Ειδικοί των φεστιβάλ και κοινό, κάνουν λόγο για 20K στη χθεσινοβραδινή αιθέρια και μεγαλειώδη συναυλία των Florence + The Machine, προτού καν ξεκινήσει. Είχαν πέσει μέσα. Από τις 17:30 ο κόσμος ήταν εντυπωσιακά πολύς στην Πλατεία Νερού για τη μεγάλη μέρα του Ejekt Festival 2023,. Αγόρια και κορίτσια με λουλούδια στα μαλλιά, γκλίτερ, μακριά φορέματα και νυφικά, είχαν βρεθεί από νωρίς κάτω από τον καυτό ήλιο για να απολαύσουν την αγαπημένη τους Florence Welch, αλλά και τα συγκροτήματα που προηγήθηκαν, τα οποία διαμόρφωσαν μία γεμάτη – από κάθε άποψη – φεστιβαλική εμπειρία.
Γράφει η Λουίζα Σολομών-Πάντα
Το αγαπημένο μου αθηναϊκό indie-rock γκρουπ, Royal Arch, βρίσκεται ήδη στη σκηνή και δίνει τη θερμή – κυριολεκτικά και μεταφορικά – εκκίνηση της μέρας. Παρακολουθώντας τους αρκετά στενά τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, παρατηρώ πως κάθε τους εμφάνιση είναι ισοδύναμη της εξέλιξης. Έχοντας κάνει πολλές πρόβες και γι’ αυτό το live τους, τα αγόρια (τα περισσότερα ίσα που έχουν πατήσει τα 20) χάρισαν μία δυναμική εμφάνιση με άρτιο performance, στον κόσμο που είχε έρθει από αργά το μεσημέρι για να τους απολαύσει.
Στο διάρκειας μισής περίπου ώρας σετ τους, έπαιξαν αγαπημένα single τους αλλά κομμάτια από το επερχόμενο ντεμπούτο άλμπουμ, ανάμεσα στα οποία βρέθηκαν τα “Why don’t you? (Let it all go)”, “Night after night”, “Glittering light on water”, “The roots of your down fall και “La nuit”. Ανατρέχοντας στην περσινή τους φεστιβαλική εμφάνιση στο Release Athens, με headliners τους Nick Cave & The Bad Seeds, το σύνολο του χθεσινού performance τους ήταν σημαντικά αρτιότερο, από το παίξιμό τους μέχρι τη διάδραση με τον κόσμο και την αυτοπεποίθηση που εξέπεμπαν on stage.
Σειρά να λουστούν με ιδρώτα, έχουν τα πολυσυζητημένα Goat Girl. To φεμινιστικό post-punk συγκρότημα από τη Μ. Βρετανία, δεν έχει στη σύνθεσή του ετεροκανονικούς άντρες, ενώ μέσα από τους στίχους του και τον δημόσιο λόγο του, τάσσεται κατά της πατριαρχικής καταπίεσης που βιώνουν οι θηλυκές και non binary ταυτότητες ανά τον κόσμο. Όταν κυκλοφόρησαν το ομώνυμο ντεμπούτο τους σε παραγωγή του Dan Carey (Foals, Fontaines DC, Wetleg, κλπ.) το 2018, όλα τα μέλη τους ήταν κάτω των 20 ετών κι όμως, μας προσέφερε έναν δίσκο που εντυπωσίασε τόσο για τον κοινωνικό σχολιασμό όσο και με την punk/goth/country αισθητική του.
Χωρίς να έχει την ανάγκη να δώσει έμφαση στο στυλιστικό κομμάτι του performance του, το τετραμελές γκρουπ βρέθηκε στη σκηνή για 40 περίπου λεπτά, κινούμενο ανάμεσα σε κομμάτια που στις ρίζες τους είχαν ηλεκτρονικά, pop και rock στοιχεία, τα οποία χαρακτήρισαν την επόμενη δισκογραφική κυκλοφορία τους. Τα hits “The Man” (με το οποίο και ξεκίνησαν το live), “The Crack”, “Cracker Drool”, και το “Sad Cowboy” με το οποίο μας αποχαιρέτησαν, τραγουδήθηκαν από τους fans που βρέθηκαν ανάμεσα στο κοινό. Ακόμα και όσοι δεν γνώριζαν τα Goat Girl, φάνηκε να περνούν καλά και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που μετά το πέρας του live, εκδήλωσαν την επιθυμία να τ@ ακούσουν περισσότερο.
Το ομολογώ: Περισσότερο από τους Editors, ακόμα και από τη Florence, βρέθηκα στο Ejekt Festival για να δω από κοντά το all female, indie-rock φαινόμενο από το Λος Άντζελες, που ακούει στο όνομα Warpaint. Μετρώντας σχεδόν 20 χρόνια πορείας, τα κορίτσια δεν σταματούν να εντυπωσιάζουν το κοινό με τις εξαιρετικές παικτικές τους ικανότητες – όπου κι αν βρεθούν. Το συγκρότημα έχει καταφέρει να αναπτύξει μέσα στον χρόνο έναν εντελώς δικό του ήχο, με βάση το indie, το art-rock και την dreampop, και να παίξει στα μεγαλύτερα stages του εξωτερικού. Χαρακτηριστικά, έχουν μοιραστεί τη σκηνή με κορυφαία ονόματα όπως οι Τhe ΧΧ και οι TV Οn Τhe Radio.
Στα 50 περίπου λεπτά που διήρκησε η χθεσινή εμφάνισή τους, μας παρουσίασαν ένα πλούσιο σετ το οποίο απαρτίστηκε από παλιά και νέα κομμάτια τους. Ο ήχος των Warpaint ήταν κρυστάλλινος και εγώ δεν μπορούσα να ξεκολλήσω το βλέμμα μου από το μαεστρικό παίξιμο της ντράμερ, Stella Mozgawa, το οποίο ήταν τόσο δεμένο και ταυτόχρονα πολύ απελευθερωτικό. Το ελληνικό κοινό είχε την ευκαιρία να δει ζωντανά μία από τις καλύτερες ντράμερ παγκοσμίως και ένα γκρουπ που στο σύνολό του, εξακολουθεί να ξεχωρίζει και να αποκτά νέους fans, χωρίς να έχει την ανάγκη να εκτεθεί στα φώτα της δημοσιότητας. Ανάμεσα στα κομμάτια που έπαιξαν, βρέθηκαν τα “Stars”, “Champion”, “Hard to Tell You”, “Love Is to Die”, “Undertow”, “Whiteout” και “Send Nudes”.
Γράφει ο Δημήτρης Πάντσος
Θυμάσαι την πρώτη καραντίνα; Τη δεύτερη; Θυμάσαι μήπως αν σου άφησε κάποιο κουσούρι; Εγώ θυμάμαι. Ένα και ιδιαιτέρως περίεργο. Μια αδιανόητη, απροσδόκητη, out of this world ανάγκη να επιστρέψω σε συναυλία των editors -αυτούς δηλαδή που είχα ορκιστεί μετά από τις συνεχόμενες επισκέψεις τους στα μέρη μας να αποφεύγω σαν ο διάολος το λιβάνι. Η υποψία και μόνο πως ήταν θέμα χρόνου να ξεκινήσουν και περιοδεία εντός Ελλάδας, σαν μια γλυκεία συνέχεια των Scorpions των James και των Puressence έμοιζε με μαύρη τρύπα έτοιμη να με καταπιεί. Στην καραντίνα όμως συνέβη το αλλόκοτο. Προτιμούσα να ακούω στο repeat τις μελωδίες τους, να χορεύω στα κιθαριασμένα beat τους, να ανοίγω νέους λογαριασμούς με τη φωνή του Tom Smith ειδικά όταν αυτή μελαγχολούσε πάνω σε ένα έρωτα που όλως τυχαίως άνθιζε εντός και εκτός σπιτιού. Και κάπως έτσι η ανάγκη έγινε απωθημένο και το απωθημένο βαθιά επιθυμία. Και κάπως έτσι αρκετή ώρα πριν την εμφάνιση των Μπερμιγχαμέων ήμουν στη θέση μου, σχετικά μπροστά, για να ξεμπερδέψω με τις υποσχέσεις που έδωσα στον εαυτό μου και έτσι μετά να προχωρήσω τη ζωή μου.
Οι Editors δεν ήταν ακριβώς αυτό που μάλλον περίμενα. Στο ιδεατό μου συναυλιακό εντιτορόβραδο θα αντάλλαζα το Strawberry Lemonade με το Cold, το Ocean of Night με το Life of a fear, το Picturesque με το A ton of love θα έβαζα πριν το Sugar το Boxes και θα στρίμωχνα κάπου εκεί ανάμεσα το Banging Heads, το No harm και το Every Little Piece. Θα άφηνα στην άκρη τις τελευταίες κυκλοφορίες και θα κοίταγα περισσότερο προς τα πίσω. Παραδόξως όμως, τελικά, δεν θα ήθελα αυτή η εμφάνιση, να είναι κάτι άλλο ούτε στο ένα της δευτερόλεπτο. Της το χαρίζω. Γιατί ο -έτοιμος από πριν;- ιδρώτας του Τομ με συγκίνησε, όπως με συγκινούν σταθερά και οι εκλεπτυσμένες αιθέριες φιγούρες του έτσι όπως λιώνουν πάνω στο βλέμμα. Γιατί ξετρελάθηκα με τη διασκευή στο Killer των Adamski/Seal- πόσο δική τους, πόσο αντιστοιχισμένη, πόσο εντιτορκαταραμένη. Γιατί εννοείται πως έκαψα μέση και πόδια όταν οι νότες του An End Has a Start, Munich, και Papillon με χτύπησαν σαν ερωτικά σκάγια που βρήκαν κατευθείαν στόχο- παραδόξως βρήκα την «πεσμένη» διασκευή του Sugar ιδιαιτέρως εμπνευσμένη και θεμιτή, ειδικά όταν κατάλαβα πως η μελαγχολία δεν ήταν το μουσικό ζητούμενο της εμφάνισης. Και γιατί όλα ήταν όπως έπρεπε πάνω στη σκηνή- κι ας άργησε ο ήχος να ξεμπουκώσει από όλα αυτά που τον μπούκωναν. Απλά…
…Ο (περισσότερος) κόσμος ξεκάθαρα δεν είχε έρθει για αυτούς. Και φάνηκε. Όταν άφησε το coolness για το yesteria το σετ είχε σχεδόν τελειώσει.
Το No Sound but the wind, τον βασικό λόγο για τον οποίο κατέβηκα στη Πλατεία Νερού αυτό το απόγευατόβραδο, δεν το είχαν στο πρόγραμμα. Χρειάστηκε μόνο ένα μισάωρο για να καταλαγιάσει ο καημός και η πίκρα μέσα μου. Η μάγισσα που ακολούθησε και που είχα την εντύπωση πως είχα ξεμπερδέψει για πάντα μαζί της, είχε να μου πει δύο τρία λογάκια. Και να με βάλει στη θέση μου. Όπως μου άξιζε. Ευτυχώς!
Γράφει η Αντιγόνη Πάντα-Χαρβά
Πόσο έχει αλλάξει αυτή η γυναικάρα από την πρώτη της συναυλία στην Αθήνα το 2009, που εμφανίστηκε στο Synch Festival στην Τεχνόπολη μπροστά σε 300-400 άτομα! Είχε μόλις κυκλοφορήσει το άλμπουμ Lungs και ήμασταν πολλοί που είχαμε πάθει χαμό με αυτό που ακούγαμε και βλέπαμε. Κάτι που συνέβη και εκείνο το βράδυ στην Τεχνόπολη. Ένα βράδυ για το οποίο έχουμε να λέμε ακόμα όσοι ήμασταν εκεί, ότι το μεγαλύτερο μέρος του κοινού έφυγε από τη σκηνή που θα έβγαινε η Florence και πήγε στην άλλη για να δει δεν θυμάμαι καν τι. Ευτυχώς όπως καταλαβαίνετε, ήμουν σε αυτούς που έμειναν και απόλαυσαν αυτό το αιθέριο ξωτικό να σκορπάει τη μαγεία του απλόχερα.
Κάτι που έκανε και τις επόμενες φορές που βρέθηκε στην Αθήνα αλλά και την Κυριακή στην Πλατεία Νερού. Ήταν άπειρα τα Φλορενσόπαιδα γύρω μου με τα λουλούδια στα μαλλιά τους, τα ριχτά φορέματα και το γκλίτερ παντού. Και ήταν άπειρη η συγκίνηση που θυμήθηκα ότι νεότερη κι εγώ ντυνόμουν ανάλογα με το στυλ του εκάστοτε καλλιτέχνη για να γίνω ένα μαζί του. Κρύβει μια γλυκιά αθωότητα, μια ανεμελιά και έναν υπέροχο αυθορμητισμό όλο αυτό που μόνο στις συναυλίες πλέον μπορώ και ξαναβρίσκω τόσο έντονα, από τους νεότερους φανς.
Ήταν εμφανές από νωρίς ότι το μεγαλύτερο μέρος του κοινού ήταν εκεί για τη Φλο, όχι μόνο από τα ρούχα και τα αξεσουάρ αλλά και από την ανταπόκρισή τους στα υπόλοιπα ονόματα, η οποία ήταν μέτρια. Και όταν σκοτείνιασε και ΕΚΕΙΝΗ βγήκε στη σκηνή (την οποία σκηνή είχαν στολίσει στο διάλειμμα με λουλούδια και κηροπήγια), χρειάστηκε μόνο να στηθεί ακούνητη με τα χέρια ψηλά και τα μανίκια του φορέματος ανοιχτά μέχρι επάνω σαν φτερά αγγέλου, για να γίνει πανζουρλισμός. Και ας ήμασταν όλοι κολλημένοι μεταξύ μας (ναι, είχε πάρα πολύ κόσμο).
Ο ήχος καμπάνα, η φωνή της αψεγάδιαστη, δυνατή, αντηχούσε απ’ άκρη σ’ άκρη και δεν ξέραμε αν θέλουμε να χορέψουμε μαζί της ή να μείνουμε για πάντα να τη χαζεύουμε να οργώνει ξυπόλητη τη σκηνή με το στόμα ανοιχτό. Και όταν άνοιγε το στόμα της για να μας μιλήσει με αυτή την παιδική, εύθραυστη φωνή (που καμία σχέση δεν έχει με τη φωνή της όταν τραγουδάει), σαν μικρό αερικό, στις οθόνες βλέπαμε πρόσωπα δακρυσμένα από το κοινό.
Και τα δάκρυα δεν σταμάτησαν εκεί αφού ο τρόπος που αλληλεπιδρά με τους φανς της είναι μοναδικός, γίνεται ένα μαζί τους, τους μιλάει πρόσωπο με πρόσωπο, τους φιλάει, γέρνει επάνω τους και τους αφήνει να την αγκαλιάσουν και να τη χαϊδέψουν σαν μια Θεά που λατρεύεται με πάθος. Όπως ακριβώς έκανε και χτες. Και εδώ έρχεται η ένστασή μου για το Ηρώδειο. Σίγουρα, αν κάποια ταιριάζει τέλεια στο Ηρώδειο είναι η Florence, δεν θα πω όχι, αλλά η μαγεία που συντελείται όταν έχει όρθιο το κοινό στα πόδια της και στην αγκαλιά της, δεν συγκρίνεται με κανένα live που πρέπει το πλήθος να βρίσκεται καθιστό σε απόσταση.
Τρανή απόδειξη και η παραδοσιακή “τελετή” όπως την ονομάζει, στο Dog days are over, όπου ζητάει πάντα από το πλήθος να αρχίσει να χοροπηδάει χωρίς έλεος τη στιγμή που θα δώσει το σινιάλο. Και χτες χοροπηδήσαμε όλοι σαν τρελοί, παρ’ ότι μας είπε ότι αν δεν αντέξουμε με αυτή τη ζέστη να το κάνουμε πάνω από μία φορά δεν θα μας παρεξηγήσει. Ζήτησε να κατεβάσουμε τα κινητά και να ζήσουμε τη στιγμή, και ναι, την ακούσαμε. Ευτυχώς που υπάρχουν και αυτά και θυμόμαστε πώς είναι να πηγαίνεις σε συναυλία και να τη νιώθεις, όχι απλώς να τη βλέπεις μέσα από την οθόνη του κινητού σου.
Μιλούσε διαρκώς ελληνικά και μας ζητούσε να τη συγχωρέσουμε αν δεν τα προφέρει καλά, έλεγε “Αθήνα” και όχι Athens διαρκώς, μας είπε ότι είναι πολύ σημαντικό που βρίσκεται εδώ γιατί οι συναυλίες που έδωσε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2019 ήταν οι τελευταίες πριν χτυπήσει η πανδημία και σταματήσουν τα πάντα. Και μίλησε με τα καλύτερα λόγια για την Ελληνίδα τουρ μάνατζέρ της, χάρη στην οποία, είπε, όλα αυτά είναι εφικτά και μπορούμε να την απολαύσουμε ζωντανά. Αυτή ήταν και η στιγμή που εκθείασε τον δυναμισμό των Ελληνίδων και δέχτηκε για ακόμη μια φορά δυνατά χειροκροτήματα και αγάπη.
Είχε ωραίο setlist η βραδιά. Είχε απ’ όλα. Και King και Ship to Wreck και Free, Queen of Peace, You’ve Got the Love, Kiss With a Fist, Dog Days Are Over, Cosmic Love, Shake It Out και πολλά-πολλά ακόμη. Αλλά είχε και μία ωραία έκπληξη στο encore το οποίο ξεκίνησε με ένα από τα πολύ τρυφερά της τραγούδια, το Never Let Me Go, το οποίο, είχε ορκιστεί το 2011 ότι δεν θα ξαναπαίξουν ποτέ ζωντανά γιατί της θύμιζε μια πάρα πολύ σκοτεινή και τραυματική περίοδο της ζωής της και πράγματι για 10 χρόνια είχε εξαφανιστεί από τα setlist των Florence + The Machine και επανεμφανίστηκε πέρυσι.
Κλείνοντας τη συναυλία με το Rabbit Heart (Raise It Up), ζήτησε από το κοινό να δει κάποιους ανεβασμένους σε ώμους αυτό το βράδυ, να σηκωθούν ψηλά κάνοντας έτσι αυτό το βράδυ μια θυσία στη Θεά Αθηνά (έχει κι αυτή τα θέματά της με τις ιεροτελεστίες, είπαμε νιώθει ιέρεια το κορίτσι και όχι άδικα). Βέβαια πλέον είχε πάει αργά (έπαιξε 2 ώρες παιδιά, όχι αστεία) και δεν είχαν πολλοί την αντοχή για σκαρφάλωμα, αλλά το τραγούδι κράτησε δυνατά.
«Σας αγαπάω Αθήνα» είπε γελώντας σαν ντροπαλό κοριτσάκι πριν υποσχεθεί ότι θα επιστρέψει και μας άφησε με την εικόνα των πυροχάλκινων μαλλιών της να ανεμίζουν μέσα στη νύχτα. Florence Welch, αν μπορεί η μάνατζέρ σου ας σου μεταφράσει το εξής: Έλα ξανά γρήγορα και πάμε μέσα σε ένα δάσος να γίνεις εσύ η ιέρεια στο κέντρο κι εμείς γύρω σου να χορεύουμε αγκαλιά και να γίνουμε ένα με το σύμπαν. Αυτό θα πει Cosmic Love, guuuurl!