Μπορεί να μας λείπουν πολλά, αλλά με πολλές φορές διψήφιο αριθμό νέων κυκλοφοριών κάθε εβδομάδα και την πληθώρα από ιντερνετικές πλατφόρμες εναλλακτικής διανομής, ταινίες έχουμε. Συνολικά το 2017 ήταν μια από τις πιο συναρπαστικές κινηματογραφικές χρονιές που θυμόμαστε τελευταία, αναπόφευκτα όμως αρκετές αξιοπρόσεκτες ταινίες πέρασαν απαρατήρητες ή δεν κυκλοφόρησαν καν στις ελληνικές αίθουσες. Παραγνωρισμένες επιστροφές σημαντικών σκηνοθετών, ανεξάρτητα φεστιβαλικά breakthroughs, τηλεταινίες που θα άξιζαν έξοδο στη μεγάλη οθόνη – υπάρχουν παντού αντίδοτα στη “superhero fatigue” (αν είστε από τους θεατές που παραπονιούνται) (μην είστε) και η χαρά της ανακάλυψης μπορεί να έρθει από τα πιο ανέλπιστα μέρη.
Κρίνοντας από την εμφάνισή της σε πολλά top 10 κορυφαίων ξένων κριτικών, Η Χαμένη Πόλη του Ζ του Τζέιμς Γκρέι ήταν μάλλον η πιο υποτιμημένη ταινία της χρονιάς (στην Ελλάδα έκανε πρεμιέρα στο En Lefko Film Festival και στη συνέχεια κυκλοφόρησε στα θερινά), μάλλον ο αμερικανός σκηνοθέτης του Two Lovers και του The Immigrant θα πρέπει να έχει συνηθίσει την always the bridesmaid, never the bride θέση του στο σύγχρονο σινεμά. Βασισμένη στην καταγραφή της αληθινής ιστορίας του βρετανού χαρτογράφου Πέρσι Φόσετ στο εκπληκτικό βιβλίο The Lost City of Z: A Tale of Deadly Obsession in the Amazon που αφιέρωσε τη ζωή του στην αναζήτηση μιας μυθικής πόλης των ιθαγενών του Αμαζονίου, η ταινία του Γκρέι δεν επιλέγει την τυπική οδό της θεαματικής «εξωτικής» περιπέτειας στη ζούγκλα, αλλά ενδιαφέρεται περισσότερο για τη φαινομενικά παράλογη εμμονή ενός ανθρώπου να πραγματοποιήσει το όνειρο της ζωής του, ακόμα κι όταν η ηλικία, η οικογένεια και η κοινή λογική είναι εναντίον του. Τρεις μέτριοι ηθοποιοί εδώ δικαιώνονται: ο Τσάρλι Χάναμ (Sons of Anarchy) διασώζει την κακή του φήμη αφήνοντας την αποφασιστικότητα, τη θυσία και τη λάμψη της τρέλας του Φόσετ να λάμψουν μέσα από την ερμηνεία του, ενώ ο Ρόμπερτ Πάτινσον και η Σιένα Μίλερ τού κάνουν καλό support στους μικρούς τους ρόλους.
Σε αντίθεση με τον Γκρέι, ο Στίβεν Σόντερμπεργκ απολαμβάνει σεβασμού κι ενός Όσκαρ στο Χόλιγουντ και το φετινό του «Πρωταπριλιά! Δεν σταματάω να γυρίζω ταινίες» αστείο ήταν η κωμωδία Logan Lucky, που κυκλοφόρησε στα τέλη του καλοκαιριού και παρά το γεμάτο σταρ καστ του (π.χ. Τσάνινγκ Τέιτουμ, Άνταμ Ντράιβερ, Ντάνιελ Κρεγκ) και την ανάλαφρη πλοκή του (χαζά αδέρφια επιχειρούν να ληστέψουν μια διοργάνωση της NASCAR) δεν έκανε ακριβώς τον κόσμο να παρατάει τα αυτοκίνητά του στη μέση του δρόμου σαν το βίντεο κλιπ του Everybody Hurts και να τρέχει να το δει (παρόλο που εμείς σας το ’παμε). Ο Σόντερμπεργκ αντιμετωπίζει με αγάπη και χιούμορ τους απλούς, μέσους Αμερικάνους που συχνά στοχοποιούνται για την κακογουστιά και τη χαμηλή νοημοσύνη τους, ο Κρεγκ το διασκεδάζει αφάνταστα με την τραβηγμένη από τα πλατινέ μαλλιά του redneck προφορά και τέλος πάντων εν μέσω παγκόσμιας κρίσης προτιμάμε τη μη χλιδάτη βερσιόν της Συμμορίας των 11.
Παραδόξως κατέληξε τηλεταινία στο ΗΒΟ το The Wizard of Lies, παρά τους εντυπωσιακούς συντελεστές του (ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης του Ανθρώπου της Βροχής Μπάρι Λέβινσον, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και η Μισέλ Φάιφερ ως πρωταγωνιστικό δίδυμο) και το φημισμένο τύπο με τον οποίο καταπιάστηκε. Τον Μπέρνι Μέιντοφ, τον άνθρωπο που εξαπάτησε χιλιάδες επενδυτές και κατέστρεψε ζωές στήνοντας το μεγαλύτερο σχήμα Πόνζι στην αμερικάνικη ιστορία ύψους 60 δις δολαρίων(το πυραμιδικό κόλπο με το οποίο την έχουν πατήσει εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο που αυτήν την στιγμή προσπαθούν να μπουν τη «φάση του Bitcoin»). Στην καλύτερή του ερμηνεία εδώ και καιρό, ο Ντε Νίρο αφήνει τον Μέιντοφ να αναδειχθεί σαν κοινωνιοπαθής, συγκρατώντας μας από το να ουρλιάζουμε στην οθόνη «ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΡΑΤΕ;» σε όλους τους συνεργάτες του. Εκτός από εμάς, η ταινία άρεσε και στον Τζον Γουότερς που την συμπεριέλαβε στη λίστα του με τις 10 καλύτερες της χρονιάς, αν και μπορεί να μιλούσε η αλληλεγγύη της Βαλτιμόρης λόγω Λέβινσον.
«Κρυμμένο» δεν το λες το επίδοξο μπλοκμπάστερ Ο Βαλέριαν και η Πόλη με τους Χίλιους Πλανήτες – είναι άλλωστε η πιο ακριβή ταινία όλων των εποχών (γυρισμένη εκτός Αμερικής). Πραγματοποιώντας το όνειρο που είχε από την παιδική του ηλικία, ο Λικ Μπεσόν μετέφερε στη μεγάλη οθόνη το κλασικό γαλλικό κόμικ που για τους γνώστες θεωρείται η έμπνευση (και για τους πιο φανατικούς η αντιγραφή) για το Star Wars, αποτυγχάνοντας παταγωδώς στα ταμεία, παρόλο που η sci-fi περιπέτεια με πρωταγωνιστές τον Ντέιν Ντε Χαν (κακό), την Κάρα Ντελεβίν (καλό) και την Rihanna ως shapeshifter (πολύ καλό) ήταν μια διαστημική φαντασμαγορία με εκπλήξεις σε κάθε πλάνο κι εξαιρετικό world-building. Μια ταινία διασκεδαστική και πρωτότυπη, και ξεκάθαρα φτιαγμένη με αγάπη για μια ιστορία που μεγάλωσε γενιές στην Γαλλία. Τι θέλουμε; Σίκουελ. Πότε το θέλουμε; Τώρα. ‘Η όποτε βρει λίγο χρόνο ο Μπεσόν.
Από τις πολυσυζητημένες ταινίες που έκαναν πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Σάντανς αλλά δεν κατάφεραν να βρουν το δρόμο τους προς τις ελληνικές αίθουσες (με εξαίρεση το The Big Sick που προβλήθηκε το καλοκαίρι και κρατά ζωντανές τις οσκαρικές του ελπίδες με μια σημαντική συλλογική υποψηφιότητα στα Βραβεία του Σωματείου Αμερικάνων Ηθοποιών), το Ingrid Goes West που κέρδισε το βραβείο σεναρίου είναι το Νέα Γυναίκα Μόνη Ψάχνει των millenials, σατιρίζοντας με σκοτεινό τρόπο την εξάρτηση από τα social media όταν η Όμπρεϊ Πλάζα αποκτά εμμονή με την Instagram Famous Ελίζαμπεθ Όλσεν. Το A Ghost Story επανενώνει το σκηνοθέτη του Ain’t Them Bodies Saints, Ντέιβιντ Λόουερι, με την Ρούνεϊ Μάρα και ζητά (και κερδίζει) την υπομονή μας καθώς ο Κέισι Άφλεκ περνάει όλη την ταινία καλυμμένος με ένα σεντόνι κάνοντας το φάντασμα, μιας και ο Λόουερι επιχειρεί να απεικονίσει την απώλεια από την πλευρά εκείνων που έχουν φύγει και όχι όσων έχουν μείνει πίσω. Μέχρι το τέλος, αν δεν έχετε κοιμηθεί, θα έχετε συγκινηθεί.
Παρόλο που από θείες από Σικάγο η Γεωργία Βασιλειάδου παραμένει η καλύτερη, στο θαυμάσιο Princess Cyd ένα 16χρονο κορίτσι περνάει το καλοκαίρι με τη διανοούμενη, θρησκευόμενη θεία της, ναι, στο Σικάγο και γνωρίζει τον έρωτα με μια άλλη κοπέλα κάνοντας σοβαρά βήματα προς την ενηλικίωση παρά το τρομακτικό παιδικό της τραύμα. Η αυθεντική, ειλικρινής σχέση μεταξύ θείας κι ανιψιάς και η γενικότερη καλοσύνη που περικλείει αυτή την ταινία την κάνουν κάπως ακαταμάχητη. Στους γυναικείους θριάμβους συγκαταλέγεται και το Girls Trip, η ξεκαρδιστική κωμωδία που έσπασε τα ταμεία φέτος το καλοκαίρι στην Αμερική. Ελάτε για «το γυναικείο The Hangover» και μείνετε για την άγρια αποκάλυψη ονόματι Τίφανι Χάντις που μετατράπηκε σε κωμική σούπερ σταρ εν μια νυκτί. Το ότι η ταινία εκτυλίσσεται στη Νέα Ορλεάνη είναι απλώς το κερασάκι στην τούρτα.
Και, τέλος, γυρίζοντας έναν αιώνα πίσω, το Ήρεμο Πάθος του θρυλικού Τέρενς Ντέιβις με την Σύνθια Νίξον του Sex & The City στο ρόλο της Έμιλι Ντίκινσον (δεν περιμέναμε ότι η ποιήτρια θα ήταν τελικά μια Μιράντα) και το Φιλίες κι Έρωτες που επανενώνει το παρεάκι του Οι Τελευταίες Μέρες της Ντίσκο (δηλαδή το σκηνοθέτη Γουίτ Στίλμαν με την Κέιτ Μπέκινσεϊλ και την Κλοέ Σεβινί) σε μια από τις λιγότερο γνωστές νουβέλες της Τζέιν Όστεν προσφέρονται για ιδανικό double bill εποχής, όλες τις εποχές.