Όταν έχεις δει σε διάστημα τριών ημερών τρεις ταινίες, τη μια καλύτερη από την άλλη, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους σε στυλ και πνεύμα και ατμόσφαιρα, και παράλληλα τόσο κοντινές σε δύναμη, ταλέντο και αρτιότητα, μόνο ευτυχία μπορείς να νιώθεις για το ελληνικό σινεμά, που φέρνει διαρκώς ανθισμένα, από την ευφορία που εισπράττουν στα ξένα φεστιβάλ, λουλούδια στο σπίτι του. Και να σκέπτεσαι πόσο καλύτερα μπορεί να πάει στην ίδια του τη χώρα, πέρα από τις διακρίσεις και τις τιμές που μαζεύει στο εξωτερικό, αν τόσο η Πολιτεία όσο και το ίδιο το κοινό το αγκαλιάσουν και το υποστηρίξουν έτσι όπως πραγματικά του αξίζει. Γιατί βήματα γίνονται, αλλά ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς.
Το κοινωνικό δράμα «Κρέας» του Δημήτρη Νάκου, το ψυχοτρόπο θρίλερ επιστημονικής φαντασίας «Αγαπούσε τα Λουλούδια Περισσότερο» του Γιάννη Βεσλεμέ και το ατμοσφαιρικό δράμα μυστηρίου «Arcadia» του Γιώργου Ζώη, είναι οι τρεις ταινίες που κάνουν την ελληνική τους πρεμιέρα συμμετέχοντας στο Διεθνές Διαγωνιστικό πρόγραμμα τού -θερμά υποστηρικτικού στο εγχώριο σινεμά- 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ένα μέρος που, αν μη τι άλλο, οι δημιουργοί δικαίως θεωρούν “σπίτι” τους, είτε συμμετέχοντας με τα projects τους είτε ως θεατές του – και για αυτό ακριβώς η πρεμιέρα ετούτη είναι ίσως πιο φορτισμένη συναισθηματικά από κάθε άλλη που βρέθηκαν ή θα βρεθούν στο μέλλον.
Και οι τρεις με κοινό παρονομαστή τις ενδιαφέρουσες ιστορίες, τις εξαιρετικές ερμηνείες, την υπέροχη φωτογραφία, τις ωραίες μουσικές αλλά και την ενασχόλησή τους, έστω και με τελείως διαφορετικό η κάθε μία τρόπο, με το θέμα σχέσεις-οικογένεια-θάνατος, μπαίνουν στην τελική ευθεία για τα βραβεία. Όμως το μεγαλύτερο βραβείο θα είναι σίγουρα εκείνο που θα εισπράξουν στην έξοδό τους στις αίθουσες, από το κοινό.
Στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία «Κρέας», ο Δημήτρης Νάκος -διδάκτωρ του Πάντειου Πανεπιστημίου στον κλάδο του Κινηματογράφου και της Φιλοσοφίας- επιλέγει να δώσει με άπλετο, ωμό ρεαλισμό, τρυπώντας βαθιά το κόκκαλο με το μαχαίρι, μια σκληρή εικόνα της ελληνικής επαρχίας, κάθε άλλο παρά άγνωστη. Μια ιστορία ενός μικρόκοσμου που καθρεφτίζει τον μεγάλο κόσμο, μια ιστορία από αυτές που θα μπορούσαμε να ακούσουμε σίγουρα στις ειδήσεις, αλλά και μια ιστορία που μας παρασύρει στον ψυχολογικό στρόβιλο των ηρώων της και πολύ πέρα από αυτόν, βάζοντάς μας απέναντι στον ίδιο τον εαυτό μας και σε εκείνο που ονομάζεται σε αυτή τη ζωή “ανάληψη ευθύνης”: Ο Τάκης (συγκλονιστικός Ακύλλας Καραζήσης) ετοιμάζει τα εγκαίνια του νέου του κρεοπωλείου στο χωριό του. Την προηγούμενη μέρα ο γιος του Παύλος (Παύλος Ιορδανόπουλος) σκοτώνει τον γείτονα που διεκδικεί μέρος της γης τους. Μοναδικός μάρτυρας είναι ο νεαρός Αλβανός Χρήστος (Κώστας Νικούλι), που ο Τάκης έχει στη δούλεψή του, σαν γιο του, από μικρό. Με την καθοριστική συμμετοχή της γυναίκας του (Μαρία Καλλιμάνη) και την πίεση του Αστυνόμου του χωριού (Γιώργος Συμεωνίδης), ο Τάκης, πρέπει να αποφασίσει ποιος θα αναλάβει την ευθύνη…
Η ταινία που είχε παρουσιαστεί στο περσινό Agora Works in Progress της Θεσσαλονίκης, έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο, ενώ τιμήθηκε με το βραβείο Μουσικής -στον δεξιοτέχνη πολυοργανίστα συνθέτη Κωνσταντή Πιστιόλη- από το Φεστιβάλ Μεσογειακού Κινηματογράφου στο Μονπελιέ.
Στην δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του «Αγαπούσε τα Λουλούδια Περισσότερο» –δέκα χρόνια μετά τη «Νορβηγία» κι έχοντας πάρει μέρος στην ανθολογία τρόμου «The Field Guide to Evil» με άλλους οχτώ σκηνοθέτες-, ο Γιάννης Βεσλεμές, κάνει αυτό που αγαπάει και ξέρει τόσο καλά: αφήνει ελεύθερη τη φαντασία του μέχρι δακρύων και φτιάχνει ένα «ποπ ψυχεδελικό παραμύθι για τη ζωή αλλά κυρίως τον θάνατο», κατακρημνίζοντας -αλλά αγαπώντας κρυφά και τρυφερά- την οικογένεια. Πειραματίζεται, τόσο στο σινεμά του (μόνο συγχαρητήρια στον πάντα άξιο διευθυντή φωτογραφίας Χρήστο Καραμάνη) όσο και στην ιστορία του και εξερευνά την απώλεια, το πένθος, τις καταραμένες σχέσεις των παιδιών με τους γονείς -«Κανείς δε φεύγει ποτέ από το σπίτι του» βροντοφωνάζουν οι τοίχοι-, μέσα από το δικό του πρίσμα, αλλόκοτες καταστάσεις διανθισμένες μαύρο χιούμορ, πλάσματα τρομερά (τέλεια εφέ!) κι ατμόσφαιρες ονειρικές που συνοδεύονται πάντα με τις μουσικές του: Τρία αδέρφια (Πάνος Παπαδόπουλος, Γιώργος –Τζούλιο- Κατσής, Άρης Μπαλής), κλεισμένα στο “πατρικό” τους, κατασκευάζουν μια χρονομηχανή με σκοπό να επαναφέρουν στη ζωή τη νεκρή μητέρα τους (Αλεξία Καλτσίκη). Όταν ο εκκεντρικός πατέρας τους (απόλαυση ο Dominique Pinon που ξέρουμε από το «Delicatessen» και την «Amélie») κάνει την εμφάνισή του, το πείραμα ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, συμπαρασύροντας μια φίλη (Sandra Abuelghanam Sarafanova) που βρέθηκε εκεί, στον τρελό στροβιλισμό του. Και η χωροχρονική περιδίνηση όλων ξεκινάει εκεί που το παρελθόν και το παρόν γίνονται ένα, όπως και η φαντασία με την πραγματικότητα…
Η ταινία, με ένα ακόμη ατού το μοντάζ του Γιώργου Μαυροψαρίδη, έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Tribeca (στο τμήμα “Escape from Tribeca” που φιλοξενεί τις πιο ιδιαίτερες και αταξινόμητες δουλειές δημιουργών απ’ όλο τον κόσμο), και συμμετείχε σε πολλά ακόμη, από το Σίδνεϋ και τη Μελβούρνη ως το Βανκούβερ και το Sitges.
