Φιλαρέτη Κομνηνού, πώς είναι να πρωταγωνιστείς σε μια παράσταση που σκηνοθετεί ο γιος σου;

«Στις 9 το βράδυ της μέρας που λένε πως ομολόγησα με βάλανε σε ένα δωμάτιο που έσταζε νερό. Μετά με πήγαν σε ένα άλλο δωμάτιο όπου μου έδωσαν να φάω ένα παξιμάδι μόνο. Εκεί με κράτησαν όρθιο ως τις 10 το πρωί. Ζητούσα νερό και δεν μου δίνανε. “Πες μας” μου έλεγαν, “ότι είσαι ο δράκος και θα σου δώσουμε”….. Στο μεταξύ από τη δίψα κόντεψα να τρελαθώ. Ώσπου μια στιγμή δεν άντεξα. “Δώστε μου νερό”, είπα, “και θα σας πω ότι θέλετε”. …», με αυτά τα λόγια ο Αριστείδης Παγκρατίδης, αποκάλυψε πως η ομολογία του ήταν προϊόν πίεσης και βασανιστηρίων και πως δεν ευθυνόταν εκείνος για τα εγκλήματα που του καταλόγιζαν. Ο «Δράκος του Σεΐχης Σου», όπως έμελλε να γίνει γνωστός στην ελληνική κοινωνία, είχε ποινικό μητρώο από τα δέκα του κιόλας χρόνια, αλλά μέχρι το τέλος υποστήριζε πως ήταν αθώος. 

Τα εγκλήματα του αποκαλούμενου «Δράκου του Σέιχ Σου» στη Θεσσαλονίκη είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, το 1959. Ο στυγερός δολοφόνος ευθυνόταν για τέσσερις επιθέσεις με τρεις νεκρούς και τα εγκλήματα παρέμεναν ανεξιχνίαστα, μέχρις ότου η αστυνομία συνέλαβε τον Αριστείδη Παγκρατίδη, έναν νεαρό του υποκόσμου. Εθισμένος στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά ο Παγκρατίδης, συχνά συνευρισκόταν με άνδρες επί πληρωμή. Όλα αυτά τον έκαναν ιδανικό ύποπτο για την αστυνομία της εποχής και η ελληνική κοινωνία βιάστηκε να την πιστέψει. 

Ο Παγκρατίδης έμεινε στις φυλακές του Γεντί Κουλέ για 2 χρόνια, μέχρι τη μέρα της εκτέλεσης του, στις 16 Φεβρουαρίου του 1966. Οι τελευταίες ώρες ήταν δραματικές. Ένας ιερέας ήταν μαζί του για να τον εξομολογήσει. Ο Παγκρατίδης παραδέχτηκε ότι έκλεβε και πουλούσε το κορμί του σε άντρες, αλλά επέμενε, κλαίγοντας, ότι δεν σκότωσε ποτέ. Ο τόπος εκτέλεσης ήταν στο δάσος του Σέιχ Σου. Από τότε πολλοί δημοσιογράφοι, αλλά και δικηγόροι έχουν υποστηρίξει πως κατά την διάρκεια της δίκης έγιναν πολλά λάθη και παραλείψεις και πως ο Αριστείδης Παγκρατίδης ήταν απλά ένας μικροκακοποιός που βρέθηκε στο λάθος μέρος την λάθος ώρα, και χρησιμοποιήθηκε για να μπορέσει συγκαλυφθεί ο πραγματικός ένοχος. 

Η ιστορία του «Αρίστου», βασισμένη στο μυθιστόρημα του Θ. Κοροβίνη «Ο γύρος του θανάτου», ανεβαίνει για τρίτη χρονιά σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου. Εννέα χαρακτήρες που συνδέονται με τον Αριστείδη Παγκρατίδη, μέσα από τις χειμαρρώδεις, υποβλητικές εξομολογήσεις τους, μιλώντας διαφορετικές γλώσσες, ανάλογα με τα βιώματα, τον χαρακτήρα και τον ρόλο τους, συνθέτουν το προφίλ του «Αρίστου».

Στην παράσταση πρωταγωνιστούν ο Γιάννης Λεάκος, ο Ιωάννης Αθανασόπουλος και η σπουδαία Φιλαρέτη Κομνηνού, η οποία μίλησε στην Popaganda για το πώς είναι να υποδύεσαι τόσους ρόλους σε μια παράσταση, αλλά και για την εμπειρία του να πρωταγωνιστεί σε ένα έργο που έχει σκηνοθετήσει ο γιος της.

Η παράσταση αυτή είναι ένα σκιώδες γεγονός που συνέβη στην Θεσσαλονίκη της δεκαετίας του ’60. Εντοπίζετε κοινά στην τότε ελληνική κοινωνία με τα όσα βιώνουμε σήμερα; Κοιτάξτε, την εποχή εκείνη το παρακράτος οργίαζε. Τότε ήταν που έγινε η δολοφονία του Γρηγορίου Λαμπράκη, στη Θεσσαλονίκη πάλι. Εγώ πιστεύω ότι αυτές οι δυνάμεις που υπόγεια και σκοτεινά δρουν, υπάρχουν πάντα. Υπάρχει πάντα αυτός ο μηχανισμός μιας εξουσίας που δεν φαίνεται, αλλά έχει τον τρόπο να επηρεάζει την οικονομική και πολιτική κατάσταση ενός κράτους, μιας χώρας.

Μιας και μιλάμε για τον «Δράκο του Σέιχ Σου», που τα εγκλήματά του ήταν κυρίως σεξουαλικής φύσης εις βάρος γυναικών, εσείς σαν γυναίκα αντιμετωπίσατε πρόβλημα να προσεγγίσετε τους ρόλους σας, απέναντι σε έναν τέτοιον χαρακτήρα που είναι ο πρωταγωνιστής του έργου; Καταρχάς ο Αριστείδης Παγκρατίδης, σύμφωνα με μαρτυρίες που έχουμε, δεν ήταν ο «Δράκος του Σέιχ Σου». Το λέω πάντα κατά προσέγγιση, κανείς δεν μπορεί να το πει κανείς με απόλυτη σιγουριά. Αλλά ακόμη και ο εισαγγελέας είχε πει στο δικαστήριο που έγινε, «ενδείξεις έχουμε, όχι αποδείξεις». Και πολύ βιαστικά πήγε να κουκουλωθεί αυτή η ιστορία και να ρίξουν όλες τις εγκληματικές πράξεις, τους φόνους και τους βιασμούς, σε ένα παιδί του περιθωρίου. Ναι ήταν ένα παιδί του περιθωρίου, ναι, δεν θέλουμε να τον ηρωοποιήσουμε, ήταν ένα παιδί, πάρα πολύ φτωχό που πούλαγε το σώμα του, για να πάρει μια τυρόπιτα να φάει. Που πήγαινε με παιδεραστές της εποχής εκείνης, που αυτό είναι ένα πράγμα που με ενόχλησε όταν το διαπίστωσα. Υπήρχαν στο δικαστήριο, ως μάρτυρες, γνωστοί παιδεραστές της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι εκμαύλισαν το αγόρι όταν ήταν 12 χρονών. Αυτοί δηλαδή οι άνθρωποι, πήγαν, καταθέσανε ως μάρτυρες και μετά έφυγαν, χωρίς μετά κανένας να τους καλέσει ή να τους κλείσει στη φυλακή. Και δηλώσανε ότι πήγαιναν με τον νεαρό Παγκρατίδη όταν ήταν 10 χρονών, επί χρήμασι. Αυτη τη στιγμή κάνουμε μια παράσταση σε ένα θύμα, μάλλον, της εποχής εκείνης, το οποίο φορτώθηκε τα εγκληματα για να καλυφθεί πιθανώς κάποιος άλλος, ο οποίος δεν συνέφερε εκείνη τη στιγμή να βγει στο φως της δημοσιότητας. Οπότε εγώ νιώθω μια παραπάνω συγκίνηση που παίζω σε αυτή τη παράσταση, γιατί είναι σαν να κάνουμε ένα μνημόσυνο στη μνήμη του Παγκρατίδη, αυτού του παιδιού που σύμφωνα με ό,τι ξέρουμε εκτελέστηκε άδικα, σε ηλικία 27 χρονών και η τελευταία φράση που είπε στο εκτελεστικό απόσπασμα ήταν «Μανούλα μου γλυκιά». Όλες οι εφημερίδες της εποχής είχαν αυτόν τον τίτλο.

Είδαμε το προηγούμενο διάστημα το ελληνικό θέατρο να γίνεται μπροστάρης στην υπόθεση του ελληνικού #MeToo και να ανοίγει μια πολύ μεγάλη συζήτηση, η οποία αν ρωτάτε εμένα θα έπρεπε να ανοίξει πιο πολύ στην ελληνική κοινωνία και να μην περιοριστεί στο θέατρο. Πως το ζήσατε εσεις και σαν θεατής εκείνων των ημερών βλέποντας τηλεόραση, διαβάζοντας σάιτ αλλά και ως γυναίκα ηθοποιός; Έχω εκφραστεί κι έχω τοποθετηθεί απέναντι στο #MeToo και τώρα έχω να πω αυτό που ήδη θίξατε. Η κακοποίηση, είτε σεξουαλική, είτε λεκτική, υπάρχει πάρα πολύ έντονα στον κοινωνικό ιστό και στους χώρους δουλειάς. Το περίεργο είναι ότι «εκτονώθηκε» μόνο στο θέατρο, οι άλλο χώροι σιώπησαν κι αυτό ομολογώ είναι κάτι που με άφησε λίγο μετέωρη. Δηλαδή νιώθω ότι κάτι που πήγε να ξεκινήσει με τόσο δυναμικό τρόπο δεν ολοκληρώθηκε.

Είστε τρεις ηθοποιοί οι οποίοι παίζετε αρκετούς ρόλους. Είναι και αυτό ένας από τους παράγοντες της επιτυχίας της παράστασης; Η παράσταση είναι σκηνοθετημένη από τον γιο μου, τον Γιώργο Παπαγεωργίου, με έναν πολύ νεανικό και ευφυή τρόπο, ότι τρεις ηθοποιοί υποδύονται διαφορετικούς χαρακτήρες, τους φίλους δηλαδή του Αριστείδη Παγκρατίδη, τους ανθρώπους που ζήσανε μαζί του, αλλά και τους άλλους που ήταν από την άλλη πλευρά, τους παρακρατικούς, τους ανθρώπους που όντως πίστευαν ότι αυτός είναι ο δολοφόνος και όλο αυτό γίνεται μπροστά στα μάτια των θεατών. Έχει πάρει τις κριτικές που έχει πάρει και παίζεται τώρα για τέταρτη χρονιά. Θέλω να πω ότι πέρα από το θέμα που έτσι κι αλλιώς διαχρονικά θα ενδιαφέρει το κοινό, είναι και το είδος της παράστασης και το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα σε πολύ υψηλό επίπεδο, για αυτό κι έρχονται και ξανάρχονται θεατές να δουν την παράσταση, για τέταρτη και για πέμπτη φορά.

Πώς είναι να πρωταγωνιστείτε σε παράσταση που έχει σκηνοθετήσει ο γιος σας; Σας άγχωνε ή σας γέμιζε περηφάνια, εννοώ πως μπορούσατε να συνδέσετε αυτά τα δυο συναισθήματα; Εγώ σε αυτά θα σας προσθέσω ένα άλλο συναίσθημα. Δουλεύοντας με τον γιο μου ανακάλυψα πόσο σωστή ματιά έχει και πόσο μπορεί να βοηθήσει τους ηθοποιούς, πολύ συγκεκριμένα όμως, και όχι γενικά και αόριστα. Για τον τρόπο που θα γίνει η σκηνική δράση και για τις ερμηνείες. Αυτό ήταν μια έκπληξη, γιατί πέρα από τις σκηνοθετικές του ικανότητες, έχει και ικανότητες σχεδόν δασκάλου, στο πως μπορεί να οδηγήσει τους ηθοποιούς του σε αυτό που φαντάζεται και οραματίζεται κι έχει βάλει ως στόχο για την παράσταση. Ο γιος μου έχει αποδείξει τελικά ότι μπορεί και κινείται σε  πολλούς χώρους. Είναι με την μπάντα του και τραγουδάει, είναι ηθοποιός και είναι και σκηνοθέτης. Αυτό το πολύπλευρο και πολυτάλαντο που έχει, με κάνει να νιώθω εξαιρετικά περήφανη που είμαι μητέρα του.

Α Ρ Ι Σ Τ Ο Σ (Μία παράσταση βασισμένη στο μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη «Ο Γύρος του Θανάτου»)
17 Σεπτεμβρίου: Πειραιάς – Βεάκειο Θέατρο
18 Σεπτεμβρίου: Κορυδαλλός  – Θέατρο Θανάσης Βέγγος
20 Σεπτεμβρίου: Βριλήσσια – Θέατρο Αλίκη Βουγιουκλάκη
Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

Γεννήθηκε στην Αλβανία, λίγο πριν την πτώση του κομμουνισμού. Ζει στην Αθήνα από το 1997, παράτησε με μεγάλη επιτυχία το τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών της Παντείου και από το 2017 ασχολείται με την δημοσιογραφία.

Share
Published by
Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι