Categories: ΘΕΑΤΡΟ

Φεστιβάλ Αθηνών 2019: Ο απολογισμός

Μέχρι πριν από 10 μέρες οι σταθεροί θεατές του Φεστιβάλ Αθηνών, οι λεγόμενοι επαγγελματίες θεατές, μετρούσαμε στα δάχτυλα του ενός χεριού τις παραστάσεις που έκαναν τη διαφορά στο φετινό Φεστιβάλ. Διευκρινίζω: τις θεατρικές παραστάσεις, αυτές που κυρίως παρακολουθήσαμε στην Πειραιώς 260. Και η αίσθηση διαφοροποιήθηκε μόλις τις τελευταίες ημέρες του Φεστιβάλ. Πρώτα με το Kanata  και επειδή κουβαλούσε δύο brand names, του Ρομπέρ Λεπάζ και της Αριάν Μνουσκίν, και επειδή ήταν μια πλήρης παράσταση- και στο τέλος, κυριολεκτικά στο τέλος, με τα «Ερωτευμένα άλογα» της ομάδας «Εν δυνάμει», μια διαφορετική, συγκινητική, παρεμβατική παράσταση, που δικαίωνε απολύτως το φετινό αφιέρωμα του Φεστιβάλ στη διαφορετικότητα.

Επτά οι ξένες θεατρικές παραγωγές. Ανισες ως ποιότητα και αποτέλεσμα η καθεμιά από αυτές. Αλλες φαίνεται να προκρίθηκαν για την εγκυρότητα και τη βαρύτητα του ονόματος του δημιουργού τους (Ρομέο Καστελούτσι, «Η νέα ζωή»), παράσταση που δίχασε ή απογοήτευσε και σίγουρα δεν ήταν από τις καλύτερες στιγμές του μεγάλου σκηνοθέτη, παρότι μας χάρισε και πάλι το ξεχωριστό εικαστικό του περιβάλλον. Αλλες επειδή ο σκηνοθέτης τους κουβαλούσε στη βαλίτσα του έναν αέρα πρωτοπορίας (ή πρόκλησης;) όπως η Ισπανίδα Ανχέλικα Λίντελ, που ενόχλησε τους πολλούς και απογοήτευσε ακόμα και όσους είχαν εντυπωσιαστεί από την προηγούμενη παρουσία της στο Φεστιβάλ πριν από 4-5 χρόνια. Δεν άφησε καμία ιδιαίτερη εντύπωση ο Ελβετός Τομ Λουτς και «Το κορίτσι από το εργοστάσιο της ομίχλης», ενώ η Γερμανίδα Σουζάννε Κέννεντυ με τις «Αυτόχειρες παρθένες» προκάλεσε κυρίως αμηχανία και κενά. Τρεις όμως από αυτές τις επτά παραστάσεις δημιούργησαν μιαν αυτοτελή ενότητα, ως προς το περιεχόμενο αλλά και ως προς τη θεατρική τους γλώσσα. Τρεις παραστάσεις που με μοτίβο και όχημα την καθημερινότητα απλών ανθρώπων, άγγιξαν όχι μόνο την ιστορία του τόπου τους, αλλά και τη μεγάλη Ιστορία και το πώς αυτή επέδρασε στις επιλογές των πολιτών, στις συμπεριφορές τους, στον τρόπο ζωής τους. Ηταν «Οι αγνοούμενοι» του κολομβιανού Mapa Teatro, ένας έξοχος συνδυασμός μαγικού ρεαλισμού και σουρρεαλισμού, που αφηγήθηκε την ιστορία της Κολομβίας τα τελευταία 25 χρόνια του 20ού αιώνα· ήταν η «Σαϊγκόν» της Γαλλοβιετναμέζας Καρολίν Γκυγελά Ενγκυγέν, που εστίασε στην αποικιοκρατία, στην αναγκαστική εξορία, στη μη ενσωμάτωση των Βιετναμέζων που κατέφυγαν στη Γαλλία, στη διαδικασία ενσωμάτωσης του κάθε ξένου, σε κάθε χώρα, κι όλα αυτά μέσα στους χώρους ενός λαϊκού συνοικιακού εστιατορίου· και ήταν, φυσικά, το Kanata του Ρομπέρ Λεπάζ, που ξεφύλλισε καίρια την ιστορία του Καναδά, τη συμπεριφορά των εποίκων απέναντι στους αυτόχθονες κατοίκους, τη αυτάρκεια και την απομόνωση των σύγχρονων αυτοχθόνων, έχοντας για εύρημα την αποτύπωση της ιστορίας στην τέχνη και υλικό τους ηθοποιούς του Θεάτρου του Ηλιου της Αριάν Μνουσκίν. Τρεις παραστάσεις που επέλεξαν την έμπνευση, τη φαντασία και την αλήθεια των ανθρώπων για να μιλήσουν για δύσκολα και σπουδαία θέματα, αφήνοντας εντελώς απ’ έξω τον διδακτισμό και την ανιαρή πολιτικολογία, παρότι μπορεί να θεωρηθούν και πολιτικές παραστάσεις. Ηταν μετά βεβαιότητας όχι μόνο οι τρεις καλύτερες ξένες παραγωγές του φετινού Φεστιβάλ, αλλά και οι τρεις καλύτερες θεατρικές προτάσεις της φετινής φεστιβαλικής χρονιάς. 

«Αυτόχειρες παρθένες» της Σουζάννε Κέννεντυ

Στο ελληνικό θεατρικό πρόγραμμα τα πράγματα ήταν πολύ φτωχά. Από τις εννέα ελληνικές παραστάσεις ξεχώρισαν οι… δυόμιση! Τα «Ερωτευμένα άλογα» σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου, το «Himmelweg (Ο δρόμος για τον ουρανό)» σε σκηνοθεσία Ελενας Καρακούλη για το συγκλονιστικό κείμενο και για το θέμα που άγγιξε ο  Ισπανός Χουάν Μαγιόργκα αλλά και για τον τρόπο θεατρικής πραγμάτωσης της ιστορίας και τα «Καλοκαιρινά μπάνια» του Κώστα Κουτσολέλου και της Βάσως Καμαράτου, που ήταν έτσι κι αλλιώς ένα διαφορετικό θεατρικό είδος, που μέσα στην απλότητά του αυτοσχεδιασμού του άγγιξε σύνθετα θέματα. Υπήρχαν παραστάσεις που είχαν πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία είτε στη σκηνοθεσία είτε στις ερμηνείες, αλλά σκόνταψαν στη δραματουργία και άφησαν μισή ή άνοστη γεύση στους θεατές. Σ’ αυτές περιλαμβάνω τον «Χρύσιππο» σε σκηνοθεσία Θάνου Σαμαρά και κείμενο Δημήτρη Δημητριάδη, τη  «Γιαννούλα την Κουλουρού» σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου και κείμενο Θεοδώρας Καπράλου, και το «Κόντρα στην ελευθερία» σε σκηνοθεσία Βασίλη Μαυρογεωργίου και κείμενο του Καταλανού Εστέβα Σολέρ, με τα περισσότερα αρνητικά πρόσημα στο «Κόντρα στην ελευθερία». Δεν άφησαν κανένα στίγμα στη μνήμη του φεστιβαλικού καλοκαιριού οι «Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου από την ομάδα C. For Circus και «Η Τραγωδία του Βασιλιά Ριχάρδου Γ» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ από την Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων σε σκηνοθεσία Χρήστου Θεοδωρίδη. Δεν πρόλαβα να δω τις «Ξένες πόρτες» σε κείμενο Μάνου Ελευθερίου και σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη, αλλά ευελπιστώ ότι θα συνεχίσει τη διαδρομή της τον χεμώνα. 

«Ηimmelweg (ο δρόμος για τον ουρανό)»

Αρκετοί από τους «ανερχόμενους σκηνοθέτες» του ελληνικού προγράμματος όπως είπε στην απολογιστική συνέντευξη Τύπου ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, είτε δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στους μεγάλους χώρους της Πειραιώς 260 είτε δεν είχαν τον απαιτούμενο χρόνο να δουλέψουν την παραγωγή τους. Είναι η σύγχρονη παθογένεια του ελληνικού θεατρικού τοπίου, με την υπερπροσφορά ηθοποιών και θεατρικών παραγωγών μέσα στη χρονιά, αναγκάζοντας ηθοποιούς και σκηνοθέτες να δουλεύουν ασταμάτητα από τη μια παραγωγή στην άλλη. Το δεύτερο που μπορώ να επισημάνω για το ελληνικό πρόγραμμα είναι η απουσία -και φέτος- της μεσαίας ή της πιο ώριμης γενιάς Ελλήνων σκηνοθετών, που έχουν ίσως την «πολυτέλεια» να μπορούν να αφιερωθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε μια παράσταση και να μην κυνηγούν την καριέρα και τα προς το ζην. Στα θετικά προσμετράται η μείωση των εκδηλώσεων και το συμμάζεμά τους σε χώρους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Ασφαλώς ο νικητής των φετινών εκδηλώσεων του Φεστιβάλ στην Αθήνα ήταν το Ηρώδειο, που μέχρι σήμερα (λείπουν δύο ακόμα εκδηλώσεις) έχουν παρακολουθήσει 79.202 θεατές, ενώ στην Πειραιώς 260 (όπου συμπεριλαμβάνεται και ο χορός) πήγαν 18.433 θεατές. Το Kanata του Ρομπέρτ Λεπάζ στο Μέγαρο Μουσικής παρακολούθησαν 2.440 θεατές, ενώ μέχρι στιγμής στην Επίδαυρο, στα 5 από τα 8 διήμερα της φετινής σεζόν, έχουν ταξιδέψει 52.747 θεατές (τα στοιχεία ανακοινώθηκαν στη συνέντευξη Τύπου, με τη διευκρίνιση ότι δεν υπάρχουν συγκριτικά από την περυσινή σεζόν, αφού δεν έχει ολοκληρωθεί η φετινή). Θεωρώ  αδικημένες τις εκδηλώσεις που εντάσσονται στην ενότητα «Ανοιγμα στην πόλη», που είναι μία από τις θετικές καινοτομίες της διεύθυνσης Θεοδωρόπουλου, τις οποίες φέτος παρακολούθησαν -με ελεύθερη είσοδο- 5.845 θεατές. Νομίζω ότι δεν επικοινωνούνται όπως θα έπρεπε, πέφτουν πάνω σε άλλες εκδηλώσεις και χάνονται. 

Ορέστεια στην Επίδαυρο: ο απολογισμός των φετινών Επιδαυρίων την ερχόμενη εβδομάδα, μετά το τέλος των παραστάσεων

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ήταν συναισθηματικά φορτισμένος στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης όπου βρεθήκαμε για τον απολογισμό. Εμοιαζε να αποχαιρετά το Φεστιβάλ (οι αφίσες που κοσμούσαν τον χώρο από όλα τα χρόνια της δικής του διεύθυνσης αυτό συμβόλιζαν), και την ίδια στιγμή να θέλει να συνεχίσει. Το μόνο που γνωρίζουμε από έγκυρη πηγή είναι ότι η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, έχει έρθει σ’ επαφή μαζί του για να συζητήσουν. Σαν συνολική αποτίμηση της θητείας του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, πάντως, θα μπορούσαμε να πούμε ότι βρήκε τα πατήματά του, διατήρησε το βασικό προφίλ και ύφος που ο Γιώργος Λούκος είχε εντάξει στο Φεστιβάλ, στην Πειραιώς 260 κυρίως και στην Επίδαυρο, και το εμπλούτισε με το Ανοιγμα στην Πόλη και το Λύκειο Επιδαύρου. Σίγουρα το Ηρώδειο ενισχύθηκε και είναι φανερή η δουλειά του σύμβουλου στη μουσική Κώστα Πηλαβάκη, αν και εδώ υπάρχει ένα θέμα: ότι μόνο οι συναυλίες κλασικής μουσικής είναι παραγωγές του Φεστιβάλ. Ολες οι υπόλοιπες, των σύγχρονων καλλιτεχνών, Ελλήνων ή ξένων, είναι παραγωγές ανεξάρτητων εταιρειών. Ομως αυτό έχει αντίκτυπο και στις τιμές των εισιτηρίων και στη δυνατότητα πρόσβασης σε δημοσιογράφους να τις παρακολουθήσουν. Καλές είναι οι συμπαραγωγές, αρκεί να είναι συν-παραγωγές.

Ιβο βαν Χόβε και Βαγγέλης θεοδωρόπουλος στην απολογιστική συνέντευξη τύπου του Καλλιτεχνικου Διευθυντή του Φεστιβάλ.

Τελευταίο αλλά όχι έσχατο: στη συνέντευξη Τύπου ήρθε και ο Ιβο βαν Χόβε που σκηνοθετεί την Παρασκευή και το Σάββατο στην Επίδαυρο, με τους ηθοποιούς της Comedie-Francaise την παράσταση «Ηλέκτρα/Ορέστης», βασισμένη στις ομώνυμες τραγωδίες του Ευριπίδη. Ενας σπουδαιός σκηνοθέτης, μια γοητευτική προσωπικότητα. Θα μπορούσα να γράψω ένα κείμενο μόνο για την παρουσία του στη συνέντευξη Τύπου, για τη συγκρότηση, την απλότητα και το όραμά του. Αλλά θέλω να δω και την παράσταση πρώτα. 

Όλγα Σελλά