Αν μη τι άλλο σου κινεί την περιέργεια μια παράσταση που όπως διαβάζεις θα παιχτεί –για έξι μόνο παραστάσεις- στο φαράγγι του Λυκαβηττού. Η σκηνοθέτρια Άντζελα Δεληχάτσιου μαζί με τις ερμηνεύτριες-συνδημιουργούς Κατερίνα Κλειτσιώτη, Νατάσα Νταϊλιάνη, Δήμητρα Σκέμπη, Δέσποινα Χατζηπαυλίδου φέρνουν την ποίηση του Σεφέρη και του Ουίτμαν σε επαφή με το χώμα, τα φυλλώματα, τα ζουζούνια, το αεράκι του Λυκαβηττού και παρουσιάζουν την παράσταση «Διάλειμμα χαράς». Κι εμείς οι θεατές ως συνοδοιπόροι ας πάρουμε το χρόνο μας, ας κάτσουμε σε μια πέτρα, ας κοιτάξουμε τις νευρώσεις ενός φύλλου, τα πέταλα ενός λουλουδιού χωρίς άγχος χρόνου, χωρίς προσδοκία. Το ξέρατε ότι ο Ουίτμαν αγαπούσε να τρέχει στην παραλία απαγγέλλοντας κλασικούς συγγραφείς;
Πώς καταλήξατε στους Σεφέρη/Ουίτμαν και γιατί; Άντζελα Δεληχάτσιου: Ο Σεφέρης και ο Ουίτμαν είναι αγαπημένοι μου ποιητές εδώ και πολλά χρόνια. Με τον Ουίτμαν έχω σχέση από τα 17 χρονών, όταν πρώτο διάβασα Το Τραγούδι του Εαυτό Μου και με συγκίνησε η ελευθερία του, η αγάπη του για τη φύση και την ανθρωπότητα, και το ευρύ όραμα του. Με τον Σεφέρη, η πρώτη μου επαφή ήταν σε ένα ταξίδι στην Ελλάδα πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια, όταν ζήτησα από την θεία μου να μου προτείνει έναν Έλληνα ποιητή για να ξεκινήσω τη γνωριμία μου με τη νεοελληνική λογοτεχνία, και μου πρότεινε τον Σεφέρη. Δεδομένου ότι είμαι Ελληνοαμερικανίδα και μεγάλωσα στην Αμερική, δεν ήμουν ιδιαίτερα εξοικειωμένη με την ελληνική ποίηση, και έτσι απέκτησα μεγάλο πάθος για το Σεφέρη, λίγο πιο αργά από τον μέσο Έλληνα αναγνώστη.
Σχετικά με τη θέση του έργου τους στην παράσταση έχω να πω πως οφείλεται στο ότι και οι δύο ποιητές έχουν έναν συγκεκριμένο τρόπο που δημιουργούν εικόνες μέσα στη φύση, τις οποίες νιώθει κανείς με όλες τις αισθήσεις του. Ο Ουίτμαν μεγάλωσε στο Λονγκ Άιλαντ τον 19ο αιώνα όταν ήταν η περιοχή είχε ακόμα άγρια βλάστηση, και μια από τις αγαπημένες του συνήθειες ήταν να τρέχει στην παραλία απαγγέλλοντας κλασικούς συγγραφείς∙ ισχυριζόταν μάλιστα πως όλα τα βιβλία θα έπρεπε να δοκιμαστούν αρχικά στην ύπαιθρο. Από την άλλη, η σχέση του Σεφέρη με τη φύση είναι εμφανής καθώς αρκετά ποιήματα του περιγράφουν έντονες φυσιολατρικές εικόνες που αποδεικνύουν το πάθος του για την ελληνική ύπαιθρο, παρότι ζούσε για πολλά χρόνια εκτός Ελλάδος. Και οι δύο ποιητές λοιπόν συναντιούνται σε αυτή τη λαχτάρα για τη φύση, την οποία δεν μπορούν να ικανοποιήσουν πλήρως – αυτός είναι και ένας από τους κεντρικούς προβληματισμούς της παράστασης.
Η χαρά μπορεί να υφίσταται μόνο ως διάλειμμα; Κατερίνα Κλειτσιώτη: Η ερώτηση αυτή μου φέρνει στο μυαλό, παραδόξως όχι τον Σεφέρη που έχει γράψει το ομώνυμο ποίημα αλλά τον Ουίτμαν που σε κάποιο από τα ποιήματα του αναφέρει: «ευτυχία: όχι σε ένα άλλο μέρος αλλά σ’ αυτό το μέρος. Όχι μια άλλη ώρα, αλλά αυτή την ώρα». Ίσως η χαρά, που πάντα αποτελεί κομμάτι μιας ευτυχίας, υφίσταται μόνο ως «τώρα», ως στιγμή, και ίσως δεν έχει τόση σημασία η χρονική διάρκεια που τη νιώθεις αλλά πόσο έντονα και ολοκληρωτικά της αφήνεσαι όταν έρθει. Η ένταση των συναισθημάτων είναι νομίζω αυτό που μας λείπει όλο και περισσότερο.
Νατάσσα Νταϊλιάνη: Η χαρά είναι μια αναπάντεχη στιγμή, μια ανακάλυψη, μια όμορφη τροπή που δεν περίμενες. Όταν συμβαίνουν τα παραπάνω, ο χρόνος φαίνεται να παραμερίζεται, η στιγμή εξυψώνεται και γεμίζει φως. Υπάρχει ευφορία. Κι αυτό το βιώνουμε σαν διάλειμμα, σαν κάτι εξαιρετικό μέσα στη ροή των πραγμάτων. Μπορούμε σίγουρα να φανταστούμε και έπειτα να χαρίσουμε στη ζωή μας πιο συχνά και πιο πολλά διαλείμματα χαράς. Είναι θέμα αντίληψης και στάσης.
Ποιες είναι οι προσδοκίες σας από τους θεατές, στους οποίους παρέχετε την ελευθερία να κινηθούν ελεύθερα στον χώρο; Νατάσσα: Να είναι συνοδοιπόροι μας. Να μας ακολουθήσουν και να αφεθούν σε μία διαφορετική αισθητική εμπειρία.
Άντζελα: Εγώ θα ήθελα οι θεατές να έρχονται στο λόφο με ανοιχτό μυαλό, διάθεση για εξερεύνηση, και να αφεθούν στη φύση, στις αισθήσεις και σ’ αυτά που τους προσφέρουμε στην παράσταση. Όταν λέμε ότι είναι ελεύθεροι να κινηθούν στον χώρο εννοούμε ότι μπορούν κάποια στιγμή να μην ακολουθήσουν τις ηθοποιούς, να κοιτάξουν τα πουλιά, να κάτσουν σε ένα βράχο, να μείνουν πιο πίσω από το γκρουπ, να χτίσουν τη δικιά τους εμπειρία και τα δικά τους νοήματα. Εμείς προσφέρουμε μια δραματουργική πρόταση αλλά ο καθένας με τη φαντασία του μπορεί να την κάνει δική του.
Κατερίνα: Η αλήθεια είναι πως κατά τη διάρκεια των προβών θέσαμε κι εμείς πολλές φορές αυτή την ερώτηση. Μέσα από διάφορες κουβέντες συγκλίναμε ίσως στην εξής προσδοκία: θέλουμε οι θεατές να αποποιηθούν το ρόλο του θεατή. Όταν η ίδια η φύση σκηνογραφεί μια παράσταση, νιώθεις την ανάγκη να μοιραστείς αυτή την εμπειρία εμπλέκοντας όσο το δυνατό περισσότερο τους καλεσμένους σου. Επιθυμία μας είναι ο καθένας μας να ενσωματωθεί σε αυτό το τοπίο, να αποδεσμεύσει την αισθαντική του ικανότητα, να χαρεί, να θυμώσει, να συγκινηθεί, να ανακαλύψει ένα δικό του μοναδικό τρόπο με τον οποίο θέλει να συμμετάσχει, να αποτελέσει τελικά ένα ενεργό, ζωντανό κομμάτι της παράστασης . Ζητούμενο ουσιαστικά είναι ο θεατής να γίνεται κάθε φορά και συνδημιουργός της εμπειρίας που ονομάζουμε παράσταση.
Τι ανακαλύψατε για τη δική σας επαφή με το χώμα, τα φυτά και τον αέρα κατά τη διάρκεια των προβών; Άντζελα: Ανακάλυψα ότι η επαφή μου με το χώμα, είτε κάθομαι στο έδαφος, είτε ξαπλώνω ανάσκελα, με χαλαρώνει πάρα πολύ και σχετικά γρήγορα. Πολλές φορές όταν φτάνω νωρίς για τις πρόβες, ξαπλώνω για δέκα λεπτά και αυτό αρκεί για να μου φτιάξει εντελώς τη διάθεση για να μπω στη πρόβα με καλή ενέργεια. Κάτι ακόμα που έχει πολύ ενδιαφέρον είναι τα φυτά, γιατί αλλάζουν καθ’ όλη τη διάρκεια των προβών και το νιώθεις πολύ άμεσα όταν κάνεις έναν αυτοσχεδιασμό σε ένα θάμνο και μετά από λίγες βδομάδες έχει αλλάξει εντελώς το σχήμα του επειδή έπεσε το φύλλωμα. Το γεγονός ότι περνάω σ’ αυτό το όμορφο σημείο αρκετές ώρες της βδομάδας εδώ και δύο-τρεις μήνες, αλλάζει εντελώς για μένα την αίσθηση της ζωής στην πόλη την άνοιξη. Νομίζω πως κάθε άνοιξη από εδώ και πέρα θα χρειάζεται να κάνω μια παράσταση στην ύπαιθρο γιατί με έχει καλομάθει το Διάλειμμα Χαράς!
Νατάσσα: Κι εγώ επίσης ανακάλυψα ότι όσες φορές και να επιστρέφεις στο ίδιο σημείο ποτέ δεν είναι το ίδιο κι αυτό είναι συναρπαστικό. Νομίζεις ότι ξέρεις αλλά δεν ξέρεις τίποτα. Ξαναβίωσα μία μνήμη από την παιδική μου ηλικία. Είμαι έξι χρονών και περπατάω ανέμελα ανάμεσα από τις φυλλωσιές και τα δέντρα, κουβαλάω νερό, παρατηρώ τις πεταλούδες, ακούω το κελάιδισμα των πουλιών, το θρόισμα των φύλλων, μαντεύω τα σχήματα που φτιάχνουν τα σύννεφα, κοιτάζω τον ήλιο κατάματα, ξαπλώνω και με γαργαλάει το χορτάρι, περπατάω ξυπόλυτη στο χώμα.
Μια σκηνοθέτιδα, 4 γυναίκες ηθοποιοί. Η φύση είναι γυναικεία υπόθεση; Νατάσσα: Το ανδρικό στοιχείο ακόμα κι αν απουσιάζει είναι έντονα υπαρκτό- ίσως λόγω ακριβώς της απουσίας του. Είναι υπαρκτό μέσα από την ποίηση αλλά και την ίδια τη φύση, η οποία συνεχώς το προσκαλεί. Η φύση και η επαφή μας με αυτή είναι πολύ προσωπική και αποτυπώνεται διαφορετικά στον καθένα μας. Δεν θα έλεγα ότι είναι γυναικεία ή ανδρική υπόθεση. Στη συγκεκριμένη δουλειά θεωρώ ότι είναι συνειδητή σκηνοθετική επιλογή, η οποία θέλει να σηματοδοτήσει και να φωτίσει συγκεκριμένα την ποίηση του Σεφέρη και του Ουίτμαν που η σκηνοθέτις έχει επιλέξει να ακουστεί μέσα σ’ ένα φυσικό τοπίο από «γυναίκες-νύμφες».
Άντζελα: Από την αρχή ήθελα να δουλέψω με μόνο γυναίκες ηθοποιούς χωρίς να ξέρω ακριβώς γιατί. Αυτό που καταλαβαίνω τώρα είναι ότι το γυναικείο σώμα είναι πιο ενδιαφέρον μέσα στη φύση. Το ανδρικό σώμα είναι πολύ γραμμικό – ο τρόπος που τρέχει, που τεντώνεται, που σκαρφαλώνει σε ένα βράχο, παραπέμπουν σε μια πολύ yang ενέργεια, θα μπορούσε να πει κανείς. Το γυναικείο σώμα μπορεί να τα κάνει όλα αυτά –και οι ηθοποιοί μας βασικά τα κάνουν όλα– και ταυτόχρονα παραμένει μαλακό, στρογγυλό, μπορεί να πέσει, να κουνηθεί σαν φίδι, να προβάλλει όμορφα γυμνό μέσα από τους θάμνους. Μου θυμίζει κάτι που μας δίδασκαν παλιά στη βιολογία, ότι όλα τα βρέφη αρχίζουν ως θηλυκά και από ένα σημείο και μετά ορισμένα από αυτά διαμορφώνονται ως αρσενικά. Στην αρχή λοιπόν είμαστε όλοι θηλυκοί όπως η ίδια η φύση.
Έχουμε ξεχάσει τη φύση μας; Νατάσσα: Όχι. Η φύση μας μας έχει ξεχάσει.
