ήχους του «Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα» του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Ο Πρύτανης από τα Ημίζ, Καλλιθεάτης και συνομήλικος, έχει πέσει από τα αλογάκια αυτά. Σταματούσε απότομα το «αμάξι».
Δεν υπάρχει πια. Κατά το θαυμαστό μας πολυνομοσχέδιο, έτσι κι αλλιώς σε καμιά 20αριά χρόνια περίπτερα δεν θα υπάρχουν πια στην Ελλάδα.
Αυτό το τελευταίο, φυσικά, δεν το ήξερα όταν έγραφα το «Περίπτερο». Είναι ένας μονόλογος ενός περιπτερά που δεν έχει πια περίπτερο. Είναι ένα απτάλικο ζεϊμπέκικο με τον τρόπο του (Καλλιθεάτη επίσης) Άκη Πάνου, ενορχηστρωμένο όμως από τον Πάκμαν.

07.ΑΓΙΟΙ ΠΑΝΤΕΣ

Ο Χρήστος Λαϊνάς με ηχογραφούσε να χαζολογάω με διάφορα όργανα μέσα στο πατρικό μου, όσο δουλεύαμε το δίσκο. Εδώ παίζω κάτι βυζαντινοπρεπές στην ηλεκτρική. Το βάφτισα με το όνομα της εκκλησίας της γειτονιάς μου. Εγώ περιέργως δεν βαφτίστηκα εκεί, αλλά στην Αγία Αικατερίνη της Πλάκας. Ο ιερέας που τέλεσε το μυστήριο ήταν (ούτε λίγο ούτε πολύ)  ο παπα-Γιώργης Κατινάς. Αυτή η παροιμία «τρελός παπάς σε βάφτισε» δε μου φαίνεται, λοιπόν,  και πολύ αστεία.

08.ΠΟΥ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΤΩΡΑ ΕΣΥ

Πολλές φορές σκέφτομαι το πρώτο μου κορίτσι. Ή τους έρωτες που ευοδώθηκαν μόνο 2-3 φορές. Ή ακόμα και τους πολύ μεγάλους έρωτες που έκτοτε τους έχεις συναντήσει μόνο φευγαλέα. Οι νέες μου βόλτες στην Καλλιθέα είναι γεμάτες από τέτοιες σκέψεις. Άλλη μεγάλη αδικία, να μην μπορούν να προχωρούν όλες οι αγάπες σου για πάντα-και την ίδια ώρα. Κακούργα κοινωνία, σε βόλεψε η μονογαμία για να μην πολυκοιτάς το καθρεφτάκι σου.

09.ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΦΟΙΒΟΣ

Δεν είναι φιλολογική δηθενιά, έτσι είναι όντως το όνομά μου. Ο παππούς μου λεγόταν Διονύσης και στους γονείς μου άρεσε το Φοίβος. Τα δυο ονοματάκια μου μαζί, λοιπόν, είτε το σκέφτηκαν τότε οι γονείς μου είτε όχι, αποτελούν προχωρημένο φιλοσοφικό αστείο. Μεγάλωσα δε σε δρόμο που πήρε το όνομά του από την ποιήτρια του «Όττω τις Έραται». Ελπίζω οι αρχαιολάτρες και οι φιλόλογοι να μου συγχωρήσουν τις αναλογίες που επιτρέπω να διαφανούν στο πορτρέτο μου ως undead αρχαίου ραψωδού. Αν και το να μη μου το συγχωρήσουν θα ήταν το πρέπον. Πιστεύω αλήθεια ότι μέσα μου ζει ο παππούς  μου ο Διονύσιος. Κι ότι μέσα του ζούσε ο Απόλλων.

10.ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΑΠΟ ΑΛΛΑ ΠΡΟΑΣΤΙΑ

Με τον συμμαθητή μου Γιώργο Γιαννάρα είχαμε πει ένα απόγευμα που παίζαμε μουσική πως θα γνωρίσουμε μέχρι το τέλος της ζωής μας όλα τα είδη κοριτσιών. Φτιάξαμε λοιπόν ένα παιχνίδι ερωτο-γεωγραφίας που με ποιητικούς αφορισμούς προσπαθούσαμε να βρούμε τι διαφοροποιεί ένα κορίτσι συγκεκριμένης περιοχής από μιαν άλλη. Όχι και το πολιτικώς ορθότερον, ειδικά στα χρόνια των ιεροεξεταστών των social media, αποφάσισα όμως να ξαναπαίξω το παιχνίδι, με τον Χρήστο Λαϊνά αυτή τη φορά.Έτσι κι αλλιώς, το μέρος που γράφονται τα τραγούδια είναι πάντα ά-τοπο. Όλα αλλού συμβαίνουν, εδώ κρύβονται.

11.ΓΡΙΕΣ ΣΤΗ ΛΑΪΚΗ

Κάθε φορά που πας στη λαϊκή, καταλαβαίνεις τι ψέμα είναι τελικά η σύγχρονη πόλη. Άπειροι άνθρωποι, πολύ περισσότεροι απ’αυτούς που συναντάς στο μικρόκοσμό σου, κρύβονται όλες τις άλλες μέρες και εμφανίζονται μόνο εκεί. Ή στα πανηγύρια. Ή στις προεκλογικές συγκεντρώσεις. Που κρύβονται οι άνθρωποι της λαϊκής τον υπόλοιπο καιρό; Ποιος απ’όλους, εμείς ή αυτοί, ζουν μέσα στο όνειρο του άλλου; Ένα ακόμα παιχνίδι μου που «συνέλαβε» ο Χρήστος.

12.Η ΚΙΚΗ ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ REVISITED

Το πρώτο τραγούδι της «Καλλιθέας» που αποδεικνύει πως τον δίσκο αυτό τον δουλεύω 20 χρόνια. Το έγραψα το 1995 στο ίδιο πιάνο που τώρα το ηχογραφήσαμε.

13.ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΞΕΝΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ

Δίπλα στο σπίτι μας, υπάρχει από τα βρεφικά μου χρόνια το φροντιστήριο του τίτλου. Σε άπειρα εφηβικά ντεμάκια μου, ακούς παιδάκια να τραγουδάνε εν χορώ στα αγγλικά.Αυτό ξανασυνέβη και τώρα, ένα απόγευμα που έπαιζα πιάνο. Ο Χρήστος το αιχμαλώτισε.

14.ΘΑ ΣΕ ΞΑΝΑΔΩ

Η κηδεία του Νίκου Ράλλη ήταν το πιο παράδοξο πράγμα που έχω ζήσει. Τον ήξερα και τον αγαπούσα από τα 19. Το πρώτο βράδυ της φιλίας μας περπατήσαμε από τη Σίνα ως την Καλλιθέα συζητώντας ακατάπαυστα για δίσκους και ταινίες. Δεν θυμάμαι να πέρασε μέρα έκτοτε που να μην έχουμε μιλήσει. Ο Νίκος έγινε δημοσιογράφος με ειδίκευση στη μουσική. Και μου μίλαγε για μουσικές κάθε είδους, με την ίδια μανία.Με γνώριζε σε συναδέλφους που θα ντρεπόμουν να γνωρίσω μόνος, με έπαιρνε τσαντισμένος να μου ειρωνευτεί τους ακροατές-ρομπότ που ακούνε μόνο μιμητικά ή τους σπουδαιοφανείς κριτές που κάνουν τα πάντα για να μην τους εμπνεύσει ένας δίσκος, είτε τον επαινέσουν είτε όχι.Πέρα όμως απ’αυτά ο Νικος ήταν μια τεράστια δύναμη ομορφιάς και ζωτικότητας. Δεν είχα φίλη που να μην τον ερωτευτεί.Η τελευταία του χρονιά –πριν το αυτοάνοσο- ήταν η πιο ευτυχισμένη και η πιο προσωπικά έντονη της ζωής του. Γι’αυτό και οι φίλοι του στην κηδεία είχαν όλοι το ύφος ενός κατοίκου μιας παράλογα κι αιφνίδια βομβαρδισμένης πόλης. Αισθάνομαι φίλος με τον καθένα προσωπικά που ήταν εκεί εκείνη τη μέρα κι ας μην ξέρω παρά ορισμένους. Είχαν όλοι το βλέμμα του αληθινού φίλου του φίλου μου.

Ένα βράδυ καλοκαιρινό, δυο-τρεις μήνες μετά από την κηδεία, ο Νίκος επισκέφτηκε ξανά την Καλλιθέα. Με μια μουσική σα χάδι που μου ψιθύρισε στ’αυτί. Και μου πήρε μια πίκρα αβάσταχτη, που με εμπόδιζε ακόμα και να χαμογελάσω από τη μέρα εκείνη. Και μου πήρε και μιαν άλλη πίκρα μέσα απ’το τραγούδι (και τον δίσκο) αυτό, που του αφιερώνω. Αυτήν, που έλεγε ο Παλαμάς, πως είναι «άσβηστη και μες στον Παράδεισο-των πρώτων μας χρόνων». Θα σε ξαναδώ, όπως σε πρωτόδα. Και εσένα και όλα αυτά,που έρχονται για να φύγουνε. Θα σε ξαναδώ, εκεί που πάνε.

Η Καλλιθέα κυκλοφόρησε την περασμένη Δευτέρα 23/11 από την Inner Ear.
To Σάββατο 28/11 ο Φοίβος Δεληβοριάς θα την παρουσιάσει σε ένα μεγάλο πάρτυ, με τραγούδια από όλη τη διασκογραφία του, στο Gagarin 205 (10€ προπώληση, 12€ στo ταμείο).
Φοίβος Δεληβοριάς

Share
Published by
Φοίβος Δεληβοριάς