Στην δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του «Arcadia», ο Γιώργος Ζώης φεύγει από το παράξενο “παιχνίδι” του ντεμπούτου του «Interruption», κι ανοίγει πανιά στη θάλασσα του μεταφυσικού, της ποίησης και μιας υπόγειας τρυφερότητας που απλώνεται απαλά σαν πάχνη στην καρδιά σου. Οι μικροί θάνατοι της ζωής μας -οι ενοχές, οι τύψεις, τα λάθη μας και ναι, τα εγκλήματά μας-, μπορούν να είναι πιο οδυνηροί και από τον μεγάλο ακόμη… Τους κουβαλάμε πάνω μας μέχρι το τέρμα και ίσως εκεί βρούμε τη λύτρωση, πίνοντας ένα ποτό παρέα με τα φαντάσματά μας: Ένα θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα αναστατώνει τη χειμωνιάτικη ραστώνη του τουριστικού θέρετρου. Ο Γιάννης (Βαγγέλης Μουρίκης) κι η Κατερίνα (Αγγελική Παπούλια) καταφθάνουν σοκαρισμένοι για να αναγνωρίσουν το θύμα στο τοπικό νοσοκομείο. Μαζί αλλά και χωριστά, θα προσπαθήσουν να συνδέσουν κομμάτια του παζλ της ζωής που χάθηκε, ερχόμενοι αντιμέτωποι με μια σειρά από αναπάντεχες αποκαλύψεις. Και δεν είναι οι μόνοι. Στο απόκοσμο μπαρ της περιοχής, το «Αρκάντια», η Κατερίνα θα συναντήσει μια αλλόκοτη συντροφιά από απροσδόκητους συνοδοιπόρους… Η απώλεια, η μνήμη, τα μυστικά και τα ψέματα χορεύουν εκεί, στην σκοτεινή, ξεχασμένη ατμόσφαιρα του παραθαλάσσιου μπαρ, αλλά είναι τελικά τόσο δυνατό το κύμα της αγάπης που τα σαρώνει όλα. Το φράγμα του Μαραθώνα κινηματογραφημένο όπως ίσως ποτέ δεν ξαναδούμε, πρωταγωνιστεί κι αυτό στην ιστορία, η μελαγχολία της φωτογραφίας (Κωνσταντίνος Κουκουλιός) σε διαπερνά, η θαυμάσια μουσική (Petar Dundakov) σου παίρνει την ψυχή, με αποκορύφωμα όταν το πολυφωνικό «Μόλις Κοιμηθεί το Κύμα» καταλαμβάνει το “χώρο”, λίγο πριν το τόσο ταιριαστό στο στόρυ «Άσε με Να φύγω» της Αλέκας Κανελλίδου, κλείσει την κουρτίνα σε αυτήν την «στοιχειωμένη ιστορία αγάπης»…
Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα Encounters του 74ου Φεστιβάλ Βερολίνου και ανάμεσα στα ταξίδια της στον κόσμο πήρε Βραβείο σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ του Σαράγεβο, Βραβείο ανδρικής ερμηνείας στο φεστιβάλ του Χονγκ Κονγκ για τον Βαγγέλη Μουρίκη, υποψηφιότητα στην τελική λίστα των βραβείων της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου και τρία βραβεία μουσικής.
Οι τρεις δημιουργοί, συναισθηματικά φορτισμένοι για την ελληνική τους πρεμιέρα, λένε δυο λόγια στην Popaganda για το όνειρό τους, την εμπειρία και το ταξίδι της ταινίας τους στον κόσμο, αλλά και την μαγική στιγμή που θα την δουν πρώτη φορά οι δικοί τους άνθρωποι στη χώρα που γεννήθηκαν.
Τι ήταν εκείνο που σας έδωσε την ιδέα ή την αφορμή να εμπνευστείτε αυτή την ταινία;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΑΚΟΣ: Η αρχική έμπνευση ξεκίνησε από το βασικό location της ταινίας, που είναι ένα αγρόκτημα το οποίο υπάρχει στην πραγματικότητα. Είναι ένα μέρος που γνωρίζω πολύ καλά και για πολύ καιρό, καθώς ανήκει στον πατέρα της γυναίκας μου. Πάντα γράφω τους ρόλους έχοντας στο μυαλό μου από την αρχή ποιος ηθοποιός θα παίξει τι και αυτό είναι κάτι που με βοηθάει πολύ. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που έγραψα πάνω σε ένα συγκεκριμένο location, έτσι που είναι κι αυτό ένας ρόλος στην ταινία. Το αγρόκτημα είναι κυρίαρχο τόσο στη δραματουργία, όσο και στην αισθητική και το ύφος της ταινίας. Παράλληλα, το σενάριο βασίζεται σε πραγματικούς ήρωες και τις πραγματικές τους ιστορίες. Ήθελα να πω μια ιστορία κατά την οποία κάποιος καλείται να φέρει το βάρος μιας ευθύνης για την οποία ο ίδιος δεν είναι υπεύθυνος. Έτσι κι αλλιώς, η ανάληψη της ευθύνης τόσο σήμερα, όσο και διαχρονικά είναι ένα ζήτημα που με αφορά, είναι κάτι που γενικά οι άνθρωποι αποφεύγουν και προτιμούν τη συγκάλυψη των μικρών και των μεγάλων τους εγκλημάτων, όπως ακριβώς συμβαίνει και στο «Κρέας».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΕΣΛΕΜΕΣ: Ας πούμε ότι η ταινία έχει δυο αφετηρίες. Η μια είναι κυρίως ημεδαπής προέλευσης, οι παθογένειες της ελληνικής οικογένειας μέσα από ένα άλλο πρίσμα. Την άλλη θα την έλεγα ξενόφερτη. Τα «Λουλούδια» εμπνέονται από τη ζωή όσο και από το ίδιο το σινεμά. Τα φιλμ επιστημονικής φαντασίας του ’70 και του ’80 αλλά και οι αμερικανικές παιδικές περιπέτειες εκείνης της εποχής συνομιλούν με τη ταινία. Στα φιλμ του Σπίλμπεργκ ή του Τζο Ντάντε άλλωστε, πρωταγωνιστούν τα νεαρά μέλη δυσλειτουργικών οικογενειών. Στην έκβαση των ιστοριών, στο φινάλε της περιπέτειας, οι οικογένειες με τρόπο μαγικό θα λύσουν τα προβλήματά τους. Τις αγαπώ αυτές τις ταινίες. Όμως στη δική μου περίπτωση, το μέλλον αυτής της οικογένειας μοιάζει αβέβαιο, ερεβώδες και αποπνικτικό…
ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΩΗΣ: Το σενάριο ξεκίνησε σαν τρεις ιστορίες χωρισμού σε τρεις διαφορετικές χώρες. Τελικά για διάφορους λόγους, εστίασα στην τρίτη ιστορία, οπότε και το τοπίο έμπνευσης είναι θολό, κάπου ανάμεσα σε ένα σενάριο παλιό και στο 1/3 του, σε ένα τεμαχισμένο μου εαυτό στο παρελθόν και σε έναν άλλον πιο πρόσφατο. Παράλληλα θυμάμαι κάποια στιγμή να συνδέω στο μυαλό μου την απώλεια μιας αγάπης με την γέννηση ενός φαντάσματος…
Πόσο δύσκολη στάθηκε η πραγματοποίησή της ταινίας και ποια ήταν η πιο χαρούμενη στιγμή που νιώσατε κατά τη διάρκεια ή στο τέλος της δημιουργίας της;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΑΚΟΣ: Η πραγματοποίηση μιας μη εμπορικής ταινίας, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και πανευρωπαϊκά, είναι όλο και πιο δύσκολη, όλο και πιο χρονοβόρα. Δεν πρωτοτυπήσαμε λοιπόν! Περιμέναμε κι εμείς κάποια χρόνια για την υλοποίηση της, ίσως λιγότερα από τον μέσο όρο. Γι’ αυτό και χρειάζεται μεγάλη υπομονή και ψυχραιμία και ένα θέμα που να σε καίει να το πεις, για να μη ξενερώσεις από την όλη διαδικασία. Αυτό είναι κάτι που δεν είναι καθόλου εύκολο. Η πιο χαρούμενη στιγμή ήταν σίγουρα όταν ξεκινήσαμε πλέον τα γυρίσματα, που είδα ότι πράγματι συμβαίνει! Κι άλλη μια στιγμή που θα ξεχώριζα είναι η πρεμιέρα μας στο Τορόντο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΕΣΛΕΜΕΣ: Ήταν μια πολυετής μάχη με τον εαυτό μου και με τους άλλους. Δεν ξέρω αν κέρδισα το πόλεμο… αλλά έμαθα κάτι για τη ζωή. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν να έρχονται αντιμέτωποι με αυτά που τους τραυματίζουν. Με χαρακτήρες που δεν θα οδηγηθούν ποτέ σε κάποια εξιλέωση ή μετάνοια, που δεν θα αλλάξουν ποτέ, με εικόνες που μπορεί να έχουν και να μην έχουν νόημα, με το ότι μπορούμε να παίρνουμε σοβαρά τη ζωή αλλά και να γελάμε ταυτόχρονα μαζί της. Αυτή είναι η ταινία. Και μπορεί να σε κάνει να νοιώσεις άσχημα και όμορφα μέσα στην ίδια σκηνή. Και για αυτό είμαι πολύ περήφανος που την έκανα, χωρίς κανένα συμβιβασμό και καμία αίσθηση αυτολογοκρισίας. Με συνοδοιπόρους φυσικά -όλα αυτά τα χρόνια – και την αγάπη τους και τον ενθουσιασμό τους και τους πόρους και την τρέλα τους.