Categories: ΜΟΥΣΙΚΗ

Eric Burdon διάλεξε: μπύρα από το Newcastle ή τσίπουρο; «Τσίπουρο!»

Τηλεόραση δεν βλέπω. Όμως προχθές είδα ένα «Μουσικό Κουτί» συναρπαστικό κι εύχομαι να αποτελέσει υπόδειγμα εκπομπής για πολλούς στο μέλλον. Ο Νίκος Πορτοκάλογλου, με τους εξαιρετικούς συνεργάτες και μουσικούς του, στην πρεμιέρα της σεζόν, είχε καλεσμένο τον θρυλικό Eric Burdon. Θα μπορούσε να είναι μια εκπομπή ωραία και “κανονική”. Ο αγαπημένος ρόκερ να παίξει τις τραγουδάρες του, να απαντήσει στις ερωτήσεις με το μοναδικό στυλ του, μπλέκοντας πάντα το ροκ εν ρολ με θέματα που απασχολούν την κοινωνία και τον ίδιο χρόνια τώρα – τον πόλεμο, την αδικία, το περιβάλλον, τη λειψυδρία, το Βιετνάμ, την ελεύθερη οπλοκατοχή στις ΗΠΑ, τα ναρκωτικά, την εξουσία, τον ρατσισμό. Όμως όλα αυτά πήραν άλλες διαστάσεις κι έγιναν “αλλιώς”, καθώς ο ευφυής -και πάνω από όλα μουσικός νους- Νίκος Πορτοκάλογλου παρουσίασε την πολυδιάστατη προσωπικότητα του διάσημου φιλοξενούμενού του μέσα από την ίδια την τέχνη που ενώνει τα πάντα. Έδεσε υπέροχα τα δικά μας «μπλουζ» -νησιώτικα, ρεμπέτικα, Τσιτσάνη- με μερικά από τα πιο γνωστά τραγούδια στον κόσμο όλο, που έγιναν γνωστά ακριβώς χάρη σε μία από τις πιο σπουδαίες και αναγνωρίσιμες φωνές στον κόσμο όλο, εδώ και πάνω από μισό αιώνα.

Τον Eric Burdon τον γνώρισα κάπου 30 χρόνια πίσω, όταν πρωτοπάτησε το πόδι του στο ιστορικό «Ρόδον», το αξέχαστο ροκ κλαμπ που έμελε να γίνει σπίτι μου για όσα χρόνια υπήρξε, αλλά και αγαπήθηκε όσο λίγα από πολλούς ξένους καλλιτέχνες που πάτησαν τη σκηνή του. Ανάμεσά τους και ο Eric. Τότε λοιπόν, δημοσιογράφος στα πρώτα μου βήματα, αντίκρισα με δέος στην πρώτη μας συνέντευξη, το θηρίο με την απίστευτη φωνή που σημάδεψε την μουσική ιστορία. Φωνή συγκρίσιμη μόνο με εκείνες των έγχρωμων καλλιτεχνών -πράγμα που, πέρα από την καλλιτεχνική αξία της, συνέβαλε, τότε στα 60s, στην προώθηση της μαύρης μουσικής γενικότερα και στο σπάσιμο ρατσιστικών αντιλήψεων που ακόμη επικρατούσαν. Η συνεργασία του με τους War ένα τεράστιο κεφάλαιο το οποίο ώθησε τα πράγματα ακόμη πιο πέρα. Προσωπικά για μένα, σημαντικότερο κοινωνικά και από εκείνο των φοβερών Animals του εργατικού Newcastle.

Ο λευκός με την μαύρη φωνή, ο θρυλικός ρόκερ και καταπληκτικός άνθρωπος, έμελλε να με τιμήσει με τη συνεργασία του και τη φιλία του στις δεκαετίες που ήρθαν. Αρχές του 21ου αιώνα, έδεσε κι ο ίδιος για πάντα τον κρίκο της ζωής του με την Ελλάδα, μέσα από το φωτεινό χαμόγελο της δικιάς μας Μαριάννας Προεστού. Τελικά, μετά από ασύλληπτα μίλια πτήσεων, δεκάδων περιοδειών, χιλιάδων ταξιδιών, άλμπουμ, βιβλίων, συνεργασιών, περιπετειών, πριν λίγους μήνες έφθασε η ώρα που μετακόμισαν από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με χαρά μεγάλη, στην Ελλάδα. Το νέο σπίτι τους, μετά την έρημο του Zabriskie Point και την τρέλα του Los Angeles είναι στην Αθήνα.

O Eric στην Αθήνα -πίσω του η Ακρόπολη- Σεπτέμβρης του 2019, πριν παίξει στο Ηρώδειο την τελευταία του συναυλία σε περιοδεία ever.

«Μπύρα από το Newcastle ή τσίπουρο;», τον ρώτησε ο Νίκος Πορτοκάλογλου. «Τσίπουρο! Τσίπουρο!» απάντησε χωρίς καν να το σκεφθεί. Η γενέτειρά του όμως είναι πάντα στην καρδιά του, ακόμη κι αν έφυγε πριν δεκαετίες από εκεί, ανοίγοντας τους ορίζοντές του πάνω από τις γέφυρές της. Δεν ξέχασε ποτέ τις ρίζες του, δεν ξέχασε ποτέ την εργατική τάξη, δεν ξέχασε ποτέ τους ήχους που πρωτοάκουσε στα μέρη του. Τα μπλουζ και την τζαζ, εκεί στον κρύο Βορρά της βιομηχανικής πόλης που κάθε Σαββατόβραδο γλεντούσε στις pubs με μπύρα και t-shirts, λες και αύριο μες στο χιόνι δεν υπήρχε. Τα παιδικά του χρόνια, ο πατέρας του και οι φόβοι του, η γνωριμία στα 10 του χρόνια με τον Louis Armstrong, ήταν λίγα από όσα αποκάλυψε στο «Μουσικό Κουτί». Ανάμεσα στο «It’s My Life» -«το «Satisfaction» των Animals», όπως πολύ σωστά είπε ο Νίκος Πορτοκάλογλου- το «When I Was Young» που ο Έλληνας δημιουργός έδεσε πανέμορφα με τον «Άσωτο Υιό», τραγούδι που έγραψε στα 19 του, και το «We Gotta Get Out Of This Place», ένα κομμάτι που, επεσήμανε ο Νίκος Πορτοκάλογλου «ο Bruce έχει πει ότι λέει τα πάντα για την εργατική τάξη και είναι σαν να περιέχει όλα τα τραγούδια που έχει γράψει».

Ο ίδιος ο Eric μίλησε για τον ξεχωριστό Bruce Springsteen που «δεν έχει ξεχάσει τις ρίζες του», τα δύο πρόσωπα του “θεότρελου” John Lennon, τους «πιο αγαπημένους μου από τα καινούργια γκρουπ» Calexico. Για την “Βρετανική εισβολή” των Beatles-Rolling Stones-Animals στην Αμερική. Για τις συναυλίες του στην Ελλάδα, την πρώτη το ‘84 στο «Παλλάς» μπροστά στη Μελίνα Μερκούρη «που είχε τόσο έντονα μάτια» και για την τελευταία πρόπερσι στο Ηρώδειο «αυτό το φανταστικό μέρος» που η δύναμή του στην αρχή τον τρόμαξε, αλλά «η ζεστασιά του κοινού που έφθανε ως τον ουρανό», τον συνεπήρε.

Μίλησε φυσικά και για το λατρεμένο «House of the Rising Sun», ένα τραγούδι «που είναι μέρος της Μαύρης Ιστορίας και της ιστορίας της Νέας Ορλεάνης και ανήκει σε όλους. Μπορεί να το παίξει όποιος θέλει, από τον Bob Dylan ως τον θείο σου», είπε για το παραδοσιακό άσμα που χάρη στον ίδιο έγινε παγκόσμιος ύμνος. Το τραγούδησε και, όπως είπε η φωτεινή ερμηνεύτρια και συμπαρουσιάστρια Ρένα Μόρφη «μας μετέφερε σε ένα στάδιο με 2000 ανθρώπους». Κάπως έτσι, όντως.

Και μετά, δίπλα στον εξαιρετικό Θωμά Κωνσταντίνου από τους Τακίμ -φίλο και συνεργάτη του Eric τα τελευταία χρόνια όπως και όλο το συγκρότημα-, ήρθε η Σεμέλη. Αυτή η νέα σπουδαία φωνή, που τυχαίνει να είναι και κόρη του κορυφαίου μπουζουκίστα Γιάννη Παπαβασιλείου. Το φρέσκο μήλο πέφτει κάτω από την γόνιμη μηλιά και ξεκινάει το δικό του ταξίδι. Την πρωτογνώρισα μέσα από τον «Νταή», την κομματάρα που φτιάξανε με τον Άκη Καπράνο και τον Φωκίωνα Μπόγρη για την ταινία του τελευταίου, «Πρόστιμο», σε στίχους Αλέξανδρου Βούλγαρη. Θα κάνει μεγάλη καριέρα αυτό το όμορφο κορίτσι που πέρα από την υπέροχη φωνή, την αγάπη της και την εξερεύνησή της σε κάθε είδος μουσικής -από το ρεμπέτικο ως το ραπ-, παίζει τσέλο, πιάνο, κιθάρα και ξέρει και να μιλάει ωραία και να έχει τα μάτια χαμηλά. Μπράβο της!

Από τις πιο συγκινητικές στιγμές της εκπομπής, η απόδοση του «Its All Over Now Baby Blue» του Bob Dylan που διασκεύασαν διπλά, καθώς αποδόθηκε πρώτα ελεύθερα στα ελληνικά , σε στίχους Κλέωνα Αρζόγλου, αλλά και το πανέμορφο traditional «Motherless child». Ενώ η αγάπη στη γενέτειρα φάνηκε και πάλι με την απίστευτη φιέστα που στήθηκε με το «Blaydon Races», τον ύμνο των Geordies οπαδών της ποδοσφαιρικής Newcastle που, όπως είπε ο διάσημος rocker, έγραψε ο προ-προ-προθείος του! Συνοδός εδώ ο τρομερός Δημήτρης Μπάκος στη γκάιντα.

Είναι γεγονός πως τίποτα δεν θα ήταν τόσο εξαίσιο στη συγκεκριμένη βραδιά, ούτε ο ίδιος ο Eric Burdon θα άφηνε ποτέ τον εαυτό του τόσο ελεύθερο, χωρίς τους θαυμάσιους μουσικούς και guests που βρέθηκαν εκεί . Τον τίμησαν με τον καλύτερο τρόπο, την δεξιοτεχνία τους, δείχνοντας παράλληλα respect και πραγματικό ενθουσιασμό που έπαιζαν με έναν τέτοιο θρύλο. Οφείλω πραγματικά να αναφέρω τα ονόματα της μπάντας στο στούντιο: Γιάννης Δίσκος (μουσική διεύθυνση κλαρίνο, σαξόφωνο, πλήκτρα, παρτιτούρες), Λάμπης Κουλουρόγιαννης (κιθάρα), Βύρων Τσουράπης (μπάσο, φυσαρμόνικα), Δημήτρης Καζάνης (βιολί), Στέλιος Φραγκούς (πιάνο, πλήκτρα) Θανάσης Τσακιράκης (τύμπανα). Guest και ο Μιχάλης Μπακάλης στα κρουστά.

Ο Eric Burdon, ο superstar που σε κάνει πάντα να νιώθεις μαζί του λες κι είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, χάρηκε με την ψυχή του τη μουσική αυτή σύναξη. Και το έδειξε πέρα ως πέρα με το ατέλειωτο κέφι του, όσο κι αν έκρυβαν τα μάτια του τα μαύρα γυαλιά του.

Κερασάκι στην πολύχρωμη τούρτα το πολυαγαπημένο «Χωρίς Αμορτισέρ», τραγούδι που ο Νίκος Πορτοκάλογλου έγραψε το 1997 για το «Βαλκανιζατέρ» του Σωτήρη Γκορίτσα –ταινία που άφησε το στίγμα της στον ελληνικό κινηματογράφο. Ήταν εκείνο που έστρωσε το δρόμο για το εκπληκτικό «Tobacco Road» των War. Φινάλε με τα «Don’t Let Μe Βe Misunderstood» και «Paint it Black» των Stones που πάντα αγαπάει να λέει ο Eric. Λόγια δεν έχω πια για να πω όσα ένιωσα, οι λέξεις δεν φθάνουν, το συναίσθημα τις ξεπερνάει… Απλώς ένα μεγάλο ευχαριστούμε από καρδιάς, με δυο σοφά λόγια του μεγάλου rocker, δάσκαλου και τόσο ταπεινού συνάμα φιλόσοφου της ζωής: «Τα blues είχαν ένα μωρό και το είπαν rock ‘n’ roll. Eίναι το ίδιο αίμα, είναι το ίδιο νερό. Τα μπλουζ είναι διαλογισμός και το ροκ είναι εορτασμός». Έτσι ακριβώς.

Εφη Παπαζαχαρίου

Share
Published by
Εφη Παπαζαχαρίου