Βαρύς
Μ’ ένα κεφάλι σαν αυγό
Χωρίς μάτια χωρίς χαρακτηριστικά
Ξαναγυρίζεις
Πάνω στο σώμα έχουνε σβήσει
Χίλια άστρα
Άσπρος σα γύψος –πρεσβύτης περινούστατος–
Ο πατέρας σ’ αγκαλιάζει
Αυτός ουσιαστικά
Σ’ έδιωξε απ’ το σπίτι
Ξαναγυρίζεις
Με την κίτρινη κολοκύνθη της ερήμου
Γεμάτη χλιαρό νερό
Δεμένη με σκοινί στο ραβδί σου
Μακρύ σαν κηρύκειο
Γερτός απ’ τη γεωμετρία της πόλης
Πού σηκώνεις στην πλάτη σου
Πρόσεξε σαν περάσεις το κατώφλι του σπιτιού
Θα βασιλεύει ένα χρώμα πράσινο βαθύ
Κι ο πατέρας διαρκώς θα σ’ αγκαλιάζει.