Άντζελα: Στη σύγχρονη ζωή μας στη πόλη, την τόσο καθιστική, στους υπολογιστές, στα γραφεία, και τόσο τοξική μες το τόσο τσιμέντο και την ηχορύπανση είναι πολύ δύσκολο για το σώμα μας να βρει μια υγιή ισορροπία. Για μένα, ό,τι με βοηθάει να έχω καλύτερη ισορροπία με το σώμα – η γιόγκα, η καλή διατροφή, η άσκηση, η φύση – μου προσφέρει και καλύτερη ψυχική υγεία. Αλλά είναι ένα συνεχές δίλημμα γιατί πώς να προλάβεις να κάνεις αυτά που είναι καλό για τον εαυτό σου όταν ήδη τρέχεις και δεν προλαβαίνεις; Συνήθως όμως, όταν έχω αρχίσει μια καινούργια πρακτική, που στην αρχή φαινόταν αδύνατη λόγου έλλειψη χρόνου ή πειθαρχίας, μου δίνει περισσότερη ενέργεια, δύναμη, και τελικά χρόνο για να μπορέσω να αντιμετωπίσω την υπόλοιπη μου ζωή και να είμαι πιο χρήσιμη.
Τι μας υπενθυμίζει η φύση, τι μας υπενθυμίζει η τέχνη; Άντζελα: Η φύση μας υπενθυμίζει ότι όλα είναι εντάξει όπως είναι. Η φύση υπάρχει σε ένα άλλο χωροχρόνο από τις ανθρώπινες νευρώσεις και δεν τη νοιάζει πολύ τι θα απογίνουμε. Αυτό αντί να μας ταράξει, μπορεί να μας ανακουφίσει και να μας μάθει να μην παίρνουμε τους εαυτούς μας τόσο σοβαρά. Η τέχνη μας υπενθυμίζει ότι όλα είναι τόσο όμορφα. Αν σταματήσουμε και κοιτάξουμε καλά, υπάρχει τόση πολλή ομορφιά. Η τέχνη στην ουσία προσφέρει ένα κάδρο για να ξανακοιτάξουμε με καθαρό βλέμμα, όταν η καθημερινή μας ζωή μας έχει θαμπώσει.
Νατάσσα: Η φύση μας υπενθυμίζει την ολότητα, την αρμονία, την αλληλεξάρτηση, την αέναη κίνηση των πραγμάτων, τον κίνδυνο, το όριά μας. Όταν είμαστε εκεί, μας αφήνει να αφουγκραστούμε την αρχέγονη δύναμή της. Μας επιτρέπει να είμαστε σιωπηλοί. Η τέχνη μας δείχνει την παρέμβαση, την επιτήδευση, την ανάγκη νοηματοδότησης των πραγμάτων. Η τέχνη απαλύνει τον πόνο της ύπαρξης μας, καμιά φορά λυτρώνει αλλά και ταυτόχρονα μας υπενθυμίζει την θνητότητά μας.
Κατερίνα: Βάσει της εμπειρίας των προβών και των περσινών παραστάσεων στον Λυκαβηττό νιώθω όλο και πιο έντονα ότι η φύση μας υπενθυμίζει πόσο δεν χρειάζεται την τέχνη, πόσο υπέροχα αυτάρκης , αυταπόδεικτη και μεγαλειώδης είναι. Η τέχνη, απ’ την άλλη, μας υπενθυμίζει πόσο χρειάζεται τη φύση, πόσο εύκολα εξαντλείται όσο απομακρύνεται από αυτή. Το περιγράφει νομίζω καλύτερα με μια φράση του ο Σεζάν: «Τέχνη είναι ο άνθρωπος προστιθέμενος στη φύση».
Ημερομηνίες παραστάσεων
Παρασκευή 27 Μαΐου / Σάββατο 28 Μαΐου / Κυριακή 29 Μαΐου, Ώρα έναρξης: 18:00
Παρασκευή 3 Ιουνίου / Σάββατο 4 Ιουνίου / Κυριακή 5 Ιουνίου, Ώρα έναρξης: 18:30
Διάρκεια: 100’
Είσοδος με ελεύθερη συνεισφορά, Κρατήσεις απαραίτητες
Για πληροφορίες και κρατήσεις: +30 6946102862, flagrantedeli@gmail.com
http://www.flagrantedeli.com & https://www.facebook.com/ajoybreak
Σημείο συνάντησης: Οι θεατές παρακαλούνται να βρίσκονται ένα τέταρτο πριν την ώρα έναρξης στο χώρο του parking έξω από το θέατρο του Λυκαβηττού, από το οποίο θα περπατήσουμε 5-10 λεπτά προς το χώρο της παράστασης. Για την καλύτερη δυνατή περιήγηση των θεατών συνιστώνται άνετα παπούτσια.