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΩΗΣ: Από την στιγμή που είχα το τελικό σενάριο, πέρασαν τρία χρόνια για να ολοκληρώσω την ταινία. Μέχρι να φτάσω εκεί ήταν ένα μεγάλο rollercoster συναισθημάτων, έντονων παθών και σεναριακών αναζητήσεων. Θυμάμαι μια στιγμή, όταν μετά από μια ημέρα συνεχούς βροχής στον Μαραθώνα όπου ο δυνατός άνεμος σήκωνε το νερό από το φράγμα και μας μαστίγωνε για εννιά ώρες συνεχόμενα, βγάλαμε τα ρούχα μας σε ένα εγκαταλειμμένο καφέ, για να αχνίζουν πάνω στις σόμπες. Και όλη αυτή την ώρα που προσπαθούσαμε να ανακτήσουμε την κανονική θερμοκρασία των σωμάτων μας, χανόμασταν γελώντας και τουρτουρίζοντας ημίγυμνοι ανάμεσα στους υδρατμούς από τα δεκάδες βρεγμένα ρούχα. Δεν ξέρω αν ήταν η πιο χαρούμενη, ήταν πάντως μια μαγική στιγμή που έχει να κάνει και με τον limbo κόσμο της ταινίας.
Η εμπειρία των ξένων φεστιβάλ ήταν αυτό που περιμένατε; Τι αποκομίσατε από τα συγκεκριμένα ταξίδια σας -ακόμη κι αν έχετε ξαναπάει με προηγούμενες ταινίες- για την μελλοντική πορεία σας στο σινεμά;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΑΚΟΣ: Η εμπειρία του Τορόντο ήταν εκπληκτική. Είναι ένα φεστιβάλ που αγκαλιάζει τους δημιουργούς, είχαμε φανταστική φιλοξενία και οι προβολές μας εκεί πήγαν εξαιρετικά. Πολύ όμορφη ήταν και η εμπειρία του Μονπελιέ, όπου η ταινία τιμήθηκε και με το βραβείο καλύτερης μουσικής για τον συνθέτη της, Κωνσταντή Πιστιόλη. Η παρουσία μιας ταινίας σε μεγάλα φεστιβάλ, εκτός από τη μεγάλη σημασία που έχει για το “βιογραφικό” της, δίνει και την αίσθηση στον δημιουργό μιας αναγνώρισης, ότι κάτι τελικά μπορεί και να έχει κάνει καλά! Και σίγουρα είναι μια ώθηση για να συνεχίζουμε σε επόμενα σχέδια, συν του ότι, πρακτικά, γίνονται γνωριμίες με ανθρώπους που θα είναι οι μελλοντικοί μας συνεργάτες. Πολλές φορές σε φεστιβάλ, επειδή σε κάποιους άρεσε κάποια ταινία μου, έτυχε να προκύψουν συνεργασίες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΕΣΛΕΜΕΣ: Είναι αλήθεια ότι δε ξέρεις τι ακριβώς ταινία έχεις κάνει μέχρι να βγεις στη «γύρα». Ταξίδεψα για μήνες έξω και πέρα από το χρόνο, παρέα με τα λουλουδάκια μου. Τι να πω, καύσιμο είναι τα ταξίδια αυτά για να κάνεις και άλλες ταινίες, να βουτήξεις στις ταινίες των άλλων, να καταλάβεις που τοποθετείσαι στη ζωή και στο ίδιο το σινεμά. Και εδώ πέφτουν τα βιολιά.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΩΗΣ: Για μένα είναι μεγάλη τύχη να κάνεις την πρεμιέρα σου σε ένα μεγάλο φεστιβάλ έξω, γιατί πρώτα έρχεσαι σε επαφή με το διεθνές κοινό του σινεμά και δεν περιορίζεσαι στο φεστιβαλικό ταβάνι της χώρας σου. Γιατί η ταινία είναι επικοινωνία και θέλεις να επικοινωνήσει παγκοσμίως και αυτό είναι ακριβώς που αποκομίζεις: μια ζωντανή συνδιαλλαγή με συναδέλφους και θεατές που έχουν τελείως διαφορετικές παραστάσεις από σένα και ποτέ σου δεν θα περίμενες ότι θα γνωρίσεις. Η μελλοντική μου πορεία είναι νομίζω θέμα περισσότερο ξεχωριστής έμπνευσης και τόλμης στην φόρμα και στη γραφή παρά επαναλαμβανόμενων ταξιδιών στα φεστιβάλ. Στα πρώτα εύχομαι και στοχεύω.
Η προβολή στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και η πρώτη συνάντηση με το ελληνικό κοινό τι σημαίνει για εσάς;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΑΚΟΣ: Το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης παίζει ξεχωριστό ρόλο σε κάθε Έλληνα δημιουργό. Νιώθω μεγάλη χαρά και τιμή για τη συμμετοχή μας, θα είμαι στις προβολές παρέα με τους συντελεστές και φίλους, πόσο μάλλον που η πρεμιέρα μας γίνεται στο ιστορικό «Ολύμπιον». Έχω ενθουσιασμό, αλλά και αγωνία για το πως θα αντιδράσει το ελληνικό κοινό. Γενικά το κοινό με αφορά. Η κάθε ταινία πιστεύω έχει το δικό της κοινό, όποιο κι αν είναι αυτό: μικρό, μεγάλο, περισσότερο ή λιγότερο σινεφίλ ή οτιδήποτε άλλο. Το κοινό είναι για μένα η απαραίτητη αλυσίδα, για να κλείσει η πορεία/διαδικασία μιας ταινίας. Ξεκινάει από τον δημιουργό και καταλήγει στο κοινό, οπότε είναι κάτι που θεωρώ ότι πάντα θα πρέπει να μας αφορά. Δημιουργός και κοινό έχουν μια αμφίδρομη σχέση κι αν από το ένα υπάρξει αδιαφορία, το άλλο θα του γυρίσει την πλάτη. Είναι ένα φυσικό επόμενο, όπως συμβαίνει σε κάθε είδους σχέση.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΕΣΛΕΜΕΣ: Δε θα πω ψέματα. Από την πρεμιέρα της ταινίας τον Ιούνιο (σ.σ. στην Tribeca) έχω να νοιώσω έτσι. Τώρα, αντιμέτωπος με αυτούς που μιλάνε τη γλώσσα της ταινίας, που ίσως να τους αφορά και λίγο παραπάνω, με ένα κοινό που είναι και οι φίλοι μου και οι συνάδελφοι και η οικογένειά μου μέσα, ε νοιώθω ταραχή. Και απαντώ σε κάτι από πριν. Οι πιο χαρούμενες στιγμές της διαδικασίας ήταν το ίδιο το γύρισμα της ταινίας και αυτή η επαφή με το κοινό τώρα. Και στο τέλος της ημέρας λέω, όπως είπε και ο Εντ Γουντ κάποτε σε κάποιον έξαλλο θεατή: «Μην ανησυχείτε, η επομένη ταινία μου θα είναι καλύτερη».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΩΗΣ: Ακριβώς λοιπόν μετά από αυτό το μεγάλο ταξίδι, μπορώ με μια γλυκιά αγωνία και με μεγάλη ανυπομονησία, να δείξω την ταινία μου στην χώρα μου. Για μένα είναι μια δεύτερη πρεμιέρα και η πιο φορτισμένη ίσως. Και θέλω να πιστεύω ότι θα είναι πιο συγκινητική από όλες τις υπόλοιπες προβολές, γιατί θα μπορέσω να την μοιραστώ με τους ανθρώπους που την κάναμε μαζί και με ένα κοινό που μιλάει την ίδια γλώσσα με τους ήρωες της ταινίας.
«Κρέας»
Ελληνική πρεμιέρα | Προβολές
Δευτέρα 4.11 / Ολύμπιον / 17:00 / QA
Σάββατο 9.11 / Τζον Κασσαβέτης / 22:00 / QA
Προβολές Online: 5/11/2024 – 10/11/2024
«Αγαπούσε Τα Λουλούδια Περισσότερο»
Ελληνική πρεμιέρα | Προβολές
Τρίτη 5.11 / Ολύμπιον / 17:00 / QA
Πέμπτη 7.11 / Τζον Κασσαβέτης / 22:00 / QA
Προβολές Online: 6/11/2024 – 10/11/2024
«Arcadia» του Γιώργου Ζώη
Ελληνική πρεμιέρα | Προβολές
Πέμπτη 7.11 / Ολύμπιον / 17:00 / QA
Παρασκευή 8.11 / Τζον Κασσαβέτης / 22:00 / QA
==============
Συντελεστές «ΚΡΕΑΣ»
Σενάριο-Σκηνοθεσία Δημήτρης Νάκος / Διεύθυνση φωτογραφίας Γιώργος Βαλσαμής / Μοντάζ Λάμπης Χαραλαμπίδης / Ήχος Νίκος Έξαρχος / Μουσική Κωνσταντής Πιστιόλης / Κοστούμια Βασιλεία Ροζάνα / Σκηνικά Κυριακή Τσίτσα / Μακιγιάζ Εύη Ζαφειροπούλου
Παραγωγός Θάνος Αναστόπουλος / Παραγωγή Φαντασία Οπτικοακουστική ΕΠΕ / Συμπαραγωγή ΕΚΚ, ΕΡΤ, ΕΚΟΜΕ, Foss Productions / Συμπαραγωγοί Στέλιος Κοτιώνης, Δημήτρης Νάκος / Executive producer Στέλλα Θεοδωράκη / Ελλάδα, 2024 / 104’
Παίζουν: Ακύλλας Καραζήσης, Κώστας Νικούλι, Παύλος Ιορδανόπουλος, Μαρία Καλλιμάνη, Γιώργος Συμεωνίδης, Ναταλία Swift
=============
Συντελεστές «ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ»
Σκηνοθεσία Γιάννης Βεσλεμές / Σενάριο Γιάννης Βεσλεμές, Δημήτρης Εμμανουηλίδης / Διεύθυνση φωτογραφίας Χρήστος Καραμάνης / Μοντάζ Γιώργος Μαυροψαρίδης / Μουσική Γιάννης Βεσλεμές / Ήχος Νίκος Έξαρχος, Περσεφόνη Μήλιου, Κώστας Βαρυμποπιώτης / Κοστούμια Άλκηστις Μάμαλη / Σκηνικά Έλενα Βαρδαβά / Μακιγιάζ Ιωάννα Λυγίζου
Παραγωγός Φένια Κοσοβίτσα / Παραγωγή Blonde / Συμπαραγωγή Faliro House Productions, Rumblefish, ΕΚΚ, ΕΡΤ / Με την υποστήριξη EKOME, Creative Europe Media, !F Sundance Istanbul Lab, Frontières International Co–production Market / Συμπαραγωγοί Alexis Perrin / Executive Producers Χρήστος Κωνσταντακόπουλος, Ανδρέας Ζουπάνος Κρητικός, Ant Timpson / Ελλάδα, Γαλλία, 2024 / 86’
Παίζουν Πάνος Παπαδόπουλος, Γιώργος (Τζούλιο) Κατσής, Άρης Μπαλής, Sandra Abuelghanam Sarafanova, Αλεξία Καλτσίκη, Dominique Pinon
=============
Συντελεστές «ARCADIA»
Σκηνοθεσία Γιώργος Ζώης / Σενάριο Κωνσταντίνα Κοτζαμάνη, Γιώργος Ζώης / Διεύθυνση φωτογραφίας Κωνσταντίνος Κουκουλιός / Μοντάζ Γιάννης Χαλκιαδάκης / Μουσική Petar Dundakov / Ήχος Aleksandar Simeonov / Κοστούμια Βασιλεία Ροζάνα / Σκηνικά Έλενα Βαρδαβά
Παραγωγός Αντιγόνη Ρώτα, Μαρία Δρανδάκη, Στέλιος Κοτιώνης / Παραγωγή Foss Productions, Homemade Films / Συμπαραγωγή Red Carpet, ΕΚΚ / Συμπαραγωγοί Veselka Kiryakova / Ελλάδα, Βουλγαρία, 2024 / 99’
Παίζουν: Βαγγέλης Μουρίκης, Αγγελική Παπούλια, Έλενα Τοπαλίδου, Νικόλας Παπαγιάννης, Βαγγέλης Ευαγγελινός, Αστέριος Ρημαγμός, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Έλενα Μαυρίδου, Φλομαρία Παπαδάκη, Γιώργος Μπινιάρης, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Δάφνη Ιωακειμίδου Πατακιά, Μαρία Διακοπαναγιώτου, Νίκος Γεωργάκης κ.α.