Το φαινόμενο Μελίνα Μερκούρη ζωντανεύει στο Μουσείο Μπενάκη

Συμπληρώθηκαν κιόλας 20 χρόνια χωρίς τη Μελίνα Μερκούρη, την Ελληνίδα που έλαμψε όσο λίγες στο διεθνές στερέωμα. Το ίδρυμα που φέρει το όνομα της, τιμώντας τη μνήμη της, εκδίδει το λεύκωμα με τίτλο “Μελίνα” και με αφορμή την κυκλοφορία του παρουσιάζει φωτογραφική έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, στο Κτήριο της οδού Πειραιώς. Στην έκθεση, με τίτλο “Οδός Μελίνας Μερκούρη”,  μπορεί κανείς να δει το καμαρίνι της, κοστούμια από παραστάσεις αλλά και από ρούχα που φορούσε στην καθημερινότητά της, τα παράσημα που της είχαν απονεμηθεί για τη συμβολή της στην ανάπτυξη του πολιτισμού και, τέλος, φιλμ και ντοκιμαντέρ που εστιάζουν στην πλούσια δράση της.

Αν και είναι τόσο δύσκολο να εγκλωβιστεί στις δύο διαστάσεις μια τόσο εκρηκτική φυσιογνωμία το πλούσιο φωτογραφικό υλικό που παρουσιάζεται στο Μπενάκη, καθώς και οι καίριες λεζάντες που το συνοδεύουν, αποτυπώνουν με επιτυχία το ελευθεριάζον πνεύμα της που ανέτρεπε κάθε κοινωνική και ηθική σύμβαση της εποχής.

Από μικρή η Μελίνα έδειξε την κλίση της για το θέαμα. Σε ηλικία 10 χρονών κι ενώ βρισκόταν στις Σπέτσες με την οικογένεια της, ανέβηκε μακιγιαρισμένη στον τραπέζι ενός καφενείου και άρχισε να χορεύει. Εισέπραξε το χαστούκι της μητέρας της αλλά το χειροκρότημα των θαμώνων τη γλύκανε. Βέβαια η ίδια μητέρα της πολλά χρόνια αργότερα παραδέχτηκε ότι “Η κόρη μου έχει την ανάγκη να αισθανθεί την αγάπη, τον θαυμασμό και τη θερμή παρουσία των άλλων. Ίσως αυτό ήταν το ισχυρότερο κίνητρο που την έσπρωξε στη σκηνή”. Έδωσε εξετάσεις, κρυφά από τους γονείς της, για να μπει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και τα κατάφερε. Από εκεί και ύστερα η πορεία ήταν μόνο ανοδική.

Το 1948 κι ενώ βρίσκεται ακόμη στο Εθνικό ο Κάρολος Κουν της ζητά να πρωταγωνιστήσει στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης “Λεωφορείο ο Πόθος”. Η Μελίνα είναι τόσο αποφασισμένη ώστε απειλεί τον Ροντήρη ότι θα πέσει στις ρόδες του τραμ αν δεν της επιτρέψει να εμφανιστεί στο αντίπαλο θέατρο. Τελικά ο Ροντήρης παρακολουθεί την παράσταση και στο καμαρίνι της λέει “Έπαιξες την Μπλανς, όπως σου είχα διδάξει εγώ την Οφηλία”.

Η Μελίνα καταφέρνει να μαγέψει τους πάντες. Η Μαργκερίτ Ντυράς έγραψε: “Μοιάζει πάντα να έχει έρθει από ένα τρεχαλητό πάνω στους λόφους ή κοντά στη θάλασσα -ποτέ από την πόλη…. Είναι ένα αδιάλυτο πάντρεμα γενναιοδωρίας και εξυπνάδας”. Ενώ η Κολέτ σε ένα ποίημα που έγραψε για εκείνη όταν γνωρίστηκαν στο Παρίσι αναφέρει χαρακτηριστικά: “Δε χρειάζεται παρά να σηκώσει τα μάτια της και να η Ακρόπολη”. Αλλά και στη σκηνή σκορπίζει τη γοητεία της απλόχερα. Όταν περιόδευε στην Αμερική με το Illya Darling ο Ουόλτερ Κερ, κριτικός των New York Times την περιγράφει ως “ένα πλάσμα που θα ήσουν ευτυχής να φέρεις στο σπίτι, στη μαμά, αν η μαμά έλειπε από το σπίτι”. Όμως η ίδια δε διστάζει να τσαλακώσει την εικόνα της. Το 1960 συνάντησε στη Νέα Υόρκη τον Τένεσι Ουίλιαμς για να του παραδώσει ένα γράμμα από τον Κουν. Θυμόταν αργότερα: “Του είπα ότι έχω ερμηνεύσει τις δύο ηρωίδες του. Με κοίταξε με δυσπιστία: “Για να δω τα χέρια σου”, μου λέει. Του τα δείχνω. “Είσαι πολύ νέα για να παίξεις την ντελ Λάγκο”, σχολιάζει. “Μα την έπαιξα καλά”, αντιλέγω. “Όχι”. Δεν τον έπεισα…”.

Δεν είναι όμως όλοι οι θαυμαστές που συγκινούν την Μελίνα. Το 1955 η “Στέλλα” συμμετέχει στο Φεστιβάλ των Καννών. Δεν καταφέρνει να βραβευτεί σε αντίθεση με το “Ριφιφί” ο Αμερικανός σκηνοθέτης του οποίου σκαρφαλώνει πάνω στα καθίσματα για να την πλησιάσει και να της πει ότι η ίδια αξίζει περισσότερο από το βραβείο που κέρδισε. Πρόκειται φυσικά για τον Ζιλ Ντασσέν. “Χάρη στον Ντασσέν γίνομαι η Μαρία Μαγδαληνή”, είχε πει η Μελίνα. “Ήταν η μοιραία στροφή στη ζωή μου, στην καριέρα μου, στην ψυχή μου”. Ο Ντασσέν αποδείχτηκε σύντροφος ζωής για την Μελίνα που δε δίσταζε να τσακώνεται μαζί του για τα πάντα, ακόμη και για τον εάν ο Σωκράτης είχε γαλανά μάτια. “Μα πού το ξέρεις;”, την ρωτούσε υπομονετικά εκείνος. “Αχ, βρε Τζούλη, αφού το έχω δει στα αγάλματα!” του απαντούσε.

Με τη Χούντα των Συνταγματαρχών η Μελίνα βρίσκεται στο εξωτερικό και προσπαθεί, με βοήθεια την τεράστια φήμη της, να ενημερώσει για τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα. Φορούσε το θρυλικό κόκκινο φόρεμα, σχεδιασμένο από την Θεώνη Ώλτριτζ, όταν συμμετείχε σε πορείες και σε συναυλίες διαμαρτυρίας ή όταν εκφωνούσε ομιλίες κατά της χούντας. Τόσο το αγαπούσε το φόρεμα που ζήτησε να θαφτεί με αυτό, πράγμα που έγινε. Στην έκθεση παρουσιάζεται πιστό αντίγραφο του. Η πιο γνωστή φράση της Μελίνας είναι αυτή που εκστόμισε όταν έμαθε ότι η χούντα αποφάσισε να της αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια. “Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο Παττακός γεννήθηκε φασίστας και θα πεθάνει φασίστας”.

Με τη πτώση της δικτατορίας επιστρέφει στην Ελλάδα και εντάσσεται στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ως υπουργός Πολιτισμού την περίοδο 1981-89 ξεκινά την μεγάλη διεθνή εκστρατεία για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα, ιδρύει τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. και καθιερώνει τον θεσμό των Πολιτιστικών Πρωτευουσών της Ευρώπης. Παρά την ξεκάθαρα κομματική της ταυτότητα η Μελίνα γίνεται αποδεκτή πέρα από ιδεολογίες και πολιτικές τοποθετήσεις. Και η ίδια άλλωστε δεν έβαζε παρωπίδες. Για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή είχε δηλώσει “ήταν ένα από τα ωραιότερα πλάσματα που είδα στη ζωή μου. Μας έδωσε το θέατρο για τον Κατράκη, που ήταν μια τολμηρή πράξη εκείνης της στιγμής, και από τότε με συνέδεσαν πάρα πολλά πράγματα μαζί του. Θα προτιμούσα να ήταν αριστερός”. Ο ρόλος της Κλυταιμνήστρας στον “Πυλάδη”, που ανέβηκε το 1992 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ήταν και ο τελευταίος που ερμήνευσε στη ζωή της, άλλωστε από το θέατρο είχε αποχωρήσει χρόνια πριν. Είχε πει τότε “Αισθάνθηκα σα να είχα κάνει μια προδοσία, όπως ένας έρωτας λησμονημένος, που όταν τον ξανασυναντάς σε ταράζει”.

Ήδη από το 1988 η υγεία της είχε κλονιστεί λόγω μιας εμβολής που λίγο έλειψε να της στοιχίσει τη ζωή. “Χθες το βράδυ πήγα να πεθάνω”, εξομολογήθηκε στον Άρη Δαβαράκη, πού την επισκέφτηκε στο νοσοκομείο. “Καλά φαίνεσαι τώρα”, την ενθάρρυνε εκείνος. “Μα, ναι!”, τον ξάφνιασε η Μελίνα: “Χθες πήγα να πεθάνω, όχι σήμερα”. Είναι ο καρκίνος όμως που θα την νικήσει και θα αφήσει την τελευταία της πνοή στις 6 Μαρτίου 1994.

Αν υπάρχει μια επιγραμματική φράση που συμπυκνώνει όλη τη φιλοσοφία ζωής της Μελίνας Μερκούρη θα ήταν κάτι που είχε πει η ίδια “Ό,τι έχουμε και δεν έχουμε είναι ο πολιτισμός, είναι η κληρονομιά μας. Χωρίς αυτά είμαστε κανείς”.

Οδός Μελίνας Μερκούρη, Μουσείο Μπενάκη, Πειραιώς 138 & Ανδρονίκου

Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου